Συνέντευξη της Αρμενικής εφημερίδας ΑΖΑΤ ΟΡ με τον Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Ηλία Κουσκουβέλη.
- Ας έρθουμε σε ειδικότερα θέματα που αφορούν την Ελλάδα και την Αρμενία. Ως καθηγητής διεθνών σχέσεων, ποιά θεωρείτε πως είναι τα κυρίαρχα στοιχεία για τη βελτίωση και περαιτέρω ανάπτυξη της καλής συνεργασίας μεταξύ των δυο χωρών;
- Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να είναι κανείς καθηγητής Διεθνών Σχέσεων για να γνωρίζει τις ισχυρότατες σχέσεις μεταξύ των δύο λαών που για πολύ μεγάλο διάστημα είχαν ουσιαστικά ενωθεί και που η ιστορία χώρισε σε δύο διαφορετικές γωνιές της περιοχής μας. Επίσης χρειάζεται κοινός νους για να αντιληφθεί κανείς τα κοινά συμφέροντα. Άρα, οι προϋποθέσεις υπάρχουν. Εκείνο το οποίο απαιτείται – και αυτό υποστηρίζω σταθερά ως Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων - είναι να χαραχθεί, με σοβαρότητα και με πίστη στην κοινή στόχευση, μία στρατηγική για το μέλλον. Χωρίς κοινή στρατηγική και χωρίς πίστη στην εφαρμογή της τα πράγματα θα μείνουν ως έχουν. Αν μείνουν ως έχουν όχι μόνο οι δύο πλευρές δεν θα ωφεληθούν, αλλά, μεσοπρόθεσμα, καθώς άλλοι θα προχωρούν, θα καταγράψουν τις αρνητικές συνέπειες της αδράνειάς τους.
- Τι προοπτικές ανάπτυξης συνεργασίας υπάρχουν μεταξύ των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων των χωρών (στην προκειμένη περίπτωση ιδιαίτερα μεταξύ Ελλάδας και Αρμενίας) και πού εξυπηρετεί η θέσπιση κοινών προγραμμάτων ή ανταλλαγής των φοιτητών;
- Ασφαλώς οι δυνατότητες είναι μεγάλες και, μάλλον, ανεξερεύνητες. Αναφερόμενος μόνο στο δικό μου κλάδο, θεωρώ ότι έχουμε τεχνογνωσία στον τομέα της επιστήμης των Διεθνών Σχέσεων και των Ευρωπαϊκών σπουδών. Αντιστοίχως, από την πλευρά της Αρμενίας έχουμε να μάθουμε πολλά για τον Καύκασο, τη Ρωσία, την Κεντρική Ασία. Όμως, πέρα από τη γνώση, η ανταλλαγή φοιτητών συμβάλλει στο να γνωριστούν καλύτερα οι νέοι, να καταγράψουν τα κοινά του παρελθόντος και να αντιληφθούν την πρόκληση των κοινών συμφερόντων και ευκαιριών του μέλλοντος.
- Η Ελλάδα και η Αρμενία έχουν υπoγράψει αρκετά μνημόνια συνεργασίας σε πολλούς τομείς. Τι είδους συνεργασία και σε ποιούς τομείς ειδικότερα θα προτείνατε εσείς για το μέλλον;
- Εγώ δεν έχω να προτείνω περαιτέρω συμφωνίες, όχι γιατί δεν θα μπορούσαν να γίνουν και άλλες. Πιστεύω όμως ότι πρώτα πρέπει να ενεργοποιηθούν οι υφιστάμενες και να αποδώσουν καρπούς. Να δώσω ένα παράδειγμα. Κάθε Ελληνικό πανεπιστήμιο έχει υπογράψει δεκάδες συμφωνίες συνεργασίας με πανεπιστήμια απανταχού της γης∙ από αυτές ελάχιστες είναι ενεργές και χρήσιμες. Θα ήθελα όμως να προσθέσω ότι για την ενεργοποίηση αυτών των συμφωνιών τεράστιο ρόλο παίζουν οι πολίτες των δύο χωρών και, εν προκειμένω, τεράστιο ρόλο μπορούν να παίξουν και οι Αρμενικής καταγωγής Έλληνες. Επιτρέψτε μου ακόμη ένα παράδειγμα ή πρόταση: δεν θα ήταν καλό να οργανώνονται εκδηλώσεις, ομιλίες, ημερίδες, στα Πανεπιστήμια ώστε οι νέοι μας να γνωρίσουν περισσότερα για την Αρμενία;
- Όπως γνωρίζετε η Τουρκία κρατά κλειστά τα σύνορά της με την Αρμενία, ενώ συγχρόνως προσπαθεί να επιδείξει δυναμική και ηγεμονική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή. Ομοίως συνεχίζει την κατοχή της Βόρειας Κύπρου και παραβιάζει συνεχώς τον εναέριο χώρο της Ελλάδας. Ενώ δείχνει πως θέλει να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με τα γειτονικά κράτη, παρ' όλα αυτά, δεν οπισθοχωρεί ούτε χιλιοστό από τις θέσεις της. Πως συνάδουν όλα αυτά;
- Αυτά, όπως ευλόγως υπονοείτε, δεν συνάδουν με μία πολιτική καλής γειτονίας. Η πολιτική της Τουρκίας, όπως ο ίδιος ο Νταβούτογλου την έχει ονομάσει και επιχειρεί να εφαρμόσει, είναι μία πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες. Και τούτο με στόχο να κερδίσει χρόνο, να πετύχει την εσωτερική ενδυνάμωση και, όπως εύστοχα παρατηρείτε, να συμπεριφερθεί εν συνεχεία ως ο ηγεμόνας της περιοχής. Όμως στην προσπάθεια αυτή, των «μηδενικών προβλημάτων» και της αναζήτησης νέων οριζόντων στην Ανατολή, η Τουρκία αφενός δεν κάνει υποχωρήσεις (Γιατί να ανοίξει τα σύνορα με την Αρμενία; Γιατί να τερματίσει την κατοχή στην Κύπρο;) και εκτίθεται αποκαλύπτοντας τις στοχεύσεις της, αφετέρου ενοχλεί άλλους, σημαντικούς παίκτες του διεθνούς συστήματος. Γι αυτό, όπως έχω προσφάτως επιχειρηματολογήσει, θεωρώ ότι η Τουρκία βραχυπρόθεσμα θα καταγράψει αποτυχίες. Ήδη οι σχέσεις της με το Ιράν και τη Συρία και οι ανακολουθίες της απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν τρώσει την αξιοπιστία της στη Δύση, ενώ οι τριβές της με το Ισραήλ έχουν ήδη ζημιώσει τα στρατηγικά της συμφέροντα∙ εκτιμώ δε πως σύντομα θα ζημιώσουν και τα οικονομικά της.