Αυτό είναι το ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσουμε όλοι.
Η μια άποψη του φρικτού θανάτου λέει πως είναι προτιμότερο να γίνει πλήρης χρεοκοπία εδώ και τώρα, ακόμα και αν απαιτηθεί να επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα (που έτσι κι αλλιώς εκτιμούμε ότι θα συμβεί), ώστε μετά και αφού περάσουμε το σοκ αυτό, να....
μπορέσουμε να αναστηθούμε πάνω σε στέρεες εθνικές παραγωγικές βάσεις.
Η άλλη άποψη, της φρίκης δίχως τέλος, λέει πως θα πρέπει να συνεχίσουμε δανειζόμενοι, εξαθλιωμένοι και εξαρτώμενοι από το ΔΝΤ και τη Γερμανία, μήπως και μπορέσουμε κάποια στιγμή να αναπτύξουμε δική μας παραγωγή και να γίνουμε ανταγωνιστικοί.
Η δική μας άποψη, την οποία έχουμε εκφράσει με σειρά άρθρων από τις αρχές του 2010, είναι εδώ και τώρα φρικτός θάνατος και μετά η Ανάσταση. Φανταστείτε πως αν χρεοκοπούσαμε το 2010, τότε είχαμε περισσότερα λεφτά στις τράπεζες, καινούργια αυτοκίνητα, τα οποία τώρα αναγκαστήκαμε να τα δώσουμε για έναν κομμάτι ψωμί και τα οποία θα μπορούσαν άνετα να διατηρηθούν για ορισμένα χρόνια κρίσης, ενώ αργότερα θα είναι γερασμένα και άχρηστα. Είχαμε ακίνητα τα οποία σήμερα προσπαθούμε να πουλήσουμε όσο όσο για να πληρώσουμε χρέη και φόρους. Είχαμε μισθούς που σήμερα γίνονται μισθοί πείνας και είχαμε θέσεις εργασίας, ενώ σήμερα έχουμε μεγάλη ανεργία.
Αν τότε χρεοκοπούσαμε απότομα, εκτός του ότι δεν θα μας άφηναν οι ευρωπαίοι, όμως πέρα από αυτό, θα είχαμε έναν ατομικό πλούτο να αντεπεξέλθουμε στην κρίση. Όσο όμως συνεχίζεται η φρίκη δίχως τέλος, κάποια στιγμή θα φτάσουμε στο σημείο να πουλάμε ακόμα και το κορμί μας για να ζήσουμε τα παιδιά μας. Ακόμα και σήμερα λέμε «κάλιο αργά παρά ποτέ».
Βέβαια ο φρικτός θάνατος θα έχει και μια παράπλευρη απώλεια. Την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος και την κατάρρευση του κρατικοδίαιτου ελληνικού οικονομικού μοντέλου.
Έ λοιπόν, αυτά θα πληρώνουμε με την φρίκη δίχως τέλος, που το ίδιο το πολιτικοοικονομικό σύστημα επιλέγει.