ΤΗΕ ΝΕW ΥΟRΚ ΤΙΜΕS , Του ΜΙCΗΑΕL LUΟ
Αντιπρόεδροι μεγάλων εταιρειών, αρχιτέκτονες, στελέχη επιχειρήσεων ΜΜΕ καθαρίζουν σήμερα γραφεία, σηκώνουν τηλέφωνα και κάνουν κακοπληρωμένες δουλειές μερικής απασχόλησης προκειμένου να επιβιώσουν. Στη σημερινή Αμερική, με την ανεργία να σκαρφαλώνει στο 8,1%, όπως ανακοινώθηκε χθες- στο υψηλότερο ποσοστό της τελευταίας 25ετίας- είναι πολλές οι ιστορίες που δείχνουν πόσο εύκολα μπορεί να κανείς να γίνει από δήμαρχος κλητήρας.
ΜΑΡΚ ΚΟΥΠΕΡ
52 ΕΤΩΝ, ΑΡΙΖΟΝΑ
O Μαρκ Κούπερ αρχίζει την ημέρα του στη δουλειά καθαρίζοντας τα πόμολα των γραφείων ενός κτιρίου, αφού πρώτα ξεσκονίσει και σφουγγαρίσει τον διάδρομο. Πριν από 9 μήνες... έχασε τη δουλειά του ως υπεύθυνος ασφαλείας μιας από τις 500 μεγαλύτερες εταιρείες των ΗΠΑ. Διαχειριζόταν έναν προϋπολογισμό ύψους 1,2 εκατ. δολαρίων και ο μισθός του ξεπερνούσε τις 70.000 δολάρια ετησίως (περίπου 4.600 ευρώ τον μήνα). Τώρα είναι ευγνώμων που μπορεί να κερδίζει 12 δολάρια την ώρα σε μια «δουλειά επιβίωσης» στην οποία τον προσέλαβε ένας φίλος του που έχει συνεργεία καθαρισμού.
«Πρέπει να καταπολεμώ καθημερινά την απόγνωση, την α πογοήτευση, την κατάθλιψη», λέει ο Κούπερ, ο οποίος εργάζεται 5 ημέρες την εβδομάδα, από τις 9 το πρωί έως τις 6 το απόγευμα και αυτήν τη στιγμή δεν καταγράφεται ως άνεργος. Όμως η πτώση του στην οικονομική κλίμακα είναι μία από τις πιο ανησυχητικές και συχνά κρυφές πτυχές της κρίσης. Αυτήν τη στιγμή δεν είναι ξεκάθαρο πόσοι επαγγελματίες όπως ο Κούπερ έχουν αναγκαστεί να καταφύγουν σε τέτοιες δυσεύρετες δουλειές με πολύ λίγα χρήματα.
Περίπου 1,7 εκατ. Αμερικανοί καταγράφηκαν ως εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης τον Φεβρουάριο επειδή δεν μπορούσαν να βρουν πλήρη απασχόληση- αύξηση 40% σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2007, όταν άρχισε η ύφεση.
Οι ειδικοί συμφωνούν ότι όσο διαρκεί η οικονομική κρίση και μόλις σταματήσουν τα επιδόματα ανεργίας, η περίπτωση του Μαρκ Κούπερ θα γίνει πλέον κανόνας. Και όπως λέει ο Κούπερ «η ψυχολογική προσαρμογή είναι εξίσου δύσκολη με την οικονομική, καθώς η αίσθηση της προσωπικής αξίας χάνεται. Η αλλαγή δεν επηρεάζει μόνο το πορτοφόλι αλλά και την ψυχή».
Η δεινή οικονομική κατάσταση είναι που αναγκάζει τον Κούπερ να ξυπνά κάθε πρωί στις 4 στο σπίτι του στην Αριζόνα και αφότου προσευχηθεί να αφιερώνει δύο ώρες σε αναζήτηση δουλειάς στο Ίντερνετ, τηλεφωνήματα και αποστολή βιογραφικών. «Μερικές φορές δεν αντέχω και ξεσπάω σε κλάματα», λέει. «Σκέφτομαι, κοίτα πού κατάντησα». Όμως η σύζυγός του, που παραδέχεται ότι αρχικά ντρεπόταν για τη δουλειά του, διευκρινίζει ότι τώρα αισθάνεται πιο καλά. «Δεν υπάρχει καμία ντροπή», τονίζει. «Είμαι περήφανη για τον άνδρα μου, για το ότι κάνει ό,τι μπορεί και ό,τι χρειάζεται προκειμένου να προσφέρει στην οικογένειά του. Ακόμα και εάν είναι να σκουπίζει πατώματα και να καθαρίζει τουαλέτες».
«Είναι χειρότερο και από τον θάνατο της μάνας μου»
«Είναι σαν να ξεφλουδίζεις ένα σάπιο κρεμμύδι», λέει η Αμ Αρλτ από το Τενεσί, που πρόσφατα άρχισε να δουλεύει στην εξυπηρέτηση πελατών μιας διαδικτυακής υπηρεσίας έπειτα από 20 χρόνια ως στέλεχος μεγάλων εταιρειών ΜΜΕ. «Με κάθε στρώμα που ξεφλουδίζεις, ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο για τον εαυτό σου. Πρέπει να προσαρμοστείς, θέλεις δεν θέλεις». Όταν η 53χρονη Αρλτ έκανε αίτηση για τη δουλειά έστειλε ένα ταπεινό βιογραφικό στο οποίο δεν ανέφερε την 20χρονη πείρα της, ούτε το γεγονός ότι είχε φθάσει να γίνει αντιπρόεδρος σε μια μεγάλη επιχείρηση με μισθό 165.000 δολάρια τον χρόνο. Στη νέα της εργασία κερδίζει 10-15 δολάρια την ώρα. Παρ΄ ότι έχει χάσει κάποιους φίλους επειδή δεν ανήκει πλέον στον κοινωνικό τους κύκλο, η Αρλτ λέει ότι είναι χαρούμενη που πλέον δεν κάθεται σπίτι να σκέφτεται: «Γιατί δεν μου τηλεφώνησαν σήμερα;». Ο καινούργιος της μισθός καλύπτει τις δόσεις της υποθήκης του σπιτιού αλλά όχι και τις άλλες υποχρεώσεις της. Πρόσφατα απέσυρε όλα τα χρήματα από τη συνταξιοδοτική της ασφάλιση- 17.000 δολάρια. «Αυτό που ζω είναι το πιο σκληρό πράγμα που έχω βιώσει στη ζωή μου», λέει. «Είναι πιο σκληρό από το διαζύγιό μου, χειρότερο ακόμα και από τον θάνατο της μάνας μου».
Ψάχνοντας για δουλειά επιβίωσης
O 51χρονος Τζον Έλερ, από τη Μοντάνα, είναι απόδειξη του πόσο δύσκολα μπορεί να κρατήσει σήμερα κάποιος τη δουλειά του, ακόμα και αν είναι κακοπληρωμένη. Μέχρι το 2002 ο Έλερ ήταν διευθυντής στην τηλεφωνική εταιρεία Sprint, κέρδιζε 150.000 δολάρια τον χρόνο και ήταν υπεύθυνος για 7.000 εργαζομένους. Έναν χρόνο αργότερα βρήκε άλλη δουλειά, με τα μισά λεφτά ως επικεφαλής τηλεφωνικού κέντρου στο Νιου Τζέρσι. Έπειτα από δύο χρόνια η εταιρεία έκλεισε και έμεινε άνεργος για έναν χρόνο πριν ξεκινήσει να δουλεύει για μια παρόμοια επιχείρηση. Έπειτα από έναν χρόνο έκλεισε και αυτή και δεν έβρισκε εργασία για αρκετούς μήνες. Τον Ιούλιο του 2007 άρχισε να εργάζεται ως φούρναρης για 10 δολάρια την ώρα. Τον απέλυσαν τον προηγούμενο Οκτώβριο λόγω περικοπών. Βρήκε νέα «δουλειά επιβίωσης» ως υπεύθυνος της νυχτερινής βάρδιας. Με μισθό 34.000 δολάρια τον χρόνο και 8 παιδιά, η οικογένεια ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ο Έλερ δεν έχει κατορθώσει να πληρώσει τις δόσεις του στεγαστικού δανείου εδώ και 6 μήνες και η τράπεζα απειλεί με κατάσχεση. «Σπάω το κεφάλι μου να βρω τρόπους να κερδίσω χρήματα», λέει απελπισμένος.
«Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω...».
TA NEA