του Στράτου Σιμόπουλου |
Είναι, νομίζω, κοινά αποδεκτό ότι η Κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει έως σήμερα ουσιαστικό έργο στον τομέα της ανάπτυξης, όπως ομολόγησε εμμέσως και ο Πρωθυπουργός με την προ μηνός αλλαγή της ηγεσίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, ενώ η μόνη παρέμβαση, η οποία είχε δρομολογηθεί έως τότε η κατάθεση, δηλαδή του νέου αναπτυξιακού νόμου πάγωσε
μέχρι νεωτέρας.
Όσον αφορά τον νέο Υπουργό Ανάπτυξης, είναι πολύ νωρίς, βέβαια, τόσο να τον κρίνουμε με βάση το έργο του, όσο και να θεωρήσουμε υπερβολικά αισιόδοξες τις εξαγγελίες του σχετικά με το ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα διοχέτευσης ρευστότητος στην αγορά. Αντίθετα, πρέπει να περιμένουμε, έχοντας όμως το δικαίωμα να κρίνουμε τους λόγους του, από τους οποίους προκύπτει ο τρόπος με τον οποίο σκοπεύει να λειτουργήσει πολιτικά.
Έτσι, όταν ακούμε να προτρέπει τους επιχειρηματίες να σταθούν αρωγοί της μεγάλης κυβερνητικής προσπάθειας, αντιλαμβανόμαστε εύκολα ότι αντιμετωπίζει λάθος την επιχειρηματικότητα και δεν κατανοεί ότι οι επιχειρηματίες και η αγορά αποτελούν το όχημα της εξόδου από την κρίση και ότι η πολιτεία οφείλει απλά να δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον στεκόμενη εκείνη αρωγός των επιχειρηματιών.
Όταν επίσης τον ακούμε να ισχυρίζεται ότι θα προσπαθήσει να δημιουργήσει, όχι σε 10 χρόνια όπως είναι σωστό, αλλά άμεσα 50.000 καινοτόμες επιχειρήσεις στις οποίες θα απασχολούνται 600.000 νέοι επιστήμονες, πιστεύουμε ότι αγνοεί πως η καινοτομία απαιτεί τεχνολογική έρευνα, θερμοκοιτίδες, εργαστήρια παραγωγής πρωτοτύπων, κεφάλαια σποράς, σύνδεση πανεπιστημίων και βιομηχανίας, εμπέδωση μέσα στα πανεπιστήμια κουλτούρας επιχειρηματικότητος και νέο πλαίσιο λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων, προϋποθέσεις, με ευθύνη όλων των Κυβερνήσεων του παρελθόντος, ανύπαρκτες ή σε εμβρυακό επίπεδο στη σημερινή Ελλάδα.
Ομιλεί ακόμα ο Υπουργός για την ανάγκη να έχουμε αποπληθωρισμό τιμών, χωρίς να διευκρινίζει ότι αναφέρεται προφανώς στα είδη καθημερινής ανάγκης και όχι σε μια γενικευμένη πτώση των τιμών, διότι ο αποπληθωρισμός αποτελεί παγίδα για την οικονομία, ιδιαίτερα για την κτηματαγορά και με σκοπό να τον αντιμετωπίσουν χώρες όπως οι ΗΠΑ, διοχετεύουν αυτή την εποχή τεράστια ποσά χρήματος στην αγορά.
Από την κριτική μας, βέβαια, δεν μπορεί να διαφύγει και η τάση του να προσπαθεί, μέσω του τύπου και σε υψηλούς τόνους να κερδίσει τη μάχη εναντίον των κερδοσκόπων, δημιουργώντας παράλληλα όμως την εντύπωση ότι η μάχη αφορά τις πολυεθνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ενώ θα πρέπει αθόρυβα με οργανωμένο διάλογο και με επιχειρήματα να επιδιώξει την επιτυχία των στόχων του. Σε αντίθετη περίπτωση κινδυνεύουμε να έχουμε και άλλα παραδείγματα όπως αυτό γνωστής πολυεθνικής αλυσίδος που ενώ έχει ήδη επενδύσει 50 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα και σκόπευε να επενδύσει άλλα 300 εκ., αποχωρεί στο τέλος της χρονιάς.
Τέλος, για να είμαστε δίκαιοι, οφείλουμε να συμφωνήσουμε μαζί του ότι απαιτούνται άμεσες παρεμβάσεις και βελτιώσεις στο θεσμικό πλαίσιο με το οποίο λειτουργεί σήμερα στη χώρα μας ο ανταγωνισμός, απαραίτητη προϋπόθεση για την αποφυγή μονοπωλιακών καταστάσεων και κατ’ επέκταση την πτώση των τιμών.
Δημοσίευση: SITE capital.gr (22-10-2010)
http://www.capital.gr/Articles.asp?id=1071182