του Κωνσταντίνου Φωτιάδη
Καθηγητή της Νεότερης Ιστορίας
του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας Διαβάστε την απάντηση του επιστήμονα στον αυτοαπασχολούμενο δημοσιογράφο που αρνείται με φασιστικά επιχειρήματα τη γενοκτονία των Ποντίων. Απο το e-pontos του Θεόφιλου Κοτσίδη
του Κωνσταντίνου Φωτιάδη
Καθηγητή της Νεότερης Ιστορίας
του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Στις 23 Μαΐου 2011 ξαναχτύπησε ο αυτοαπασχολούμενος δημοσιογράφος Όμηρος Ταχμαζίδης, τέσσερις μέρες μετά την 19η Μαΐου, ημέρα Μνήμης και Πένθους όλων των Ποντίων, εκτός από τον λακεδαιμονίζοντα ήρωα του υπό ανοικτή κρίση άρθρου.
Παραθέτω αυτούσιο το άρθρο του με τον δικό του τίτλο: «Περί της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου».
Ακολουθεί η δική μου τοποθέτηση, για να τελειώνουμε με τους μηδενιστές και τους ψευτοκουλτουρλιάρηδες.
Η κατασκευασμένη γενοκτονία: Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 αναδύεται το αντιδραστικό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα του νεοποντισμού, οι εκπρόσωποι του οποίου ισχυρίζονται ότι στον Οθωμανικό Πόντο τελέστηκε το έγκλημα της γενοκτονίας. Επινοητής του ιδεολογήματος και κινητήρια δύναμη προώθησής του ήταν ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης.
Ο στιγματισμός του αντιπάλου: Η επίκληση της κατασκευασμένης γενοκτονίας ήταν ένα μέσο για το διαχρονικό στιγματισμό του τουρκικού κράτους και την ενίσχυση της κουρδικής υπόθεσης. Από το επιθετικό γλωσσικό ύφος των νεοποντιστών επιβεβαιώνεται, η παρατήρηση του Jaques Semelin ότι: “ο όρος γενοκτονία μπορεί να είναι το κυρίαρχο μέρος μιας πολύ επιθετικής ρητορικής ενάντια σε κάποιον αντίπαλο”.
Ιστορικές παρερμηνείες: Οι νεοποντιστές αποδίδουν την ευθύνη για την απώλεια της ιστορικής μνήμης στους “Ποντίους” σε δύο γεγονότα: στην υπογραφή του συμφώνου φιλίας Ελλάδας-Τουρκίας από τον Ε. Βενιζέλο και τον Μ. Κεμάλ και στην ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ. Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε από τις μελέτες των γενοκτονιών, ότι η αντίδραση στο τραύμα διαρκεί τουλάχιστον μια γενιά. Κατά συνέπεια δεν υπήρξε καμία απώλεια μνήμης στους ποντιακούς πληθυσμούς την οποία “αποκατέστησαν” οι νεοποντιστές. Αντιθέτως η κατασκευή της γενοκτονίας στηρίζεται εξ αρχής σε μια κατασκευασμένη συλλογική μνήμη: τη μνήμη του λαού θύματος.
Η εντεταλμένη επιστήμη: Ο ισχυρισμός περί γενοκτονίας διατυπώθηκε πριν συλλεχθεί, αξιολογηθεί και “ερμηνευθεί” το ιστορικό υλικό. Η Βουλή “αποφάνθηκε” ενώ δεν υπήρχε ούτε μια επιστημονική μελέτη για την υποτιθέμενη γενοκτονία. Στη συνέχεια προέκυψε ένα είδος εντεταλμένης επιστήμης η οποία κλήθηκε να “πιστοποιήσει” επιστημονικώς τη “βεβαιότητα” του Μ. Χαραλαμπίδη. Στο περιβάλλον των νεοποντιστών ποτέ δεν έκρυψαν ότι την γενοκτονία “την ανέδειξε και την τεκμηρίωσε με στοιχεία και αποδεικτικό υλικό” ο συγκεκριμένος πολιτικός. Αλλά το επιστημονικό κενό ήταν γνωστό στα μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου. Ο Χάρης Καστανίδης επ΄ αυτού (1992): “Χρειάζεται να γίνει μια επιτροπή επιστημόνων. Υπάρχουν πολλοί άξιοι άνθρωποι και κυρίως ιστορικοί, που σε συνεργασία με το Ελληνικό Κοινοβούλιο πρέπει να καταγράψουν ιστορικές μαρτυρίες, να συλλέξουν όλα τα ιστορικά στοιχεία που σκόρπια υπάρχουν και να βοηθήσουν το Ελληνικό Κοινοβούλιο να καταλήξει σε μια πρόταση ουσιαστικά για τη διεθνοποίηση του ζητήματος …” Δυστυχώς στη χώρα μας είναι ακόμη και σήμερα άγνωστες οι “σπουδές των γενοκτονιών” (genocide studies) και είναι επόμενο να αλωνίζουν διάφοροι ιδεοληπτικοί και να θεωρούν ότι επιτελούν “εθνοκοινωνικό” έργο φανατίζοντας τις νέες γενιές με το ιδεολόγημα της διατήρησης κάποιας “φανταστικής κοινότητας” Ποντίων.
Οι πολιτικές σκοπιμότητες: Ο κυριότερος λόγος υπέρ της αναγνώρισης μιας “άγνωστης” γενοκτονίας ήταν η εργαλειοποίηση του λεγόμενου “ποντιακού ζητήματος” στην αντιπαράθεση με την Τουρκία. Η Ελλάδα όφειλε, σύμφωνα με τον Χάρη Καστανίδη “να αποκτήσει, μέσα στα πλαίσια ενός αναβιούντος εθνικισμού στα Βαλκάνια, μειονοτική πολιτική…”, ώστε “να προκαλεί προβλήματα ανάλογα με αυτά που άλλοι επιχειρούν να της προκαλέσουν» και ο ίδιος πρότεινε την αξιοποίηση των “κρυπτοχριστιανών” της Τουρκίας.
Η εύνοια της συγκυρίας: Οι νεοποντιστές ευνοήθηκαν από τις κοσμογονικές αλλαγές της περιόδου (αρχές δεκαετίας 1990) και από την επακόλουθη αναδιάταξη των διεθνών σχέσεων. Κοντά στα άλλα προστέθηκαν και τα κονδύλια της Ε.Ε. για την αποκατάσταση των νεοπροσφύγων από την πρώην Σ.Ε., με τα οποία οι επιτήδειοι “πατριώτες» ξανοίχτηκαν σε νέα πεδία δραστηριοποίησης. Γύρω από το αίτημα για αναγνώριση της γενοκτονίας δημιουργήθηκε ένα κραταιό “θεσμικό παρακράτος” με σημαντικό ρόλο, όπως έδειξε αργότερα και η “υπόθεση Οτσαλάν”.
Οι αντιδράσεις: Οι επιφυλάξεις κατά του ισχυρισμού περί γενοκτονίας είναι σχεδόν τόσο παλιές όσο και η κατασκευή του. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση (1992) του πρώην αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων Ισαάκ Λαυρεντίδη: «… μολονότι το θέμα συγκινεί και αναμφισβητήτως ενδιαφέρει, διότι μαζεύεις κοινή γνώμη εναντίον εχθρού του έθνους … η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να στοιχειοθετήσω αυτό που λέγεται γενοκτονία …». Την ίδια περίπου περίοδο ο διδάκτορας νομικής και λαογράφος Στάθης Ευσταθιάδης, επεσήμανε το ενδεχόμενο να υπάρχουν και από την πλευρά της Τουρκίας «αιτιάσεις για γενοκτονία σε βάρος του δικού της λαού…».
Τέλος, τα πρακτικά της Βουλής μαρτυρούν την πλήρη άγνοια των κοινοβουλευτικών της εποχής για το τι εστί γενοκτονία. Πάραυτα αποφάνθηκαν με την ψήφο τους. Στη συνέχεια όλες οι κυβερνήσεις αντιμετώπισαν τις συνέπειες αυτής της ανευθυνότητας, αλλά οι αντιδράσεις τους ήσαν σπασμωδικές και χλιαρές. Μια αξιοσημείωτη κίνηση απαξίωσης του όλου εγχειρήματος έγινε από τον πρόεδρο της Βουλής Δ. Σιούφα, ο οποίος αρνήθηκε να ανατυπώσει τον τόμο του Κ. Φωτιάδη “Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου” και να προχωρήσει σε έκδοση της αγγλικής μετάφρασής του, διαμηνύοντας στον ιστοριοδίφη ότι: «Η αγγλική μετάφραση είναι στη διάθεσή σας, αν νομίζετε ότι μπορείτε να την αξιοποιήσετε»! Αλλά ο Κ. Φωτιάδης επιζητούσε μια έκδοση με ενισχυμένο “συμβολικό κεφάλαιο”, όπως φαίνεται από την απάντησή του προς τον Δ. Σιούφα: «… πιστεύετε ότι η μετάφραση μaς έλειπε για να προχωρήσουμε στην έκδοση ή το κύρος του Κοινοβουλίου;» Χωρίς το κύρος του Κοινοβουλίου το συγκεκριμένο βιβλίο έχει μηδενική πολιτική αξία. Επιστημονική δεν είχε ποτέ!
Όμηρος Ταχμαζίδης
Αυτοαπασχολούμενος δημοσιογράφος
Magister Artium
Φιλοσοφίας- Ιστορίας
Κύριε Ταχμαζίδη,
Στο άρθρο σας «Περί της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου» επιχειρείτε «ξυπόλυτος στα αγκάθια» να κατασκευάσετε ακαδημαϊκό λόγο εκκινώντας από λανθασμένες (λόγω άγνοιας) ιδεολογικές αφετηρίες.
Γίνομαι λοιπόν πιο συγκεκριμένος αναφέροντας τα εξής:
Α) Αν με τον όρο «κατασκευή της γενοκτονίας» εννοούσατε γνωστοποίησή της και δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης αναφορικά με την «απωθημένη ή συλλογική μνήμη» των Ποντίων, θα μπορούσαμε να βάλουμε μια βάση για διάλογο. Φρονώ όμως πως υπαινίσσεστε δόλο, προκατάληψη, μεθόδευση και ιδιοτέλεια. Σας επιστρέφουμε λοιπόν τις κατηγορίες και τις αποδίδουμε στη δική σας αυτόκλητη στράτευση να καταδείξετε τα ιστορικά ψεύδη.
Β) Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η από μέρους σας ανάλυση των κινήτρων ανάδυσης της γενοκτονίας: Πρώτα από όλα η συσχέτιση με την τουρκική υπόθεση δεν αναλύεται και επομένως την παρακάμπτω. Το ίδιο κάνω και με τον ορισμό του J. Semelin περί ταύτισης του όρου με μια επιθετική πολιτική που στιγματίζει. Πραγματικά η ερμηνεία της γενοκτονίας ως παρεπόμενο γεωπολιτικών παιχνιδιών στο συγχρονικό πεδίο είναι ενδεικτική της μεγαλοφυούς εκδοχής ότι η Ελλάδα σήμερα παίζει προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ζωνών επιρροής εντός της Τουρκίας. Αδυναμία εκτίμησης της δυναμικής του ελληνικού κράτους ή σοβινιστική από μέρους σας μεγέθυνση των προθέσεών του; Μήπως δε μιλάμε για την Ελλάδα;
Γ) Η ενοχοποίηση της ακαδημαϊκής έρευνας για το ζήτημα της γενοκτονίας ως μεθύστερης κατασκευής και ως έκφρασης ιδεοληπτικών που αλωνίζουν και φανατίζουν την «φανταστική κοινότητα» των Ποντίων είναι κάτι περισσότερο από κακόβουλη. Το κίνητρο της επιστημονικής έρευνας μπορεί να είναι το ενδιαφέρον για τον τόπο καταγωγής. Εκείνο που κρίνει την επιστημονικότητα του όποιου εγχειρήματος είναι ο σεβασμός των αξιωματικών αρχών και των κανόνων της έρευνας, η υιοθέτηση κριτικής στάσης και η απεμπλοκή από οποιαδήποτε φόρτιση στο επίπεδο της ερμηνείας. Όλα αυτά όμως σας είναι άγνωστα κύριε «αυτοαπασχολούμενε δημοσιογράφε», ίσως γιατί η δεοντολογία της κακής δημοσιογραφίας δεν προσιδιάζει με εκείνη της επιστήμης.
Και κάτι άλλο προς ενημέρωσή σας: Η κοινότητα των Ποντίων δεν είναι φανταστική, υφίσταται. Εκτός αν θέλετε να την προσδιορίσετε ως «φαντασιακή» όπως είναι η σωστή μετάφραση από το «imaginary communities». Τότε ίσως να είχε λόγο και λογική η φράση σας.
Δ) Η εργαλειοποίηση του ποντιακού ζητήματος στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης αφορά στην πολιτική και αφήνει παγερά αδιάφορους τους ιστορικούς. Γιατί ενώ η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, η ιστορία είναι επιστήμη.
Ε) Αντιπαρέρχομαι της ύβρεως για την επιστημονικότητα του 14τομου έργου μου που περιλαμβάνει αρχειακό υλικό από όλες τις πρεσβείες του εξωτερικού για τη Γενοκτονία. Η πενταμελής επιστημονική επιτροπή των πανεπιστημιακών καθηγητών που ορίστηκε ομόφωνα από το Κοινοβούλιο για να αξιολογήσει το συγγραφικό έργο, σας αφήνει παγερά αδιάφορο. Η κριτική σας αποκαλύπτει τον προβληματικό χαρακτήρα, αλλά και το απύθμενο θράσος σας να απαξιώνετε την αξιολόγηση των επαϊόντων. Έχετε το μονοπώλιο της κριτικής, το μαχαίρι και το πεπόνι, για να δολοφονείτε, όσους δεν συμμορφώνονται προς τας ιδεολογικάς υποδείξεις σας. Φαίνεται ότι δε θελήσατε να βάλλετε τα δάχτυλά σας «στους τύπους των ίλων» γιατί φοβάστε την αλήθεια της ιστορίας. Αντιπαρέρχομαι και το χαρακτηρισμό του ιστοριοδίφη που μου αποδίδετε εσείς «ο πανθ' ορών αεί» ως εκ της καθέδρας του αυτοαπασχολούμενου δημοσιογράφου. Είμαι εκλεγμένος καθηγητής πανεπιστημίου με 32 βιβλία στο ενεργητικό μου και εκατοντάδες άρθρα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Αν θέλετε να είστε μελλοντικός συνομιλητής μου, θα πρέπει να σέβεστε το λειτούργημά μου.
Δε γνωρίζω γιατί διαφωνείτε με τον Χάρη Καστανίδη και όσα είπε το 1992 για την συγκρότηση επιστημονικής επιτροπής ιστορικών και διεθνολόγων με σκοπό τη συλλογή, καταγραφή, τεκμηρίωση και διεθνοποίηση του ζητήματος της Γενοκτονίας; Αυτό δεν έγινε το 1994 με την αναγνώριση της 19ης Μαΐου ως ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου; Τότε δεν ορισθήκαμε ομόφωνα από την Βουλή εγώ και ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, καθώς και η επιστημονική επιτροπή; Δεν επιτελέσαμε το χρέος μας; Πως ερμηνεύετε τον παρακρατικό και φασιστικό εσωτερικό σας κόσμο, όταν μιλάτε τόσο απαξιωτικά για έναν αγωνιστή του άλλοτε πατριωτικού ΠΑΣΟΚ, τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη, τον μοναδικό πολιτικό που δεν έγινε κρατικοδίαιτος, τον οραματιστή, που ήδη το 1996 μίλησε στο ιστορικό εκείνο συνέδριο προφητικά για τη σημερινή μας τραγωδία; Σας ενοχλεί ο πατριωτισμός του; Σε ποια κονδύλια της Ε.Ε. συμμετείχαμε; Σε φασίζουσες κοινωνίες η χυδαία συκοφαντία είναι το όπλο επιβίωσης των σκοτεινών και παρακρατικών κύκλων. Λυπάμαι αλλά ανήκεις σε αυτόν τον κόσμο Μόνο παρακρατικοί κύκλοι μπορούν να επιρρίψουν ευθύνες για την υπόθεση Οτσαλάν στον Μιχάλη και στους λίγους, αλλά εκλεκτούς φίλους του. Τα γραπτά μένουν. Η ιστορία θα μιλήσει.
Έχετε απόλυτο δίκαιο ότι στην Ελλάδα οι σπουδές των γενοκτονιών είναι εντελώς άγνωστες.
Μια χώρα που έχει υποστεί ολοκαυτώματα δε δικαιολογείται να μην έχει τουλάχιστον μια πανεπιστημιακή έδρα. Το ποιοι αλωνίζουν όμως σε αυτή τη χώρα, φαίνεται από τις τελευταίες επιτυχίες του παγκόσμιου ποντιακού κινήματος και την παντελή απουσία του ελλαδικού κράτους. Η αναγνώριση της ποντιακής Γενοκτονίας από το σουηδικό Κοινοβούλιο, από την κυβέρνηση της Νότιας Αυστραλίας, από πολλές Πολιτείες και επαρχίες των ΗΠΑ, και κυρίως από τον ειδικό τομέα των πανεπιστημιακών καθηγητών στις ΗΠΑ που μελετούν εγκλήματα παγκόσμιων γενοκτονιών.
Επανειλημμένα αναγκάστηκα να μιλήσω και να γράψω εναντίον των προέδρων του ελληνικού Κοινοβουλίου, γιατί δεν τήρησαν όσα υποσχέθηκαν. Στη διαμάχη μας εγώ ήμουν με την Αντιγόνη, εκείνοι με τον Κρέοντα. Εγώ είχα το δίκαιο, αυτοί την εξουσία.
Επισημαίνω μόνο πως η ιστορική γνώση δε βοήθησε τον επαινούμενο από σας κύριο κ. Δ. Σιούφα να συνειδητοποιήσει το παρόν και να διαγνώσει τις προοπτικές του μέλλοντος για τον τόπο μας. Αν δε γνωρίζετε το πολιτικό παρασκήνιο που παίχθηκε από εξωτερικές και εσωτερικές παρεμβάσεις, γιατί παρερμηνεύετε αποσπασματικές προτάσεις του συνολικού περιεχομένου των επιστολών; Και πώς σχολιάζετε την απόφαση του νέου προέδρου της Βουλής κ. Πετσάλνικου να εκδώσει την αγγλική μετάφραση σε μέρες μάλιστα λιτότητας;
Όταν θα δημοσιεύσω όλη την αλληλογραφία που έχω με τους προέδρους της Βουλής των Ελλήνων, για την έκδοση των 14 τόμων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, του ειδικού τόμου που εξέδωσε ή Βουλή το 2004 με τον ίδιο τίτλο, την μετάφραση του σε έξι γλώσσες με έξοδα του Κοινοβουλίου, τότε θα αποκαλυφθεί ο φιλοκεμαλισμός και τα ασύστολα ψεύδη του προέδρου της Βουλής κ. Δ. Σιούφα, για τη μη έκδοση των τόμων, όπως είχαμε συναποφασίσει με τον τέως πρόεδρο της Βουλής, κ. Απόστολο Κακλαμάνη. Τότε θα λάμψει η αλήθεια και θα αποκαλυφτούν οι υπόγειες διάδρομες των ακραίων προοδευτικών της δήθεν Αριστεράς, του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, της νεοφιλελεύθερης και άκρας Δεξιάς, αλλά και όλων των παραφυάδων του πολιτικού κατεστημένου. Θα αποκαλυφτεί επίσης γραπτά η άρνηση της οικονομικής αποζημίωσης μου για την υπερδεκαετή πολυδάπανη επιστημονική έρευνα στα αρχεία των Ευρωπαϊκών κρατών και στα άλλα ερευνητικά κέντρα. Αναγκάζομαι να το γνωστοποιήσω, αν και δεν ταιριάζει στον χαρακτήρα μου, πρώτον, γιατί κάποια ανήθικα άτομα, μίλησαν και ίσως συνεχίζουν να μιλούν για κατασπατάληση πακτωλού χρημάτων της Βουλής για την έκδοση των δεκατεσσάρων τόμων, όταν ο ίδιος αρνήθηκα γραπτά κάθε αμοιβή και δεύτερον, γιατί δε γνωρίζω πολλούς να διαθέσανε όλη την περιουσία τους, για έναν συγκεκριμένο σκοπό, την ανάδειξη της ιστορικής αλήθειας και την αποκατάσταση της μνήμης των προγόνων μας. Η Βουλή, το τονίζω δε συμμετείχε στη δαπάνη, ως όφειλε, με βάση την δική της ομόφωνη απόφαση. Αν βρεθεί απόδειξη μιας δεκάρας στο όνομα μου, θα σας χαρίσω όλο το αρχείο μου και θα πάψω να ασχολούμαι με αυτό που ο Καζαντζάκης ονομάζει ΧΡΕΟΣ.
Κ. Όμηρε Ταχμαζίδη, επιτρέψτε μου να σας μιλήσω στην γλώσσα της καρδιάς, τον ενικό. Το ονοματεπώνυμο σου δηλώνει την προσφυγική καταγωγή των γονέων σου. Στη Σάντα, στο Καρς, στην Τσάλκα και σε άλλα μέρη του Ευξείνου Πόντου ο Ελληνισμός, για την διατήρηση της εθνικής συνείδησης του, βάφτιζε τα παιδιά του, δίνοντας τα τις περισσότερες φορές, ονόματα από το εθνικό, και όχι από το χριστιανικό ονοματολόγιο.
Σήμερα ακόμη στην Καστανιά της Βέροιας το 70% των κατοίκων διατηρούν αυτά τα ονόματα. Αναζήτησες την οικογενειακή σου ιστορία, την ιστορία του χωριού σου, τα γενοκτονικά προβλήματα που αντιμετώπισαν οι παππούδες σου εκεί, αλλά και εδώ το αντιπροσφυγικό κλίμα του ελλαδικού κράτους και των γηγενών; Αναρωτήθηκες ποιoς είσαι, από πού έρχεσαι και πού πας; Είμαι σίγουρος πως οι παππούδες σου από εκεί που βρίσκονται άλλα όνειρα είχαν για εσένα. Ο φανατισμός και η εμπάθεια είναι κακοί σύμβουλοι της αλήθειας. Πολλές φορές από άγνοια, άλλοτε από ελλιπή ίσως και ύποπτη πληροφόρηση, καταλήγουμε σε λαθεμένες, προσβλητικές και απαράδεκτες τοποθετήσεις και συμπεράσματα. Αναφέρεσαι στον μεγάλο λαογράφο Στάθη Ευσταθιάδη και τις δηλώσεις του. Γιατί δεν πηγαίνεις να τον βρεις και να του πάρεις μια συνέντευξη, αν αυτά που λες σήμερα ευσταθούν; Ο Ισαάκ Λαυρεντίδης, μας άφησε χρόνους. Γνωρίζω πολύ καλά το έργο και την συμβολή του στο Ποντιακό Ζήτημα. Ιδεολογικά ανήκαμε σε άλλους χώρους Αυτό δεν τον εμπόδιζε να με στηρίζει γενναιόδωρα. Του αφιέρωσα το βιβλίο μου για τους Κρυπτοχριστιανούς. Γνωρίζω πολύ καλύτερα από πολλούς ποντιολόγους τις ιδέες και τους αγώνες του για τον Πόντο. Είναι επιστημονικά ιστορικό ατόπημα να απομονώνουμε λέξεις, φράσεις, αλλά και συγκινησιακές λεκτικές εκφράσεις, για να στηρίζουμε τις αίολες απόψεις μας. Θα σε συμβούλευα να διαβάσεις με προσοχή τα πρακτικά του ελληνικού Κοινοβουλίου, κυρίως όμως τα πρακτικά του Κεμαλικού Κοινοβουλίου της Περιόδου 1920-1923, όπου επώνυμα βουλευτές, που αντιδρούν στα μέτρα εθνοκάθαρσης, καταγγέλουν τον αφανισμό του ποντιακού ελληνισμού.
Τα ντοκουμέντα υπάρχουν στο αρχειακό υλικό των 14ων τόμων της Γενοκτονίας. Σου προσφέρω δωρεάν όλους τους τόμους. Η επόμενη αντιπαράθεση μας θα λάβει χωράν μόνο μετά την μελέτη των πηγών.
Στο σημείο αυτό κλείνω αναπολώντας με νοσταλγία εκείνο τον Αθηναίο σοφό, το Σωκράτη που βρίσκεται στις ρίζες της πνευματικής μας παράδοσης, εκείνου που μιλούσε για την ανάγκη να ακούγεται στη δική του κοινωνία η γνώμη όχι των άσχετων αλλά των επαϊόντων και των ειδικών.