Ο Κώστας Μπακογιάννης είναι αναλυτής και ειδικεύεται σε θέματα Δημόσιας Διοίκηαης και Διεθνών Σχέσεων
Η διαιώνιση του προβλήματος δεν συνιστά λύση. Η απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας σε όλα τα παιδιά των μεταναστών, τα οποία έλαβαν την ελληνική εκπαίδευση είναι μια απολύτως εύλογη πρόταση. Μια πρωτοβουλία, η οποία θα ωφελήσει την κοινωνία μας. Ο κόσμος αλλάζει, πρέπει να αλλάξουμε και εμείς.
«Την Ιστορία τη γράφουν οι μετανάστες, η κάθοδος των Δωριέων, η έξοδος των Εβραίων, ο εποικισμός της Αμερικής», λέει ο συγγραφέας Βασίλης Λαδάς στο πολύ καλό του βιβλίο «Μουσαφεράτ» (εκδ. Futura). Ιστορία γράψανε οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, οι Ρωμιοί της Πόλης, οι Πόντιοι της Τραπεζούντας, οι Αιγυπτιώτες του Καϊρου και της Αλεξάνδρειας -όπως και τόσοι άλλοι, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν πατρογονικές εστίες. Ιστορία γράψανε και οι Έλληνες οικονομικοί μετανάστες:
«Την Ιστορία τη γράφουν οι μετανάστες, η κάθοδος των Δωριέων, η έξοδος των Εβραίων, ο εποικισμός της Αμερικής», λέει ο συγγραφέας Βασίλης Λαδάς στο πολύ καλό του βιβλίο «Μουσαφεράτ» (εκδ. Futura). Ιστορία γράψανε οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, οι Ρωμιοί της Πόλης, οι Πόντιοι της Τραπεζούντας, οι Αιγυπτιώτες του Καϊρου και της Αλεξάνδρειας -όπως και τόσοι άλλοι, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν πατρογονικές εστίες. Ιστορία γράψανε και οι Έλληνες οικονομικοί μετανάστες:
οι γκάσταρμπάιτερ της Γερμανίας, οι ανθρακωρύχοι του Βελγίου και οι «πιατάδες» της Αμερικής που αφήσανε τα χωριά και τις πόλεις τους για αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Ιστορία, όμως, γράφουν και οι μετανάστες στη χώρα μας. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα – μόλις μερικών ετών- η Ελλάδα από μια εθνικά και θρησκευτικά ομοιογενής χώρα έγινε η νέα πατρίδα ενός περίπου εκατομμυρίου μεταναστών.
Το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό και η αλλαγή πολύ μεγάλη. Εξηγούνται – αν δεν δικαιολογούνται ή συγχωρούνται – συνεπώς πολλά. Δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη ότι οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν συναισθήματα δυσφορίας, φόβου, επιθετικότητας, άρνησης ή και περιφρόνησης. Εξίσου προβλεπόμενες είναι, δυστυχώς, ακόμα και δημαγωγικές φωνές αδίστακτων καιροσκόπων, οι οποίοι ονειρεύονται τεράστια «κέντρα υποδοχής ή φιλοξενίας» (sic για στρατόπεδα συγκέντρωσης) στα οποία θα βρουν τη φυσική τους θέση οι μετανάστες και αργότερα, όταν η Άλφα Ένα αντικαταστήσει την Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ποιος ξέρει, ίσως οι εβραίοι, οι ομοφυλόφιλοι ή κάθε είδους διαφωνούντες.
Η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποιούνται οι μετανάστες ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, όπως και πρόσφατα, όταν το ελληνικό πολιτικό σύστημα την επόμενη ημέρα των Ευρωεκλογών εστίασε στα εύκολα εξιλαστήρια θύματα (αν και είναι ομολογουμένως εντυπωσιακό ότι πείσαμε κοτζάμ Ευρωπαίο Επίτροπο ότι υπάρχει «σοβαρός κίνδυνος αποσταθεροποίησης της Ελληνικής Δημοκρατίας», εννοώντας, προφανώς τον Πακιστανό με το τανκ έξω από την Βουλή.)
Ο δημόσιος διάλογος για την μετανάστευση σήμερα βρίθει από κοινοτοπίες και υπεραπλουστεύσεις, από γενικόλογες τοποθετήσεις ή ηθικοπλαστικούς αφορισμούς που θολώνουν την ορατότητα στα πραγματικά προβλήματα, που δεν αφήνουν αρκετό οξυγόνο για την επίλυση του. Αυτό το τελευταίο, όμως, είναι εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο πάρα ποτέ και την ανάπτυξη πρακτικών ιδεών, συγκεκριμένων εισηγήσεων, εξειδικευμένων προτάσεων.
Μια τέτοια σοβαρή πρόταση είναι να αποδίδεται αυτόματα η ελληνική ιθαγένεια σε όλα τα παιδιά των μεταναστών, εφόσον έχουν ολοκληρώσει την 9ετή υποχρεωτική εκπαίδευση σε ελληνικό σχολείο. Ο λόγος για παιδιά τα οποία, όπως λέει χαρακτηριστικά ένα από αυτά, ο γνωστός από τη συνεργασία του με τον Φίλιππο Πλιάτσικα, Ελληνας από γονείς Νιγηριανούς μετανάστες, MC Yinka, ζουν με άδεια παραμονής στην χώρα που γεννήθηκαν. Παιδιά τα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Παιδιά των οποίων μητρική και, πολλές φορές, μοναδική τους γλώσσα είναι τα ελληνικά. Παιδιά τα οποία φοίτησαν σε ελληνικά σχολεία και σπούδασαν σε ελληνικά πανεπιστήμια. Παιδιά τα οποία δεν έχουν δικαιώματα, δεν υπάρχουν στα χαρτιά. Παιδιά- φαντάσματα.
Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, το οποίο έδωσε το έναυσμα για τα μεταναστευτικά κύματα προς την Ελλάδα από τις χώρες του Σοβιετικού μπλοκ, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα επίκαιρο. Ενδεικτικά, τη σχολική χρονιά 2006-07 καταγράφηκαν 109.482 παιδιά μεταναστών σε ελληνικά σχολεία. Εκτιμάται ότι, αν συνυπολογιστούν τα παιδιά με έναν γονέα μετανάστη και έναν Έλληνα, τα παιδιά των νόμιμων και των μη νομίμων μεταναστών αλλά και τα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ με εκείνα που ήρθαν μικρά ή έχουν ήδη ενηλικιωθεί, τότε το πρόβλημα αφορά πάνω από 220.000 άτομα.
Οι πιο πολλές χώρες έχουν, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, αντιμετωπίσει παρόμοια φαινόμενα. Ενδιαφέροντα μεσογειακά παραδείγματα περιλαμβάνουν τη Γαλλία και την Ιταλία, όπου τα παιδιά αποκτούν την υπηκοότητα αυτόματα με την ενηλικίωσή τους ή την Ισπανία, όπου τα παιδιά αποκτούν την υπηκοότητα αν οι γονείς ζουν στη χώρα, τουλάχιστον ένα χρόνο πριν υποβάλουν την αίτηση για πολιτογράφηση.
Ιστορικά, το ελληνικό κράτος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην ένταξη ατόμων ή ομάδων -με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, τους Αρβανίτες- και ιδίως στην καλλιέργεια του αισθήματος του «συνανήκειν» ή αλλιώς της εθνικής μας συνείδησης. Η παιδεία ήταν ανέκαθεν το πιο σημαντικό εργαλείο. «Έλλην ει ο εις την Ελληνικήν Παιδείαν μετέχων», διαπίστωνε άλλωστε ο Ισοκράτης.
Σήμερα, όμως, παραμένουμε προσκολλημένοι στην λεγόμενη «αρχή του αίματος» βάση της οποίας κληρονομείται από τους γονείς η ιδιότητα του πολίτη. Έτσι, η σχετική νομοθετική ρύθμιση (Παρ. 7, Αρθ. 40 του Ν. 3731/ 2008) απλώς προβλέπει ότι τα παιδιά των μεταναστών λαμβάνουν άδεια παραμονής «επί μακρόν διαμένοντα», με την προοπτική αυτή η άδεια να μετατραπεί σε αορίστου χρόνου. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της Καθημερινής, μέχρι τις αρχές Αυγούστου είχαν καταθέσει αίτηση μόνον τρία, ναι τρία (3), παιδιά. Πέραν του ότι δεν εξασφαλίζει την ιθαγένεια, αλλά μόνο άδεια παραμονής διαρκείας, για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας απαιτούνται -όχι μόνον η φοίτηση σε ελληνικά σχολεία αλλά, επίσης, να είναι νόμιμοι και οι δύο γονείς την περίοδο που υποβάλλεται η αίτηση (όταν το παιδί κλείνει τα 18 του χρόνια) καθώς και η καταβολή παραβόλου αξίας 900 ευρώ. Από τη ρύθμιση αυτή, εξαιρούνται όσα παιδιά έχουν ήδη ενηλικιωθεί αλλά και τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν εδώ αλλά ήρθαν σε μικρή ηλικία.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο από την σχετική ρύθμιση επικαλούμενοι τρία επιχειρήματα. Πρώτον, ότι η διαδικασία είναι περισσότερο τυπική παρά ουσιαστική, δεδομένου ότι τα παιδιά αυτά ζουν κανονικά ανάμεσά μας. Τούτο, όμως, δεν είναι ακριβές αφού επηρεάζεται η καθημερινή ζωή αυτών των παιδιών σε όλα τα επίπεδα. Για παράδειγμα, όπως καταγγέλλουν μέλη του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, εάν ένα παιδί μετανάστη που ζει στην Ελλάδα μετά τα 18 του χρόνια δεν αρχίζει να εργάζεται και να κολλάει ένσημα, θεωρείται παράνομο και μπορεί να συλληφθεί και να φυλακιστεί ανά πάσα στιγμή.
Δεύτερον, ότι κατά αυτό τον τρόπο, ανοίγει κανείς την κερκόπορτα για τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών στην χώρα μας, μετατρέποντας την Ελλάδα σε «ξέφραγο αμπέλι». Τι θα γίνει με τους γονείς ενός Ελληνα πολίτη, οι οποίοι ζουν παράνομα στη χώρα του; Τίποτα θα μπορούσε να είναι η απάντηση. Το συγκεκριμένο μέτρο δεν χρειάζεται να επεκταθεί πέρα από τα παιδιά. Σε κάθε περίπτωση, η μη λύση δύο προβλημάτων δεν μπορεί να είναι αφορμή για τη μη λύση ενός.
Τρίτον, τίθεται ένα ζήτημα ελληνικότητας. Ανοίγει έτσι μια ατέρμονη συζήτηση για το περιεχόμενο της εθνικής ταυτότητας, η οποία πολύ γρήγορα φορτίζεται με τις αρχές και τις αξίες ή τα στερεότυπα και τις ιδεοληψίες του καθενός από εμάς. Η συζήτηση αυτή διεξάγεται σε θεωρητικό επίπεδο και είναι, κατά τεκμήριο, γενική και αφηρημένη. Η πραγματικότητα, όμως, προηγείται και δεν μας κάνει τη χάρη να περιμένει να συμφωνήσουμε. Σχεδόν 220.000 παιδιά μένουν ήδη εδώ και δεν πάνε πουθενά.
Η διαιώνιση του προβλήματος δεν συνιστά λύση. Η απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας σε όλα τα παιδιά των μεταναστών, τα οποία έλαβαν την ελληνική εκπαίδευση είναι μια απολύτως εύλογη πρόταση. Μια πρωτοβουλία, η οποία θα ωφελήσει την κοινωνία μας. Ο κόσμος αλλάζει, πρέπει να αλλάξουμε και εμείς.
Το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό και η αλλαγή πολύ μεγάλη. Εξηγούνται – αν δεν δικαιολογούνται ή συγχωρούνται – συνεπώς πολλά. Δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη ότι οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν συναισθήματα δυσφορίας, φόβου, επιθετικότητας, άρνησης ή και περιφρόνησης. Εξίσου προβλεπόμενες είναι, δυστυχώς, ακόμα και δημαγωγικές φωνές αδίστακτων καιροσκόπων, οι οποίοι ονειρεύονται τεράστια «κέντρα υποδοχής ή φιλοξενίας» (sic για στρατόπεδα συγκέντρωσης) στα οποία θα βρουν τη φυσική τους θέση οι μετανάστες και αργότερα, όταν η Άλφα Ένα αντικαταστήσει την Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ποιος ξέρει, ίσως οι εβραίοι, οι ομοφυλόφιλοι ή κάθε είδους διαφωνούντες.
Η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποιούνται οι μετανάστες ως αποδιοπομπαίοι τράγοι, όπως και πρόσφατα, όταν το ελληνικό πολιτικό σύστημα την επόμενη ημέρα των Ευρωεκλογών εστίασε στα εύκολα εξιλαστήρια θύματα (αν και είναι ομολογουμένως εντυπωσιακό ότι πείσαμε κοτζάμ Ευρωπαίο Επίτροπο ότι υπάρχει «σοβαρός κίνδυνος αποσταθεροποίησης της Ελληνικής Δημοκρατίας», εννοώντας, προφανώς τον Πακιστανό με το τανκ έξω από την Βουλή.)
Ο δημόσιος διάλογος για την μετανάστευση σήμερα βρίθει από κοινοτοπίες και υπεραπλουστεύσεις, από γενικόλογες τοποθετήσεις ή ηθικοπλαστικούς αφορισμούς που θολώνουν την ορατότητα στα πραγματικά προβλήματα, που δεν αφήνουν αρκετό οξυγόνο για την επίλυση του. Αυτό το τελευταίο, όμως, είναι εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο πάρα ποτέ και την ανάπτυξη πρακτικών ιδεών, συγκεκριμένων εισηγήσεων, εξειδικευμένων προτάσεων.
Μια τέτοια σοβαρή πρόταση είναι να αποδίδεται αυτόματα η ελληνική ιθαγένεια σε όλα τα παιδιά των μεταναστών, εφόσον έχουν ολοκληρώσει την 9ετή υποχρεωτική εκπαίδευση σε ελληνικό σχολείο. Ο λόγος για παιδιά τα οποία, όπως λέει χαρακτηριστικά ένα από αυτά, ο γνωστός από τη συνεργασία του με τον Φίλιππο Πλιάτσικα, Ελληνας από γονείς Νιγηριανούς μετανάστες, MC Yinka, ζουν με άδεια παραμονής στην χώρα που γεννήθηκαν. Παιδιά τα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Παιδιά των οποίων μητρική και, πολλές φορές, μοναδική τους γλώσσα είναι τα ελληνικά. Παιδιά τα οποία φοίτησαν σε ελληνικά σχολεία και σπούδασαν σε ελληνικά πανεπιστήμια. Παιδιά τα οποία δεν έχουν δικαιώματα, δεν υπάρχουν στα χαρτιά. Παιδιά- φαντάσματα.
Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, το οποίο έδωσε το έναυσμα για τα μεταναστευτικά κύματα προς την Ελλάδα από τις χώρες του Σοβιετικού μπλοκ, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα επίκαιρο. Ενδεικτικά, τη σχολική χρονιά 2006-07 καταγράφηκαν 109.482 παιδιά μεταναστών σε ελληνικά σχολεία. Εκτιμάται ότι, αν συνυπολογιστούν τα παιδιά με έναν γονέα μετανάστη και έναν Έλληνα, τα παιδιά των νόμιμων και των μη νομίμων μεταναστών αλλά και τα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ με εκείνα που ήρθαν μικρά ή έχουν ήδη ενηλικιωθεί, τότε το πρόβλημα αφορά πάνω από 220.000 άτομα.
Οι πιο πολλές χώρες έχουν, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, αντιμετωπίσει παρόμοια φαινόμενα. Ενδιαφέροντα μεσογειακά παραδείγματα περιλαμβάνουν τη Γαλλία και την Ιταλία, όπου τα παιδιά αποκτούν την υπηκοότητα αυτόματα με την ενηλικίωσή τους ή την Ισπανία, όπου τα παιδιά αποκτούν την υπηκοότητα αν οι γονείς ζουν στη χώρα, τουλάχιστον ένα χρόνο πριν υποβάλουν την αίτηση για πολιτογράφηση.
Ιστορικά, το ελληνικό κράτος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην ένταξη ατόμων ή ομάδων -με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, τους Αρβανίτες- και ιδίως στην καλλιέργεια του αισθήματος του «συνανήκειν» ή αλλιώς της εθνικής μας συνείδησης. Η παιδεία ήταν ανέκαθεν το πιο σημαντικό εργαλείο. «Έλλην ει ο εις την Ελληνικήν Παιδείαν μετέχων», διαπίστωνε άλλωστε ο Ισοκράτης.
Σήμερα, όμως, παραμένουμε προσκολλημένοι στην λεγόμενη «αρχή του αίματος» βάση της οποίας κληρονομείται από τους γονείς η ιδιότητα του πολίτη. Έτσι, η σχετική νομοθετική ρύθμιση (Παρ. 7, Αρθ. 40 του Ν. 3731/ 2008) απλώς προβλέπει ότι τα παιδιά των μεταναστών λαμβάνουν άδεια παραμονής «επί μακρόν διαμένοντα», με την προοπτική αυτή η άδεια να μετατραπεί σε αορίστου χρόνου. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της Καθημερινής, μέχρι τις αρχές Αυγούστου είχαν καταθέσει αίτηση μόνον τρία, ναι τρία (3), παιδιά. Πέραν του ότι δεν εξασφαλίζει την ιθαγένεια, αλλά μόνο άδεια παραμονής διαρκείας, για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας απαιτούνται -όχι μόνον η φοίτηση σε ελληνικά σχολεία αλλά, επίσης, να είναι νόμιμοι και οι δύο γονείς την περίοδο που υποβάλλεται η αίτηση (όταν το παιδί κλείνει τα 18 του χρόνια) καθώς και η καταβολή παραβόλου αξίας 900 ευρώ. Από τη ρύθμιση αυτή, εξαιρούνται όσα παιδιά έχουν ήδη ενηλικιωθεί αλλά και τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν εδώ αλλά ήρθαν σε μικρή ηλικία.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο από την σχετική ρύθμιση επικαλούμενοι τρία επιχειρήματα. Πρώτον, ότι η διαδικασία είναι περισσότερο τυπική παρά ουσιαστική, δεδομένου ότι τα παιδιά αυτά ζουν κανονικά ανάμεσά μας. Τούτο, όμως, δεν είναι ακριβές αφού επηρεάζεται η καθημερινή ζωή αυτών των παιδιών σε όλα τα επίπεδα. Για παράδειγμα, όπως καταγγέλλουν μέλη του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, εάν ένα παιδί μετανάστη που ζει στην Ελλάδα μετά τα 18 του χρόνια δεν αρχίζει να εργάζεται και να κολλάει ένσημα, θεωρείται παράνομο και μπορεί να συλληφθεί και να φυλακιστεί ανά πάσα στιγμή.
Δεύτερον, ότι κατά αυτό τον τρόπο, ανοίγει κανείς την κερκόπορτα για τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών στην χώρα μας, μετατρέποντας την Ελλάδα σε «ξέφραγο αμπέλι». Τι θα γίνει με τους γονείς ενός Ελληνα πολίτη, οι οποίοι ζουν παράνομα στη χώρα του; Τίποτα θα μπορούσε να είναι η απάντηση. Το συγκεκριμένο μέτρο δεν χρειάζεται να επεκταθεί πέρα από τα παιδιά. Σε κάθε περίπτωση, η μη λύση δύο προβλημάτων δεν μπορεί να είναι αφορμή για τη μη λύση ενός.
Τρίτον, τίθεται ένα ζήτημα ελληνικότητας. Ανοίγει έτσι μια ατέρμονη συζήτηση για το περιεχόμενο της εθνικής ταυτότητας, η οποία πολύ γρήγορα φορτίζεται με τις αρχές και τις αξίες ή τα στερεότυπα και τις ιδεοληψίες του καθενός από εμάς. Η συζήτηση αυτή διεξάγεται σε θεωρητικό επίπεδο και είναι, κατά τεκμήριο, γενική και αφηρημένη. Η πραγματικότητα, όμως, προηγείται και δεν μας κάνει τη χάρη να περιμένει να συμφωνήσουμε. Σχεδόν 220.000 παιδιά μένουν ήδη εδώ και δεν πάνε πουθενά.
Η διαιώνιση του προβλήματος δεν συνιστά λύση. Η απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας σε όλα τα παιδιά των μεταναστών, τα οποία έλαβαν την ελληνική εκπαίδευση είναι μια απολύτως εύλογη πρόταση. Μια πρωτοβουλία, η οποία θα ωφελήσει την κοινωνία μας. Ο κόσμος αλλάζει, πρέπει να αλλάξουμε και εμείς.