«Ερωτήματα απλής λογικής για την υπεξαίρεση στο Δήμο Θεσσαλονίκης» από τον Αντιδήμαρχο Θεόδωρο Αθανάσαρο.
Κανείς μέχρι σήμερα δεν αμφισβήτησε τα καθαρά χέρια της κυρίας Τσεμπερά για να έχει η Οικονομική Επιθεωρήτρια την ανάγκη της πρωτοσέλιδης αγιοποίησής της από την Κυριακάτικη Μακεδονία.
Αυτό που εδώ και τρία χρόνια προσπαθώ να επισημάνω είναι η μονόπλευρη (εσκεμμένη, εντεταλμένη ή απλά λανθασμένη;) αντιμετώπιση της υπόθεσης της υπεξαίρεσης, με τα στελέχη...
της Διοίκησης του Δήμου να διασύρονται στον τύπο από τις επιλεγμένες «διαρροές» των πορισμάτων της Επιθεωρήτριας. Αυτό που κάνω είναι να θέτω ερωτήματα απλής λογικής για τα οποία ακόμη δεν έχω λάβει απαντήσεις μέσω των ενεργειών της.
-Αφού η υπεξαίρεση ξεκίνησε ήδη από το 1993 και αφού η ίδια καταθέτει στο πόρισμά της στοιχεία ελλειμμάτων ήδη από το 1997 τότε γιατί δεν κλήθηκαν στην προανάκριση οι δύο προ της Διοίκησης Παπαγεωργόπουλου Δήμαρχοι και οι προηγούμενοι Αντιδήμαρχοι; Υπήρξε αυτό πρωτοβουλία της Επιθεωρήτριας ή ακολούθησε «εντολές» άλλων; Θέλει μήπως κάποιος να λάμψει η μισή μόνο αλήθεια και ποιον εξυπηρετεί η «παράλειψη» αυτή της Επιθεωρήτριας; Δημιουργείται έτσι εσκεμμένα η εντύπωση στην κοινή γνώμη ότι το σκάνδαλο αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της τελευταίας Διοίκησης ενώ στην πραγματικότητα οφείλεται στη χρόνια παθογένεια των Υπηρεσιών του Δήμου, της Εφορίας και των Ταμείων.
-Γιατί η προανάκριση στη Θ’ ΔΟΥ στην οποία υπηρετεί η κυρία Τσεμπερά ξεκίνησε μόλις τώρα και με καθυστέρηση τριών ετών ενώ οι υπάλληλοι της συγκεκριμένης ΔΟΥ κάλυπταν με τις βεβαιώσεις φορολογικής ενημερότητας, που ανελλιπώς όλα αυτά τα χρόνια εξέδιδαν, τα ελλείμματα που δημιούργησε ο αυτουργός της υπεξαίρεσης, καθώς αυτός ιδιοποιούνταν χρήματα που έπρεπε να καταβληθούν στο Δημόσιο.
-Πώς μπορεί κάποιος που αναλαμβάνει Αντιδήμαρχος το 2004 – ενώ η υπεξαίρεση διαρκούσε ήδη ένδεκα χρόνια – να υποψιαστεί την πιθανότητα κακοδιαχείρισης, όταν ούτε μία φορά, κατά τη διάρκεια της θητείας του, δεν του επισημάνθηκε, από τους καθ’ ύλην αρμόδιους για τα οικονομικά και διαχειριστικά προϊστάμενους του Δήμου (ΒΔ 197/ 59 «περί Δημοτικού Λογιστικού») οποιαδήποτε ατασθαλία; Πώς μπορεί κανείς να υποψιαστεί την πιθανότητα κακοδιαχείρισης όταν ούτε μία φορά δεν έφτασε στο γραφείο του κάποιο παρόμοιο έγγραφο ούτε από την Εφορία ούτε από κάποιο Ασφαλιστικό Ταμείο, αφού όλα αυτά τα χρόνια ο Δήμος Θεσσαλονίκης ελάμβανε κανονικά τις βεβαιώσεις της ασφαλιστικής και της φορολογικής ενημερότητας; Δεν αντιλήφθηκε κανείς από τους υπαλλήλους τους τη μη καταβολή των εισφορών; Γιατί να ανησυχήσει για την πιθανή ύπαρξη ελλειμμάτων κάποιος Αντιδήμαρχος που λαμβάνει κανονικά τις βεβαιώσεις αυτές;
-Το ανθρώπινο δυναμικό της Αντιδημαρχίας συμπεριλάμβανε 414 υπαλλήλους. Ήταν υποχρέωση του Αντιδημάρχου να γνωρίζει και να ελέγχει προσωπικά τον κάθε έναν από αυτούς; Ο ημερήσιος έλεγχος του Σαξώνη από την Προϊσταμένη και από το Διευθυντή του, ο ετήσιος έλεγχος των οικονομικών του Δήμου από ορκωτούς λογιστές, η σύμβαση με ιδιωτική εταιρία για την ανάπτυξη του διπλογραφικού συστήματος, ο προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν αποτελούν απόδειξη της βαρύτητας που δόθηκε στην ασφάλεια της οικονομικής διαχείρισης; Πώς μπορούσε ένας Αντιδήμαρχος να αντιληφθεί την υπεξαίρεση που τόσοι εξειδικευμένοι υπάλληλοι και επιστήμονες αδυνατούσαν να αντιληφθούν επί δεκαπέντε χρόνια; Λέγεται, ότι στην Ελλάδα όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί κλέβουν. Όμως, κύριοι, υπάρχουν και κάποιοι που η δημόσια διαδρομή τους αποδεικνύει ανά πάσα στιγμή με στοιχεία το αντίθετο.
-Οι πλαστογραφήσεις των καταστάσεων, οι αντικαταστάσεις των ενταλμάτων, το σκανάρισμα των αποδείξεων γινόταν, σύμφωνα με το πόρισμα και την κατάθεση του Σαξώνη, μετά την υπογραφή τους από τον Αντιδήμαρχο. Πώς λοιπόν θα μπορούσε να υποψιαστεί κανείς την παρανομία;
-Πώς αποδίδονται ευθύνες στον Αθανάσαρο ενώ το όνομά του δεν αναφέρεται ούτε μία φορά σε καμία από τις μέχρι σήμερα καταθέσεις, ούτε καν σε αυτές του Σαξώνη;
Ξέρω ότι τα ερωτήματά μου άρχισαν ήδη να ενοχλούν ανθρώπους που βρίσκονται σε σημαντικότερες θέσεις από αυτή της κυρίας Τσεμπερά. Δεν θα πάψω όμως να φωνάζω την αλήθεια γιατί στην υπόθεση αυτή, ακόμη και οποιαδήποτε υπόνοια εμπλοκής μου είναι το λιγότερο ανήθικη και γι’ αυτό δε σκοπεύω να αφήσω κανέναν να παίζει στην πλάτη μου ανήθικα παιχνίδια εξουσίας και προσωπικής ανέλιξης, σπιλώνοντας την προσωπική μου τιμή και υπόληψη. Τα ερωτήματα και οι αντιφάσεις στην υπόθεση αυτή είναι πολλά και εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντητα. Οι μισές αλήθειες είναι πιο επικίνδυνες από το χειρότερο ψέμα. Διατηρώ την εμπιστοσύνη μου στην Ελληνική Δικαιοσύνη και περιμένω να λάμψει η αλήθεια όταν οι αληθινοί δικαστικοί λειτουργοί αναλάβουν τη διερεύνηση της υπόθεσης από την αρχή του νήματός της και όχι από εκεί που «βολεύει» κάποιους.