Ωραίο άρθρο του Ιωάννη Καμάρα
(Επίτροπου της Τράπεζας Κρήτης κατά τη διάρκεια του Σκανδάλου Κοσκωτά)
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του παρόντος δεν αναφέρονται στη σημερινή Ελλάδα, αλλά στην Ελλάδα μιας πολύ παλιάς εποχής και συνεπώς οποιαδήποτε ομοιότητα με καταστάσεις, γεγονότα και..
πρόσωπα που απασχολούν σήμερα την ελληνική κοινωνία είναι εντελώς συμπτωματική.
Κατά τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνος η πολιτική θέση των Αθηνών εντός του ελληνικού κόσμου ήταν ριζικά διαφορετική εκείνης της περιόδου των Μηδικών και του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο Δημοσθένης στα γραπτά του προσφέρει παραστατικές εικόνες της μεταβολής αυτής, θρηνώντας και κατακεραυνώνοντας περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. (…) Επίσης, για να αντιληφθεί κανείς την πολιτική κα ηθική κατάπτωση στην οποία είχε περιέλθει η Αθήνα περί τα μέσα του 4ου αιώνα, αρκεί να ρίξει μια ματιά τις σχετικές περιγραφές του Αισχίνη στον “Κατά Τιμάρχου” λόγο.
Αντιγράφουμε από το κεφάλαιο “Πολιτική και ηθική παρακμή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας” από το σύγγραμμα “Συμπληρώματα Αρχαίας Ιστορίας”, του αειμνήστου Απ. Β. Δασκαλάκη, Καθηγητού της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ιστορικού συγγραφέα και δημοσιογράφου, το οποίο σύγγραμμα συμπληρώνει το δίτομο έργο του μεγάλου ιστορικού Κων. Παπαρρηγόπουλου “Επίτομος Ιστορία του Ελληνικού Έθνους”:
“Το μέγιστον μέρος της πολιτικής και εν μέρει ηθικής ταύτης παρακμής των Αθηνών της 4ης εκατονταετηρίδος ωφείλετο εις εσωτερικούς λόγους:
Ο πληθυσμός των Αθηνών έχει ελαττωθή σημαντικώς κατά την εποχήν αυτήν, γίνεται δε συμπλήρωσης του κενού των πολιτών δια μετοίκων και απελευθέρων. (…) Οι νέοι αυτοί πολίται είχον παραμορφώσει όχι μόνον την πολιτικήν, αλλά και την ηθικήν σύνθεσιν της αθηναϊκής πολιτείας. Ούτως εις μεγάλας μάζας λαού το ένδοξον παρελθόν της πόλεως είχε παύσει να είναι η ζωογόνος δύναμις πολιτικής κατευθύνσεως και πνευματικής δημιουργίας, το δε συναίσθημα των προς την πατρίδα υποχρεώσεων του πολίτου είχε καταπέσει. Το παλαιόν λοιπόν πατριωτικόν συναίσθημα του Αθηναίου πολίτου, εις το οποίο ωφείλοντο τα μεγαλουργήματα του παρελθόντος και η όλη ακμή της πόλεως, όπως έδωκεν εις ημάς περί αυτής εικόνα περίλαμπρον ο Περικλής εις τον ‘Επιτάφιον’, είχεν εις πλείστα ατονήσει.
Οι πλούσιοι έκτιζον μεγαλοπρεπείς οικίας, μεγαλοπρεπεστέρας και αυτών των ενδόξων μνημείων, τα οποία ενέκλειον τα ιερά και όσια του παρελθόντος της πόλεως. Εκεί διήγον ζωήν απολαύσεων, αδιαφορούσαν διά τα κοινά και προσεπάθουν διά παντός τρόπου να διαφύγουν τας φορολογικάς επιβαρύνσεις. Αι κυριώτεραι τάξεις απέβλεπον μόνον εις υλικά και πολιτικά ωφελήματα διά την κομματικήν εξυπηρέτησιν των διαφόρων πολιτικών μερίδων.
Εις την Εκκλησίαν του Δήμου δεν προσήρχοντο όπως άλλοτε προς συζήτησιν των κοινών οι εύποροι και οι ευπαίδευτοι, οι οποίοι απέφευγον την οχλαγωγίαν και δεν ενδιεφέροντο πλέον διά τας δημοσίας υπηρεσίας, αλλ’ οι των λαϊκών τάξεων. Η συμμετοχή εις τα κοινά, ιδίως εις τας συνελεύσεις, δεν θεωρείται πλέον καθήκον παντός καλού πολίτου. Αφ’ ότου ιδίως καθιερώθη ο εκκλησιαστικός μισθός, το μεγαλύτερον μέρος των τακτικών θαμώνων της Εκκλησίας του Δήμου απετελείτο μονίμως εξ αέργων και εν γένει προσώπων κατωτέρας κοινωνικής και πνευματικής καταστάσεως. Οι ‘πολίται’ αυτοί δεν ήσαν εις θέσιν να κατανοήσουν τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα της εποχής, ουδέ να κατευθύνουν εις υψηλοτέρας ηθικάς αρχάς την πολιτικήν του κράτους. Ως επί το πλείστον παρεσύροντο εις αποφάσεις είτε από υλικά ωφελήματα, είτε από την γοητείαν επιτηδείων λόγων των δημαγωγών.
Άλλοτε, η ισχύς των Αθηνών εστηρίζετο εις την γενναιότητα και τας θυσίας των τέκνων αυτής. Οι Μαραθωνομάχοι και οι Σαλαμινομάχοι απετέλεσαν τον θεμέλιον λίθον όχι μόνον της πολιτικής παντοδυναμίας των Αθηνών επί του ελληνικού κόσμου, αλλά και της πνευματικής λάμψεως του ‘χρυσού αιώνος’. (…) Αλλά κατά τα μέσα της τετάρτης εκατονταετηρίδος οι πολίτες των Αθηνών δεν κατείχοντο πλέον από τον ίδιον ενθουσιασμόν διά την εκτέλεσιν των προς την πατρίδα καθηκόντων. Εις τας λαϊκάς μάζας η στρατιωτική υπηρεσία όχι μόνον δεν επεζητείτο, όπως άλλοτε, αλλά τουναντίον απεφεύγετο κατά σύστημα. Διά να αντιμετωπίσουν πολεμικάς ανάγκας οι Αθηναίοι ήσαν υποχρεωμένοι να προσφεύγουν εις μισθοφόρους, οίτινες και εστοίχιζον πολλά, αλλά και στερούμενοι του πατριωτικού φρονήματος της θυσίας απετέλουν δύναμιν ελάχιστα αξιόμαχον.
Αι Αθήναι εστήριξαν πάντοτε την επί του ελληνικού κόσμου ηγεμονίαν εις την διατήρησιν ισχυράς ναυτικής δυνάμεως. Και ενώ οι πολίται εξηντλούντο με καταθλιπτικάς φορολογίας και υποχρεωτικάς εισφοράς χάριν των πολεμικών αναγκών της πόλεως, ο δήμος διεσπάθιζε το χάριν των πολεμικών αναγκών δημόσιο χρήμα, διά να πληρώνη τους αργόσχολους που ήθελαν να παρακολουθούν τα δημόσια θεάματα. Οι δημαγωγοί διά να κολακεύσουν τον όχλον, ο οποίος απετέλει τον όγκον της Εκκλησίας του δήμου και να εξασφαλίσουν δι’ αυτού πολιτικήν δύναμιν, συνηγωνίζοντο εις προτάσεις και παραχωρήσεις αντιθέτους προς τας υψηλάς ιδέας της πολιτικής ηθικής του παρελθόντος και επί ζημία πάντοτε του κοινού συμφέροντος.
Οι πολιτικοί ηγέται των Αθηνών του 4ου αιώνος, εξαιρέσει ελαχίστων, ως ο Φωκίων, δεν είχον τίποτε το κοινόν προς ένα Κίμωνα, ένα Περικλήν, έναν Μιλτιάδην ή έναν Αριστείδην, προς τους μεγάλους δηλαδή πολιτικούς άνδρες του 5ου αιώνος, των οποίων η υψηλή ηθική και ο άψογος πατριωτισμός ευρίσκοντο εις αρμονίαν προς τας ικανότητας ηγεσίας και επιβολής επί των μαζών. Πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων, οι νέοι πολιτικοί ανήκον εις την χορείαν των δημαγωγών της αγοράς. Οι δημαγωγοί αυτοί, κάτω από μίαν συχνά υψηλήν τέχνην σαγηνευτικής ευγλωττίας, εκάλυπτον ταπεινά αισθήματα και καιροσκοπικάς επιδιώξεις. Η φαυλοκρατική λογοκοπία με κίνητρα την ικανοποίησιν προσωπικών παθών παρέσυρεν εις συκοφαντίας, έτρεφε δε τα πλέον ταπεινά ένστικτα του όχλου. Αι ασυνέπειαι αποφάσεων, αι δωροδοκίαι, η διαφθορά συνειδήσεων είχον καταστή συνήθη εις τον δήμον, όπου κυριαρχούσαν στοιχεία είτε οχλοκρατικά, είτε άξεστα και αδιάφορα, μεταβαίνοντα μόνον χάριν της μισθοδοσίας ή από προσωπικήν αφοσίωσιν προς ένα δημαγωγόν εκ του οποίου ανέμενον ωφελήματα.
Υπήρχον βεβαίως ακόμη εις τας Αθήνας αρκετοί πολίται, ιδία δε πνευματικοί και πολιτικοί άνδρες, εμποτισμένοι με τα ιδεώδη του αθηναϊκού παρελθόντος. Οι άνδρες αυτοί έμεναν μετά φανατισμού προσηλωμένοι εις την ιδέαν της ηγεμονίας των Αθηνών επί του ελληνικού κόσμου και εκυριαρχούντο από ιεράν αγανάκτησιν ακόμη και από την σκέψιν, ότι η πόλις η ενσαρκώσασα πάσαν δόξαν και πάν μεγαλείον της ελληνικής φυλής, θα ήταν δυνατόν να περιπέση πολιτικώς και οριστικώς εις δευτερεύουσαν θέσιν. Αλλ’ οι άνδρες αυτοί ήσαν εκτός τόπου και χρόνου, ανίκανοι να συλλάβουν την νέαν στυγνήν και αμείλικτον πραγματικότητα. Ματαίως κατεκεραύνωνον την ηθικήν και πολιτικήν κατάπτωσιν της εποχής αυτών, και ωνειροπόλουν την επάνοδον εις τους ‘παλαιούς καιρούς’, των οποίων γνώρισμα μεν ήτο το καθήκον και η αυτοθυσία, αποτέλεσμα δε η ισχύς και η δόξα της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Αι παλαιαί ένδοξοι παραδόσεις της πόλεως δεν συνεκίνουν πλέον τας μάζας, παρά τας συγκινητικάς, ενίοτε δραματικάς, εκκλήσεις ωρισμένων εμμενόντων εις τα πάτρια ρητόρων. Το πατριωτικόν συναίσθημα είχε φθαρή, η έννοια των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των πολιτών είχε παραμορφωθή. Το πανελλήνιον φρόνημα, το οποίον επήγαζεν από την υπερήφανον συνείδησιν υπεροχής του Έλληνος έναντι των άλλων λαών και το οποίον έτρεφον τόσον επιμελώς οι Αθηναίοι σοφοί και ποιηταί του 5ου αιώνος, δεν υφίστατο πλέον παρά εις την σκέψιν ολίγων πνευματικών ανθρώπων. (…)
Ούτως αι Αθήναι κατά την εποχήν αυτήν είχον φθάσει εις στρατιωτικήν, εις οικονομικήν, αλλά και εις ηθικήν παρακμήν, η οποία περιώριζε μοιραίως το πνεύμα ακόμη και αξίων ηγετών της εις στενούς ορίζοντες μικροπολιτικής. Δεν ήτο πλέον δυνατή η ανασύστασις μιάς ισχυρής αθηναϊκής ηγεμονίας, η οποία θα επέτρεπεν εις την περιώνυμον πόλιν να ηγηθή και πάλιν ολοκλήρου του ελληνικού κόσμου”.
http://www.postnews.gr/politiki/politics-ethos-greece/