Του Αλέξη Ηρακλείδη
Τα οικονομικά, η διαφάνεια και η αξιοκρατία είναι, δικαιολογημένα, κύριες προτεραιότητες για τη νέα κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου. Όμως κλειδί αποτελεί και η εξωτερική πολιτική.
Αν η Ελλάδα επανακτήσει το διεθνές κύρος που είχε το 1999-2003 επί κυβέρνησης Σημίτη, με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου, οι διεθνείς παράγοντες- και κατά πρώτο λόγο η Ε.Ε.- θα έδιναν περισσότερη πίστωση χρόνου στην ελληνική κυβέρνηση για να βάλει σε τάξη τα άθλια οικονομικά της χώρας που κληρονόμησε.
Απαιτείται δραστηριοποίηση της Ελλάδας στους διεθνείς οργανισμούς και διασκέψεις με πρωτοποριακές ιδέες (στη Γενική Συνέλευση ΟΗΕ που τώρα συνέρχεται, στη Διάσκεψη της Κοπεγχάγης για το Περιβάλλον, κ.λπ.). Όμως για να έχει διαφορετικό πρόσωπο και βάρος η Ελλάδα στις διαβουλεύσεις με την Ε.Ε. και με τις ΗΠΑ (Ομπάμα) πρέπει να δραστηριοποιηθεί έντονα και εποικοδομητικά κατά πρώτο λόγο στα τρία βασικά ζητήματα που ταλανίζουν τη χώρα εδώ και δεκαετίες - Κυπριακό, ελληνοτουρκικά (Αιγαίο), Μακεδονικό- με στόχο την τελική επίλυση εντός των πρώτων μηνών του 2010. Δεν πρόκειται για βιασύνη, και τα τρία είναι υπερώριμα για λύση εδώ και πολύ καιρό.
Το Κυπριακό έχει περάσει στο β΄ στάδιο των συνομιλιών, αλλά παρά την καλή θέληση των συνομιλητών Χριστόφια και Ταλάτ, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται δυσοίωνα σύννεφα. Και στις δύο πλευρές της πράσινης γραμμής έχει αρχίσει να στήνεται πάλι ένα σκηνικό «πατριώτες- προδότες» όπως το 2003-04 επί σχεδίου Ανάν, με το στάτους κβο να θεωρείται από πολλούς καλύτερο από την «οδυνηρή λύση». Οι δύο ηγέτες αυτοβραχυκυκλώνονται και δεν φαίνεται να διαθέτουν το ανάστημα για να κάνουν την απαραίτητη υπέρβαση. Τα πράγματα θα ήταν βέβαια πολύ διαφορετικά αν οι αντίστοιχοι ηγέτες ήταν ο Γιώργος Βασιλείου (ή ο Νίκος Αναστασιάδης) από τη μία πλευρά και ο Μουσταφά Ακιντζί από την άλλη. Γι΄ αυτό απαραίτητη είναι η θετική εμπλοκή της ελληνικής κυβέρνησης, όπως επί σχεδίου Ανάν, επί προεδρίας Γλαύκου Κληρίδη. Βέβαια η τελική επιλογή βρίσκεται στους Ελληνοκυπρίους, πλην όμως θα πρέπει να τους καταστεί σαφές ότι η λύση σε βάθος χρόνου (σχολή Τάσσου Παπαδόπουλου) σημαίνει παγίωση της διχοτόμησης μια για πάντα. Υπάρχουν μόνο δύο λύσεις για την άρση των τετελεσμένων του 1974: 1) η λύση της χαλαρής διζωνικής ομοσπονδίας στη βάση της ισότητας των δύο κοινοτήτων και 2) η λύση του «βελούδινου διαζυγίου» με εδάφη από την τουρκοκυπριακή πλευρά να περάσουν στους Ελληνοκυπρίους. Στα ελληνοτουρκικά δεσπόζει η διένεξη του Αιγαίου, που έχει και τεράστιο οικονομικό κόστος και για τις δύο χώρες (υπερπτήσεις- αναχαιτίσεις, μεγάλοι και εν πολλοίς άχρηστοι εξοπλισμοί). Αν λυνόταν η διένεξη αυτή, το κέρδος για την οικονομία θα ήταν μεγάλο. Πιο συγκεκριμένα, το νήμα η νέα κυβέρνηση πρέπει να το πάρει από εκεί ακριβώς που το είχε αφήσει η κυβέρνηση Σημίτη και ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Παπανδρέου, δηλαδή από τις ουσιαστικές «ερευνητικές επαφές» που στο παρά πέντε (τέλη 2003) δρομολογούσαν διαδικασία επίλυσης στην εξής λογική βάση: χωρικά ύδατα «δαντέλα», αλλού 6 αλλού 8 μίλια, εναρμόνιση του εναέριου χώρου με τα χωρικά ύδατα, παραπομπή στη Χάγη της υφαλοκρηπίδας, εννοείται με χωρικά ύδατα τα συμφωνηθέντα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Και έρχομαι στο ακανθώδες Μακεδονικό, τη διένεξη Αθήνας- Σκοπίων. Η μοναδική οδός διαδικαστικά βρίσκεται στις απευθείας συνομιλίες (χωρίς τον Νίμιτς). Η προφανής μέση λύση- που πρέπει να επέλθει από κοινού, χωρίς κερδισμένους και ζημιωμένους- είναι «Βόρεια Μακεδονία», «Νέα Μακεδονία» ή «Μακεδονία» στα σλαβομακεδονικά, δηλαδή Μakedonija. Η τελευταία είναι, νομίζω, η καταλληλότερη και θα γίνει ευκολότερα αποδεκτή από την άλλη πλευρά. Παράλληλα θα πρέπει η Ελλάδα να καταστήσει σαφές ότι βεβαίως και αποδέχεται την ύπαρξη ξεχωριστού έθνους και γλώσσας (σε αντίθεση με την εξωπραγματική στάση της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή στο θέμα αυτό, που εξέθετε την Ελλάδα διεθνώς). Επίσης θα πρέπει να μην καθυστερήσει για πολύ η αναγνώριση του Κοσόβου ως ανεξάρτητου κράτους.
Αν η κυβέρνηση Παπανδρέου μπορέσει να επιλύσει ειδικά τα δύο διμερή θέματα (Αιγαίο, Μακεδονικό) τότε τα πράγματα θα είναι τελείως διαφορετικά για τη χώρα μας. Θα καταστεί πάλι κράτος με κύρος, με συμβολή στη σταθερότητα στην περιοχή, κάτι που εξυπακούεται θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα διεθνώς, και εκεί που μετράει, δηλαδή στο γειτονικό περιβάλλον, στην Ε.Ε., στις ΗΠΑ του Ομπάμα, αλλά και στη Ρωσία.
____________________________________________________________
Ο Αλέξης Ηρακλείδης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ανάλυσης Συγκρούσεων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
ΠΗΓΗ:
http://www.foreignpress-gr.com/
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ:
Σε αυτό το μπλόγκ έχουν υπάρξει πολλές αναρτήσεις που αφορούν τον συγκεκριμένο κύριο καθηγητή του Παντείου, εγώ απλά αναρτώ παλαιότερο άρθρο μου που έχει δημοσιευτεί για το συγκεκριμένο Πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας μας και ιδιαίτερα για το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ιστορίας...
Απο το οποίο δεν δόθηκε ποτέ επίσημη απάντηση για το θέμα που θίγω:
''Πότε θα βγουν τα συμπεράσματα, αγαπητό Πάντειο Πανεπιστήμιο;
Δευτέρα, 07 Ιουλίου 2008
Το θέμα απασχόλησε αρκετές εφημερίδες-Μακεδονία, Παρόν, Ελευθεροτυπία, Πρώτο Θέμα, Αυριανή- πέρυσι τέτοιον περίπου καιρό.
Βλέπετε τότε ήταν στην πρώτη γραμμή και το βιβλίο ιστορίας της κυρίας Ρεπούση...
Διαβάσαμε λοιπόν εκείνη την περίοδο, ότι εκτός από την χρηματοδότηση του βιβλίου ιστορίας από το CDRSEE , Κέντρο για την Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη–Ελευθεροτυπία, Γιάννης Τριάντης 5-8-07- από το «Πρόγραμμα Κοινής Ιστορίας : Αποδόμηση θεμάτων εθνικού μίσους» (Shared History Project:Deconsyruction of National Hate Narratives) πως στο πρόγραμμα αυτό μετέχουν το Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, το Τουρκικό Σαμπάνισι και το δικό μας Πάντειο.
Το ρόλο κλειδί διαδραματίζει το Στειτ Ντιπάρτμεντ καθώς και οι πρεσβείες των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Αθήνα και Λευκωσία. Αυτά δεν τα είπαν «σκοτεινοί» Ελληνικοί εθνικιστικοί κύκλοι, αλλά το δημοσίευμα του Ντειβιντ Λ. Φίλιπς συνεργάτη καθηγητή του Πανεπιστημίου Κολούμπια στο επίσημο περιοδικό του Στειτ Ντιπάρτμεντ «State»!
Το περιοδικό γράφει επίσης ότι ειδική μέριμνα έχει δοθεί στη Μικρασιατική Καταστροφή, δηλαδή στην εκατέρωθεν εξάλειψη αρνητικών αναφορών.
Έτσι ξεκίνησε στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων καθηγητών, με θέμα την απάντηση στην ερώτηση «Ποιος έκαψε τη Σμύρνη το 1922, οι Τούρκοι ή οι Έλληνες»...
Επειδή έζησα από κοντά την εμπειρία υπεράσπισης του βιβλίου ιστορίας της κυρίας Ρεπούση σε σχεδόν ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ από καθηγητές του Παντείου Πανεπιστημίου, όπως η κυρία Κουλούρη ή ο κύριος Γιαννουλόπουλος με τον οποίο ανταλλάξαμε και φραστικά πυρά στην εκπομπή του Χασαπόπουλου στο Μέγκα, έψαξα λίγο το θέμα για να δω που βρίσκετε η ιστορία αυτή...
Πρώτα μίλησα με τον πρόεδρο του τμήματος ιστορίας του Παντείου, τον καθηγητή κύριο Πεσμαζόγλου, ο οποίος και μ0υ επιβεβαίωσε την συνεργασία του Παντείου με το Τουρκικό πανεπιστήμιο για το θέμα της αναζήτησης των υπεύθυνων για την πυρπόληση της Σμύρνης!
Μάλιστα μου είπε ότι τελείωσε το εγχείρημα αυτό και τα συμπεράσματα και οι εισηγήσεις θα βγουν σε έναν τόμο...
Όμως για περισσότερα με παρέπεμψε στον υπεύθυνο του προγράμματος τον κύριο ...Γιαννουλόπουλο!
Οι απαντήσεις του κυρίου Γιαννουλόπουλου είχαν αρκετό ενδιαφέρον: Μου επιβεβαίωσε τις συζητήσεις με τους Τούρκους συναδέλφους του, τις εισηγήσεις και τις ανταλλαγές απόψεων για το θέμα της πυρπόλησης της Σμύρνης, αλλά όταν φτάσαμε στην έκδοση των συμπερασμάτων, μου είπε ότι τελικά αυτή ...ΔΕΝ θα γίνει!!!
Αρνήθηκε με τα βδελυγμίας την συμμετοχή των Αμερικανών στο όλο εγχείρημα, λέγοντας επίσης πως απάντησε για το θέμα αυτό και για τα διάφορα δημοσιεύματα των εφημερίδων, τα οποία διέρρευσαν από εθνικιστικούς κύκλους, στην εφημερίδα ΑΥΓΗ.
Επειδή εμένα η κουβέντες αυτές μου δημιούργησαν περισσότερες ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ και έκαναν το τοπίο πιο ομιχλώδες, μήπως θα έπρεπε το Πάντειο Πανεπιστήμιο να πει ΞΕΚΑΘΑΡΑ στον Ελληνικό λαό τι πραγματικά συμβαίνει;
Είναι δυνατόν να αμφισβητούμε την πυρπόληση της Σμύρνης από τους Τούρκους;
Να συζητάμε το αυτονόητο;
Μήπως το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» έχει καταλάβει τα πάντα σε αυτή τη χώρα;
Αναστάσιος Καζαντζίδης
* Eκπαιδευτικός-αρθογράφος