ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ
4 Αυγούστου 2010
ΔΕΗ: Υπάρχουν κόκκινες γραμμές
Η αναφορά κατά την διάρκεια των τελευταίων ημερών σε απαίτηση ευρωπαίων αξιωματούχων για πώληση του 40% των λιγνιτικών και...
υδροηλεκτρικών μονάδων της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού συνιστά μια πολύ μεγάλη πρόκληση.
Εάν η απαίτηση αυτή αληθεύει, τότε επιβεβαιώνονται οι ανησυχίες εκείνων που θέλουν την τρόικα να εξυπηρετεί συμφέροντα μεγάλων ξένων ολιγοπωλιακών επιχειρήσεων, όχι μόνο στον τομέα της ενέργειας αλλά και σε άλλους τομείς κοινής ωφέλειας μείζονος σημασίας για την οικονομική, κοινωνική, ακόμα και εδαφική, συνοχή της χώρας, όπως το νερό, ο σιδηρόδρομος, τα ταχυδρομεία και οι τηλεπικοινωνίες.
Οι αναφορές του Μνημονίου για τα θέματα ενέργειας περιλαμβάνουν τρία θέματα:
· Την απελευθέρωση της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τον εξορθολογισμό των τιμολογίων για τους καταναλωτές.
· Τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, (που στη χώρα μας είναι πραγματικότητα)
· Την ενίσχυση της ανεξαρτησίας και των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ.
Η πιο ακραία, ακόμα και η πλέον διαστρεβλωμένη ερμηνεία αυτών των αναφορών δεν μπορεί να οδηγήσει στην απαίτηση για πώληση λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων. Η λογική ότι η πρόταση αυτή διατυπώθηκε πέραν των απαιτήσεων του μνημονίου, γιατί έτσι διασφαλίζονται οι πιστωτές της χώρας, θα πρέπει ιδιαίτερα να προβληματίσει αυτούς που έναν όχι συνήθη, εξαιρετικά σημαντικό αλλά οπωσδήποτε νόμο τον έχουν αναγάγει σε υπέρ Συνταγματικό κείμενο. Με την ίδια αντίληψη, πάντως, θα έπρεπε να απαιτήσουν από τη γαλλική EDF να πωλήσει το 40% των πυρηνικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της.
Εάν η απαίτηση δεν αληθεύει, θα πρέπει να διερευνηθούν ποια εγχώρια συμφέροντα, κρυβόμενα πίσω ή και πέραν από το μνημόνιο, υποκινούν την απαξίωση της ΔΕΗ. Η διασφάλιση της μακροχρόνιας ενεργειακής επάρκειας της χώρας, η έμπρακτη κατοχύρωση του δικαιώματος κάθε πολίτη στην ενέργεια και η προστασία του περιβάλλοντος απαιτούν την διατήρηση στο ακέραιο του παραγωγικού δυναμικού της ΔΕΗ αλλά και τον εκσυγχρονισμό της επιχείρησης με άξονα το Δημόσιο Συμφέρον και την αειφόρο ανάπτυξη.
Είναι αναγκαίο να υπάρξει απεγκλωβισμός των υφιστάμενων πολιτικών και ρυθμιστικών αρχών από την πάση θυσία ανάπτυξη του «ανταγωνισμού για τον ανταγωνισμό». Πραγματική «στρέβλωση» δεν αποτελεί το Δικαίωμα των πολιτών στο δημόσιο αγαθό Ενέργεια, αλλά η δήθεν «απελευθέρωση» της αγοράς που οδηγεί, όπως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία αλλά και η ανάλυση των ελληνικών συνθηκών, στην επικράτηση ιδιωτικών ολιγοπωλίων, σε απολύσεις εργαζομένων, ανύπαρκτες επενδύσεις και υψηλή -στα όρια της κερδοσκοπίας - κερδοφορία. Ενδεικτικό των κινδύνων που εγκυμονούν για το κοινωνικό σύνολο οι υφιστάμενες πολιτικές είναι το γεγονός ότι, στο όνομα, δήθεν, της άρσης των «στρεβλώσεων» στην αγορά ενέργειας, προαναγγέλλονται σήμερα αυξήσεις στα οικιακά τιμολόγια μέχρι και 40%.
Υπενθυμίζεται ότι η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έχει «απελευθερωθεί» θεσμικά στη χώρα μας πριν από 11 χρόνια και είναι σε εξέλιξη η εφαρμογή της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/72, η οποία θέτει ως στόχο να αντιμετωπίσει τις στρεβλώσεις της αγοράς που υπάρχουν στις διάφορες χώρες.
Επίσης υπενθυμίζεται ότι από τότε έχουν παραχωρηθεί σε ιδιώτες Άδειες Παραγωγής για μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς (π.χ. Αγ.Νικόλαος Αράχθου, Αυλάκι Αχελώου), που δεν κατασκευάστηκαν. Κανένας δε ιδιώτης δεν ζήτησε Άδεια Παραγωγής λιγνιτικού σταθμού. Προτιμήθηκαν οι μονάδες με φυσικό αέριο που έχουν πολύ φθηνότερο κόστος επένδυσης και πολύ μικρότερο χρόνο κατασκευής.
Στην ενέργεια το μεγάλο κόστος επένδυσης και λειτουργίας σχετίζεται με τις αρχικές υποδομές και το είδος του καυσίμου. Είναι φανερό ότι πρέπει να υπάρξουν κόκκινες γραμμές στην ενεργειακή πολιτική και στην παραχώρηση της δημόσιας περιουσίας. Οι επιστημονικοί φορείς που συσπειρώνονται γύρω από τα θέματα της ανάπτυξης θα τις υπερασπισθούν.