Χωρίς ψαλμούς και θυμιατά χωρίς φωτοχυσία γονατισμένοι, σκυθρωποί, μπρος στην ωραία Πύλη πέντε Σουλιώταις[1] στέκονται με το κεφάλι κάτου, βουβοί δεν ανασαίνουνε και βλέπεις κάπου κάπου. . . . . . . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ανοίγει η Πύλη του Ιερού, σκύφτουν τα παλληκάρια τ' ανδρειωμένα μέτωπα το μάρμαρο χτυπάνε και καρτερούν ακίνητα του γέροντα τα λόγια
Επρόβαλ’ ο καλόγερος. Το πρόσωπό του φέγγει σα χιονισμένη κορυφή στου φεγγαριού τη λάμψη........
η συνέχεια : Πώς να γράψεις βίοι παράλληλοι;