1 Ιουλ 2025

Κέραυνος από Handelsblatt: Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμη, παράγει μόνο... Τουρισμό – Προετοιμαστείτε για χάος


Παρά τη θεαματική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά την πανδημία και τους εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, η εικόνα δεν είναι τόσο ενθαρρυντική όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως.
Όπως προειδοποιεί η γερμανική Handelsblatt, η ανάπτυξη της Ελλάδας στερείται σταθερών θεμελίων και μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας.
Πίσω από τα ποσοστά, κρύβεται ένα επενδυτικό κενό που βαθαίνει, ένα δημόσιο χρέος που παραμένει σε δυσθεώρητα επίπεδα, και μια οικονομία που στηρίζεται υπερβολικά στον τουρισμό και στην ιδιωτική κατανάλωση.
Με επενδύσεις που φθίνουν και διαρθρωτικές αδυναμίες που παραμένουν άλυτες, οι προοπτικές ανάπτυξης κινδυνεύουν να ανατραπούν.
Η Handelsblatt δεν διστάζει να κάνει λόγο για έναν επικείμενο «οικονομικό κλονισμό», αν δεν υπάρξει άμεση στροφή προς μια πιο βιώσιμη αναπτυξιακή στρατηγική.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα, «Η ελληνική οικονομία έχει αναπτυχθεί μετά την πανδημία περισσότερο από το διπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο των 27 κρατών-μελών της ΕΕ.



Για το τρέχον έτος, η κυβέρνηση στην Αθήνα αναμένει ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 2,3%. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Ωστόσο, το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει τεράστιο.
Στο τέλος του 2024, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ ανήλθε στο 153,6%, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Η Ελλάδα χρειάζεται σαφώς υψηλότερες επενδύσεις, ώστε η οικονομία να μπορέσει να αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο».

Η ανάπτυξη των επενδύσεων υπολείπεται των προσδοκιών

«Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το μειονέκτημα των πρόσφατων τριμηνιαίων στοιχείων:
Οι επενδύσεις στην Ελλάδα μειώθηκαν σε ετήσια βάση κατά 3,2%.
Η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει πέρσι για το 2025 ανάπτυξη επενδύσεων κατά 14,4%, ωστόσο στη συνέχεια αναθεώρησε την πρόβλεψη στο 8,4%.
Μετά τα απογοητευτικά στοιχεία του πρώτου τριμήνου, ακόμη και αυτή η εκτίμηση τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση.

Ήδη τα δύο προηγούμενα έτη, η αύξηση των επενδύσεων υπολειπόταν των προσδοκιών» σημειώνει η Handelsblatt και πρoσθέτει:
«Έτσι, το χάσμα με την υπόλοιπη ΕΕ διευρύνεται.
Η Ελλάδα καταγράφει τον χαμηλότερο λόγο επενδύσεων στην ΕΕ, ο οποίος στο πρώτο τρίμηνο του 2025 ανήλθε μόλις στο 14,18% του ΑΕΠ, από 15,34% το προηγούμενο έτος.
Ο μέσος όρος στην ΕΕ διαμορφώνεται στο 21,2%.
Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να καταγράφει τόσο ισχυρή ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στην ισχυρή άνοδο του τουρισμού και στην ιδιωτική κατανάλωση, η οποία το περασμένο έτος αντιστοιχούσε στο 77,9% του ΑΕΠ, έναντι 66,1% κατά μέσο όρο στην ΕΕ».

Ελλείψεις υποδομών και νομική αβεβαιότητα αποθαρρύνουν τους επενδυτές

Σύμφωνα με τη Handelsblatt, η επενδυτική επίδοση της Ελλάδας χαρακτηρίζεται ως ανησυχητικά χαμηλή και περιορίζει την παραγωγικότητα, επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις συστάσεις της για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Ιουνίου.
Ως αιτίες αναφέρει την υπερρύθμιση, τις χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης, το υψηλό ενεργειακό κόστος, τα ελλείμματα υποδομών, την έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και τις δυσκολίες χρηματοδότησης.
Το επενδυτικό έλλειμμα, όμως, έχει και ιστορικά αίτια.
Κατά την περίοδο 2000-2009, ο λόγος επενδύσεων στην Ελλάδα ανερχόταν στο 24%, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 22,1%.
Στη συνέχεια ξέσπασε η κρίση χρέους του δημοσίου, η οποία βύθισε τη χώρα τη δεκαετία του 2010 στη μεγαλύτερη και βαθύτερη ύφεση της μεταπολεμικής ιστορίας.
Την περίοδο 2010-2019, ο λόγος επενδύσεων έπεσε στο 12,3%.
Οι καθαρές επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο, δηλαδή οι επενδύσεις μείον τις αποσβέσεις, επέστρεψαν το 2022 για πρώτη φορά μετά το 2009 σε θετικό επίπεδο.
Ωστόσο, οι επενδύσεις του ελληνικού ιδιωτικού τομέα επικεντρώνονται κυρίως στην αντικατάσταση κεφαλαίου.
Μόνο το 22% των επιχειρήσεων επενδύει σε επέκταση δυναμικότητας.
«Το επενδυτικό κενό της Ελλάδας αποκαλύπτει χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας.
Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν οι μικρές επιχειρηματικές κλίμακες: το 90% των 880.349 ελληνικών επιχειρήσεων απασχολεί λιγότερα από πέντε άτομα.
Το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων έχει λιγότερους από δέκα εργαζομένους και, σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΕ, κατατάσσεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Σε καμία άλλη χώρα της ΕΕ το ποσοστό τους δεν είναι τόσο υψηλό όσο στην Ελλάδα.
Ως αποτέλεσμα, η παραγωγικότητα εργασίας στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις στο 56,2% του μέσου όρου της ΕΕ» καταλήγει η γερμανική εφημερίδα.

www.bankingnews.gr
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη