δήλωση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Ευάγγελου Βενιζέλου:
Η εφημερίδα VETO, συμφερόντων του κ. Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, μετά την άμεση απάντησή μου στο ακραία συκοφαντικό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της περασμένης Κυριακής, συνεχίζει στο σημερινό φύλλο την επίθεση εναντίον μου, πάλι δια του ογδοντάχρονου πατέρα μου, τον οποίο τώρα εγκαλεί πως...
έχει “παρελθόν που δεν αρμόζει σε πατέρα υπουργού”! Μόνον που εγώ έχω σταθερά τον ίδιο πατέρα και είμαι βουλευτής και υπουργός από το 1993 τιθέμενος διαρκώς στην κρίση του ελληνικού λαού.
Αυτή η βάναυσα φασιστική αντίληψη έχει δυστυχώς εγκατασταθεί στον δημόσιο βίο με εκφραστές της μερικά πρόσωπα που έγιναν πάμπλουτα και πανίσχυρα εμπορευόμενα θράσος και ανεξέλεγκτο κιτρινισμό. Αυτό το ζήτημα δεν με αφορά προσωπικά. Αφορά την δημοκρατική Πολιτεία και την ποιότητα του δημόσιου βίου θεσμικά και στο πλαίσιο αυτό προσωπικά θα κάνω όλα όσα πρέπει:
Το VETO του κ. Τριανταφυλλόπουλου “αποκαλύπτει” λοιπόν σήμερα μία υπόθεση του 1986, για την οποία τοποθετήθηκα αναλυτικά ενώπιον της Βoυλής το 1993 ως κυβερνητικός εκπρόσωπος. Τόνισα τότε ότι μια αθωωτική για τον πατέρα μου απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης για πλημμεληματικού χαρακτήρα κατηγορία, ανατράπηκε προκειμένου να πληγώ πολιτικά εγώ αρχικά ως νομικός παραστάτης του Ανδρέα Παπανδρέου και στη συνέχεια ως κυβερνητικός εκπρόσωπός του μέσα στο κλίμα και τις σκοπιμότητες της εποχής εκείνης. Το δημοσίευμα αναφέρει μάλιστα ονομαστικά δύο από τα μέλη της σύνθεσης του δικαστηρίου του 1993. Συμπτωματικώς, ο ένας υπηρέτησε την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ως ειδικός γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών και ο άλλος επελέγη από αυτήν ως Πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Από το 1993 μέχρι σήμερα, το μόνο νέο στοιχείο είναι η καταδίκη για ψευδορκία δύο μαρτύρων, στις καταθέσεις των οποίων θεμελιώθηκε η απόφαση του 1993. Ζήτησα τότε συγνώμη από τον πατέρα μου γιατί εξαιτίας της πολιτικής μου δράσης υπέστη μια τέτοια ταλαιπωρία και αυτό δυστυχώς συμβαίνει ξανά τώρα.
Δεν αρκείται όμως το VETO του κ. Τριανταφυλλόπουλου σε αυτό. Ρίχνει και άλλα “όπλα” στη μάχη του. Αναφέρεται και στην αγορά, το 1999, του ξενοδοχείου Ακροπόλ από το Υπουργείο Πολιτισμού, κάτι που ήταν μόνιμος στόχος του Υπουργείου, καθώς το κτίριο αυτό βρίσκεται απέναντι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Θυμίζω λοιπόν ότι αυτή είναι μια από τις επωφελέστερες συμβάσεις που έχει συνάψει το ελληνικό Δημόσιο με την έγκριση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το Δημόσιο απέκτησε ένα ιστορικό ακίνητο στο κέντρο της Αθήνας έναντι τιμήματος περίπου 5 εκατομμυρίων ευρώ (όσο κοστίζει δηλαδή ένα μεγάλο διαμέρισμα στην περιοχή του Προεδρικού Μεγάρου) και σήμερα η αξία του ακινήτου αυτού είναι υπερπολλαπλάσια. Αν μάλιστα συνεχιζόταν η σύμβαση και κατά το δεύτερο μέρος της ανακαίνισης, αυτή θα είχε επιτευχθεί με κόστος υποπολλαπλάσιο αυτού που θα χρειαζόταν ή θα χρειαστεί τώρα, αν γίνει ανάθεση εργολαβίας. Δυστυχώς, κατά το διάστημα που δεν ήμουν εγώ Υπουργός Πολιτισμού καταγγέλθηκε η σύμβαση κατά το δεύτερο αυτό μέρος και έκτοτε προκλήθηκε μια εμπλοκή που ελπίζω να λύσει η σημερινή ηγεσία του ΥΠΠΟ.
Το μείζον θέμα όμως είναι ο ρόλος του καθενός μας στον δημόσιο βίο και γιατί τώρα η συγκεκριμένη εφημερίδα μου επιτίθεται σε κάθε φύλλο της.
Ως προς το πρώτο ερώτημα η απάντησή μου είναι ότι ανήκω σε αυτούς που εισήλθαν στον δημόσιο βίο έχοντας επιστημονικούς τίτλους, επάγγελμα και οικογενειακή περιουσία. Δεν εισήλθα στον δημόσιο βίο για να μετατρέψω τον δημόσιο λόγο μου σε επάγγελμα, σε πεδίο επιχειρηματικής δράσης και πηγή πλουτισμού όπως κάποιοι άλλοι.
Ως προς το δεύτερο ερώτημα, το μόνο νέο στοιχείο είναι η ανάληψη των καθηκόντων του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Παρατήρησα μάλιστα ότι στο φύλλο του VETO της περασμένης Κυριακής υπήρχε -εκτός της επίθεσης σε εμένα και τον κ. Πρόεδρο της Βουλής- ανυπόγραφο ολοσέλιδο δημοσίευμα για την προμήθεια των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης και μεταφοράς προσωπικού που κατέληγε σε απερίφραστη προώθηση πρότασης συγκεκριμένης επιχείρησης συγκεκριμένου επιχειρηματία.
Στο 17o χιλιόμετρο της Εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας, στη συμβολή των οδών Πηγών και Ερυμάνθου της Νέας Κηφισιάς, στεγάζονται τόσο η εφημερίδα VETO όσο και η επιχείρηση αυτή, ο ιδιοκτήτης της οποίας σύμφωνα με σχόλια εργαζομένων της εφημερίδας στο διαδίκτυο, επισκέπτεται συχνά τα γραφεία της. Είναι συνεπώς αναγκαία μία εξήγηση και από τις δύο γειτνιάζουσες συμπτωματικώς επιχειρήσεις, αυτή της εφημερίδας και αυτή των οπλικών συστημάτων.
Ως προς το αστικό μέρος της προσβολής, το λόγο έχουν τα πολιτικά δικαστήρια. Ελπίζω να μπορέσω να διαθέσω την αποζημίωση σε παρεμβάσεις αναβάθμισης και προστασίας του δημοσίου βίου.
Αυτή η βάναυσα φασιστική αντίληψη έχει δυστυχώς εγκατασταθεί στον δημόσιο βίο με εκφραστές της μερικά πρόσωπα που έγιναν πάμπλουτα και πανίσχυρα εμπορευόμενα θράσος και ανεξέλεγκτο κιτρινισμό. Αυτό το ζήτημα δεν με αφορά προσωπικά. Αφορά την δημοκρατική Πολιτεία και την ποιότητα του δημόσιου βίου θεσμικά και στο πλαίσιο αυτό προσωπικά θα κάνω όλα όσα πρέπει:
Το VETO του κ. Τριανταφυλλόπουλου “αποκαλύπτει” λοιπόν σήμερα μία υπόθεση του 1986, για την οποία τοποθετήθηκα αναλυτικά ενώπιον της Βoυλής το 1993 ως κυβερνητικός εκπρόσωπος. Τόνισα τότε ότι μια αθωωτική για τον πατέρα μου απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης για πλημμεληματικού χαρακτήρα κατηγορία, ανατράπηκε προκειμένου να πληγώ πολιτικά εγώ αρχικά ως νομικός παραστάτης του Ανδρέα Παπανδρέου και στη συνέχεια ως κυβερνητικός εκπρόσωπός του μέσα στο κλίμα και τις σκοπιμότητες της εποχής εκείνης. Το δημοσίευμα αναφέρει μάλιστα ονομαστικά δύο από τα μέλη της σύνθεσης του δικαστηρίου του 1993. Συμπτωματικώς, ο ένας υπηρέτησε την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ως ειδικός γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών και ο άλλος επελέγη από αυτήν ως Πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Από το 1993 μέχρι σήμερα, το μόνο νέο στοιχείο είναι η καταδίκη για ψευδορκία δύο μαρτύρων, στις καταθέσεις των οποίων θεμελιώθηκε η απόφαση του 1993. Ζήτησα τότε συγνώμη από τον πατέρα μου γιατί εξαιτίας της πολιτικής μου δράσης υπέστη μια τέτοια ταλαιπωρία και αυτό δυστυχώς συμβαίνει ξανά τώρα.
Δεν αρκείται όμως το VETO του κ. Τριανταφυλλόπουλου σε αυτό. Ρίχνει και άλλα “όπλα” στη μάχη του. Αναφέρεται και στην αγορά, το 1999, του ξενοδοχείου Ακροπόλ από το Υπουργείο Πολιτισμού, κάτι που ήταν μόνιμος στόχος του Υπουργείου, καθώς το κτίριο αυτό βρίσκεται απέναντι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Θυμίζω λοιπόν ότι αυτή είναι μια από τις επωφελέστερες συμβάσεις που έχει συνάψει το ελληνικό Δημόσιο με την έγκριση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το Δημόσιο απέκτησε ένα ιστορικό ακίνητο στο κέντρο της Αθήνας έναντι τιμήματος περίπου 5 εκατομμυρίων ευρώ (όσο κοστίζει δηλαδή ένα μεγάλο διαμέρισμα στην περιοχή του Προεδρικού Μεγάρου) και σήμερα η αξία του ακινήτου αυτού είναι υπερπολλαπλάσια. Αν μάλιστα συνεχιζόταν η σύμβαση και κατά το δεύτερο μέρος της ανακαίνισης, αυτή θα είχε επιτευχθεί με κόστος υποπολλαπλάσιο αυτού που θα χρειαζόταν ή θα χρειαστεί τώρα, αν γίνει ανάθεση εργολαβίας. Δυστυχώς, κατά το διάστημα που δεν ήμουν εγώ Υπουργός Πολιτισμού καταγγέλθηκε η σύμβαση κατά το δεύτερο αυτό μέρος και έκτοτε προκλήθηκε μια εμπλοκή που ελπίζω να λύσει η σημερινή ηγεσία του ΥΠΠΟ.
Το μείζον θέμα όμως είναι ο ρόλος του καθενός μας στον δημόσιο βίο και γιατί τώρα η συγκεκριμένη εφημερίδα μου επιτίθεται σε κάθε φύλλο της.
Ως προς το πρώτο ερώτημα η απάντησή μου είναι ότι ανήκω σε αυτούς που εισήλθαν στον δημόσιο βίο έχοντας επιστημονικούς τίτλους, επάγγελμα και οικογενειακή περιουσία. Δεν εισήλθα στον δημόσιο βίο για να μετατρέψω τον δημόσιο λόγο μου σε επάγγελμα, σε πεδίο επιχειρηματικής δράσης και πηγή πλουτισμού όπως κάποιοι άλλοι.
Ως προς το δεύτερο ερώτημα, το μόνο νέο στοιχείο είναι η ανάληψη των καθηκόντων του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Παρατήρησα μάλιστα ότι στο φύλλο του VETO της περασμένης Κυριακής υπήρχε -εκτός της επίθεσης σε εμένα και τον κ. Πρόεδρο της Βουλής- ανυπόγραφο ολοσέλιδο δημοσίευμα για την προμήθεια των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης και μεταφοράς προσωπικού που κατέληγε σε απερίφραστη προώθηση πρότασης συγκεκριμένης επιχείρησης συγκεκριμένου επιχειρηματία.
Στο 17o χιλιόμετρο της Εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας, στη συμβολή των οδών Πηγών και Ερυμάνθου της Νέας Κηφισιάς, στεγάζονται τόσο η εφημερίδα VETO όσο και η επιχείρηση αυτή, ο ιδιοκτήτης της οποίας σύμφωνα με σχόλια εργαζομένων της εφημερίδας στο διαδίκτυο, επισκέπτεται συχνά τα γραφεία της. Είναι συνεπώς αναγκαία μία εξήγηση και από τις δύο γειτνιάζουσες συμπτωματικώς επιχειρήσεις, αυτή της εφημερίδας και αυτή των οπλικών συστημάτων.
Ως προς το αστικό μέρος της προσβολής, το λόγο έχουν τα πολιτικά δικαστήρια. Ελπίζω να μπορέσω να διαθέσω την αποζημίωση σε παρεμβάσεις αναβάθμισης και προστασίας του δημοσίου βίου.