Μια σημαντική έρευνα για την εξέλιξη των τιμών στο λιανικό εμπόριο πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου. Στην..
έρευνα διαχωρίζεται η σχέση των μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων με τις τιμές με ενδιαφέροντα στοιχεία.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι τιμές σε προϊόντα ένδυσης και υπόδησης το 2012 έχουν υποχωρήσει σε σχέση με το 2011 κατά 21,3%!
Αφορμή για την διενέργεια της έρευνας αποτέλεσε η αύξηση των τιμών, όπως περιγράφεται επίσημα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ιδίως στον κλάδο ένδυσης και υπόδησης, η οποία έρχεται σε αντίθεση με το γενικότερο κλίμα το οποίο επικρατεί στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η έρευνα επεκτάθηκε και σε στον κλάδο τροφίμων ο οποίος εξ ορισμού εμφανίζει διαφορετικά χαρακτηριστικά και ανελαστικότητα στις τιμές.
Στην έρευνα διερευνούνται θέματα όπως:
-Ποιοι είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι τιμές παραμένουν υψηλές για τους -καταναλωτές;
-Ποιος είναι ο βαθμός προσαρμογής των μικρών επιχειρήσεων στην μειωμένη καταναλωτική ζήτηση σε συγκεκριμένους υποκλάδους του εμπορίου (ένδυση – υπόδηση τρόφιμα);
-Ποιοι είναι οι παράγοντες καθορισμού των τελικών τιμών των αγαθών;
Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει μεγάλη υποχώρηση των τιμών στον τομέα ένδυσης και υπόδησης στα καταστήματα μικρού μεγέθους, μία τάση η οποία ενισχύεται ακόμη περισσότερο αν ληφθεί υπόψη η διαμόρφωση της τιμής κατόπιν σχετικής διαπραγμάτευσης.
Σύμφωνα με την έρευνα οι τιμές σε προϊόντα ένδυσης και υπόδησης το 2012 έχουν υποχωρήσει με αξιοσημείωτο βαθμό σε σχέση με το 2011 (21,3%). Η τελική τιμή πώλησης του αγαθού διαφέρει σε σημαντικό βαθμό από την αναγραφόμενη τιμή αφού ο καταναλωτής δεν αγοράζει πλέον εάν δεν επιτύχει πρώτα περαιτέρω μείωση στην τιμή (τιμή ταμείου κατόπιν διαπραγμάτευσης). Η σύγκριση μεταξύ της τιμής ταμείου (αναγραφόμενης) του 2012 και του 2011 αναδεικνύει την μεγάλη πτώση των τιμών. Σε σχέση με το 2011 η διαπραγμάτευση (το παζάρι) της τιμής έχει λάβει σχεδόν καθολικό χαρακτήρα, ακόμα και σε προϊόντα με εξαιρετικά χαμηλές τιμές. (π.χ. αξίας 3 ευρώ). Μάλιστα ακόμη και στη νέα χαμηλότερη τιμή που πετυχαίνουν οι καταναλωτές κατόπιν διαπραγμάτευσης (παζάρι) ζητούν απόδειξη.
Επίσης η επιβολή μιας σειράς νέων φόρων στις επιχειρήσεις επιδείνωσε σε σημαντικό βαθμό τα αποτελέσματά τους. Παρά την πίεση όμως, οι επιχειρήσεις προσπάθησαν όχι μόνο να απορροφήσουν τις αυξήσεις των τιμών αλλά και να τις ελαττώσουν, ώστε να διατηρήσουν, μέρος έστω, του κύκλου εργασιών τους.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι έμποροι προχωρούν σε ειδικές προσφορές με πολύ χαμηλές τιμές, οι οποίες όσο περνάει ο καιρός και βαθαίνει η κρίση τείνουν να γίνουν μόνιμος τρόπος προσέλκυσης πελατών.
Η σωρευτική συρρίκνωση του κύκλου εργασιών των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων για την περίοδο 2010 –2012, κυμαίνεται μεταξύ 40%‐60%, σύμφωνα με δηλώσεις των επιχειρηματιών, με κυριότερη αιτία της εν λόγω τάσης την μείωση του διαθέσιμου πραγματικού εισοδήματος των καταναλωτών, μία παράμετρος η οποία βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την περικοπή των εορταστικών δώρων στο δημόσιο τομέα. Δευτερευούσης σημασίας αλλά εξίσου σημαντικοί παράγοντες για την κατακόρυφη πτώση του τζίρου των επιχειρήσεων αποτελούν η αβεβαιότητα αναφορικά με τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις καθώς επίσης η έλλειψη ρευστότητας και η διακοπή πίστωσης από τους προμηθευτές, οι οποίοι πλέον επιθυμούν την εκ των προτέρων και εις ολόληρον πληρωμή του εμπορεύματος.
Οι μικρές επιχειρήσεις, όχι μόνο έχουν απορροφήσει τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) αλλά παράλληλα έχουν μειώσει το περιθώριο κέρδος τους προκειμένου να προσελκύσουν τους καταναλωτές, να συγκρατήσουν την πτώση του κύκλου εργασιών τους και τελικά να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, την στιγμή που το κόστος κτήσης ‐ προμήθειας των προϊόντων τους παραμένει σταθερά υψηλό.
Στην έρευνα αναφέρεται ότι διαφαίνεται μικρή συσχέτιση του μισθολογικού κόστους με την εξέλιξη του επιπέδου των τιμών. Οι μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο αριθμό απασχολουμένων και το μισθολογικό κόστος διαδραματίζει ένα κρίσιμο ρόλο στα λειτουργικά τους έξοδα, δεν φαίνεται να έχουν μεταφέρει την ελάφρυνση από το κόστος εργασίας στις τιμές των προϊόντων.
Αντίθετα, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις οι οποίες στην Ελλάδα, απασχολούν έως 4 άτομα ενώ μεγάλο ποσοστό είναι αυτοαπασχολούμενοι, άρα το μισθολογικό κόστος επί της ουσίας δεν επηρεάζει τα οικονομικά μεγέθη της επιχείρησης, έχουν προβεί σε μειώσεις τιμών, κυρίως στον κλάδο ένδυσης/υπόδησης.
Δείτε το σύνολο της έρευνας εδώ