Παντελή Οικονόμου, παλιέ μου φίλε…
“Καλώς ναρθούν και του Κουτσόγιωργα οι δασύτριχοι πολίτες
και οι γνωστοί ιθαγενείς, της Αυριανής οι τρωγλοδύτες”
Διονύσης Σαββόπουλος
Πρωί-πρωί άνοιξα τη zougla.gr στη στήλη «ΑΠΟΨΕΙΣ» και ομολογώ με πλημμύρισε η νοσταλγία.
(Διαβάστε:
http://www.zougla.gr/news.php?id=13119)
Πήγα πίσω στα χρόνια της δικτατορίας. Τότε που αγωνιζόμαστε στον ίδιο αγώνα.
Αλήθεια, που αγωνιζόμαστε;
Μα που αλλού; Στη Λέσχη Νέων της ΕΛΠΑ!
Και ποιος ήταν ο αγώνας;
Μα, το γνωστό πνευματικό άθλημα του........bridge!!
Το πνευματικό άθλημα που λέγεται και «σκάκι της τράπουλας».
Το οποίο έχει πολλά προτερήματα.
Μπορείς να βρίσκεις καλή παρέα.
Μπορείς να περνάς την ώρα σου ευχάριστα (διότι οι φοιτητές του μαθηματικού Αθήνας ήταν τότε τόσο δραστηριοποιημένοι με τις σπουδές τους, ώστε θεωρούνταν οι πιο επίφοβοι αντίπαλοι … στην πρέφα! Εσύ τουλάχιστον, επιλέγοντας ένα παρόμοιο μεν αλλά κάπως πιο αριστοκρατικό άθλημα, απέφυγες – από τότε! – τον υφέρποντα λαϊκισμό της εποχής).
Μπορείς και να τζογάρεις ολίγον.
Έχει όμως ένα ελάττωμα.
Πρέπει να σκέπτεσαι.
Αυτό δε που μου έμεινε από τότε αξέχαστο, ήταν το βαθυστόχαστο στυλ με το οποίο εξηγούσες τους πολύπλοκους στρατηγικούς συλλογισμούς σου.
Συλλογισμούς τόσο προχωρημένους, που άφηνες άναυδους συντρόφους (στο bridge εννοώ, δεν υπήρχε ΠΑΣΟΚ τότε), ου μην αλλά (άμοιρε!) και αντιπάλους!
Και εφόσον οι αντίπαλοι ηρνούντο σθεναρώς να εμπεδώσουν τους συλλογισμούς αυτούς, επήρχετο το τραγικό αποτέλεσμα: Να χάνεις, επειδή δεν μπορούσες να διανοηθείς και να προβλέψεις τα απαράδεκτα λάθη των αντιπάλων!
Άτυχε παίκτη!!!
Μέχρι εδώ, κανένα πρόβλημα και ελάχιστο ενδιαφέρον. Το πρόβλημα και δυστυχώς και το ενδιαφέρον, παρουσιάζεται όταν όλα τα προηγούμενα, συμπαθή και γραφικά, μεταφέρονται, 30 χρόνια αργότερα, στο χώρο της πολιτικής.
Θα έλεγα, το ίδιο βαθυστόχαστο στυλ μεταφέρεται “copy – paste” όπως λέμε κι εμείς οι Έλληνες.
Η πολιτική όμως, Παντελή παλιέ μου φίλε, δεν είναι bridge. Στην πολιτική ο τζόγος (ή, επί το πολιτικώς ορθότερον, το «διακύβευμα»), έχει συνέπειες στο φτωχό λαό μας. Οι πολιτικές επιλογές δεν έχουν να κάνουν με τις φοιτητικές πενταροδεκάρες των νεανικών μας χρόνων, αλλά με τη ζωή και την ευτυχία, ή τη δυστυχία, του Ελληνικού λαού. Και δεν είναι σωστό να παίζει κάποιος, Παντελή μου, με τα όνειρα και τον πόνο των Ελλήνων.
Και ακόμα χειρότερα, κάπου – κάπου, να γελάει με αυτόν τον πόνο.
Θυμάμαι σε μια επέτειο του Πολυτεχνείου, ήσουνα καλεσμένος σε μια σχετική ραδιοφωνική εκπομπή. Ένας φίλος έκανε τηλεφωνική παρέμβαση και είπε ότι αυτός έδωσε τον ερασιτεχνικό σταθμό του για να ακουστεί η φωνή των φοιτητών. Είπε ακόμα ότι, αν ήξερε την εξέλιξη της ιστορίας, ποτέ δεν θα είχε δώσει το σταθμό και μετανιώνει που τον έδωσε. Και τότε Παντελή, έβαλες κάτι γέλια τρανταχτά..
Που ήταν άραγε το αστείο κι εγώ ο χαζός ακόμα δεν το βλέπω;
Παντελή μου, θα σε πονέσω λίγο ακόμα γιατί θα σου θυμίσω μερικά παλιά πράγματα.
Το 1974 διάλεξες να ακολουθήσεις έναν «ιστορικό ηγέτη» που, μέσα στη δικτατορία είχε την πρωτοφανή άποψη ότι «το κίνημα πέφτει μόνο με κίνημα», προπαγανδίζοντας – από το εξωτερικό! – την ένοπλη ρήξη με το καθεστώς Παπαδόπουλου και βρίσκοντας πολιτικούς συνομιλητές, μεταξύ άλλων απίθανων, την ομάδα «29 Μάη» του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Του ίδιου Γιωτόπουλου που, κατά δική του δήλωση, ζούσε «καταζητούμενος» πάνω από 20 χρόνια ως «Μισέλ» και βέβαια αλώνιζε στους Λειψούς με το περίφημο «κόκκινο σπίτι», ανεξέλεγκτος και ασύδοτος _ με τίνος πλάτες άραγε; - χωρίς να μπορούν να τον κουνήσουν οι κάτοικοι και η τοπική αυτοδιοίκηση.
Τον ίδιο «ιστορικού ηγέτη» που κέρδισε τις εκλογές του ‘81 με το «ζιβάγκο» και με πρόγραμμα την εθνικοποίηση της “ΠΕΣΙΝΕ”, τα 12 μίλια στο Αιγαίο και το «βυθίσατε το ‘ΧΟΡΑ’».
Τον ίδιο που φώναζε από τα μπαλκόνια «θα καταργήσω τις αύρες και τα ΜΑΤ» γιατί, έλεγε, «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά». Εκτός απ το λαό όμως, τη δεξιά τη θυμόντουσαν και ο αλήστου μνήμης Νίκων Αρκουδέας, ο Βοσσινάκης, ο πρύτανις Σταθόπουλος, ο στρατηγός Δροσογιάννης και ο άλλος, ο μακαρίτης, που δεν αναφέρω το σύνθημα με το οποίο έγινε διάσημος, για λόγους ευγένειας. Και βέβαια, Παντελή μου, εφόσον δεν κατόρθωσε ολόκληρος Γιωργάκης να αναστήσει κάποιον νεκρό καταληψία του Χημείου, δεν νομίζω να το πετύχεις εσύ σήμερα.
Τον ίδιο που την ώρα που κραύγαζε «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», απεργαζόταν το Μάαστριχτ, για να κάνει αμέσως μετά την αυτοκριτική του (Από τότε που βγήκε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο).
Τον ίδιο που, ενώ διαδήλωνε «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο Συνδικάτο», υπέγραφε μια σειρά από συμφωνίες που οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια στην αποβιομηχάνιση της χώρας και την ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ.
Τον ίδιο που, καθιερώνοντας τις «αρπαχτές» των κρατικών επιχορηγήσεων στους «ημέτερους», κατάφερε να διαλύσει σε ανεπανόρθωτο βαθμό την οικονομία της χώρας, για νάχει το δικαίωμα σήμερα η Ντόρα να λέει: «Η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας είναι ο τουρισμός!!»
Τον ίδιο που διέλυσε την παιδεία και την έρευνα με τους Νόμους 1268/82 και 1514/85, διαιωνίζοντας και επιτείνοντας τα χάλια των ΑΕΙ και των ερευνητικών μας ιδρυμάτων.
Ναι Παντελή! Αυτόν του ίδιο που με την πολιτική του έκανε πρώτη δύναμη στα ΑΕΙ τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ!!!
Τον ίδιο που κορόιδευε λέγοντας «τι λες ρε Ηλία; Γίνονται τέτοια πράγματα;», όταν ο πολιτευτής του ΠΑΣΟΚ Χατζοπλάκης του κατάγγελνε τις τηλεφωνικές υποκλοπές.
Που καμάρωνε το γνωστό ραδιοσταθμό που ο Γιάννης Ιωάννου αποκαλούσε «Κουράδιο», τον Τόμπρα, το Γερονικολό, τον Γαργαλάκο και το στρατό των πραιτωριανών «Αυριανιστών», φόβητρο όσων τολμούσαν να του κάνουν κριτική.
Και που κατέληξε να τον «καρφώσει» και ο γνωστός Γιώργος Λιάνης, αποκαλώντας τον, μετά θάνατον, «αμοράλ» στο βιβλίο του «Ο τελευταίος αρχηγός».
Και μετά τον κατακλυσμό, Παντελή μου, τι;
Τι κατορθώματα θα κάνετε, εσύ και οι ομοϊδεάτες σου, για να «ξαναμοιράσετε τον πλούτο», σε μια χώρα χρεωμένη για τα επόμενα 100 χρόνια; Που θα βρείτε «πλούτο» να μοιράσετε, όταν ολόκληρη Αμερική δεν μπορεί να αποκαταστήσει τα θύματα του «Κατρίνα»;
Μήπως θα ξανανοίξετε την «Αιγαίο» ή την Πειραϊκή – Πατραϊκή, να βρει δουλειά ο κοσμάκης;
Εξήγησέ μου, πως θα μειώσετε την ανεργία;
Πώς θα αναπτύξετε την οικονομία, σε περίοδο παγκόσμιας κρίσης;
Που θα βρείτε ρευστό για κοινωνική πολιτική;
Τι θα κάνετε για να προστατέψετε τη χώρα μας από τις καταστροφές που φέρνει η υπερθέρμανση του πλανήτη, τις συνέπειες από τις φονικές μεγαφωτιές που μας κάψανε το 2007;
Ακόμα κι αν καταργήσετε το δασοκτόνο νόμο Τζουμάκα, ακόμα κι αν δώσετε λεφτά για την αποκατάσταση της δασικής υπηρεσίας και φροντίσετε για τη σωστή επιστημονική διαχείριση των δασών, δεν νομίζεις, παλιέ μου φίλε, ότι είναι λιγάκι αργά πια; Βρήκες καιρό, ανάμεσα στα βαριά πολιτικά σου καθήκοντα, να πας μια βόλτα στην Πάρνηθα και να κλάψεις μπροστά στα γυμνωμένα, ξασπρισμένα κατσάβραχα, όπου τίποτα δε φυτρώνει, ένα χρόνο μετά;
Έχετε συνειδητοποιήσει, Παντελή μου, τη ζημιά, κοινωνική και οικονομική, που μας έκαναν οι μεγαφωτιές του 2007;
Τι εγγύηση μπορείς να μας δώσεις ότι δεν θα ξανασυμβεί μια ίδια καταστροφή σε κάποια πολύ κοντινή χρονιά;
Τι θα πεις στο νεκρό αγρότη Χαρισόπουλο, που βλέποντας την καταστροφή της αγροτικής οικονομίας, αυτοπυρπολήθηκε στο Κιλελέρ, καταγγέλλοντας την πολιτική του ΠΑΣΟΚ, που ήταν και αυτός μέλος του; Ή μήπως δεν ήταν ο «ιστορικός ηγέτης» που πριν το ’81 πρόβλεπε τη δραματική μείωση της αγροτικής τάξης στα πλαίσια της τότε ΕΟΚ και μετά το ’81 έσπρωξε ο ίδιος με την πολιτική του τη διάλυση, με το περίφημο καθεστώς των «επιδοτήσεων». Ή μήπως δεν ήταν ο πρώτος που άνοιξε το δρόμο στο ξερίζωμα των ελιών και των αμπελιών, για να φυτέψουμε (μεταλλαγμένη;) σόγια και … «αρωματικά βότανα», σύμφωνα με τα πλάνα της ΕΕ;
Και τώρα τι ζητάς; Να ξαναφυτέψεις τις ελιές;
Παντελή, φίλε μου αλησμόνητε, ο λαός λέει «με πορδές δεν βάφονται αβγά». Ο λαός θέλει έργα, όχι λόγια. Και τα έργα δεν μπορεί να του τα προσφέρει το δικομματικό παραμύθι.
Ούτε καν καμιά καραμελίτσα, μπας και γλυκαθεί να σας ψηφίσει, Παντελή μου… Ο λαός τώρα πια ούτε μασάει ούτε πιπιλάει.
Παντελή, παλιέ μου φίλε, μην κουράζεσαι με άχρηστές «εμπάς». Σ’ αυτό το μοίρασμα, οι Ρηγάδες είναι όλοι ανάποδα, άτυχε…
Και τέλος πάντων, εγώ καλά κοιμόμουνα, γιατί μου μπουμπουνάς ξαφνικά την περίφημη «ΑΛΛΑΓΗ»; Μου θυμίζεις διάφορα τώρα! Θες να αποκτήσω εφιάλτες;
Με αγάπη.
Γιάννης Μπακόπουλος
“Καλώς ναρθούν και του Κουτσόγιωργα οι δασύτριχοι πολίτες
και οι γνωστοί ιθαγενείς, της Αυριανής οι τρωγλοδύτες”
Διονύσης Σαββόπουλος
Πρωί-πρωί άνοιξα τη zougla.gr στη στήλη «ΑΠΟΨΕΙΣ» και ομολογώ με πλημμύρισε η νοσταλγία.
(Διαβάστε:
http://www.zougla.gr/news.php?id=13119)
Πήγα πίσω στα χρόνια της δικτατορίας. Τότε που αγωνιζόμαστε στον ίδιο αγώνα.
Αλήθεια, που αγωνιζόμαστε;
Μα που αλλού; Στη Λέσχη Νέων της ΕΛΠΑ!
Και ποιος ήταν ο αγώνας;
Μα, το γνωστό πνευματικό άθλημα του........bridge!!
Το πνευματικό άθλημα που λέγεται και «σκάκι της τράπουλας».
Το οποίο έχει πολλά προτερήματα.
Μπορείς να βρίσκεις καλή παρέα.
Μπορείς να περνάς την ώρα σου ευχάριστα (διότι οι φοιτητές του μαθηματικού Αθήνας ήταν τότε τόσο δραστηριοποιημένοι με τις σπουδές τους, ώστε θεωρούνταν οι πιο επίφοβοι αντίπαλοι … στην πρέφα! Εσύ τουλάχιστον, επιλέγοντας ένα παρόμοιο μεν αλλά κάπως πιο αριστοκρατικό άθλημα, απέφυγες – από τότε! – τον υφέρποντα λαϊκισμό της εποχής).
Μπορείς και να τζογάρεις ολίγον.
Έχει όμως ένα ελάττωμα.
Πρέπει να σκέπτεσαι.
Αυτό δε που μου έμεινε από τότε αξέχαστο, ήταν το βαθυστόχαστο στυλ με το οποίο εξηγούσες τους πολύπλοκους στρατηγικούς συλλογισμούς σου.
Συλλογισμούς τόσο προχωρημένους, που άφηνες άναυδους συντρόφους (στο bridge εννοώ, δεν υπήρχε ΠΑΣΟΚ τότε), ου μην αλλά (άμοιρε!) και αντιπάλους!
Και εφόσον οι αντίπαλοι ηρνούντο σθεναρώς να εμπεδώσουν τους συλλογισμούς αυτούς, επήρχετο το τραγικό αποτέλεσμα: Να χάνεις, επειδή δεν μπορούσες να διανοηθείς και να προβλέψεις τα απαράδεκτα λάθη των αντιπάλων!
Άτυχε παίκτη!!!
Μέχρι εδώ, κανένα πρόβλημα και ελάχιστο ενδιαφέρον. Το πρόβλημα και δυστυχώς και το ενδιαφέρον, παρουσιάζεται όταν όλα τα προηγούμενα, συμπαθή και γραφικά, μεταφέρονται, 30 χρόνια αργότερα, στο χώρο της πολιτικής.
Θα έλεγα, το ίδιο βαθυστόχαστο στυλ μεταφέρεται “copy – paste” όπως λέμε κι εμείς οι Έλληνες.
Η πολιτική όμως, Παντελή παλιέ μου φίλε, δεν είναι bridge. Στην πολιτική ο τζόγος (ή, επί το πολιτικώς ορθότερον, το «διακύβευμα»), έχει συνέπειες στο φτωχό λαό μας. Οι πολιτικές επιλογές δεν έχουν να κάνουν με τις φοιτητικές πενταροδεκάρες των νεανικών μας χρόνων, αλλά με τη ζωή και την ευτυχία, ή τη δυστυχία, του Ελληνικού λαού. Και δεν είναι σωστό να παίζει κάποιος, Παντελή μου, με τα όνειρα και τον πόνο των Ελλήνων.
Και ακόμα χειρότερα, κάπου – κάπου, να γελάει με αυτόν τον πόνο.
Θυμάμαι σε μια επέτειο του Πολυτεχνείου, ήσουνα καλεσμένος σε μια σχετική ραδιοφωνική εκπομπή. Ένας φίλος έκανε τηλεφωνική παρέμβαση και είπε ότι αυτός έδωσε τον ερασιτεχνικό σταθμό του για να ακουστεί η φωνή των φοιτητών. Είπε ακόμα ότι, αν ήξερε την εξέλιξη της ιστορίας, ποτέ δεν θα είχε δώσει το σταθμό και μετανιώνει που τον έδωσε. Και τότε Παντελή, έβαλες κάτι γέλια τρανταχτά..
Που ήταν άραγε το αστείο κι εγώ ο χαζός ακόμα δεν το βλέπω;
Παντελή μου, θα σε πονέσω λίγο ακόμα γιατί θα σου θυμίσω μερικά παλιά πράγματα.
Το 1974 διάλεξες να ακολουθήσεις έναν «ιστορικό ηγέτη» που, μέσα στη δικτατορία είχε την πρωτοφανή άποψη ότι «το κίνημα πέφτει μόνο με κίνημα», προπαγανδίζοντας – από το εξωτερικό! – την ένοπλη ρήξη με το καθεστώς Παπαδόπουλου και βρίσκοντας πολιτικούς συνομιλητές, μεταξύ άλλων απίθανων, την ομάδα «29 Μάη» του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Του ίδιου Γιωτόπουλου που, κατά δική του δήλωση, ζούσε «καταζητούμενος» πάνω από 20 χρόνια ως «Μισέλ» και βέβαια αλώνιζε στους Λειψούς με το περίφημο «κόκκινο σπίτι», ανεξέλεγκτος και ασύδοτος _ με τίνος πλάτες άραγε; - χωρίς να μπορούν να τον κουνήσουν οι κάτοικοι και η τοπική αυτοδιοίκηση.
Τον ίδιο «ιστορικού ηγέτη» που κέρδισε τις εκλογές του ‘81 με το «ζιβάγκο» και με πρόγραμμα την εθνικοποίηση της “ΠΕΣΙΝΕ”, τα 12 μίλια στο Αιγαίο και το «βυθίσατε το ‘ΧΟΡΑ’».
Τον ίδιο που φώναζε από τα μπαλκόνια «θα καταργήσω τις αύρες και τα ΜΑΤ» γιατί, έλεγε, «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά». Εκτός απ το λαό όμως, τη δεξιά τη θυμόντουσαν και ο αλήστου μνήμης Νίκων Αρκουδέας, ο Βοσσινάκης, ο πρύτανις Σταθόπουλος, ο στρατηγός Δροσογιάννης και ο άλλος, ο μακαρίτης, που δεν αναφέρω το σύνθημα με το οποίο έγινε διάσημος, για λόγους ευγένειας. Και βέβαια, Παντελή μου, εφόσον δεν κατόρθωσε ολόκληρος Γιωργάκης να αναστήσει κάποιον νεκρό καταληψία του Χημείου, δεν νομίζω να το πετύχεις εσύ σήμερα.
Τον ίδιο που την ώρα που κραύγαζε «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», απεργαζόταν το Μάαστριχτ, για να κάνει αμέσως μετά την αυτοκριτική του (Από τότε που βγήκε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο).
Τον ίδιο που, ενώ διαδήλωνε «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο Συνδικάτο», υπέγραφε μια σειρά από συμφωνίες που οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια στην αποβιομηχάνιση της χώρας και την ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ.
Τον ίδιο που, καθιερώνοντας τις «αρπαχτές» των κρατικών επιχορηγήσεων στους «ημέτερους», κατάφερε να διαλύσει σε ανεπανόρθωτο βαθμό την οικονομία της χώρας, για νάχει το δικαίωμα σήμερα η Ντόρα να λέει: «Η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας είναι ο τουρισμός!!»
Τον ίδιο που διέλυσε την παιδεία και την έρευνα με τους Νόμους 1268/82 και 1514/85, διαιωνίζοντας και επιτείνοντας τα χάλια των ΑΕΙ και των ερευνητικών μας ιδρυμάτων.
Ναι Παντελή! Αυτόν του ίδιο που με την πολιτική του έκανε πρώτη δύναμη στα ΑΕΙ τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ!!!
Τον ίδιο που κορόιδευε λέγοντας «τι λες ρε Ηλία; Γίνονται τέτοια πράγματα;», όταν ο πολιτευτής του ΠΑΣΟΚ Χατζοπλάκης του κατάγγελνε τις τηλεφωνικές υποκλοπές.
Που καμάρωνε το γνωστό ραδιοσταθμό που ο Γιάννης Ιωάννου αποκαλούσε «Κουράδιο», τον Τόμπρα, το Γερονικολό, τον Γαργαλάκο και το στρατό των πραιτωριανών «Αυριανιστών», φόβητρο όσων τολμούσαν να του κάνουν κριτική.
Και που κατέληξε να τον «καρφώσει» και ο γνωστός Γιώργος Λιάνης, αποκαλώντας τον, μετά θάνατον, «αμοράλ» στο βιβλίο του «Ο τελευταίος αρχηγός».
Και μετά τον κατακλυσμό, Παντελή μου, τι;
Τι κατορθώματα θα κάνετε, εσύ και οι ομοϊδεάτες σου, για να «ξαναμοιράσετε τον πλούτο», σε μια χώρα χρεωμένη για τα επόμενα 100 χρόνια; Που θα βρείτε «πλούτο» να μοιράσετε, όταν ολόκληρη Αμερική δεν μπορεί να αποκαταστήσει τα θύματα του «Κατρίνα»;
Μήπως θα ξανανοίξετε την «Αιγαίο» ή την Πειραϊκή – Πατραϊκή, να βρει δουλειά ο κοσμάκης;
Εξήγησέ μου, πως θα μειώσετε την ανεργία;
Πώς θα αναπτύξετε την οικονομία, σε περίοδο παγκόσμιας κρίσης;
Που θα βρείτε ρευστό για κοινωνική πολιτική;
Τι θα κάνετε για να προστατέψετε τη χώρα μας από τις καταστροφές που φέρνει η υπερθέρμανση του πλανήτη, τις συνέπειες από τις φονικές μεγαφωτιές που μας κάψανε το 2007;
Ακόμα κι αν καταργήσετε το δασοκτόνο νόμο Τζουμάκα, ακόμα κι αν δώσετε λεφτά για την αποκατάσταση της δασικής υπηρεσίας και φροντίσετε για τη σωστή επιστημονική διαχείριση των δασών, δεν νομίζεις, παλιέ μου φίλε, ότι είναι λιγάκι αργά πια; Βρήκες καιρό, ανάμεσα στα βαριά πολιτικά σου καθήκοντα, να πας μια βόλτα στην Πάρνηθα και να κλάψεις μπροστά στα γυμνωμένα, ξασπρισμένα κατσάβραχα, όπου τίποτα δε φυτρώνει, ένα χρόνο μετά;
Έχετε συνειδητοποιήσει, Παντελή μου, τη ζημιά, κοινωνική και οικονομική, που μας έκαναν οι μεγαφωτιές του 2007;
Τι εγγύηση μπορείς να μας δώσεις ότι δεν θα ξανασυμβεί μια ίδια καταστροφή σε κάποια πολύ κοντινή χρονιά;
Τι θα πεις στο νεκρό αγρότη Χαρισόπουλο, που βλέποντας την καταστροφή της αγροτικής οικονομίας, αυτοπυρπολήθηκε στο Κιλελέρ, καταγγέλλοντας την πολιτική του ΠΑΣΟΚ, που ήταν και αυτός μέλος του; Ή μήπως δεν ήταν ο «ιστορικός ηγέτης» που πριν το ’81 πρόβλεπε τη δραματική μείωση της αγροτικής τάξης στα πλαίσια της τότε ΕΟΚ και μετά το ’81 έσπρωξε ο ίδιος με την πολιτική του τη διάλυση, με το περίφημο καθεστώς των «επιδοτήσεων». Ή μήπως δεν ήταν ο πρώτος που άνοιξε το δρόμο στο ξερίζωμα των ελιών και των αμπελιών, για να φυτέψουμε (μεταλλαγμένη;) σόγια και … «αρωματικά βότανα», σύμφωνα με τα πλάνα της ΕΕ;
Και τώρα τι ζητάς; Να ξαναφυτέψεις τις ελιές;
Παντελή, φίλε μου αλησμόνητε, ο λαός λέει «με πορδές δεν βάφονται αβγά». Ο λαός θέλει έργα, όχι λόγια. Και τα έργα δεν μπορεί να του τα προσφέρει το δικομματικό παραμύθι.
Ούτε καν καμιά καραμελίτσα, μπας και γλυκαθεί να σας ψηφίσει, Παντελή μου… Ο λαός τώρα πια ούτε μασάει ούτε πιπιλάει.
Παντελή, παλιέ μου φίλε, μην κουράζεσαι με άχρηστές «εμπάς». Σ’ αυτό το μοίρασμα, οι Ρηγάδες είναι όλοι ανάποδα, άτυχε…
Και τέλος πάντων, εγώ καλά κοιμόμουνα, γιατί μου μπουμπουνάς ξαφνικά την περίφημη «ΑΛΛΑΓΗ»; Μου θυμίζεις διάφορα τώρα! Θες να αποκτήσω εφιάλτες;
Με αγάπη.
Γιάννης Μπακόπουλος