9 Φεβ 2011

Η Σύλβια στην Αγίου Μηνά


Του Θεόφιλου Σιχλετίδη
 
Η Αγίου Μηνά είναι ένα πολύ σεμνό στενό, πρώτος παράλληλος πάνω από την Τσιμισκή. Είναι σχεδόν κρυμμένη και μπορεί να έχεις ζήσει όλη τη ζωή σου στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να χρειαστεί ή να τύχει να την περπατήσεις. Κάπως έτσι είναι η κατάσταση και με το Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης, σεμνό και σχεδόν κρυμμένο. Το απόγευμα των εγκαινίων της έκθεσης το προσωπικό της ασφάλειας του Μουσείου είχε απλωθεί σε όλη την Αγίου Μηνά και όποιον δεν γνώριζε τον ρωτούσε αν είχε κάποια δουλειά εκεί, αν περίμενε κανέναν ή μήπως είχε χαθεί. Από τους ελάχιστους, άγνωστους, που πήγαν για την έκθεση ζητούσε ταυτότητες και σε όσους πράγματι είχαν χαθεί έδινε οδηγίες πώς να απομακρυνθούν. Συμβαίνουν τέτοια πράγματα έξω από μουσεία και μάλιστα σε απόγευμα εγκαινίων; Υπάρχει περίπτωση, ενώ έχεις χαθεί και έχεις πέσει πάνω σε ένα μουσείο, να μη σε προσκαλέσουν να μπεις μέσα; Δυστυχώς υπάρχει ακόμη φόβος και όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη -το Εβραϊκό Μουσείο του Βερολίνου για παράδειγμα απ’ έξω μοιάζει περισσότερο με στρατιωτική εγκατάσταση. Μέσα στο Μουσείο, στην πτέρυγα «Ανδρέας Σεφιχά», ο κόσμος δεν ήταν πολύς, σχεδόν όλοι γνωστοί με τα μικρά ονόματά τους και μέλη της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Οπότε μιλούσαν για θέματα της Κοινότητας και η κατάσταση ήταν ελαφρώς κλειστοφοβική. Βέβαια σε πολλά μουσεία συμβαίνει αυτό, μόνον που στην Αγίου Μηνά είναι πιο έντονο ίσως από τις μνήμες και τα ίχνη 25 γενιών Εβραίων που έζησαν στη Θεσσαλονίκη μέσα στους αιώνες.
Α, η έκθεση… Ο Βίκτορ Κοέν, που γεννήθηκε το 1967 στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε στο Ισραήλ και ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη, επισκέφθηκε το Άουσβιτς, το Μπιρκενάου και το Μαϊντάνεκ το 2004 με ξεναγό τη γιαγιά του, τη Σύλβια -από εκεί και το όνομα της έκθεσης- που επέζησε από την κόλαση των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης στην Πολωνία. Από αυτήν την επίσκεψη είναι και οι φωτογραφίες. Με το φακό του είδε τους χώρους καθαρούς, σαν εγκαταλειμμένα εργοστάσια, σαν να έφυγαν ξαφνικά οι εργάτες μία μέρα, αφήνοντας πίσω τους λίγα ρούχα, ένα ζευγάρι παπούτσια, κάποια σπασμένα γυαλιά μυωπίας. Μόνον που τα πράγματα δεν πήγαν καθόλου έτσι, λίγοι ήταν αυτοί που μπόρεσαν να φύγουν. Μία φωτογραφία του Κοέν με τα εκατοντάδες τεχνητά μέλη που οι κρατούμενοι άφησαν έξω από τα κρεματόρια και μία άλλη με ένα κουβάρι ύφασμα από ανθρώπινο μαλλί μαρτυρούν τους φόνους και τη φρίκη. Παρ’ όλα αυτά οι φωτογραφείς του Κοέν δεν είναι τρομακτικές, μάλλον γιατί από παντού λείπει η ζωή. Ο ίδιος στο βιβλίο της έκθεσης σημειώνει πως αναζήτησε τη βιομηχανική λεπτομέρεια των στρατοπέδων, έψαξε να βρει τι υπήρχε στις σκέψεις αυτών που τα σχεδίασαν και αυτών που τα λειτούργησαν. Ο Κοέν βρήκε τη μοιραία συνέπεια της επιμονής τους στην τελειοποίηση των μεθόδων εξόντωσης των κρατουμένων.
Και πού κολλάνε τα παραπάνω με τα σχέδια του Γιάννη του Μπουτάρη να μετατρέψει τη Θεσσαλονίκη σε «Νέα Ιερουσαλήμ» -κάτι που ακούγεται, όπως ακριβώς οι ιστορίες περί Βαρκελόνης, Ντουμπάι και Σίλικον Βάλεϊ- με τη δημιουργία νέων μνημείων και μουσείων, ώστε η πόλη να προσελκύσει δεκάδες χιλιάδες τουρίστες από το Ισραήλ; Απ’ ό,τι φαίνεται πουθενά. Η Θεσσαλονίκη δεν δείχνει ικανή να συμβιβαστεί με ένα παρελθόν που ουσιαστικά ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι είχε. Μιλάμε δηλαδή για δύο πόλεις, που είναι σίγουρο ότι δεν μπορούν να συναντηθούν με μοναδικό κίνητρο τουριστικούς και εμπορικούς λόγους. Από την άλλη μνημεία όπως το Άουσβιτς και μουσεία όπως του Βερολίνου υπάρχουν και προσελκύουν δεκάδες χιλιάδες Εβραίους, και όχι μόνο, από όλο τον κόσμο. Πώς να μπει η Θεσσαλονίκη σε αυτήν την ιστορία; Έτσι απλά χτυπώντας τα δάχτυλα… Άλλωστε, όταν πριν από έντεκα χρόνια είχε έρθει ο Ελιάου, ο γιος του Αβραάμ Μπεναρόγια, του ιδρυτή της «Φεντερασιόν», αυτό που έψαξε να βρει στη Θεσσαλονίκη ήταν η πόλη για την οποία του μιλούσε, κάθε μέρα μέχρι να πεθάνει, ο πατέρας του. Δεν ξέρω τι τελικά βρήκε, αλλά δεν νομίζω ότι θα επέλεγε να κλειστεί μέσα σε ένα μουσείο.
Αν υπάρχει κάποιο θέμα με τη Θεσσαλονίκη, αυτό πρέπει να έχει σχέση με το μέλλον. Αν θέλει να φτιάξει κάτι η νέα δημοτική αρχή, μάλλον πρέπει να δει πώς θα μπορέσει να στηθεί στην πόλη μία βαλκανική  Tate Modern -ο χώρος του Αλλατίνη είναι απίστευτα κατάλληλος για κάτι τέτοιο- που θα επιδιώξει να προσελκύσει όλα τα ρεύματα της σύγχρονης τέχνης από τη Νοτιοδυτική Ευρώπη και την Τουρκία. Νομίζω πως και ο Βίκτορ Κοέν θα συμφωνήσει με αυτό. Μόνον που η Θεσσαλονίκη και με το μέλλον δείχνει να έχει πρόβλημα. Την αγχώνει απελπιστικά. Ο Μόδης Γούναρης στο «Η συνέχεια που πήγαινε…» γράφει πως ο φόβος γεννιέται στη βάση της ανασφάλειας για το αύριο. «Απεναντίας απλώς δεν υπάρχει φόβος, αν δεν υπάρχει η έγνοια και η ελπίδα για το αύριο».
Πηγή: εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη