ΤΟ ΝΕΟ ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΩΡΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
(του 3ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας)
Θα έπρεπε, λογικά, να αισθάνομαι περηφάνια και να βρίσκομαι σε προνομιακή θέση ως γονέας για την επιλογή του Σχολείου μας -του 3ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας- ως ένα από τα 800 Δημοτικά ολόκληρης της Ελλαδικής επικράτειας, στο οποίο θα εφαρμοστεί το «Νέο Αναμορφωμένο Ωρολόγιο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα», το οποίο εξαγγέλθηκε από την Υπουργό ”Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων” και το οποίο επιβάλλεται, από τη νέα σχολική χρονιά 2010-11, σε επιλεγμένα από το Υπουργείο Δημοτικά Σχολεία.
Το νέο πρόγραμμα περιλαμβάνει υποχρεωτικό καθημερινό ...7ωρο πρόγραμμα από την Α’ έως και την ΣΤ’ τάξη με ωράριο: 8.10 π.μ. – 14.00 μ.μ. με ταυτόχρονες προσθαφαιρέσεις ωρών ανά τάξη των βασικών μαθημάτων (Γλώσσα, Μαθηματικά) και αλλαγές του ωρολογίου προγράμματος: Ένταξη νέων γνωστικών αντικειμένων (Θεατρική Αγωγή, Εικαστικά, Μουσική, Νέες Τεχνολογίες της Πληροφορίας και Επικοινωνίας, Παραδοσιακοί Χοροί, Ενίσχυση της Πολυγλωσσίας -Αγγλικά από την Α’ τάξη- και εισαγωγή και δεύτερης ξένης γλώσσας, προγράμματα Φυσικής, Αισθητικής και Κυκλοφοριακής Αγωγής, προγράμματα Υγείας και Διατροφικών συνηθειών).
Δεν αισθάνομαι καθόλου ευτυχής διότι -και πάλι- κατά την πάγια τακτική όλων των υπουργών Παιδείας την τελευταία δεκαετία, ως γονείς, ενημερωθήκαμε δια της «ενημερωτικής συνάντησης γονέων με συμβούλους και προϊσταμένους» λίγες ημέρες πριν τη λήξη του σχολικού έτους, για το τι θα επιβληθεί στα παιδιά μας την επόμενη σχολική χρονιά.
Δε μέμφομαι τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς του Σχολείου μας, οι οποίοι, επίσης την τελευταία στιγμή ενημερώθηκαν και χωρίς μάλιστα να εκφράσουν τη γνώμη τους στις προθέσεις του Υπουργείου και την ύστατη στιγμή ενημέρωσαν, εμάς, τους γονείς. Τους σέβομαι όλους και εκτιμώ το έργο που έχουν προσφέρει δεκαετίες τώρα στην παιδεία του τόπου μας και στα παιδιά μου.
Μέμφομαι όμως, το Υπουργείο Παιδείας που συνεχώς εκπονεί «άμεσες παρεμβάσεις» και «ριζικές αλλαγές» και δε σχεδιάζει μακροπρόθεσμα για το Δημοτικό Σχολείο. Αποφασίζει, επιβάλλει και εφαρμόζει την εκάστοτε εκπαιδευτική του πολιτική, άκομψα, άχαρα έως και αντιδημοκρατικά.
Βεβαίως και υποχρέωση κάθε Υπουργείου είναι να παράγει έργο. Γίνεται όμως να παραχθεί έργο όταν το ίδιο το Υπουργείο, δια των μεθόδων του, δεν υποστηρίζει το δικό του έργο; Και μάλιστα «μέσω» αυτών (των εκπαιδευτικών) που διαφωνούν σε πολλά σημεία του «έργου» ή που δεν το πιστεύουν;
Μέμφομαι, επίσης, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο που «διόρθωσε» την αρνητική πρώτη εισήγησή του για το «Αναμορφωμένο Νέο Πρόγραμμα», κατόπιν εύρεσης …«διαδικαστικού λάθους» στην πρώτη του απόφαση!!! Πώς γίνεται τόσοι Πανεπιστημιακοί Παιδαγωγοί να απορρίπτουν αρχικά μια πρόταση και στη συνέχεια να την υιοθετούν, χωρίς να αλλάξει τίποτα ούτε στην ίδια την πρόταση ούτε στο πλαίσιο όπου αυτή εντάσσεται;
Επειδή κάθε μεταρρυθμιστική εκπαιδευτική αλλαγή που συντελείται στα Δημοτικά Σχολεία, εφαρμόζεται -κατά θαυμαστό τρόπο- και στο δικό μας σχολείο, έχω άπειρα επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα να αντιπαραθέσω στις όποιες προσπάθειες απαξίωσης των αντιρρήσεων μου, για τις μέχρι τώρα πρακτικές εφαρμογές του «Ολοήμερου» ή του «Νέου» ή του «Αναμορφωμένου» ή όπως αλλιώς θέλετε Σχολείου, στο 3ο Δημοτικό Φλώρινας.
Ακόμα περιμένω να υλοποιηθούν οι προ επταετίας και οι εν συνεχεία, επαναλαμβανόμενες κατ’ έτος υποσχέσεις, από τους διαδοχικά εναλλασσόμενους υπευθύνους για τις αναγκαίες, πλην όμως, τις «βήμα-βήμα» μεγάλες αλλαγές που έρχονταν με τον προαιρετικό θεσμό του Ολοήμερου Σχολείου και της Πρωινής Ζώνης!!!
Ακόμα περιμένω να ξεναγηθώ στις αίθουσες Μουσικής με την ποικιλία μουσικών οργάνων, στις αίθουσες Πολλαπλών Χρήσεων, στις αίθουσες Ηλεκτρονικών Υπολογιστών, στις βιβλιοθήκες ή στα πλήρως οργανωμένα Γυμναστήρια. Να υπενθυμίσω τα εστιατόρια, τις αίθουσες σίτισης και ξεκούρασης των μαθητών, τις ξεχωριστές αίθουσες δασκάλων και προσωπικού, τους χώρους υγιεινής; Τις αίθουσες προβολών και θεάτρου ή τις αίθουσες ειδικών μαθημάτων; Και μιλάω για το πολυπληθέστερο Δημοτικό Σχολείο της Δυτικής Μακεδονίας (πάνω από 350 παιδιά και εφέτος), το οποίο έπρεπε να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και όχι προς αποφυγή.
Δεν επιθυμώ να θίξω τον ευτελισμό της κρατικής τακτικής επιχορήγησης για το Σχολείο μας -υποχρηματοδότηση είναι ο σωστός όρος- για τις αυξημένες (εξαιτίας του ωραρίου) λειτουργικές δαπάνες!
Ούτε θα ήθελα να σταθώ στις «διαρροές» και τις «υφαρπαγές» παιδιών από γονείς, φροντιστήρια και συλλόγους για εξωσχολικές μάλιστα δραστηριότητες, τις οποίες δραστηριότητες, θεωρητικά τουλάχιστον, στόχευε και καταπολεμούσε η δημιουργία του Ολοήμερου Σχολείου. Το επιβεβαιώνει εξάλλου και η διαπίστωση του Δ/ντη Σπουδών Α’/θμιας Εκπαίδευσης του Υπ. Παιδείας: «στα Ολοήμερα Σχολεία της χώρας φοιτούν λιγότεροι μαθητές από όσους δηλώνονται πως παρακολουθούν το Ολοήμερο Πρόγραμμα, κάτι που καθιστά αδύνατη την ορθολογική διαχείριση του προσωπικού και δίνει εσφαλμένη εικόνα για τα Ολοήμερα Τμήματα»!!!
Ούτε στέκομαι βεβαίως στις περίφημες «πιστοποιήσεις» γλωσσών και γνώσεων που θα δίδονταν στα παιδιά!!!
Εξεγείρομαι και αντιδρώ διότι, όλα αυτά τα χρόνια και παρά τις αρχικές «υπεύθυνες» διαβεβαιώσεις ότι στην πορεία ΟΛΑ θα γίνουν, ότι ΟΛΑ θα αλλάξουν, δεν έγινε ΤΙΠΟΤΕ απολύτως όσο αφορά τις υποδομές και τις υλικοτεχνικές κατασκευές. Ούτε καν μια μελέτη! Ούτε μια αυτοαξιολήγηση! Ούτε μια αυτοκριτική από κανέναν!
Και επιπλέον, όλα αυτά τα χρόνια δεν δόθηκε ούτε μια πειστική απάντηση ή δικαιολογία για την αδράνεια και τον εφησυχασμό των αρμοδίων, παρά τις συνεχείς οχλήσεις και απαιτήσεις του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων.
Εξεγείρομαι κυρίως όμως διότι, θεωρητικά -και πάλι- στα χαρτιά και για τον τύπο, το 3ο Δημοτικό θα λειτουργεί ως ένα «Νέο Σχολείο» υπόδειγμα για την εκπαίδευση, ενώ στην πραγματικότητα θα πρόκειται για μια κακογουστιά που επιβλήθηκε σε όλους τους μαθητές και τις οικογένειές τους, χωρίς προοπτική και χωρίς αντίκρισμα. Και δε μιλώ μόνο για τις κτιριακές εγκαταστάσεις, αλλά και για το στελεχιακό δυναμικό και τις δυναμικές του.
Όταν απώτερος στόχος του «Νέου Σχολείου» είναι, «η πιστοποίηση του βαθμού κατάκτησης των βασικών γνώσεων και δεξιοτήτων» και όχι η μάθηση ή η γνώση, πως θα κρίνουν και πως θα κριθούν οι εκπαιδευτικοί για το «έργο» που παρήγαγαν; Πως, με ποιον τρόπο και από ποιους θα αξιολογηθούν οι δάσκαλοι αφού συνθλίβεται ο παιδαγωγικός και ιδίως ο διδακτικός τους ρόλος; Ποιος θα ευθύνεται για τα άγραφα τετράδια, τις κενές διδακτικές ώρες, την ανυπαρξία έργου και από ποιους θα ζητηθούν ευθύνες; Θα φταίει γενικώς και αορίστως και πάλι «το σύστημα»;
Όταν προτείνεται ως ιδανικό η «πλευρική σκέψη», δηλαδή η σκέψη που δεν ακουμπά την ουσία αλλά η «μπακαλίστικη» διαχείριση ορισμένων πρακτικών ζητημάτων, πως θα κατακτηθεί ο «κορμός της γνώσης», δηλαδή η αφομοίωσή της και η εμβάθυνση σε αυτή; Μήπως στην ιδιωτική παραπαιδεία μετά το πέρας του υποχρεωτικού 7ωρου σχολείου;
Και μάλιστα, όταν η Ένωση Ελλήνων Χημικών, σε ανακοίνωσή της, σχολιάζει τις εξαγγελίες για τη μείωση της ύλης αναφέροντας ότι:«η θέση αυτή του υπουργείου καταδεικνύει άγνοια της σημασίας της διδασκαλίας των θετικών μαθημάτων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση για τη διαμόρφωση του σύγχρονου πολίτη αλλά και του μελλοντικού επιστήμονα»!
Ποια είναι η φιλοσοφία της εισαγωγής του μαθήματος της Θεατρικής Αγωγής; Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα στοχεύει την παιδική αθωότητα που εμφανίζεται στο πεντάλεπτο σκετσάκι ή στο δύο στροφών ποίημα που απαγγέλλεται στις σχολικές γιορτές. Θα μπορέσει να απεγκλωβίσει τα παιδιά μας από τα «απαραίτητα εφόδια και ρόλους» που επιμόνως απαιτούνται και προβάλλονται στα διάφορα «σόου» των ιδιωτικών καναλιών ή στο τέλος, θα μετατραπεί σε υποχρεωτικό «φροντιστήριο» προετοιμασίας τους ως πελάτες και θεατές σε αυτά;
Ποια η φιλοσοφία των προγραμμάτων Υγείας και Διατροφικών συνηθειών, όταν τα πλαστικά ταπεράκια και τα συσκευασμένα σνακς αποτελούν, ήδη, νομοτελειακό καθεστώς στο Ολοήμερο;
Ερωτήματα που δεν απαντήθηκαν -και πάλι- στη μία και μοναδική ενημερωτική συνάντηση.
Θεωρείται επαρκής και νομιμοποιείται η «επιστημονική» τεκμηρίωση του Υπουργείου, για την υποχρεωτική εισαγωγή από την Α’ τάξη της Αγγλικής γλώσσας και των Η/Υ, πριν την εκμάθηση της επίσημης μητρικής μας γλώσσας (έστω και στην πολυπολιτισμική κοινωνία μας), το γεγονός ότι το σύστημα αυτό εφαρμόζεται και σε ξένες χώρες; Με την ίδια αποδεκτή λογική να εφαρμοστεί η οπλοκατοχή, η οπλοχρησία και η παιδεραστία, αφού επίσης επιτρέπεται, σε άλλες χώρες!
Η λογική ότι τα παιδιά της ΣΤ’ τάξης, που ετοιμάζονται να πάνε στο Γυμνάσιο, θα αφιερώνουν 7 ώρες την εβδομάδα για την Ελληνική γλώσσα και 6 ώρες για τις δυο υποχρεωτικές ξένες γλώσσες, εμπίπτει στην έννοια της «στοιχειώδους» γνώσης; Γιατί δε χρησιμοποιούμε ποτέ τον όρο ΜΑΘΗΣΗ;
Το μόνο σίγουρο με τα παραπάνω είναι ότι -και πάλι- θα οδηγηθούν οι μαθητές στα φροντιστήρια και για τις τρεις γλώσσες.
Αλήθεια, πόσο λήφθηκε υπόψη ο διαρκώς αυξανόμενος εθισμός στους Η/Υ, η αδυναμία ενός 6χρονου παιδιού να διακρίνει την εικονική από την φυσική πραγματικότητα και πόσο «βάρυνε» η αναζωογόνηση των πωλήσεων της συγκεκριμένης αγοράς ηλεκτρονικών; Κάτι αντίστοιχο έγινε πέρυσι με τα lap-tops της Α’ Γυμνασίου, τα οποία ουδόλως αξιοποιήθηκαν στη μαθησιακή διαδικασία.
Τέλος, η προκαλούμενη οικογενειακή και στη συνέχεια κοινωνική αναταραχή που θα προκληθεί, με την εφαρμογή της μακράς ημερήσιας διάρκειας του «Νέου Σχολείου», ιδίως στις μικρές τάξεις, χωρίς την παιδαγωγική (και όχι τη διαθεματική) ποικιλία, την κατάλληλη ανάπαυση και διατροφή, τη διασκέδαση, τη ψυχαγωγία και τις αυξημένες εξωσχολικές δραστηριότητες (όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι οι γονείς ότι συμβαίνει σε ποσοστό 93%), σημαίνει ότι το νέο σύστημα «σκοτώνει» τα παιδιά μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Εάν, υποθετικά πάντα, το πρόγραμμα του Ολοήμερου ή Νέου Σχολείου θεωρείται τόσο απαραίτητο και τόσο «σώφρων» για την εκπαίδευση, γιατί δεν επεκτείνεται ο θεσμός αυτός στο Γυμνάσιο και το Λύκειο;
Εκτός και αν το νέο σύστημα σκοπεύει στη δόμηση του σχολείου της αγοράς, ενός σχολικού χώρου πολύχρωμου, πολύβοου εμπορικού πανηγυριού, όπου όλοι θα τραγουδάνε «μαθαίνω τα πάντα και μαζί το τίποτα».
Δεν είμαι μηδενιστής κι ούτε θέλω να φανώ έτσι. Αλλά ειλικρινά πιστεύω ότι το «Νέο Σχολείο» πόρρω απέχει απ' αυτό που ονειρεύτηκαν κάποιοι πριν από μερικά χρόνια, είτε ως Υπουργείο, είτε ως εκπαιδευτικοί, είτε ως γονείς, ώστε να δημιουργηθεί ένα Δημόσιο Σχολείο το οποίο θα λειτουργούσε, πάνω απ' όλα, μέσα σε ιδανικές συνθήκες για τα ίδια τα παιδιά και για όλη την κοινωνία. Άλλωστε, ο τονισμός στην εγκύκλιο ότι το πρόγραμμα δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, δείχνει τις προθέσεις του Υπουργείου.
Εξάλλου, εκτός των άλλων, είναι αντιδημοκρατική και η ίδια η πράξη της υποχρεωτικής επιβολής των νέων μέτρων σε όλους τους μαθητές -και κατά συνέπεια στις οικογένειές τους- ιδίως, όταν έχουν απορριφθεί από την πλειοψηφία των μαθητών και σε προηγούμενο χρόνο, κατά την προαιρετική εφαρμογή τους στο μέχρι πρότινος Ολοήμερο Σχολείο.
Εξαίρεση αποτελούν οι μαθητές των μικρότερων τάξεων (και όχι πάλι η πλειοψηφία) που το παρακολουθούν, όσων οι γονείς εργάζονται έως το απόγευμα και που εκ των πραγμάτων, έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για φύλαξη και ασφάλεια.
Για την πρωτοβάθμια Ελληνική εκπαίδευση, το Ολοήμερο ή Νέο Σχολείο (κατά την τελευταία ορολογία) εξακολουθεί να είναι ένα μακρινό σχολείο με προοπτική. Δεν είναι ένα σχολείο φύλαξης των μαθητών (δε χρησιμοποιώ καν τη ξενόφερτη ρετσινιά που του έχουν κολλήσει), ούτε ένα παρατεταμένο φροντιστήριο με ουσιαστικές ελλείψεις σε εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό, ούτε βεβαίως κάποιο «ίδρυμα» με κοινωνική μόνο αποστολή (την κοινωνικοποίηση ατόμων), καθώς έτσι ουσιαστικά «αποδεσμεύει» τους ίδιους τους γονείς από την επίβλεψη των παιδιών τους.
Κυρίως όμως, το Νέο Ελληνικό Σχολείο δεν πρέπει να επιβάλλει την προκλητική αναντιστοιχία λόγων και έργων των «μεγάλων» προς τους σημερινούς «μικρούς» μαθητές και αυριανούς πολίτες.
Με τιμή
Κων/νος Ραπτόπουλος - Χατζηστεφάνου
(γονέας 4 μαθητών του 3ου Δημοτικού,
πρώην πρόεδρος και νυν μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 3ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας)