Τα χρόνια πέρασαν, από παιδιά γίναμε έφηβοι, νέοι, πολίτες, οικογενειάρχες…
Αλλά οι ψυχές μας θα είναι για πάντα στις αλάνες, στην κουβέντα με τον φίλο και την ζεστασιά της αληθινής φιλίας. Τότε που το πέταγμα του χαρταετού ήταν ομαδική δουλειά. Βλέπεις σαν χθες ήτανε που μιλούσαμε στον διπλανό μας, έτσι απλά… χωρίς να ξέρουμε ποιος είναι….
Μας λείπει αυτή η αμεσότητα και... το επόμενο άρθρο, μας έφερε μια γλυκιά μελαγχολία….
Καλή σαρακοστή από το TaXalia.
Από την xeimwniatikhliakada
Από παιδί μέτραγα τις μέρες πότε θα περάσουν οι Απόκριες και θα ‘ρθει η Καθαροδευτέρα!
Στάλιζα ώρες ατέλειωτες έξω από το ψιλικατζίδικο της κυρ- Ασημίνας και ζαχάρωνα τους πολύχρωμους χαρταετούς που είχε στημένους στη σειρά! Ταξίδευα λες , μαζί τους!
Χαρταετοί μικροί , μεγάλοι, για όλα τα γούστα κι όλα τα πορτοφόλια … Στηνόμουν εκεί απέξω καθημερινα, τους χάζευα με τις ώρες μα δε ρώταγα τιμές! Φτώχια καταραμένη βλέπεις… Το πενιχρό μου χαρτζιλίκι δεν έφτανε καν για ένα μπαστουνάκι πλαστελίνη. Κι αν καθόταν να μετρήσει κανείς και τα υπόλοιπα, καλούμπα και κορδέλες για την ουρά, το όνειρο ήταν πουλάκι άπιαστο!
Στα χρόνια εκείνα τα δύσκολα , αλλά που έκρυβαν και τις ομορφιές της παιδικής της αθωότητας και της ξεγνοιασιάς , οι πρώτοι αετοί εμφανίζονταν δειλά- δειλά στον ουρανό από τις πρώτες κιόλας μέρες της Αποκριάς. Το παιχνίδι κράταγε μέρες ολάκαιρες. Στη γειτονική αλάνα σύχναζαν όλα τα αγόρια της γειτονιάς. Μόλις τα άκουγα, σαν ένα ελατήριο να με εκτόξευε έξω από το σπίτι, για να βρε8ώ το συντομότερο ανάμεσα τους!
“ελα …έλα …τώρα που φυσάει!”
“κάτσε μάνα ρε…”
“Αμόλα! Αμόλα καλούμπα!! ”
Και να οι φουσκάλες στα τρυφερά και άμαθα χεράκια μου!
Σαν να μην έφτανε που τα κορίτσια στη γειτονιά μου είμαστε λιγοστά, τα περισσότερα από αυτά δεν έβγαιναν στο δρόμο για παιχνίδι. Ή δεν τα άφηνε η μάνα ( κι η δικιά μου δεν μ άφηνε αλλά εγώ το ‘σκαγα γιατί έλειπε ολημερίς στη δουλειά η δόλια ) ή προτιμούσαν να παίζουν στις αυλές μεταξύ τους με κούκλες και κουρελάκια !
Εγώ δεν είχα ούτε κούκλα, ούτε κουζινικά τότε. Μόνο κουρελάκια που δεν τα χώνευα γιατί με αυτά έδενε και στόλιζε η μάνα τα σγουρά μαλλιά μου! Και τη μια τη μοναδική κούκλα που είχα την είχε ξεμαλλιάσει ο αδερφός μου πάνω σε ένα καυγαδάκι μας γιατί δεν τον άφηνα λέει να «πειράξει» το ποδήλατό μου. (Από αυτό είχα! Κληρονομιά από το συχωρεμένο το θειό μου το γιατρό. Ένα ποδήλατο που ήταν ψηλό και μετά βίας τα πόδια μου έφταναν τα πετάλια και ‘ηθελε να το … «πειράξει» και να το κάνει και αγωνιστικό!) Εγώ όμως προτιμούσα να παίζω στο δρόμο με τ’ αγόρια!
Αυτοί με μύησαν σε όλα του χαρταετού τα μυστικά! Από το πόσο μήκος πρέπει να έχει η ουρά, πως φτιάχνουμε τα ζύγια, ως το πώς και που βάζουμε τα ξυραφάκια για να «κατεβάσουμε» τους αετούς των αντιπάλων της « πέρα γειτονιάς»!
Και τότε αλαλάζαμε : “Ζήτωωωω ….έκοψεεεε!!!”
Μέτραγα λοιπόν το χαρτζιλικάκι μου και σαν έβλεπα πως έφτανε δεν έφτανε τρεχάλα στην κυρ-Ασημίνα, διάλεγα τα χρώματα, χαρτί γλασέ , κόλλα και καλούμπα κι άρχιζα τα παζάρια! Κορδέλες ?Τι να τις κάναμε? Υπήρχαν οι παλιές εφημερίδες! Και είχα και τα αγόρια ! Εγώ τα κέρναγα χαλβά ( ένα δυο τρια την ξέρετε δα τη συνταγή ), όλο το ταψάκι- απ΄ της γιαγιάς το φανάρι , δεν είχε χαρταετό και αυτοί με βόηθαγαν όταν δεν μου έβγαζαν περιπαιχτικά τη γλώσσα! Μου «έκοβαν» τα καλάμια από το βάλτο τα λιμάριζαν όπως και τα δικά τους και πέφταμε όλοι με τα μούτρα στην κατασκευή! Άλλος έκοβε τα χαρτιά, άλλος έδενε τα καλάμια κι άλλος ετοίμαζε τα ζύγια και την ουρά. Σε λίγο τρέχαμε όλοι στην αλάνα, ένα χαρούμενο μπουλούκι, με ξεφωνητά και χάχανα .
“ ‘Εεεελα … έλα … τώρα που φυσάει!”
“ Κάτσε μάνα μωρή σγουρομάλλα …! ”
“Αμόοοολααα! ”
Όταν ο άνεμος ήταν βολετός κι ο χαρταετός καλοζυγισμένος, το πέταγμα γινόταν με ευκολία! Συνήθως όμως κάτι δεν πήγαινε καλά και χρειαζόταν επιμονή , μαεστρία και προσπάθεια μέχρι να σηκωθεί ψηλά ο χαρταετός και να «βρει τον αέρα του» (προσθαφαίρεση ουράς, σκουλαρίκια, διόρθωση στα ζύγια, τρέξιμο, ξεμπέρδεμα καλούμπας κλπ). Συχνά μπερδευόταν ο σπάγκος, κι ο χαρταετός έπεφτε σε θάμνους αγκαθωτούς , ψάχναμε να τον βρούμε, “τρώγαμε τα γόνατα” τα φτύναμε για απολύμανση , τα πασαλείβαμε με χώμα, ιδρώναμε, φωνάζαμε, νευριάζαμε, μαλώναμε ή ζηλεύαμε τους άλλους που οι αετοί τους έσκιζαν τον ουρανό!
Αλλά δεν το βάζαμε κάτω! Προσπαθούσαμε! Εκεί ! Κι οταν τα καταφέρναμε η χαρά φώτιζε τα προσωπάκια μας και τα ΄κανε να λάμπουν!
Κι έτσι μ αλήθειες και με ψέματα φτάσαμε στο σήμερα! Που μικροί και μεγάλοι ξεχύνονται στα ξέφωτα και στους λόφους γύρω από τη μεγάλη καυσαεριούπολη για να πετάξουν τους πλαστικούς ή τους πανάκριβους χαρταετούς που αγόρασαν από τον γύφτο – πωλητή ονείρων!
Μα είναι διασκέδαση αυτό?
Το “κάψανε” το ανθρώπινο παιχνίδι μας κι από ουσιαστική ψυχαγωγία το μετουσίωσαν κι αυτό όπως πολλά απ΄ τη ζωή μας σε φτηνιάρικο εμπόριο!
Ο χαρταετός ξεκίνησε να πετιέται γιατί οι άνθρωποι ονειρεύονταν πως : πετώντας τον χαρταετό που πάνω του είχαν φορτώσει ότι τους βάραινε τη ψυχή , μπορουσαν να ..” τα ξεφορτωθούν” ενώ όσο πιο ψηλά έφτανε ο χαρταετός τόσο πιο τυχεροί θα είναι.. .
Yποδηλώνει λίγο πολύ όπως τότε ,και τώρα , την ανάταση και την κάθαρση της ψυχής μετά το διονυσιακό ξεφάντωμα της Αποκριάς.
-Τι κάνετε εδώ στο μοναστήρι;
ρώτησαν κάποτε ένα σοφό γέροντα .
Κι’ αυτός αποκρίθηκε:
«Πέφτουμε και σηκωνόμαστε,
και πάλι πέφτουμε και πάλι σηκωνόμαστε
και ξαναπέφτουμε και ξανασηκωνόμαστε»!
Η πνευματική πορεία μας , δεν είναι μια γραμμική, προοδευτική πορεία προς την τελειότητα. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα διαδοχικά πνευματικά στάδια που οδηγούν σε αυτήν, αλλά μια συνεχής , προσωπική – δυναμική- εξελικτική διαδικασία η οποία χαρακτηρίζεται από νίκες, ήττες, επιτυχίες και αποτυχίες, παλινδρομήσεις, οπισθοχωρήσεις, κρίσεις ή και στασιμότητες.
Θα μπορούσε εύκολα κανείς να παρομοιάσει την πνευματική πορεία ενός ατόμου με το πέταγμα του χαρταετού:
* Τα υλικά του χαρταετού να απεικονίσουν τα βιολογικά χαρακτηριστικά μας.
* Τα ζύγια, την ψυχική και συναισθηματική μας ισορροπία.
* Η ουρά, τον προσωπικό μας “σταυρό”.
* Ο σπάγκος, τη φρόνηση που μας δένει με τη γη , με την πραγματικότητα και δεν αφήνει τα μυαλά μας να πάρουν αέρα.
* Οι χειρισμοί , το ξεχώρισμα των ανθρώπων γύρω μας και τις προσωπικές επιλογές μας
* Ο άνεμος , το πνεύμα χωρίς την οποίο δεν γίνεται τίποτα!
Όταν ο αετός ανεβαίνει ψηλά νιώθουμε βεβαιότητα γιατί τα καταφέρνουμε! Όταν πέφτει βολίδα ή παίρνει τούμπες ή γέρνει, τρέχουμε, αμολάμε και μαζεύουμε καλούμπα προσπαθώντας να του δώσουμε ύψος ενώ μέσα μας εναλλάσσονται συναισθήματα ενθουσιασμού και απογοήτευσης! Την ώρα της προσπάθειας, ξεχνάμε ότι το πέταγμα εξαρτάται κυρίως από τον άνεμο και την κατασκευή του αετού και παλεύουμε απεγνωσμένα να τον ανεβάσουμε ψηλά σαν να εξαρτώνται όλα από τη θέληση, τη δύναμη και την τεχνική μας!
Η συνέχεια στην:http://xeimwniatikhliakada.wordpress.com/2010/02/15/x%ce%b1%cf%81%cf%84%ce%b1%ce%b5%cf%84%ce%bf%ce%af-%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b1%ce%ad%cf%81%ce%b1/