Εκκωφαντικές οι καταρρεύσεις των Μέσων Ενημέρωσης, εκκωφαντικές και οι χαιρέκακες αντιδράσεις του φιλοθεάμονος κοινού, που παρακολουθεί δίκην Κολοσσαίου τα συντρίμμια. Δεν είναι μόνο ο Ελεύθερος Τύπος της Γιάννας, που τον έχουμε ξεχάσει αλλά δεν τον ξέχασαν όσοι ακόμα παραμένουν άνεργοι, δημοσιογράφοι, τεχνικοί και διοικητικοί υπάλληλοι. Δεν είναι η Απογευματινή και το καθημερινό Βήμα με τις προγραμματιζόμενες 100 απολύσεις συντακτών, όπως καταγγέλλει ο εκπρόσωπος των εργαζομένων. Δεν είναι η αποψίλωση του ραδιοφώνου του ΑNT1 από δημοσιογραφικό προσωπικό, οι μειώσεις 10% στον ΣΚΑΙ (προς το παρόν;). Είναι και το ΑΛΤΕΡ που είχε κανα δυο μήνες να πληρώσει, οι περικοπές στην Ελευθεροτυπία, οι απολύσεις στον..
902 και την Τυποεκδοτική, οι επαπειλούμενες απολύσεις στο Εθνος. Και αυτά είναι απλώς η εισαγωγή στο ρέκβιεμ. Ερχονται κι άλλα που θα φέρουν μια εκ θεμελίων αποσάθρωση του μηντιακού οικοδομήματος της χώρας.
Ξέρω χαίρεστε. Το δείξατε στα χθεσινά σας σχόλια. Στο μυαλό σας, κάτι χρυσοποίκιλτοι αεράτοι τύποι, μέσα στα πανάκριβα Καγιέν τους πέφτουν στο χάσμα που άνοιξε σεισμός της κρίσης. Ετσι είναι αν έτσι νομίζετε. Αδιάφορη η χαιρεκακία σας σε όλους μας. Οι δημοσιογράφοι δεν σας ζήτησαν καμιά λύπηση, καμιά συμπάθεια. Ετσι και αλλιώς, η επαγγελματική τους καθημερινότητα ,τους έχει εκπαιδεύσει να ζούνε σε διαρκή φουρτούνα, τέτοια που δεν μπορείτε να φανταστείτε ότι θα την αντέχατε για ένα μήνα, όλοι εσείς που ζείτε τις ζωές κανονικών ανθρώπων.
Όταν μιλάτε για δημοσιογράφους (είναι γύρω στους πέντε χιλιάδες - ήδη οι χίλιοι άνεργοι και έρχονται κι άλλοι) το μυαλό σας πάει σε καμιά εικοσαριά γκόλντεν μπους, αγαπημένους των καμερών, των φλάς και των lifestyle περιοδικών, τυλιγμένους με το φωτοστέφανο της αναγνωρισιμότητας, προστατευμένους από την ασπίδα των τρανών τραπεζικών τους λογαριασμών, έχοντες υπέρμετρη, των ικανοτήτων τους, δυνατότητα δημόσιας παρέμβασης, συναγελαζόμενους με τους μεγαλόσχημους του χρήματος, συγχρονιζόμενους με ποικίλα επιχειρηματικά και πολιτικά συμφέροντα.
Πως φτάσαμε εδώ; Μα ναι, σε ότι δεν αφορά την ανοχή σας, έχετε δίκιο: τα Μέσα Ενημέρωσης, που πάντα ήταν συνδεδεμένα με κόμματα και πολιτικές παρατάξεις (κάτι φυσικό, τίμιο, φανερό και αποδεκτό, στο μέτρο που τα ΜΜΕ είναι προβολείς πολιτικών ιδεών), μετά τους πακτωλούς των χρημάτων που εισέρρευσαν από την Ε.Ε., μετατράπηκαν σε ομάδες συμφερόντων, σε κυκλώματα διαπλοκής δι όφελος των ιδιοκτητών τους. Ως εκ τούτου διάλεξαν και τους «κατάλληλους» συνεργάτες. Χρησιμοποίησαν τα Μέσα ως πολιορκητικούς κριούς για να αλώσουν κρατικές επιδοτήσεις, δημόσια έργα, κυβερνητικές διαφημίσεις ή για να επιτύχουν πολλαπλές άλλες διευθετήσεις. Δίπλα τους βρέθηκαν συνεργάτες τους δημοσιογράφοι, που νόμισαν ότι θα γίνουν ομοτράπεζοι και θα γευτούν την γοητεία της μπουρζουαζίας. Ελάχιστοι, μόνο, τα κατάφεραν και αυτοί εν μέρει! Οι ίδιοι βούλιαξαν τα Μέσα που ανέλαβαν αλλά ο τραπεζικοί τους λογαριασμοί ανέβηκαν. Όμως και αυτοί ήταν λίγοι, όπως ελάχιστοι ήταν και οι δημοσιογράφοι που έγιναν οι ίδιοι εκδότες, δηλαδή αφεντικά δημοσιογράφων.
Εδώ υπεισέρχεται η ευθύνη της μεγάλης χαιρέκακης πλατείας: Δεν γράψατε ποιος έδωσε την δύναμη σε αυτούς, ποιος τους έχανε αναγνωρίσιμους, ποιος έδωσε στα λεγόμενά τους ισχύ …νόμου (μα το είπε ο τάδε). Μήπως εσείς;
Ενας λαός που δεν αγάπησε ποτέ το διάβασμα, που δεν τον έβλεπες στο αστικό, στο ΚΤΕΛ, στο τρένο, στο καφέ, να διαβάζει εφημερίδα, όταν οι ευρωπαϊκοί λαοί τις καταναλώνουν σαν …ζεστό ψωμί. (και μην μου πείτε, αυτό γινόταν επειδή δεν έχουν ποιότητα. Υπήρξαν εφημερίδες ποιότητας, αλλά οι κυκλοφορίες τους πάντα ήταν λυμφατικές). Αυτή η έλλειψη αναγνωστικού κοινού έκανε τις εφημερίδες για να επιβιώσουν να στραφούν στο …εμπόριο. Το τι σπίτια και αυτοκίνητα πρόσφεραν, το τι CD με ξεχασμένα τραγούδια νεκρανάστησαν, τι dvd με άγνωστα έργα ανακάλυψαν, τι στις Σεϋχέλλες έστειλαν αναγνώστες – μέχρι και …παπλώματα για τα κρύα βράδια του χειμώνα μοσχοπούλησαν. Και ω του θαύματος, με την τακτική αυτή, την οποία ενθέρμως αγκάλιασε το φιλοθεάμον κοινό που τώρα χαμογελάει χαιρέκακα, ανέβαλαν για κάποια χρόνια τον ανεπίστροφα προγραμματισμένο θάνατό τους. Έναν θάνατο συνυφασμένο με την αδιαφορία του κοινού για τα κοινά, ενός κοινού που κρίνει, καταδικάζει, αλλά την ίδια στιγμή δεν αγοράζει τις εφημερίδες γιατί - νομίζει ότι – ενημερώνεται, ίσως επειδή αυτό του αρκεί, από τα φωνακλάδικα τηλεοπτικά καφενεία των 8! Ένα κοινό που γουστάρει «ταρζανιές» , ως τεκμηριωμένη ενημέρωση και αποκαλυπτική δημοσιογραφία. Ένα κοινό που επιβραβεύει τον τηλεοπτικό τσαμπουκά, τον ανόητο ή συνθηματολογικό λόγο των καλεσμένων στα διάφορα πάνελ και παραθύρια. Ενα κοινό που τρέχει αλλόφρον στα διάφορα ΙΚΑ- ΜΙΚΑ και ζητάει αδιανόητα επιδόματα, γατί «το είπε ο τάδε»! Θα μου πείτε «έτσι το εκπαιδεύσατε»… θα σας απαντήσω άλλο που δεν ήθελε…
Ποιος έδωσε λοιπόν δύναμη σε όλους αυτούς; Ποιος δεν απαίτησε την ποιότητα και αδιαφόρησε για την ανεξάρτητη (συγκριτικά πάντα )ενημέρωση; Μα το χαιρέκακο κοινό της πλατείας (σ.σ. αναφέρομαι μόνο στα δημοσιογραφικά πλαίσια, δεν αφορά το παρόν σημείωμα το σύνολο των τηλεοπτικών εκπομπών).
Την ίδια στιγμή διάφοροι απίθανοι τύποι, άσχετοι με την δημοσιογραφία, εμφανίστηκαν αγοράζοντας εφημερίδες, ημιθανείς ή όχι, στοχεύοντας είτε στο διαγούμισμα κρατικών πόρων, είτε στην καταξίωση που δίνει ο τίτλος του εκδότη και την είσοδό τους στο κεντρικό πολιτικοεκδοτικό στερέωμα. Τώρα, βλέποντας ότι το μέλι τέλειωσε μαζί με την κρίση, τις ξαπόστειλαν - μαζί με τους εργαζόμενους.
Πλέον το «καινούργιο κοσκινάκι» είναι το ιντερνέτ. Ολοι οι επιχειρηματίες των Μέσων άρχισαν να επενδύουν σε αυτό με τη μανία που θυμίζει τις πρώτες ημέρες του ιδιωτικού ραδιοφώνου. Το αν θα δημιουργήσουν μια νέα φούσκα την οποία θα ακολουθήσει μια νέα κατάρρευση, θα εξαρτηθεί από το πόσο διδάχτηκαν από την παρούσα κρίση.
Πηγή