Επιμέλεια: Γιώργος Εχέδωρος
Την Παρασκευή 22 Ιουνίου 1990 στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ) ο τότε γιουγκοσλάβος αντιπρόσωπος εξαπέλυσε από το βήμα της διάσκεψης μία πρωτοφανή στην τελευταία 40ετία, επίθεση κατά της Ελλάδας και έθεσε ανοικτά θέμα ελληνικής Μακεδονίας και χωριστής «μακεδονικής μειονότητας» στην ελληνική Μακεδονία-καθώς επίσης και...
Την Παρασκευή 22 Ιουνίου 1990 στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ) ο τότε γιουγκοσλάβος αντιπρόσωπος εξαπέλυσε από το βήμα της διάσκεψης μία πρωτοφανή στην τελευταία 40ετία, επίθεση κατά της Ελλάδας και έθεσε ανοικτά θέμα ελληνικής Μακεδονίας και χωριστής «μακεδονικής μειονότητας» στην ελληνική Μακεδονία-καθώς επίσης και...
στη Βουλγαρία και στην Αλβανία.
Τη Δευτέρα 25 Ιουνίου 1990 ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στη ΔΑΣΕ απάντησε στη γιουγκοσλαβική επίθεση και στο μνημόνιο κατά της ελληνικής Μακεδονίας, το οποίο διένειμε η γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία στη Διάσκεψη.
Τμήματα αυτής της απάντησης θα παρουσιάσουμε σήμερα, ξεσηκώνοντάς τα από το αρχείο μας.
Σημειώνουμε πως η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και η ανεξαρτοποίηση της πΓΔΜ έγινε ένα χρόνο μετά.
Η απάντηση του Ελλάδας:
«Πιστεύουμε ότι η στιγμή της αλήθειας και η πραγματική ιστορία για το τι συνέβη στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πλησιάζει πολύ γρήγορα. Οι αντιπρόσωποι ίσως να εξεπλάγησαν με τον τόνο και τον όγκο της δραστηριότητας τις πρόσφατες ημέρες, τόσο μέσα, όσο και στην περιφέρεια της Διάσκεψης, γύρω από το μακεδονικό ζήτημα: ένα σχεδόν ξεχασμένο ζήτημα από τον καιρό του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου του 1946 - 49.
"Αυτή, ήταν μια δυσάρεστη στιγμή στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, την οποία οι Έλληνες ολόκληρου του πολιτικού φάσματος αποφάσισαν να την παραδώσουν στην Ιστορία.
Με νόμο της Βουλής, που ψηφίστηκε ομόφωνα πέρσι, ρυθμίστηκαν όλα τα σχετικά ζητήματα. Αλλά ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος υπήρξε επίσης μια μαύρη σελίδα στις ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις, γιατί εκείνη την εποχή ορισμένοι ηγεμονιστικοί κύκλοι στη Γιουγκοσλαβία προσπάθησαν να επωφεληθούν από τις εσωτερικές ελληνικές δυσκολίες για να προωθήσουν τις βλέψεις τους στην ελληνική Μακεδονία.
Δυστυχώς, το φάσμα αυτής της τραγικής περιόδου επισείεται πάλι από ορισμένους εξτρεμιστές.
Χωρίς τη γνώση αυτών των γεγονότων, είναι αδύνατο να καταλάβει κανείς τα πραγματικά ζητήματα και τα αληθινά κίνητρα αυτών που παρουσιάστηκαν στη Διάσκεψη αυτή με το κάλυμμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.
Είναι λυπηρό που το γιουγκοσλαβικό μνημόνιο προσπάθησε τόσο κατάφωρα να διαστρέψει την παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων για να παραπλανήσει το ακροατήριο.
Για σαράντα χρόνια, η Ελλάδα προτίμησε να παραμείνει σιωπηλή, μολονότι προκλήθηκε επανειλημμένα.
Το έκανε αυτό για δύο λόγους:
ΠΡΩΤΟΝ: γιατί το ξένο σλαβικό στοιχείο, ως συνέπεια του ρόλου του κατά την κατοχή και τον Εμφύλιο Πόλεμο, εγκατέλειψε τη χώρα μαζικά και η προοπτική χειραγώγησης του από μια γειτονική χώρα, για να απειληθεί η ασφάλεια και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας είχε απομακρυνθεί.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και στη συνέχεια, κατά την περίοδο των λεπτών ισορροπιών ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, η διατήρηση καλών ελληνογιουγκοσλαβικών σχέσεων ήταν προς το αμοιβαίο συμφέρον των δύο χωρών.
Παρά τα συχνά ξεσπάσματα από τα Σκόπια, μέχρι το θάνατο του Τίτο, οι ευκαιριακές αναφορές από το Βελιγράδι στη λεγόμενη «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα, ήταν λίγο ως πολύ ακαδημαϊκού χαρακτήρα. Ήταν πολύ καλά γνωστό στο Βελιγράδι ότι δεν υπήρχε πλέον υλική βάση για τέτοιους ισχυρισμούς. Μόνο στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν οι εσωτερικές εθνικές συγκρούσεις στη Γιουγκοσλαβία άρχισαν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο, τότε φανατικά εθνικιστικά στοιχεία στα Σκόπια και στη διασπορά άρχισαν να επιτίθενται στην Ελλάδα.
Για μια ακόμη φορά, η Ελλάδα προτίμησε να παραμείνει σιωπηλή, κάνοντας εκκλήσεις στο Βελιγράδι για μετριοπάθεια. Μολονότι αυτή τη στάση τη συμμερίζονται πολλοί υπεύθυνοι Γιουγκοσλάβοι στο Βελιγράδι και στις διάφορες δημοκρατίες, γινόταν ολοένα και πιο φανερό ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ήταν ανίκανη και ίσως απρόθυμη να περιορίσει τους εθνικιστές στα Σκόπια.
Δραστηριοποίηση της προπαγάνδας
Έτσι κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών οργανώθηκαν συναντήσεις και διασκέψεις στα Σκόπια από ομάδες απ' ολόκληρο τον κόσμο, με στόχο να τονώσουν παλιά εθνικιστικά αισθήματα.
Οι εκπομπές στην ελληνική γλώσσα του ραδιοσταθμού των Σκοπίων πήραν επιθετικό και διχαστικό χαρακτήρα, θυμίζοντας τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου.
Επιπλέον, ταραχές ενθαρρύνθηκαν στη διασπορά, ακόμη και σε μακρινές χώρες, όπως η Αυστραλία και ο Καναδάς, όπου Σλαβομακεδόνες μετανάστευσαν μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, οι Έλληνες Μακεδόνες της διασποράς νιώθουν να απειλείται ή να αμφισβητείται η ίδια τους η πολιτική ταυτότητα. Έχοντας συνείδηση του γεγονότος ότι εδαφικές βλέψεις στην ελληνική Μακεδονία είναι αντίθετες στο γράμμα και το πνεύμα της ΔΑΣΕ, οι Γιουγκοσλάβοι προτίμησαν την προσέγγιση του ζητήματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στόχος οι Έλληνες Μακεδόνες
Η επιχείρηση οργανώθηκε προσεκτικά από τις αρχές των Σκοπίων.
Υποθέτοντας ότι η διεθνής κοινότητα ξέχασε τα γεγονότα της περασμένης 50ετίας, προχώρησαν σε μία συστηματική παραποίηση των αντίθετων απόψεων και αλλοίωση των στοιχείων, επαναλαμβάνοντας ανακρίβειες, μισές αλήθειες, και καθαρά ψέματα.
Η πολιτική αυτή επηρέασε τις χιλιάδες των Ελλήνων Μακεδόνων του Καναδά, της Αυστραλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ακόμη ολόκληρη την ελληνική διασπορά. Με δύο λόγια οι Έλληνες Μακεδόνες υπήρξαν στόχος μιας πολιτικής επίθεσης και ενός πολιτικού εκφοβισμού.
Πιο συγκεκριμένα:
* Είδαν το μακεδονικό τους όνομα να το σφετερίζονται και να το αποδίδουν, ήδη από το 1944, σε ένα σλαβικό λαό στη νότια δημοκρατία της νεοσυγκροτημένης ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας.
* Υπέστησαν, για πάνω από πέντε δεκαετίες, πιέσεις για να στερηθούν την ελληνική μακεδονική τους ταυτότητα, την πολιτιστική τους κληρονομιά, τα ιστορικά τους μνημεία και ακόμη τα πιο πρόσφατα επιτεύγματα τους.
Έτσι, τα Σκόπια, στη βάση ενός ισχυρισμού μονοπώλησης του μακεδονικού ονόματος, προσπάθησαν να οικειοποιηθούν ως δικό τους, το Μακεδόνα Μέγα Αλέξανδρο, τον Αριστοτέλη και τους βυζαντινούς Αποστόλους στο σλαβικό κόσμο Κύριλλο και Μεθόδιο.»
'Μακεδονικός πόλεμος' ήταν ο ελληνικός του 1821!
»Επίσης, ισχυρίζονται ότι είναι «μακεδονικός» ο ελληνικός πόλεμος της ανεξαρτησίας του 1821 - τουλάχιστον στο τμήμα του πολέμου στη Μακεδονία - καθώς και οι νίκες του ελληνικού στρατού ενάντια στους Ιταλούς το 1940 (λόγω του απλού γεγονότος ότι ο πόλεμος διεξήχθη εν μέρει στην ελληνική Μακεδονία).
Οι πρωτοβουλίες αυτές αποτελούν για μας μια από τις πιο κατάφωρες και αφόρητες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς αποβλέπουν στο να σφετεριστούν την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά ενός Λαού, του ελληνικού λαού της Μακεδονίας.
Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας στο γεγονός ότι τέτοιες δραστηριότητες υποστηρίζονται πλήρως, αν δεν υποκινούνται, από τις αρμόδιες αρχές στα Σκόπια.
Αυτό, όμως, που αύξησε την ανησυχία μας, είναι ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στο Βελιγράδι έχει τώρα επιλέξει να υποστηρίζει όχι μόνο την πολιτική των τοπικών αρχών, αλλά και τις δραστηριότητες Σλαβομακεδονικών οργανώσεων στο εξωτερικό.
Έτσι η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση οργανώνει από κοινού τις δραστηριότητες τέτοιων οργανώσεων. Σε μια προσπάθεια να επιρριφθεί η ευθύνη στην άλλη πλευρά, ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας αναφέρθηκε κατά την ομιλία του σε υποτιθέμενες παραβιάσεις από την Ελλάδα ορισμένων επίσημων διεθνών εγγράφων.
θα ήθελα να υπενθυμίζω, ότι η Ελλάδα είναι μία ανοιχτή κοινωνία, βασισμένη στις θεμελιώδεις αξίες της Δημοκρατίας και του πλουραλισμού, στην οποία υπερισχύει ο κανόνας του νόμου. Το ελληνικό Σύνταγμα είναι σύγχρονο φιλελεύθερο και εγγυάται την πλήρη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών όλων των ατόμων που ζουν μέσα στο ελληνικό έδαφος, ανεξάρτητα από εθνικότητα, φυλή ή γλώσσα και από θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις.
»Η χώρα μου, μέλος της δημοκρατικής οικογένειας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει ήδη επικυρώσει τα περισσότερα από τα περιφερειακά και διεθνή έγγραφα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διατάξεις τους όχι μόνο αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής νομοθεσίας, αλλά, Βάσει του Συντάγματος, υπερισχύουν επίσης οποιασδήποτε αντίθετης πρόβλεψης του νόμου και τα ελληνικά δικαστήρια είναι υποχρεωμένα να διασφαλίζουν την εφαρμογή του ex officio.
Από όλα τα διεθνή έγγραφα που η Ελλάδα έχει επικυρώσει, θα θέλαμε να αναφερθούμε ιδιαίτερα στη διεθνή σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής φυλετικού διαχωρισμού και την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει, χωρίς καμμία επιφύλαξη, την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ό,τι αφορά ατομικές προσφυγές από άτομα ή ομάδες ατόμων που ισχυρίζονται πως είναι θύματα παραβίασης των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (άρθρο 25).
Έχουμε επίσης αναγνωρίσει χωρίς προϋποθέσεις την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι αποφάσεις του οποίου, όχι μόνον επηρεάζουν τα ελληνικά δικαστήρια, όταν εξετάζουν υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά χρησιμεύουν επίσης για την προσαρμογή των ελληνικών νόμων και της εφαρμογής τους στις προβλέψεις της σύμβασης.
Το μητρώο της Ελλάδας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εντυπωσιακό και αυτό είναι φανερό, με μια έστω και επιπόλαια ματιά στις διάφορες εκθέσεις υπευθύνων μη κυβερνητικών οργανισμών που ασχολούνται με τα θέματα αυτά. Πάντα αναγνωρίζουμε την ευθύνη μας να συμβάλλουμε εποικοδομητικά για μια καλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία των δικαιωμάτων ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες, σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Μειονότητα ‘φάντασμα’
Με τα δεδομένα αυτά, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι, παρά την έντονη κατηγορία της γιουγκοσλαβικής αντιπροσωπείας εναντίον της Ελλάδας για υποτιθέμενες «παραβιάσεις» ανθρωπίνων δικαιωμάτων της αποκαλούμενης «μακεδονικής εθνικής μειονότητας», ούτε ένα άτομο η ομάδα ατόμων αυτής της μειονότητας «φάντασμα» έχει όλα αυτά τα χρόνια καταθέσει έστω και μία μήνυση εναντίον του ελληνικού κράτους για τέτοιες παραβιάσεις ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων ή ενώπιον οποιουδήποτε άλλου αρμόδιου διεθνούς οργάνου.
Αναφορές σε υποτιθέμενες παραβιάσεις διεθνών διατάξεων από την Ελλάδα είναι τόσο προφανώς αβάσιμες, ώστε αποκτά κανείς την εντύπωση ότι ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας διάβαζε έναν κατάλογο συγκεκριμένων παραβιάσεων τέτοιων διεθνών εγγράφων που διαπράττονται συστηματικά από τη χώρα του σε μία περίοδο περισσότερων των σαράντα ετών. Στη βιασύνη τους να συκοφαντήσουν τη χώρα μου, οι συγγραφείς του γιουγκοσλαβικού μνημονίου έφτασαν στο σημείο να κατηγορούν την Ελλάδα ότι παραβιάζει διεθνείς συμβάσεις που... βρίσκονται ακόμα στο στάδιο του αρχικού σχεδίου. Αναφέρομαι εδώ στο «χάρτη των γλωσσών περιφερειών και μειονοτήτων», που βρίσκεται τώρα υπό συζήτηση στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Παρόμοιες ανακριβείς αναφορές ανευρίσκονται και σε άλλες παραπομπές.
Ο επαναπατρισμός των Σλάβων
θα ήθελα επίσης να πω λίγα λόγια, για ορισμένους υπαινιγμούς που περιέχονται στο γιουγκοσλαβικό μνημόνιο και αφορούν την ελληνική νομοθεσία για τη λήξη των συνεπειών του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, θα ήθελα κατ' αρχήν να δηλώσω ότι είναι τουλάχιστον περίεργο ότι μία χώρα που φέρει βαριά ευθύνη για τα βάσανα του ελληνικού λαού τον καιρό εκείνο, θέτει θέμα για τον επαναπατρισμό στην Ελλάδα αυτών που επιδίωξαν να αποσπάσουν τμήμα του ελληνικού εδάφους και να το προσαρτήσουν στη Γιουγκοσλαβία.
Δεν θέλουμε να ανοίξουμε τα αρχεία μας για το ρόλο που διαδραμάτισε το καθεστώς της Γιουγκοσλαβίας στα 1946 - 1948 εναντίον της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μου.
Πιστεύουμε ότι αυτό θα πρέπει να αφεθεί στην κρίση των ιστορικών. Αυτό που θέλω εδώ να τονίσω, είναι ότι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις επιδίωξαν να διευθετήσουν ζητήματα σχετιζόμενα με τους πολιτικούς πρόσφυγες του Εμφυλίου.»
Η απόφαση του ‘82
»Η απόφαση της 20.12.1982 προέβλεπε την αυτόματη επιστροφή όλων των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Σε μερικές, πάντως, περιπτώσεις, όταν τα εν λόγω άτομα είχαν αναμειχθεί, όχι απλώς στον Εμφύλιο Πόλεμο, αλλά σε ανατρεπτικές δραστηριότητες, όπως η απόσπαση ελληνικών εδαφών υπέρ μιας ξένης χώρας, οι περιπτώσεις τους εξετάζονται χωριστά. Όσον αφορά το νόμο που κανονίζει ως θέμα κοινωνικής αποκατάστασης θέματα περιουσιών επαναπατριζόμενων ατόμων, ο νόμος αυτός αναφέρεται ειδικά σε Έλληνες πολίτες που κατοικούν μονίμως στην Ελλάδα.
Στο τέλος της Κατοχής και ξανά με τον τερματισμό του Εμφυλίου Πολέμου, το μικρό σλαβικό στοιχείο του πληθυσμού, το οποίο είχε ενεργά αναμειχθεί στις δραστηριότητες αυτές, εγκατέλειψε μαζικά τη χώρα. Έτσι, καμιά «μακεδονική εθνική μειονότητα» - όπως υπαινίσσεται το γιουγκοσλαβικό κείμενο - δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που υποστηρίζουν όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα.
Η πραγματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
»Επιπλέον, αποτελεί πεποίθηση των σχεδόν 2.500.000 ατόμων που ζουν στην ελληνική Μακεδονία, οι οποίοι είναι περήφανοι για το μακεδονικό τους όνομα, ως Έλληνες, και για την πολιτιστική τους κληρονομιά. Οποιαδήποτε προσπάθεια σφετερισμού του ονόματος τους και παραποίησης της Ιστορίας τους θεωρείται χονδροειδής παραβίαση των δικαιωμάτων τους ως ανθρώπινα όντα.
Το «μακεδονικό πρόβλημα» είναι ένα ανύπαρκτο ζήτημα. Η Μακεδονία είναι μια γεωγραφική έννοια και όχι εθνική.
Μόνο η Ελλάδα μπορεί να ταυτιστεί με τη Μακεδονία
»Πράγματι, μόνο μια χώρα μπορεί να ταυτιστεί, για ιστορικούς λογούς, με τη Μακεδονία. Αυτή η χώρα είναι η Ελλάδα, η οποία έχει αξεδιάλυτα συνδεθεί με την Μακεδονία για περισσότερο από 30 αιώνες.
Λυπάμαι που ήταν απαραίτητο να επεκταθώ σε τόσες λεπτομέρειες αναφορικά με τα θέματα που έθεσε ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας, αλλά για μας που γνωρίζουμε την ιστορία της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τις πολιτικές περιπλοκές της περιοχής, η γιουγκοσλαβική δήλωση φέρνει στο νου μνήμες αξιώσεων επί της εδαφικής μας ακεραιότητας και αποτελεί μια απαράδεκτη ανάμειξη στις εσωτερικές μας υποθέσεις.
Αναρωτιόμαστε ποιο είναι το μέλλον των προσπαθειών μας στο πλαίσιο της ΔΑΣΕ, στην υποθετική περίπτωση που άλλες χώρες ενεργήσουν με παρόμοιο τρόπο.
Πιστεύουμε ότι το γιουγκοσλαβικό μνημόνιο μας προσφέρει ένα ανησυχητικό παράδειγμα του πως ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις, όπως τις είδαμε εδώ στην Κοπεγχάγη, τις τρεις τελευταίες εβδομάδες, μπορούν να χειραγωγηθούν για την εξυπηρέτηση εξτρεμιστικών και τυχοδιωκτικών πολιτικών»
Τη Δευτέρα 25 Ιουνίου 1990 ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στη ΔΑΣΕ απάντησε στη γιουγκοσλαβική επίθεση και στο μνημόνιο κατά της ελληνικής Μακεδονίας, το οποίο διένειμε η γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία στη Διάσκεψη.
Τμήματα αυτής της απάντησης θα παρουσιάσουμε σήμερα, ξεσηκώνοντάς τα από το αρχείο μας.
Σημειώνουμε πως η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και η ανεξαρτοποίηση της πΓΔΜ έγινε ένα χρόνο μετά.
Η απάντηση του Ελλάδας:
«Πιστεύουμε ότι η στιγμή της αλήθειας και η πραγματική ιστορία για το τι συνέβη στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πλησιάζει πολύ γρήγορα. Οι αντιπρόσωποι ίσως να εξεπλάγησαν με τον τόνο και τον όγκο της δραστηριότητας τις πρόσφατες ημέρες, τόσο μέσα, όσο και στην περιφέρεια της Διάσκεψης, γύρω από το μακεδονικό ζήτημα: ένα σχεδόν ξεχασμένο ζήτημα από τον καιρό του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου του 1946 - 49.
"Αυτή, ήταν μια δυσάρεστη στιγμή στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, την οποία οι Έλληνες ολόκληρου του πολιτικού φάσματος αποφάσισαν να την παραδώσουν στην Ιστορία.
Με νόμο της Βουλής, που ψηφίστηκε ομόφωνα πέρσι, ρυθμίστηκαν όλα τα σχετικά ζητήματα. Αλλά ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος υπήρξε επίσης μια μαύρη σελίδα στις ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις, γιατί εκείνη την εποχή ορισμένοι ηγεμονιστικοί κύκλοι στη Γιουγκοσλαβία προσπάθησαν να επωφεληθούν από τις εσωτερικές ελληνικές δυσκολίες για να προωθήσουν τις βλέψεις τους στην ελληνική Μακεδονία.
Δυστυχώς, το φάσμα αυτής της τραγικής περιόδου επισείεται πάλι από ορισμένους εξτρεμιστές.
Χωρίς τη γνώση αυτών των γεγονότων, είναι αδύνατο να καταλάβει κανείς τα πραγματικά ζητήματα και τα αληθινά κίνητρα αυτών που παρουσιάστηκαν στη Διάσκεψη αυτή με το κάλυμμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.
Είναι λυπηρό που το γιουγκοσλαβικό μνημόνιο προσπάθησε τόσο κατάφωρα να διαστρέψει την παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων για να παραπλανήσει το ακροατήριο.
Για σαράντα χρόνια, η Ελλάδα προτίμησε να παραμείνει σιωπηλή, μολονότι προκλήθηκε επανειλημμένα.
Το έκανε αυτό για δύο λόγους:
ΠΡΩΤΟΝ: γιατί το ξένο σλαβικό στοιχείο, ως συνέπεια του ρόλου του κατά την κατοχή και τον Εμφύλιο Πόλεμο, εγκατέλειψε τη χώρα μαζικά και η προοπτική χειραγώγησης του από μια γειτονική χώρα, για να απειληθεί η ασφάλεια και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας είχε απομακρυνθεί.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και στη συνέχεια, κατά την περίοδο των λεπτών ισορροπιών ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, η διατήρηση καλών ελληνογιουγκοσλαβικών σχέσεων ήταν προς το αμοιβαίο συμφέρον των δύο χωρών.
Παρά τα συχνά ξεσπάσματα από τα Σκόπια, μέχρι το θάνατο του Τίτο, οι ευκαιριακές αναφορές από το Βελιγράδι στη λεγόμενη «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα, ήταν λίγο ως πολύ ακαδημαϊκού χαρακτήρα. Ήταν πολύ καλά γνωστό στο Βελιγράδι ότι δεν υπήρχε πλέον υλική βάση για τέτοιους ισχυρισμούς. Μόνο στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν οι εσωτερικές εθνικές συγκρούσεις στη Γιουγκοσλαβία άρχισαν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο, τότε φανατικά εθνικιστικά στοιχεία στα Σκόπια και στη διασπορά άρχισαν να επιτίθενται στην Ελλάδα.
Για μια ακόμη φορά, η Ελλάδα προτίμησε να παραμείνει σιωπηλή, κάνοντας εκκλήσεις στο Βελιγράδι για μετριοπάθεια. Μολονότι αυτή τη στάση τη συμμερίζονται πολλοί υπεύθυνοι Γιουγκοσλάβοι στο Βελιγράδι και στις διάφορες δημοκρατίες, γινόταν ολοένα και πιο φανερό ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ήταν ανίκανη και ίσως απρόθυμη να περιορίσει τους εθνικιστές στα Σκόπια.
Δραστηριοποίηση της προπαγάνδας
Έτσι κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών οργανώθηκαν συναντήσεις και διασκέψεις στα Σκόπια από ομάδες απ' ολόκληρο τον κόσμο, με στόχο να τονώσουν παλιά εθνικιστικά αισθήματα.
Οι εκπομπές στην ελληνική γλώσσα του ραδιοσταθμού των Σκοπίων πήραν επιθετικό και διχαστικό χαρακτήρα, θυμίζοντας τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου.
Επιπλέον, ταραχές ενθαρρύνθηκαν στη διασπορά, ακόμη και σε μακρινές χώρες, όπως η Αυστραλία και ο Καναδάς, όπου Σλαβομακεδόνες μετανάστευσαν μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, οι Έλληνες Μακεδόνες της διασποράς νιώθουν να απειλείται ή να αμφισβητείται η ίδια τους η πολιτική ταυτότητα. Έχοντας συνείδηση του γεγονότος ότι εδαφικές βλέψεις στην ελληνική Μακεδονία είναι αντίθετες στο γράμμα και το πνεύμα της ΔΑΣΕ, οι Γιουγκοσλάβοι προτίμησαν την προσέγγιση του ζητήματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στόχος οι Έλληνες Μακεδόνες
Η επιχείρηση οργανώθηκε προσεκτικά από τις αρχές των Σκοπίων.
Υποθέτοντας ότι η διεθνής κοινότητα ξέχασε τα γεγονότα της περασμένης 50ετίας, προχώρησαν σε μία συστηματική παραποίηση των αντίθετων απόψεων και αλλοίωση των στοιχείων, επαναλαμβάνοντας ανακρίβειες, μισές αλήθειες, και καθαρά ψέματα.
Η πολιτική αυτή επηρέασε τις χιλιάδες των Ελλήνων Μακεδόνων του Καναδά, της Αυστραλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ακόμη ολόκληρη την ελληνική διασπορά. Με δύο λόγια οι Έλληνες Μακεδόνες υπήρξαν στόχος μιας πολιτικής επίθεσης και ενός πολιτικού εκφοβισμού.
Πιο συγκεκριμένα:
* Είδαν το μακεδονικό τους όνομα να το σφετερίζονται και να το αποδίδουν, ήδη από το 1944, σε ένα σλαβικό λαό στη νότια δημοκρατία της νεοσυγκροτημένης ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας.
* Υπέστησαν, για πάνω από πέντε δεκαετίες, πιέσεις για να στερηθούν την ελληνική μακεδονική τους ταυτότητα, την πολιτιστική τους κληρονομιά, τα ιστορικά τους μνημεία και ακόμη τα πιο πρόσφατα επιτεύγματα τους.
Έτσι, τα Σκόπια, στη βάση ενός ισχυρισμού μονοπώλησης του μακεδονικού ονόματος, προσπάθησαν να οικειοποιηθούν ως δικό τους, το Μακεδόνα Μέγα Αλέξανδρο, τον Αριστοτέλη και τους βυζαντινούς Αποστόλους στο σλαβικό κόσμο Κύριλλο και Μεθόδιο.»
'Μακεδονικός πόλεμος' ήταν ο ελληνικός του 1821!
»Επίσης, ισχυρίζονται ότι είναι «μακεδονικός» ο ελληνικός πόλεμος της ανεξαρτησίας του 1821 - τουλάχιστον στο τμήμα του πολέμου στη Μακεδονία - καθώς και οι νίκες του ελληνικού στρατού ενάντια στους Ιταλούς το 1940 (λόγω του απλού γεγονότος ότι ο πόλεμος διεξήχθη εν μέρει στην ελληνική Μακεδονία).
Οι πρωτοβουλίες αυτές αποτελούν για μας μια από τις πιο κατάφωρες και αφόρητες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς αποβλέπουν στο να σφετεριστούν την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά ενός Λαού, του ελληνικού λαού της Μακεδονίας.
Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας στο γεγονός ότι τέτοιες δραστηριότητες υποστηρίζονται πλήρως, αν δεν υποκινούνται, από τις αρμόδιες αρχές στα Σκόπια.
Αυτό, όμως, που αύξησε την ανησυχία μας, είναι ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στο Βελιγράδι έχει τώρα επιλέξει να υποστηρίζει όχι μόνο την πολιτική των τοπικών αρχών, αλλά και τις δραστηριότητες Σλαβομακεδονικών οργανώσεων στο εξωτερικό.
Έτσι η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση οργανώνει από κοινού τις δραστηριότητες τέτοιων οργανώσεων. Σε μια προσπάθεια να επιρριφθεί η ευθύνη στην άλλη πλευρά, ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας αναφέρθηκε κατά την ομιλία του σε υποτιθέμενες παραβιάσεις από την Ελλάδα ορισμένων επίσημων διεθνών εγγράφων.
θα ήθελα να υπενθυμίζω, ότι η Ελλάδα είναι μία ανοιχτή κοινωνία, βασισμένη στις θεμελιώδεις αξίες της Δημοκρατίας και του πλουραλισμού, στην οποία υπερισχύει ο κανόνας του νόμου. Το ελληνικό Σύνταγμα είναι σύγχρονο φιλελεύθερο και εγγυάται την πλήρη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών όλων των ατόμων που ζουν μέσα στο ελληνικό έδαφος, ανεξάρτητα από εθνικότητα, φυλή ή γλώσσα και από θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις.
»Η χώρα μου, μέλος της δημοκρατικής οικογένειας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει ήδη επικυρώσει τα περισσότερα από τα περιφερειακά και διεθνή έγγραφα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διατάξεις τους όχι μόνο αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής νομοθεσίας, αλλά, Βάσει του Συντάγματος, υπερισχύουν επίσης οποιασδήποτε αντίθετης πρόβλεψης του νόμου και τα ελληνικά δικαστήρια είναι υποχρεωμένα να διασφαλίζουν την εφαρμογή του ex officio.
Από όλα τα διεθνή έγγραφα που η Ελλάδα έχει επικυρώσει, θα θέλαμε να αναφερθούμε ιδιαίτερα στη διεθνή σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής φυλετικού διαχωρισμού και την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει, χωρίς καμμία επιφύλαξη, την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε ό,τι αφορά ατομικές προσφυγές από άτομα ή ομάδες ατόμων που ισχυρίζονται πως είναι θύματα παραβίασης των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (άρθρο 25).
Έχουμε επίσης αναγνωρίσει χωρίς προϋποθέσεις την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι αποφάσεις του οποίου, όχι μόνον επηρεάζουν τα ελληνικά δικαστήρια, όταν εξετάζουν υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά χρησιμεύουν επίσης για την προσαρμογή των ελληνικών νόμων και της εφαρμογής τους στις προβλέψεις της σύμβασης.
Το μητρώο της Ελλάδας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εντυπωσιακό και αυτό είναι φανερό, με μια έστω και επιπόλαια ματιά στις διάφορες εκθέσεις υπευθύνων μη κυβερνητικών οργανισμών που ασχολούνται με τα θέματα αυτά. Πάντα αναγνωρίζουμε την ευθύνη μας να συμβάλλουμε εποικοδομητικά για μια καλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία των δικαιωμάτων ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες, σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Μειονότητα ‘φάντασμα’
Με τα δεδομένα αυτά, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι, παρά την έντονη κατηγορία της γιουγκοσλαβικής αντιπροσωπείας εναντίον της Ελλάδας για υποτιθέμενες «παραβιάσεις» ανθρωπίνων δικαιωμάτων της αποκαλούμενης «μακεδονικής εθνικής μειονότητας», ούτε ένα άτομο η ομάδα ατόμων αυτής της μειονότητας «φάντασμα» έχει όλα αυτά τα χρόνια καταθέσει έστω και μία μήνυση εναντίον του ελληνικού κράτους για τέτοιες παραβιάσεις ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων ή ενώπιον οποιουδήποτε άλλου αρμόδιου διεθνούς οργάνου.
Αναφορές σε υποτιθέμενες παραβιάσεις διεθνών διατάξεων από την Ελλάδα είναι τόσο προφανώς αβάσιμες, ώστε αποκτά κανείς την εντύπωση ότι ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας διάβαζε έναν κατάλογο συγκεκριμένων παραβιάσεων τέτοιων διεθνών εγγράφων που διαπράττονται συστηματικά από τη χώρα του σε μία περίοδο περισσότερων των σαράντα ετών. Στη βιασύνη τους να συκοφαντήσουν τη χώρα μου, οι συγγραφείς του γιουγκοσλαβικού μνημονίου έφτασαν στο σημείο να κατηγορούν την Ελλάδα ότι παραβιάζει διεθνείς συμβάσεις που... βρίσκονται ακόμα στο στάδιο του αρχικού σχεδίου. Αναφέρομαι εδώ στο «χάρτη των γλωσσών περιφερειών και μειονοτήτων», που βρίσκεται τώρα υπό συζήτηση στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Παρόμοιες ανακριβείς αναφορές ανευρίσκονται και σε άλλες παραπομπές.
Ο επαναπατρισμός των Σλάβων
θα ήθελα επίσης να πω λίγα λόγια, για ορισμένους υπαινιγμούς που περιέχονται στο γιουγκοσλαβικό μνημόνιο και αφορούν την ελληνική νομοθεσία για τη λήξη των συνεπειών του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, θα ήθελα κατ' αρχήν να δηλώσω ότι είναι τουλάχιστον περίεργο ότι μία χώρα που φέρει βαριά ευθύνη για τα βάσανα του ελληνικού λαού τον καιρό εκείνο, θέτει θέμα για τον επαναπατρισμό στην Ελλάδα αυτών που επιδίωξαν να αποσπάσουν τμήμα του ελληνικού εδάφους και να το προσαρτήσουν στη Γιουγκοσλαβία.
Δεν θέλουμε να ανοίξουμε τα αρχεία μας για το ρόλο που διαδραμάτισε το καθεστώς της Γιουγκοσλαβίας στα 1946 - 1948 εναντίον της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μου.
Πιστεύουμε ότι αυτό θα πρέπει να αφεθεί στην κρίση των ιστορικών. Αυτό που θέλω εδώ να τονίσω, είναι ότι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις επιδίωξαν να διευθετήσουν ζητήματα σχετιζόμενα με τους πολιτικούς πρόσφυγες του Εμφυλίου.»
Η απόφαση του ‘82
»Η απόφαση της 20.12.1982 προέβλεπε την αυτόματη επιστροφή όλων των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Σε μερικές, πάντως, περιπτώσεις, όταν τα εν λόγω άτομα είχαν αναμειχθεί, όχι απλώς στον Εμφύλιο Πόλεμο, αλλά σε ανατρεπτικές δραστηριότητες, όπως η απόσπαση ελληνικών εδαφών υπέρ μιας ξένης χώρας, οι περιπτώσεις τους εξετάζονται χωριστά. Όσον αφορά το νόμο που κανονίζει ως θέμα κοινωνικής αποκατάστασης θέματα περιουσιών επαναπατριζόμενων ατόμων, ο νόμος αυτός αναφέρεται ειδικά σε Έλληνες πολίτες που κατοικούν μονίμως στην Ελλάδα.
Στο τέλος της Κατοχής και ξανά με τον τερματισμό του Εμφυλίου Πολέμου, το μικρό σλαβικό στοιχείο του πληθυσμού, το οποίο είχε ενεργά αναμειχθεί στις δραστηριότητες αυτές, εγκατέλειψε μαζικά τη χώρα. Έτσι, καμιά «μακεδονική εθνική μειονότητα» - όπως υπαινίσσεται το γιουγκοσλαβικό κείμενο - δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που υποστηρίζουν όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα.
Η πραγματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
»Επιπλέον, αποτελεί πεποίθηση των σχεδόν 2.500.000 ατόμων που ζουν στην ελληνική Μακεδονία, οι οποίοι είναι περήφανοι για το μακεδονικό τους όνομα, ως Έλληνες, και για την πολιτιστική τους κληρονομιά. Οποιαδήποτε προσπάθεια σφετερισμού του ονόματος τους και παραποίησης της Ιστορίας τους θεωρείται χονδροειδής παραβίαση των δικαιωμάτων τους ως ανθρώπινα όντα.
Το «μακεδονικό πρόβλημα» είναι ένα ανύπαρκτο ζήτημα. Η Μακεδονία είναι μια γεωγραφική έννοια και όχι εθνική.
Μόνο η Ελλάδα μπορεί να ταυτιστεί με τη Μακεδονία
»Πράγματι, μόνο μια χώρα μπορεί να ταυτιστεί, για ιστορικούς λογούς, με τη Μακεδονία. Αυτή η χώρα είναι η Ελλάδα, η οποία έχει αξεδιάλυτα συνδεθεί με την Μακεδονία για περισσότερο από 30 αιώνες.
Λυπάμαι που ήταν απαραίτητο να επεκταθώ σε τόσες λεπτομέρειες αναφορικά με τα θέματα που έθεσε ο διακεκριμένος εκπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας, αλλά για μας που γνωρίζουμε την ιστορία της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τις πολιτικές περιπλοκές της περιοχής, η γιουγκοσλαβική δήλωση φέρνει στο νου μνήμες αξιώσεων επί της εδαφικής μας ακεραιότητας και αποτελεί μια απαράδεκτη ανάμειξη στις εσωτερικές μας υποθέσεις.
Αναρωτιόμαστε ποιο είναι το μέλλον των προσπαθειών μας στο πλαίσιο της ΔΑΣΕ, στην υποθετική περίπτωση που άλλες χώρες ενεργήσουν με παρόμοιο τρόπο.
Πιστεύουμε ότι το γιουγκοσλαβικό μνημόνιο μας προσφέρει ένα ανησυχητικό παράδειγμα του πως ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις, όπως τις είδαμε εδώ στην Κοπεγχάγη, τις τρεις τελευταίες εβδομάδες, μπορούν να χειραγωγηθούν για την εξυπηρέτηση εξτρεμιστικών και τυχοδιωκτικών πολιτικών»
Ευχαριστούμε τον Γιώργο Εχέδωρο για την επιμέλεια