O συμβολισμός ήταν ξεκάθαρος. Από τη μια πλευρά, προσκεκλημένος ομιλητής, ο Μίκης Θεοδωράκης. Σήμανε εθνικό εγερτήριο ζητώντας να αντισταθούμε, να υψώσουμε το ανάστημά μας στους δανειστές, «να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις», να αρνηθούμε να εξοφλήσουμε το χρέος.
Από την άλλη, οι διοργανωτές. Ηταν όλοι τους εκεί: ο Ιατρικός Σύλλογος, ο Δικηγορικός Σύλλογος, ο Φαρμακευτικός Σύλλογος, οι Συμβολαιογράφοι με τον Σύλλογό τους, οι Μηχανικοί με το ΤΕΕ, οι Εκπαιδευτικοί. Ολοι ουσιαστικά όσοι απειλούνται από το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Τυχαίο; Μάλλον όχι.... Η αποδοχή του μνημονίου έχει προκαλέσει δύο «ρεύματα» κριτικής. Το πρώτο αφορά κατά κάποιο τρόπο τις διαδικασίες. Αμφισβητούνται- από τη ΝΔ ή την ανανεωτική Αριστερά- επί μέρους επιλογές και χειρισμοί, όχι όμως το μνημόνιο καθαυτό ούτε, πολύ περισσότερο, η επιλογή να βρεθεί λύση στο πλαίσιο της Ευρώπης και του ευρώ.
Το δεύτερο ρεύμα κριτικής επιχειρεί να χαράξει έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο για την Ελλάδα τόσο στην οικονομία όσο και στην εξωτερική πολιτική, βάζοντας ταυτόχρονα γενικότερα ζητήματα εθνικής ταυτότητας. Πρόκειται για μια εθνικιστική- πατριωτική, για όσους την προτιμούν- πολιτική που βρίσκει υποστηρικτές από τον Μίκη και τη Λιάνα ως τον Αλαβάνο και τον Αγιο Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς δεν έχει να μας προσφέρει το παραμικρό.
Η ιδέα να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις μοιάζει βέβαια ελκυστική. Στο μέτρο που δεν αποτελεί ταυτολογία ωστόσο- πού αλλού δηλαδή μπορούμε να στηριχθούμε;- αποτελεί ένα προσκλητήριο σε ξεπερασμένες πολιτικές προστασίας είτε συγκεκριμένων κλάδων παραγωγής είτε επαγγελματικών προνομίων.
Είναι μια επιλογή που οδηγεί σε αδιέξοδο. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι οι προστατευτικές πολιτικές το μόνο που τελικά προστατεύουν είναι την ανικανότητα και τη διαφθορά, δηλαδή τη φτώχεια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλες οι «κομμουνιστικές» χώρες επιδιώκουν με κάθε τρόπο να επανενταχθούν στο διεθνές σύστημα εμπορίου.
Μια τέτοια οικειοθελής περιχαράκωση το μόνο που θα πετύχει θα είναι η καταβαράθρωση του παραγωγικού μας δυναμικού. Οταν τώρα δεν είμαστε ανταγωνιστικοί, μπορούμε να φανταστούμε τι θα γίνει σε μια οικονομία υποταγμένη στις αποφάσεις των πολιτικών. Αν συνυπολογίσουμε το κόστος της ρήξης με την Ευρώπη με την υποτίμηση του εθνικού πλούτου και τον αποκλεισμό από τις διεθνείς χρηματαγορές, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για μια πολιτική εθνικής απελπισίας που θα προκύψει μόνο αν καταρρεύσει το πολιτικό μας σύστημα.
Το παράδοξο είναι ότι από μια τέτοια εξέλιξη οι πρώτοι που θα χάσουν και οικονομικά αλλά και ως προς τον τρόπο ζωής τους είναι οι επιστήμονες και οι επαγγελματίες- οι κοινωνικές κατηγορίες δηλαδή που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της μεσαίας τάξης. Το ακόμη πιο παράδοξο είναι ότι αυτοί ακριβώς οι επαγγελματίες έχουν τις γνώσεις και την κατάρτιση για να αντέξουν καλύτερα στον διεθνή ανταγωνισμό. Κι αυτό εδώ δεν αλλάζει όσο και αν φλερτάρουν με τον Μίκη!
kapsis@dolnet.gr
http://www.tovima.gr