του Ανδρέα Ανδρεάδη
προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ)
Οι αιτίες και οι ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση της χώρας είναι γνωστές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κύριος λόγος του αναπτυξιακού ελλείμματος είναι ο υπερτροφικός και αντιπαραγωγικός δημόσιος τομέας, η εξαιρετικά αργή απονομή δικαιοσύνης και ο τερατώδης συνδυασμός τους με..
εκτεταμένη διαφθορά και φοροδιαφυγή, περίπλοκη νομοθεσία, απίστευτη γραφειοκρατία και παροιμιώδη ανικανότητα.
εκτεταμένη διαφθορά και φοροδιαφυγή, περίπλοκη νομοθεσία, απίστευτη γραφειοκρατία και παροιμιώδη ανικανότητα.
Η δημιουργία σύγχρονης κρατικής μηχανής και κυρίως η αλλαγή νοοτροπίας και προσώπων στην πολιτική και στη δημόσια διοίκηση θα χρειασθεί υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις πέντε με δέκα χρόνια.
Τι πρέπει τότε να γίνει στο μεταξύ ώστε η χώρα να μην καταδικαστεί σε μακροχρόνια ύφεση;
Είναι σήμερα αποδεκτό από όλους τους έγκυρους οικονομικούς αναλυτές, ότι το αποτυχημένο παραγωγικό μοντέλο της Ελλάδας στηρίχθηκε στην εσωτερική υπερκατανάλωση και τον υπερδανεισμό. Επίσης, στηρίχθηκε σε επιχειρήσεις με ιδιαίτερα μικρό μέγεθος που είναι μεν ευέλικτες για την εσωτερική αγορά, όμως χωρίς συνενώσεις η συνεργασίες, δεν μπορούν να διεισδύσουν στις αγορές του εξωτερικού. Εκεί όπου ο ανταγωνισμός είναι πολύ μεγαλύτερος και οι αναγκαίες επενδύσεις, η τεχνογνωσία, αλλά και οι ανάγκες δανεισμού πολύ υψηλότερες.
Μόνη λύση για την Ελλάδα είναι η σταδιακή αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας σε πιο σύγχρονες, ποιοτικές και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις με εξωστρεφή προσανατολισμό. Ο τουρισμός διαθέτει όλα τα αναγκαία χαρακτηριστικά του νέου παραγωγικού μοντέλου. Εξωστρέφεια, περιφερειακή ανάπτυξη, δυναμική απασχόλησης ιδιαίτερα των νέων, υψηλό πολλαπλασιαστή και πολύ ικανοποιητική διάχυση εσόδων σε πολλούς άλλους τομείς της οικονομίας, εξαιρετικά θετική συνεισφορά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και σταθερά ανοδική πορεία ακόμη και εν μέσω κρίσης.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της McKinsey, μέχρι το 2021, η άμεση ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του τουρισμού μπορεί να αυξηθεί κατά 18 δισ. Ευρώ, φτάνοντας τα 50 δισ. Ευρώ και να δημιουργήσει 220.000 νέες θέσεις εργασίας. Αυτό αντιστοιχεί στο 36% της εκτιμώμενης συνολικής ανάπτυξης της χώρας και στο 44% του αριθμού των νέων θέσεων εργασίας για την επόμενη δεκαετία.
Πώς όμως θα επιτύχουμε την αναγκαία αυτή αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας που θα φέρει την πολυπόθητη ανάπτυξη;
Η χώρα μας με βάση τους δείκτες ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ βρίσκεται στην 90η θέση επί συνόλου 142 χωρών, έχοντας υποχωρήσει 19 θέσεις σε μία διετία και 50 θέσεις σε μια δεκαετία! Οι βασικοί δείκτες που την κατακρημνίζουν είναι το μακροοικονομικό περιβάλλον (140η θέση), η ανταγωνιστικότητα των τιμών (107η θέση), το χρηματοοικονομικό σύστημα (110η θέση) και η ανταγωνιστικότητα της εργασίας (126η θέση), με κύρια εμπόδια την γραφειοκρατία, την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, την διαφθορά, την φορολογική νομοθεσία, την αστάθεια, την υψηλή φορολογία και την εργατική νομοθεσία.
Η απασχόληση στη χώρα θα ενισχυθεί όταν επιτέλους εφαρμοσθεί στρατηγικό σχέδιο βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της. Ένα τέτοιο σχέδιο πρέπει να στηριχθεί στο τρίπτυχο (α) σύγχρονης εργασιακής νομοθεσίας και εφαρμογής της, (β) μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών που είναι οι υψηλότερες στην Ευρωζώνη με μηχανισμούς πριμοδότησης της έγκαιρης και πλήρους καταβολής τους και (γ) συνάρτησης του μισθολογικού κόστους σε επίπεδα που να συνάδουν με την παραγωγικότητα. Η λύση δεν μπορεί να είναι ούτε απλοϊκή, ούτε οριζόντια π.χ. μείωση κατώτατου μισθού της ΕΓΣΣΕ ή περικοπή 13ου και 14ου μισθού.
Κάθε τομέας της οικονομίας έχει τις δικές του αμοιβές, τα δικά του ειδικά χαρακτηριστικά και τα δικά του επίπεδα ανταγωνιστικότητας. Τομείς εξωστρεφείς, εντάσεως εργασίας όπως ο τουρισμός, έχουν μεγαλύτερες ανάγκες μισθολογικής ευελιξίας από τομείς εντάσεως κεφαλαίου ή τομείς με εσωστρεφή προσανατολισμό.
Είναι απολύτως επιπόλαια ή υποκριτικά τα «δάκρυα» που χύνονται και η διγλωσσία που ακούγεται κάθε βράδυ από ορισμένους πολιτικούς, συνδικαλιστές και δημοσιογράφους για το πραγματικό δράμα των ανέργων η των χαμηλόμισθων συμπατριωτών μας.
Το μόνο που μπορεί ουσιαστικά να τους βοηθήσει είναι η υγιής και κυρίως η εξωστρεφής ανάπτυξη της χώρας και των επιχειρήσεων της. Πρέπει επιτέλους να πούμε στον ελληνικό λαό ότι ο δρόμος για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και τη βιώσιμη ανάπτυξη θα είναι μακρύς και εξαιρετικά επίπονος. Ένας μαραθώνιος που, δυστυχώς, θα τον τρέξουμε απροετοίμαστοι και ήδη πολύ καταπονημένοι. Όσο όμως δεν ομονοούμε και δεν ξεκινάμε, τόσο μεγαλώνει η ύφεση και η ανεργία, τόσο χάνουμε ηθικό και δυνάμεις, επομένως οι πιθανότητες επιτυχούς τερματισμού διαρκώς μειώνονται.
* Ο