ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ
του Βασίλη Χασιώτη, Οικονομολόγου
Αθήνα 23-9-2009, για το taxalia
Δεν υπάρχει πιο βίαια διαφωνία όσο εκείνη μεταξύ ανθρώπων που αποδέχτηκαν μια ιδέα χτες κι εκείνων που θα αποδεχτούν την ίδια ιδέα αύριο.
Christopher Morley
Κάτω οι σημαίες στις λεωφόρους που παρελάσαμε
Άλλαξαν λέει τα’ ανεμολόγια και οι ορίζοντες
Μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται και που γελάσαμε
Τώρα δημόσια θα έχουν μικρόφωνο μόνο οι γνωρίζοντες
Κώστας Τριπολίτης
Το ερώτημα των δημοσκόπων ήταν σαφές : «Ανεξάρτητα από τι ψηφίζετε, ποια κυβέρνηση νομίζετε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα προβλήματα της χώρας; Μια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ή μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας;» Στο ερώτημα αυτό έλαβον :
ΠΑΣΟΚ : 28%
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ : 24%
ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ : 2%
ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ : 48%
ΔΓ/ΔΑ : 3%
(Πηγή : Public Issue : τηλεφωνική έρευνα 7-8/9/2009)
Λοιπόν, επειδή δεν είμαι πολιτικός, θα είμαι και περιεκτικός.
Η παραπάνω έρευνα, τα αληθή λέγει, αναφερόμενη στο ζήτημα αυτό.
Μάλιστα, με βάση τις δικές μου «έρευνες», που επαναλαμβάνονται καθημερινά στο χώρο δουλειάς μου, στις κοινωνικές μου επαφές, στον ευρύτερο οικογενειακό μου περίγυρο, μπορώ χωρίς δυσκολία να βεβαιώσω, πως τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα (δηλαδή ακόμα πιο απαξιωτικά) για τα δυο κόμματα εξουσίας, που σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορέσουμε να αποφύγουμε να μας κυβερνήσει το ένα από τα δυο. Έτσι, όταν π.χ., ρωτάω πολλούς (σημειώστε : πολλούς, όχι λίγους) από τους συνομιλητές μου που δεν δηλώνουν αμέσως τον κανένα ως τον πιο «κατάλληλο» ηγέτη, μα αφού προηγούμενα έδωσαν την εμπιστοσύνη τους στο ένα ή το άλλο κόμμα εξουσίας, τους ρωτώ : «καλά, πες ότι δεν βγαίνει το ΠΑΣΟΚ (ή η ΝΔ ανάλογα με τον συνομιλητή), πιστεύεις ότι η ΝΔ (ή το ΠΑΣΟΚ, ανάλογα), μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα;», τότε πολλοί απ’ αυτούς επιλέγουν τον «κανένα». Με δυο λόγια, αν προσθέσουμε στο 48% αυτών που απορρίπτουν και τους δυο, κι αυτούς που λένε «ή εμείς ή το χάος», τότε αυτό το 48% μπορεί να φτάσει και σε ποσοστά που κανένα κόμμα εξουσίας δεν είδε ποτέ στην Ελλάδα, αφού στην ουσία το «χάος» θα πριμοδοτήσει τον κανένα σαν δεύτερη επιλογή.
Τα δυο κόμματα εξουσίας, δεν θα πρέπει να έχουν καμία αυταπάτη, ότι ο λαός θα επιλέξει γι’ ακόμα μια φορά, τον έναν από τους δυο στη λογική του «ο μη χείρων βέλτιστος», που βέβαια μόνο «βέλτιστος» δεν είναι. Το καθένα από τα δυο κόμματα πιστεύει για το άλλο ότι η μόνη του χρησιμότητα είναι να φεύγει όταν είναι στην εξουσία και να μένει στην αξιωματική αντιπολίτευση όταν βρίσκεται εκεί, θάλεγα μάλιστα ότι η εν γένει εκλογική συμπεριφορά της κοινωνίας, που ενώ είναι σφόδρα απογοητευμένη «κι απ’ τους δυο’, εν τούτοις, επιλέγει πάντα τον ένα απ’ τους δυο για να κυβερνήσει και μάλιστα αυτοδύναμα. Πρόκειται για ένα παραλογισμό! Το δε αίτημα της καθολικής πολιτικής ανανέωσης του τόπου, συμπίπτει απόλυτα με το παραπάνω «παράλογο» συμπέρασμα! Το δυστύχημα είναι, ότι ο λαός, δεν αξιολόγησε για κάποιο λόγο ακόμα τούτο το μήνυμα. Και το μήνυμα είναι ότι όταν δεν βρίσκεις από την υπάρχουσα δεξαμενή του πολιτικού κεφαλαίου που η κάθε χώρα διαθέτει, το κατά τη κρίση σου καλύτερο «υλικό», τότε, ο «κανένας» θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί και ονοματισθεί το γρηγορότερο δυνατό.
Όμως μέχρι τότε, αλλά και ανεξάρτητα απ’ αυτό, τα παραπάνω ευρήματα δείχνουν κάτι. Ότι κανένα από τα δυο κόμματα εξουσίας δεν έχει την ουσιαστική (όχι δηλαδή την νομική) νομιμοποίηση να παίρνει και να πάρει αύριο αποφάσεις εθνικά κρίσιμες, είτε αυτές αφορούν την οικονομία, είτε την εξωτερική πολιτική, είτε άλλες.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει η αυριανή κυβέρνηση της 5ης Οκτωβρίου, δεν θα πρέπει να ξεχνά. Δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι είναι μια ακόμα εκλογική νίκη που βασίζεται στην ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ που απευθύνεται ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ (τον ηττημένο) και όχι στη συνειδητή γνώση του προβαλλόμενου κυβερνητικού προγράμματος του νικητή, μάλιστα δε, θάλεγα, ότι είναι ελάχιστοι εκείνοι που πράγματι αφιέρωσαν λίγο χρόνο για να διαβάσουν όλες τις γραμμές του κειμένου που γεμίζουν το βιβλιαράκι του κυβερνητικού προγράμματος. Έτσι, δεν είναι διόλου περίεργο που πολύ σύντομα ο ίδιος λαός αρχίζει να χρεώνει με δυσαρέσκεια τους «νέους», και όσο περισσότερη δυσαρέσκεια πλέον διοχετεύεται προς τη μια παράταξη εξουσίας, ίση δόση δυσαρέσκειας αφαιρείται από την άλλη.
Είναι αυτό λύση; Μα δεν μιλώ για «λύση». Περιγράφω μια παθογένεια… Ίσως το ισχυρό σοκ να μην ήλθε ακόμα ώστε να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα μεγάλα προβλήματα του τόπου δεν λύνονται με μεταγγίσεις δυσαρέσκειας από το ένα κόμμα εξουσίας στο άλλο, μα με μια πραγματική και ουσιαστική ανατροπή των κομματικών και ευρύτερα πολιτικών συσχετισμών. Η ψήφος είναι ένα όπλο στο χέρι του ψηφοφόρου, και κανένα άλλο όπλο δεν θα ήταν ισχυρότερο απ’ αυτό αν ο ψηφοφόρος τη χρησιμοποιούσε σωστά. Κανένα ρεβόλβερ που ρίχνει αδέσποτες –ή μη- σφαίρες κατά δικαίων και αδίκων –αν και εξορισμού πάντα αυτές οι σφαίρες είναι άδικες και παράλογες- δεν μπορεί να πετύχει ό,τι η «σφαίρα» της ψήφου, εκεί πίσω από το παραβάν. Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι όσοι έχουν το σχετικό συμφέρον, μεριμνούν ώστε ο ψηφοφόρος να αχρηστέψει μόνος του αυτό το όπλο που βρίσκεται στα χέρια του με τρόπο νόμιμο και δημοκρατικό. Πώς γίνεται αυτό; Είναι ένα ερώτημα που απαιτεί μια ξεχωριστή προσέγγιση που δεν είναι του παρόντος. Είναι ένα ερώτημα που η απάντηση του οποίου βρίσκεται μέσα στη διαδικασία της αλλοτρίωσης και πνευματικής χειραγώγησης ολόκληρων λαών (δεν είναι ένα θέμα αποκλειστικά δικό μας).
Η αυριανή λοιπόν κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει αποφάσεις σε σημαντικά από άποψη εθνικού ή γενικότερου δημοσίου συμφέροντος ζητήματα που ήδη φτάσαν στην ωρίμανσή τους, και επομένως, δεν μπορεί να μη ληφθούν τέτοιες αποφάσεις. Τέτοια ζητήματα είναι ενδεικτικά
* το Σκοπιανό,
* το Κυπριακό,
* το ζήτημα της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και η στάση μας σ’ αυτό το θέμα όπως και σε άλλες πτυχές των ελληνοτουρκικών διαφορών, κύρια των δήθεν «συνοριακών και άλλων διαφορών»
* το ζήτημα των δήθεν μειονοτήτων
* το ζήτημα της μετανάστευσης και της λαθρομετανάστευσης,
* το ασφαλιστικό,
* το φορολογικό,
* το εκπαιδευτικό, και άλλα.
Μια δημοψηφισματικού χαρακτήρα προσφυγή στη λαϊκή βούληση για θέματα κρίσιμα που ως χαίνουσες πληγές έχει αποδεχτεί ότι καμία κυβέρνηση, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, δεν μπόρεσε να δώσει μακροπρόθεσμες λύσεις, πιστεύω ότι επιτέλους θα παράσχει όλη εκείνη την γενικότερη νομιμοποίηση που οι κυβερνήσεις αναζητούν αλλά ποτέ δεν επιδιώκουν να την λάβουν ώστε να προχωρήσουν τα όποια μεταρρυθμιστικά τους προγράμματα ή στην υιοθέτηση της όποιας στάσης στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών μας σχέσεων. Και βεβαίως δεν επιδιώκουν να τη λάβουν, διότι ξέρουν πολύ καλά, ότι τα μεταρρυθμιστικά τους προγράμματα ή οι υιοθετούμενες στα διεθνή ζητήματα στάσεις τους, δεν είναι συμβατές με ό,τι ο λαός εννοεί ως «μεταρρύθμιση» ή ως «εθνικά επιβεβλημένη στάση».
Ήρθε επομένως η ώρα, οι κυβερνήσεις μας να αρχίσουν μια πορεία παράλληλης σύμπλευσης με το λαό, και όχι πορείες αποκλίνουσες ακολουθώντας άλλα συμφέροντα και άλλες σκοπιμότητες.
Ήρθε επομένως η ώρα, να είναι κυβερνήσεις των συμφερόντων και των απόψεων των πολλών, και όχι των λίγων. Λέγουν ότι υπηρετούν τους πολλούς και όχι τους λίγους. Οι πολλοί προβάλουν ενστάσεις και αντιρρήσεις.
Ήρθε επομένως η ώρα, ο λαός να μην αντιμετωπίζεται σαν ανώριμος, αλλά ότι η λαϊκή συμβατική σοφία, υπερέχει κατά πολύ, τουλάχιστον με τα νυν δεδομένα στο θέμα των πολιτικών μας ηγεσιών, από την υποτιθέμενη σοφία όσων διεκδικούν ηγετικούς ρόλους στο εθνικό γίγνεσθαι.
Ήρθε επομένως η ώρα μας.
Ήρθε όμως;
Ή πρέπει να περιμένουμε κάμποσο ακόμα;
Οψόμεθα!
Christopher Morley
Κάτω οι σημαίες στις λεωφόρους που παρελάσαμε
Άλλαξαν λέει τα’ ανεμολόγια και οι ορίζοντες
Μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται και που γελάσαμε
Τώρα δημόσια θα έχουν μικρόφωνο μόνο οι γνωρίζοντες
Κώστας Τριπολίτης
Το ερώτημα των δημοσκόπων ήταν σαφές : «Ανεξάρτητα από τι ψηφίζετε, ποια κυβέρνηση νομίζετε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα προβλήματα της χώρας; Μια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ή μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας;» Στο ερώτημα αυτό έλαβον :
ΠΑΣΟΚ : 28%
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ : 24%
ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ : 2%
ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ : 48%
ΔΓ/ΔΑ : 3%
(Πηγή : Public Issue : τηλεφωνική έρευνα 7-8/9/2009)
Λοιπόν, επειδή δεν είμαι πολιτικός, θα είμαι και περιεκτικός.
Η παραπάνω έρευνα, τα αληθή λέγει, αναφερόμενη στο ζήτημα αυτό.
Μάλιστα, με βάση τις δικές μου «έρευνες», που επαναλαμβάνονται καθημερινά στο χώρο δουλειάς μου, στις κοινωνικές μου επαφές, στον ευρύτερο οικογενειακό μου περίγυρο, μπορώ χωρίς δυσκολία να βεβαιώσω, πως τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα (δηλαδή ακόμα πιο απαξιωτικά) για τα δυο κόμματα εξουσίας, που σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορέσουμε να αποφύγουμε να μας κυβερνήσει το ένα από τα δυο. Έτσι, όταν π.χ., ρωτάω πολλούς (σημειώστε : πολλούς, όχι λίγους) από τους συνομιλητές μου που δεν δηλώνουν αμέσως τον κανένα ως τον πιο «κατάλληλο» ηγέτη, μα αφού προηγούμενα έδωσαν την εμπιστοσύνη τους στο ένα ή το άλλο κόμμα εξουσίας, τους ρωτώ : «καλά, πες ότι δεν βγαίνει το ΠΑΣΟΚ (ή η ΝΔ ανάλογα με τον συνομιλητή), πιστεύεις ότι η ΝΔ (ή το ΠΑΣΟΚ, ανάλογα), μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα;», τότε πολλοί απ’ αυτούς επιλέγουν τον «κανένα». Με δυο λόγια, αν προσθέσουμε στο 48% αυτών που απορρίπτουν και τους δυο, κι αυτούς που λένε «ή εμείς ή το χάος», τότε αυτό το 48% μπορεί να φτάσει και σε ποσοστά που κανένα κόμμα εξουσίας δεν είδε ποτέ στην Ελλάδα, αφού στην ουσία το «χάος» θα πριμοδοτήσει τον κανένα σαν δεύτερη επιλογή.
Τα δυο κόμματα εξουσίας, δεν θα πρέπει να έχουν καμία αυταπάτη, ότι ο λαός θα επιλέξει γι’ ακόμα μια φορά, τον έναν από τους δυο στη λογική του «ο μη χείρων βέλτιστος», που βέβαια μόνο «βέλτιστος» δεν είναι. Το καθένα από τα δυο κόμματα πιστεύει για το άλλο ότι η μόνη του χρησιμότητα είναι να φεύγει όταν είναι στην εξουσία και να μένει στην αξιωματική αντιπολίτευση όταν βρίσκεται εκεί, θάλεγα μάλιστα ότι η εν γένει εκλογική συμπεριφορά της κοινωνίας, που ενώ είναι σφόδρα απογοητευμένη «κι απ’ τους δυο’, εν τούτοις, επιλέγει πάντα τον ένα απ’ τους δυο για να κυβερνήσει και μάλιστα αυτοδύναμα. Πρόκειται για ένα παραλογισμό! Το δε αίτημα της καθολικής πολιτικής ανανέωσης του τόπου, συμπίπτει απόλυτα με το παραπάνω «παράλογο» συμπέρασμα! Το δυστύχημα είναι, ότι ο λαός, δεν αξιολόγησε για κάποιο λόγο ακόμα τούτο το μήνυμα. Και το μήνυμα είναι ότι όταν δεν βρίσκεις από την υπάρχουσα δεξαμενή του πολιτικού κεφαλαίου που η κάθε χώρα διαθέτει, το κατά τη κρίση σου καλύτερο «υλικό», τότε, ο «κανένας» θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί και ονοματισθεί το γρηγορότερο δυνατό.
Όμως μέχρι τότε, αλλά και ανεξάρτητα απ’ αυτό, τα παραπάνω ευρήματα δείχνουν κάτι. Ότι κανένα από τα δυο κόμματα εξουσίας δεν έχει την ουσιαστική (όχι δηλαδή την νομική) νομιμοποίηση να παίρνει και να πάρει αύριο αποφάσεις εθνικά κρίσιμες, είτε αυτές αφορούν την οικονομία, είτε την εξωτερική πολιτική, είτε άλλες.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει η αυριανή κυβέρνηση της 5ης Οκτωβρίου, δεν θα πρέπει να ξεχνά. Δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι είναι μια ακόμα εκλογική νίκη που βασίζεται στην ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ που απευθύνεται ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ (τον ηττημένο) και όχι στη συνειδητή γνώση του προβαλλόμενου κυβερνητικού προγράμματος του νικητή, μάλιστα δε, θάλεγα, ότι είναι ελάχιστοι εκείνοι που πράγματι αφιέρωσαν λίγο χρόνο για να διαβάσουν όλες τις γραμμές του κειμένου που γεμίζουν το βιβλιαράκι του κυβερνητικού προγράμματος. Έτσι, δεν είναι διόλου περίεργο που πολύ σύντομα ο ίδιος λαός αρχίζει να χρεώνει με δυσαρέσκεια τους «νέους», και όσο περισσότερη δυσαρέσκεια πλέον διοχετεύεται προς τη μια παράταξη εξουσίας, ίση δόση δυσαρέσκειας αφαιρείται από την άλλη.
Είναι αυτό λύση; Μα δεν μιλώ για «λύση». Περιγράφω μια παθογένεια… Ίσως το ισχυρό σοκ να μην ήλθε ακόμα ώστε να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα μεγάλα προβλήματα του τόπου δεν λύνονται με μεταγγίσεις δυσαρέσκειας από το ένα κόμμα εξουσίας στο άλλο, μα με μια πραγματική και ουσιαστική ανατροπή των κομματικών και ευρύτερα πολιτικών συσχετισμών. Η ψήφος είναι ένα όπλο στο χέρι του ψηφοφόρου, και κανένα άλλο όπλο δεν θα ήταν ισχυρότερο απ’ αυτό αν ο ψηφοφόρος τη χρησιμοποιούσε σωστά. Κανένα ρεβόλβερ που ρίχνει αδέσποτες –ή μη- σφαίρες κατά δικαίων και αδίκων –αν και εξορισμού πάντα αυτές οι σφαίρες είναι άδικες και παράλογες- δεν μπορεί να πετύχει ό,τι η «σφαίρα» της ψήφου, εκεί πίσω από το παραβάν. Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι όσοι έχουν το σχετικό συμφέρον, μεριμνούν ώστε ο ψηφοφόρος να αχρηστέψει μόνος του αυτό το όπλο που βρίσκεται στα χέρια του με τρόπο νόμιμο και δημοκρατικό. Πώς γίνεται αυτό; Είναι ένα ερώτημα που απαιτεί μια ξεχωριστή προσέγγιση που δεν είναι του παρόντος. Είναι ένα ερώτημα που η απάντηση του οποίου βρίσκεται μέσα στη διαδικασία της αλλοτρίωσης και πνευματικής χειραγώγησης ολόκληρων λαών (δεν είναι ένα θέμα αποκλειστικά δικό μας).
Η αυριανή λοιπόν κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει αποφάσεις σε σημαντικά από άποψη εθνικού ή γενικότερου δημοσίου συμφέροντος ζητήματα που ήδη φτάσαν στην ωρίμανσή τους, και επομένως, δεν μπορεί να μη ληφθούν τέτοιες αποφάσεις. Τέτοια ζητήματα είναι ενδεικτικά
* το Σκοπιανό,
* το Κυπριακό,
* το ζήτημα της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και η στάση μας σ’ αυτό το θέμα όπως και σε άλλες πτυχές των ελληνοτουρκικών διαφορών, κύρια των δήθεν «συνοριακών και άλλων διαφορών»
* το ζήτημα των δήθεν μειονοτήτων
* το ζήτημα της μετανάστευσης και της λαθρομετανάστευσης,
* το ασφαλιστικό,
* το φορολογικό,
* το εκπαιδευτικό, και άλλα.
Μια δημοψηφισματικού χαρακτήρα προσφυγή στη λαϊκή βούληση για θέματα κρίσιμα που ως χαίνουσες πληγές έχει αποδεχτεί ότι καμία κυβέρνηση, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, δεν μπόρεσε να δώσει μακροπρόθεσμες λύσεις, πιστεύω ότι επιτέλους θα παράσχει όλη εκείνη την γενικότερη νομιμοποίηση που οι κυβερνήσεις αναζητούν αλλά ποτέ δεν επιδιώκουν να την λάβουν ώστε να προχωρήσουν τα όποια μεταρρυθμιστικά τους προγράμματα ή στην υιοθέτηση της όποιας στάσης στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών μας σχέσεων. Και βεβαίως δεν επιδιώκουν να τη λάβουν, διότι ξέρουν πολύ καλά, ότι τα μεταρρυθμιστικά τους προγράμματα ή οι υιοθετούμενες στα διεθνή ζητήματα στάσεις τους, δεν είναι συμβατές με ό,τι ο λαός εννοεί ως «μεταρρύθμιση» ή ως «εθνικά επιβεβλημένη στάση».
Ήρθε επομένως η ώρα, οι κυβερνήσεις μας να αρχίσουν μια πορεία παράλληλης σύμπλευσης με το λαό, και όχι πορείες αποκλίνουσες ακολουθώντας άλλα συμφέροντα και άλλες σκοπιμότητες.
Ήρθε επομένως η ώρα, να είναι κυβερνήσεις των συμφερόντων και των απόψεων των πολλών, και όχι των λίγων. Λέγουν ότι υπηρετούν τους πολλούς και όχι τους λίγους. Οι πολλοί προβάλουν ενστάσεις και αντιρρήσεις.
Ήρθε επομένως η ώρα, ο λαός να μην αντιμετωπίζεται σαν ανώριμος, αλλά ότι η λαϊκή συμβατική σοφία, υπερέχει κατά πολύ, τουλάχιστον με τα νυν δεδομένα στο θέμα των πολιτικών μας ηγεσιών, από την υποτιθέμενη σοφία όσων διεκδικούν ηγετικούς ρόλους στο εθνικό γίγνεσθαι.
Ήρθε επομένως η ώρα μας.
Ήρθε όμως;
Ή πρέπει να περιμένουμε κάμποσο ακόμα;
Οψόμεθα!