Κάποτε ήταν μια κοπέλα τυφλή. Μισούσε τον εαυτό της που ήταν τυφλή. Μισούσε τον καθένα, εκτός από τον αγαπημένο της καθώς αυτός ήταν πάντα εκεί δίπλα της για κάθε ανάγκη και επιθυμία της καθώς την αγαπούσε πολύ. Του είχε πει πολλές φορές ότι αν μια μέρα γινόταν ένα θαύμα και θα μπορούσενα δει τον κόσμο, τότε θα τον παντρευόταν!
Μια μέρα κάποιος της δώρισε δυο μάτια και τελικά μπόρεσε να δει τον κόσμοπου τόσο πολύ ήθελε. Είδε και τον αγαπημένο της.
Στο Νοσοκομείο εκείνος την ρώτησε γεμάτος χαρά: «τώρα που μπορείς να δεις τον κόσμο, θα με παντρευτείς;»
Η κοπέλα έκπληκτη διαπίστωσε ότι ο αγαπημένος της ήταν... κι αυτός τυφλός και σοκαρισμένη από το γεγονός αρνήθηκε να τον παντρευτεί. Το αγόρι απομακρύνθηκε με δάκρυα να τρέχουν από τις κόγχες των ματιών του και αργότερα της έστειλε ένα σημείωμα όπου έγραφε απλά μια μόνο αράδα: «Αγαπημένη μου, σε παρακαλώ, να φροντίζεις τα μάτια μου...»
Για την αντιγραφή Γ.Πιπερόπουλος