Σκοπιανοί μέσω του τοπικού τύπου, ξεδιπλώνουν τα άνομα και άκρως επικίνδυνα
σχέδια τους μετά την ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών, κατά της μίας και μοναδικής ελληνικής Μακεδονίας με δημοσιοποίηση άρθρου για τα «μακεδονικά τοπωνύμια» στην αποκαλούμενη «Μακεδονία του Αιγαίου».
Ουσιαστικά μιλούν για τον αγώνα τους (που τώρα ξεκινά δυναμικά) για την αναγραφή μεγάλων ελληνικών πόλεων της Μακεδονίας με διπλή ονομασία, όπως Κιλκίς/Κουκούς , η
Θεσσαλονίκη/ Σολούν! κτλπ.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της συνθήκης που υπογράφηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο, και δίνει το έναυσμα στους Σκοπιανούς εθνικιστές να σκέπτονται να κάνουν τα όνειρα τους πραγματικότητα και οι οποίοι την άνοιξη με το VMRO θα είναι πιθανόν στην νέα κυβέρνηση , με τον Ζάεφ να είναι παρελθόν.
«Το Συμβούλιο της Ευρώπης ισχυρίζεται ότι προστατεύει και εγγυάται τα δικαιώματα των μειονοτήτων ‘να χρησιμοποιούν ονόματα και τοπωνύμια στη γλώσσα της μειονότητας», γράφει παλαιότερο δημοσίευμα για το ίδιο θέμα.
Επικαλούνται οι εθνικιστές Σκοπιανοί μάλιστα την ΕΕ, λέγοντας ότι η χρήση διπλών ονομασιών είναι μια τακτική που προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά, όχι η Ελλάδα.
Το επόμενο βήμα όλων αυτών των έξωθεν κέντρων που απεργάζονται άνομα σχέδια για την βόρεια Ελλάδα, θα αφορά όπως φαίνεται , την πιθανή «οριοθέτηση της Μακεδονίας του Αιγαίου», ίσως για την νέα Ευρώπη των περιφερειών.
Το σκοπιανό άρθρο ξεκινά με την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830, όταν η επίσημη ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σε δίλημμα για πολλά μη ελληνικά, κυρίως μακεδονικά ονόματα στην επικράτειά της, αναφέρει σκοπιανή εθνικιστική ιστοσελίδα.
«Εκτός από την πολυάριθμη ιστορική φωτογράφηση, ξένοι επιστήμονες αναφέρονταν από τότε σε τοπωνύμια που δεν αντιπροσώπευαν την ελληνική γλώσσα και πολιτισμό.
Για αυτό το τότε ελληνικό κράτος αντιμετωπίζοντας το ζήτημα, σταδιακά και χωρίς δημοσιότητα, άλλαξε όλα τα τοπωνύμια ειδικά στις πόλεις της Βόρειας Ελλάδος που είχαν «μακεδονικά ονόματα», αναφέρουν οι σκοπιανοί .
«Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα το 1887, η Ελλάδα για μια ακόμη φορά αντιμετώπισε αυτό το πρόβλημα επειδή υπήρχαν πολλά «Μακεδονικά» ονόματα οικισμών, που έπρεπε να αλλάξουν.
Επειδή κατά τη γνώμη του ελληνικού κράτους, το πρόβλημα της μετονομασίας τοπωνυμίων έπρεπε να επιλυθεί αποτελεσματικά, αποφασίστηκε η σύσταση μιας ειδικής επιτροπής που θα μελετούσε συστηματικά το θέμα και στην συνέχεια θα μετονόμαζε τα τοπωνύμια, επιμένοντας πάνω απ ‘όλα στην τοποθέτηση αρχαίων ελληνικών ονομάτων.
Υπήρχαν όμως και άλλοι λόγοι.
Η Ελλάδα είχε βλέψεις από το 1887 προς τη «Μακεδονία», στην οποία όχι μόνο τα ονόματα πόλεων, χωριών ήταν «Μακεδονικά», αλλά και η απόλυτη πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν «Μακεδόνες» , ενώ η ελληνική μειονότητα αντιπροσώπευε περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού της «Μακεδονίας του Αιγαίου».
Για το σκοπό αυτό, ο τότε Υπουργός Εσωτερικών της Ελλάδος Ν.Α. Λεβίδης, την 8η Μαΐου 1909 υπέβαλε προσωπικά μια λεπτομερή έκθεση στον Έλληνα βασιλιά Γεώργιο Α’ , η οποία τόνιζε την ανάγκη να δημιουργηθεί επειγόντως μια επίσημη επιτροπή που θα είχε ως στόχο την ανάπτυξη ενός ειδικού προγράμματος για την μετονομασία οικισμών και άλλων τοπωνυμίων στα ελληνικά.
Με βάση την έκθεση αυτή, στις 31 Μαΐου 1909 εκδόθηκε ένα διάταγμα, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 125 της 8ης Ιουνίου 1910, για τη δημιουργία μιας κρατικής επιτροπής για να μελετήσει τα ονόματα των τόπων και να τα επαναφέρει στην αρχαία ελληνική ιστορική τους καταγωγή.
Σύμφωνα με το άρθρο 8 του διατάγματος, οι ελληνικές διοικητικές αρχές και όλες οι άλλες αρχές του κράτους ήταν υποχρεωμένες, χωρίς καμία αντίρρηση, να παράσχουν στην Επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες και οποιαδήποτε βοήθεια για να διευκολύνουν το έργο της.
Τα πράγματα στην Ελλάδα περιπλέχθηκαν από το γεγονός των Βαλκανικών πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και των ειρηνευτικών συμφωνιών που ακολούθησαν, με τις οποίες ενσωματώθηκαν τα νέα εδάφη, συμπεριλαμβανομένου τμήματος της Ηπείρου, της Μακεδονίας του Αιγαίου και της Δυτικής Θράκης, όπου οι Έλληνες ήταν μειονότητα.
Επιπλέον, σχεδόν όλα τα τοπωνύμια αυτών των περιοχών, ιδιαίτερα στην Μακεδονία του Αιγαίου, ακόμη και σε εκείνες τις περιοχές όπου ζούσε συμπαγής ελληνικός πληθυσμός (Γρεβενά, Κοζάνη,Κατερίνη), οι γεωγραφικές τοποθεσίες ή τα ονόματα των οικισμών, ήταν «Μακεδονικά», χωρίς κανένας να αμφισβητήσει την προέλευσή τους.
Ήταν ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα διείσδυσε και απέκτησε εδάφη που δεν ήταν δικά της , ούτε γεωγραφικά ούτε ιστορικά.
Η κυβέρνηση της Ελλάδος αποφάσισε τότε να αλλάξει όλα τα τοπωνύμια πρωτίστως στο τμήμα της Μακεδονίας του Αιγαίου καθώς και σε άλλα μέρη της χώρας σταδιακά.
Έτσι, αμέσως μετά τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (Αύγουστος 1913), στην απογραφή της περιοχής της Μακεδονίας του Αιγαίου βρέθηκε ότι ζούσαν 1.160.477 Μακεδόνες κάτοικοι, ενώ το 1917 πέρασε νομοσχέδιο, με τον αριθμό 1051, στο οποίο στο άρθρο 6 καθιερώνεται η ίδρυση και διαχείριση των τοπωνυμίων αστικών και αγροτικών δήμων.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1919, εκδόθηκε και η σχετική εγκύκλιο με λεπτομερείς οδηγίες σχετικά με τον επείγοντα χαρακτήρα στην διαδικασία μετονομασίας γεωγραφικών τοποθεσιών, καθώς και για τον τρόπο που πρέπει να επιτευχθεί αυτή. Η εισαγωγή αυτής της εγκυκλίου αναφέρει:
«Η αλλαγή των τοπωνυμίων στην Μακεδονία, έχει ως σημαντικό έργο την όλων των ονομάτων από «Τούρκο» και «οφσκι» σε αρχαία ελληνικά (ενώ συνιστάται να αποφεύγεται και η λέξη Μακεδονικό) των χωριών και δήμων που δηλητηριάζουν την εικόνα της όμορφης χώρας μας, και οδηγούν σε δυσμενή συμπεράσματα για το ελληνικό έθνος».
Με αυτό το διάταγμα του ελληνικού Υπουργείου Εσωτερικών αποφασίστηκε να ενταθούν οι προσπάθειές για να αλλάξουν τα σλαβικά και τουρκικά τοπωνύμια στα ελληνικά.
Την ίδια στιγμή, στις νεοσυσταθείσες περιοχές της Μακεδονίας του Αιγαίου διαμορφώθηκαν ειδικές υποεπιτροπές επιφορτισμένες για την επί τόπου δράση με σκοπό να παρέχουν λύσεις στο πρόβλημα και να προτείνουν νέα ονόματα για τις πόλεις και τα χωριά στις περιοχές τους.
Το άρθρο 7 παρ 2 της εγκυκλίου του ελληνικού κράτους αναφέρει: Μετά τη δημοσίευση των νέων ονομάτων απαγορεύεται απολύτως η χρήση των παλαιών ονομάτων σε δημόσιες αρχές και φορείς, στην επίσημη αλληλογραφία και σε αντιστοιχία σε ενώσεις, εταιρείες, συνεταιρισμούς και άλλα νομικά πρόσωπα.
Το άρθρο 7 παρ 3: Παραβίαση ή απαγόρευση αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με πρόστιμο 100 δραχμών ή κράτηση 10 ημερών.
Το άρθρο 7 παρ 4: Οι αιτήσεις από ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα που υποβάλλονται στις δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορούν να θεωρηθούν εάν δεν αναφέρουν το όνομα του τόπου κατοικίας, πόλης που έχει μετονομαστεί, από το πρόσωπο που την υποβάλει.
Το άρθρο 7 παρ 5: ενάγοντας, μάρτυρας ή άλλο πρόσωπο που εξετάζεται στο δικαστήριο, το οποίο θα αναφέρει ως τόπο κατοικίας το παλιό όνομα της πόλης ή του χωριού, θα τιμωρείται από το δικαστήριο σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ».
Κάτω από αυτές τις νομοθετικές ρυθμίσεις, οδηγίες και κανονισμούς, οι αρμόδιες επιτροπές των νομαρχιών μετονόμασαν όλα τα τοπωνύμια στην Ελλάδα από το 1918 έως το τέλος του 1928 στην Μακεδονία του Αιγαίου, μετονομάστηκαν 1497 οικισμοί.
Παρά αυτούς τους νόμους ήρθε και ένας ακόμη νόμος για το ίδιο θέμα, στις 13 Μαρτίου 1929 που έδινε λεπτομερείς οδηγίες για να συνεχιστεί το έργο της μετονομασίας των τοπωνυμίων.
Σύμφωνα με το νόμο αυτό και τους προηγούμενους νόμους και κατευθυντήριες γραμμές, αλλά και τους νόμους 6429 της 18ης Ιουνίου 1935, 1418 της 22 Νοέμ 1938, μέχρι τον Απρίλιο του 1941 στη Μακεδονία του Αιγαίου μετονομάστηκαν περαιτέρω 39 οικισμοί.
Όταν προσπαθούμε να βρούμε νέα ονόματα, οι αρμόδιες ελληνικές επιτροπές (2018), μας παρέπεμπαν στα ονόματα της αρχαίας Μακεδονίας.
Έτσι, η γενέτειρα του Κρστε Μίσιρκοβ, μετονομάστηκε σε Πέλλα, η Rupishta Καστοριάς σε Άργος Ορεστικό, η Banica Φλώρινας σε Βεύη, το Libanovo σε Κατερίνη, το S`botsko σε Μαγκλένσκο στην Αριδαία, ενώ ο δήμος Larigovska έγινε σε δήμος Σταγείρων, το όνομα δηλαδή της περιοχής που γεννήθηκε ο φιλόσοφος Αριστοτέλης. Οι πρώην οικισμοί ifligarski Barbet και Bersko Borough μετονομάστηκαν σε Βεργίνα», καταλήγει το κατάπτυστο άρθρο.
Οι Σλάβο-Βούλγαροι και λοιποί εθνικιστές δεν αναφέρθηκαν όμως καθόλου στην ιστορία της Ελλάδος πριν το 1830 φτάνοντας για παράδειγμα στο Βυζάντιο και την περίοδο μέχρι την ελληνική επανάσταση, να μας πουν τότε πως ονομάζονταν αυτές οι περιοχές που κατοικούνταν από αμιγείς ελληνικούς πληθυσμούς, μέχρι να κάνουν την εμφάνισης τους το 600 μ.χ. οι πρώτοι Σλάβοι.
Όσο για την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων είναι απολύτως τεκμηριωμένο ότι η μια και μοναδική ελληνική Μακεδονία κατοικούνταν στην συντριπτική πλειοψηφία της από Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους, που στήριξαν τον αγώνα κατά των Κομιτατζήδων που πάσχιζαν με νύχια και με δόντια να αλλάξουν την σύνθεση του πληθυσμού με πλήθος εγκλημάτων, ή μήπως τα ξέχασαν αυτά;
pentapostagma.gr
σχέδια τους μετά την ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών, κατά της μίας και μοναδικής ελληνικής Μακεδονίας με δημοσιοποίηση άρθρου για τα «μακεδονικά τοπωνύμια» στην αποκαλούμενη «Μακεδονία του Αιγαίου».
Ουσιαστικά μιλούν για τον αγώνα τους (που τώρα ξεκινά δυναμικά) για την αναγραφή μεγάλων ελληνικών πόλεων της Μακεδονίας με διπλή ονομασία, όπως Κιλκίς/Κουκούς , η
Θεσσαλονίκη/ Σολούν! κτλπ.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της συνθήκης που υπογράφηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο, και δίνει το έναυσμα στους Σκοπιανούς εθνικιστές να σκέπτονται να κάνουν τα όνειρα τους πραγματικότητα και οι οποίοι την άνοιξη με το VMRO θα είναι πιθανόν στην νέα κυβέρνηση , με τον Ζάεφ να είναι παρελθόν.
«Το Συμβούλιο της Ευρώπης ισχυρίζεται ότι προστατεύει και εγγυάται τα δικαιώματα των μειονοτήτων ‘να χρησιμοποιούν ονόματα και τοπωνύμια στη γλώσσα της μειονότητας», γράφει παλαιότερο δημοσίευμα για το ίδιο θέμα.
Επικαλούνται οι εθνικιστές Σκοπιανοί μάλιστα την ΕΕ, λέγοντας ότι η χρήση διπλών ονομασιών είναι μια τακτική που προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά, όχι η Ελλάδα.
Το επόμενο βήμα όλων αυτών των έξωθεν κέντρων που απεργάζονται άνομα σχέδια για την βόρεια Ελλάδα, θα αφορά όπως φαίνεται , την πιθανή «οριοθέτηση της Μακεδονίας του Αιγαίου», ίσως για την νέα Ευρώπη των περιφερειών.
Το σκοπιανό άρθρο ξεκινά με την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830, όταν η επίσημη ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σε δίλημμα για πολλά μη ελληνικά, κυρίως μακεδονικά ονόματα στην επικράτειά της, αναφέρει σκοπιανή εθνικιστική ιστοσελίδα.
«Εκτός από την πολυάριθμη ιστορική φωτογράφηση, ξένοι επιστήμονες αναφέρονταν από τότε σε τοπωνύμια που δεν αντιπροσώπευαν την ελληνική γλώσσα και πολιτισμό.
Για αυτό το τότε ελληνικό κράτος αντιμετωπίζοντας το ζήτημα, σταδιακά και χωρίς δημοσιότητα, άλλαξε όλα τα τοπωνύμια ειδικά στις πόλεις της Βόρειας Ελλάδος που είχαν «μακεδονικά ονόματα», αναφέρουν οι σκοπιανοί .
«Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα το 1887, η Ελλάδα για μια ακόμη φορά αντιμετώπισε αυτό το πρόβλημα επειδή υπήρχαν πολλά «Μακεδονικά» ονόματα οικισμών, που έπρεπε να αλλάξουν.
Επειδή κατά τη γνώμη του ελληνικού κράτους, το πρόβλημα της μετονομασίας τοπωνυμίων έπρεπε να επιλυθεί αποτελεσματικά, αποφασίστηκε η σύσταση μιας ειδικής επιτροπής που θα μελετούσε συστηματικά το θέμα και στην συνέχεια θα μετονόμαζε τα τοπωνύμια, επιμένοντας πάνω απ ‘όλα στην τοποθέτηση αρχαίων ελληνικών ονομάτων.
Υπήρχαν όμως και άλλοι λόγοι.
Η Ελλάδα είχε βλέψεις από το 1887 προς τη «Μακεδονία», στην οποία όχι μόνο τα ονόματα πόλεων, χωριών ήταν «Μακεδονικά», αλλά και η απόλυτη πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν «Μακεδόνες» , ενώ η ελληνική μειονότητα αντιπροσώπευε περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού της «Μακεδονίας του Αιγαίου».
Για το σκοπό αυτό, ο τότε Υπουργός Εσωτερικών της Ελλάδος Ν.Α. Λεβίδης, την 8η Μαΐου 1909 υπέβαλε προσωπικά μια λεπτομερή έκθεση στον Έλληνα βασιλιά Γεώργιο Α’ , η οποία τόνιζε την ανάγκη να δημιουργηθεί επειγόντως μια επίσημη επιτροπή που θα είχε ως στόχο την ανάπτυξη ενός ειδικού προγράμματος για την μετονομασία οικισμών και άλλων τοπωνυμίων στα ελληνικά.
Με βάση την έκθεση αυτή, στις 31 Μαΐου 1909 εκδόθηκε ένα διάταγμα, το οποίο δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 125 της 8ης Ιουνίου 1910, για τη δημιουργία μιας κρατικής επιτροπής για να μελετήσει τα ονόματα των τόπων και να τα επαναφέρει στην αρχαία ελληνική ιστορική τους καταγωγή.
Σύμφωνα με το άρθρο 8 του διατάγματος, οι ελληνικές διοικητικές αρχές και όλες οι άλλες αρχές του κράτους ήταν υποχρεωμένες, χωρίς καμία αντίρρηση, να παράσχουν στην Επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες και οποιαδήποτε βοήθεια για να διευκολύνουν το έργο της.
Τα πράγματα στην Ελλάδα περιπλέχθηκαν από το γεγονός των Βαλκανικών πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και των ειρηνευτικών συμφωνιών που ακολούθησαν, με τις οποίες ενσωματώθηκαν τα νέα εδάφη, συμπεριλαμβανομένου τμήματος της Ηπείρου, της Μακεδονίας του Αιγαίου και της Δυτικής Θράκης, όπου οι Έλληνες ήταν μειονότητα.
Επιπλέον, σχεδόν όλα τα τοπωνύμια αυτών των περιοχών, ιδιαίτερα στην Μακεδονία του Αιγαίου, ακόμη και σε εκείνες τις περιοχές όπου ζούσε συμπαγής ελληνικός πληθυσμός (Γρεβενά, Κοζάνη,Κατερίνη), οι γεωγραφικές τοποθεσίες ή τα ονόματα των οικισμών, ήταν «Μακεδονικά», χωρίς κανένας να αμφισβητήσει την προέλευσή τους.
Ήταν ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα διείσδυσε και απέκτησε εδάφη που δεν ήταν δικά της , ούτε γεωγραφικά ούτε ιστορικά.
Η κυβέρνηση της Ελλάδος αποφάσισε τότε να αλλάξει όλα τα τοπωνύμια πρωτίστως στο τμήμα της Μακεδονίας του Αιγαίου καθώς και σε άλλα μέρη της χώρας σταδιακά.
Έτσι, αμέσως μετά τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (Αύγουστος 1913), στην απογραφή της περιοχής της Μακεδονίας του Αιγαίου βρέθηκε ότι ζούσαν 1.160.477 Μακεδόνες κάτοικοι, ενώ το 1917 πέρασε νομοσχέδιο, με τον αριθμό 1051, στο οποίο στο άρθρο 6 καθιερώνεται η ίδρυση και διαχείριση των τοπωνυμίων αστικών και αγροτικών δήμων.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1919, εκδόθηκε και η σχετική εγκύκλιο με λεπτομερείς οδηγίες σχετικά με τον επείγοντα χαρακτήρα στην διαδικασία μετονομασίας γεωγραφικών τοποθεσιών, καθώς και για τον τρόπο που πρέπει να επιτευχθεί αυτή. Η εισαγωγή αυτής της εγκυκλίου αναφέρει:
«Η αλλαγή των τοπωνυμίων στην Μακεδονία, έχει ως σημαντικό έργο την όλων των ονομάτων από «Τούρκο» και «οφσκι» σε αρχαία ελληνικά (ενώ συνιστάται να αποφεύγεται και η λέξη Μακεδονικό) των χωριών και δήμων που δηλητηριάζουν την εικόνα της όμορφης χώρας μας, και οδηγούν σε δυσμενή συμπεράσματα για το ελληνικό έθνος».
Με αυτό το διάταγμα του ελληνικού Υπουργείου Εσωτερικών αποφασίστηκε να ενταθούν οι προσπάθειές για να αλλάξουν τα σλαβικά και τουρκικά τοπωνύμια στα ελληνικά.
Την ίδια στιγμή, στις νεοσυσταθείσες περιοχές της Μακεδονίας του Αιγαίου διαμορφώθηκαν ειδικές υποεπιτροπές επιφορτισμένες για την επί τόπου δράση με σκοπό να παρέχουν λύσεις στο πρόβλημα και να προτείνουν νέα ονόματα για τις πόλεις και τα χωριά στις περιοχές τους.
Το άρθρο 7 παρ 2 της εγκυκλίου του ελληνικού κράτους αναφέρει: Μετά τη δημοσίευση των νέων ονομάτων απαγορεύεται απολύτως η χρήση των παλαιών ονομάτων σε δημόσιες αρχές και φορείς, στην επίσημη αλληλογραφία και σε αντιστοιχία σε ενώσεις, εταιρείες, συνεταιρισμούς και άλλα νομικά πρόσωπα.
Το άρθρο 7 παρ 3: Παραβίαση ή απαγόρευση αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με πρόστιμο 100 δραχμών ή κράτηση 10 ημερών.
Το άρθρο 7 παρ 4: Οι αιτήσεις από ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα που υποβάλλονται στις δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορούν να θεωρηθούν εάν δεν αναφέρουν το όνομα του τόπου κατοικίας, πόλης που έχει μετονομαστεί, από το πρόσωπο που την υποβάλει.
Το άρθρο 7 παρ 5: ενάγοντας, μάρτυρας ή άλλο πρόσωπο που εξετάζεται στο δικαστήριο, το οποίο θα αναφέρει ως τόπο κατοικίας το παλιό όνομα της πόλης ή του χωριού, θα τιμωρείται από το δικαστήριο σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ».
Κάτω από αυτές τις νομοθετικές ρυθμίσεις, οδηγίες και κανονισμούς, οι αρμόδιες επιτροπές των νομαρχιών μετονόμασαν όλα τα τοπωνύμια στην Ελλάδα από το 1918 έως το τέλος του 1928 στην Μακεδονία του Αιγαίου, μετονομάστηκαν 1497 οικισμοί.
Παρά αυτούς τους νόμους ήρθε και ένας ακόμη νόμος για το ίδιο θέμα, στις 13 Μαρτίου 1929 που έδινε λεπτομερείς οδηγίες για να συνεχιστεί το έργο της μετονομασίας των τοπωνυμίων.
Σύμφωνα με το νόμο αυτό και τους προηγούμενους νόμους και κατευθυντήριες γραμμές, αλλά και τους νόμους 6429 της 18ης Ιουνίου 1935, 1418 της 22 Νοέμ 1938, μέχρι τον Απρίλιο του 1941 στη Μακεδονία του Αιγαίου μετονομάστηκαν περαιτέρω 39 οικισμοί.
Όταν προσπαθούμε να βρούμε νέα ονόματα, οι αρμόδιες ελληνικές επιτροπές (2018), μας παρέπεμπαν στα ονόματα της αρχαίας Μακεδονίας.
Έτσι, η γενέτειρα του Κρστε Μίσιρκοβ, μετονομάστηκε σε Πέλλα, η Rupishta Καστοριάς σε Άργος Ορεστικό, η Banica Φλώρινας σε Βεύη, το Libanovo σε Κατερίνη, το S`botsko σε Μαγκλένσκο στην Αριδαία, ενώ ο δήμος Larigovska έγινε σε δήμος Σταγείρων, το όνομα δηλαδή της περιοχής που γεννήθηκε ο φιλόσοφος Αριστοτέλης. Οι πρώην οικισμοί ifligarski Barbet και Bersko Borough μετονομάστηκαν σε Βεργίνα», καταλήγει το κατάπτυστο άρθρο.
Οι Σλάβο-Βούλγαροι και λοιποί εθνικιστές δεν αναφέρθηκαν όμως καθόλου στην ιστορία της Ελλάδος πριν το 1830 φτάνοντας για παράδειγμα στο Βυζάντιο και την περίοδο μέχρι την ελληνική επανάσταση, να μας πουν τότε πως ονομάζονταν αυτές οι περιοχές που κατοικούνταν από αμιγείς ελληνικούς πληθυσμούς, μέχρι να κάνουν την εμφάνισης τους το 600 μ.χ. οι πρώτοι Σλάβοι.
Όσο για την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων είναι απολύτως τεκμηριωμένο ότι η μια και μοναδική ελληνική Μακεδονία κατοικούνταν στην συντριπτική πλειοψηφία της από Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους, που στήριξαν τον αγώνα κατά των Κομιτατζήδων που πάσχιζαν με νύχια και με δόντια να αλλάξουν την σύνθεση του πληθυσμού με πλήθος εγκλημάτων, ή μήπως τα ξέχασαν αυτά;
pentapostagma.gr