Μετά τη συμφωνία στη Βουλή για την Παιδεία, ενισχύεται για κάποιους η άποψη ότι οι εκλογές έχουν απομακρυνθεί για τα καλά και ότι, ίσως διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για μία γενικότερη συναίνεση.
Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Διότι, πρώτον, η Νέα Δημοκρατία δεν είχε διαφορετική επιλογή από το να συναινέσει, δεδομένου ότι κατά βάση, τις δικές της διαχρονικές απόψεις απηχούσε το νομοσχέδιο που έφερε προς ψήφιση η κυβέρνηση.
Δεύτερον, η ΝΔ είχε ανάγκη να δείξει το πρόσωπο μίας υπεύθυνης αντιπολίτευσης που ενισχύει θεσμικά και δομικά αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε έναν χώρο, τόσο μεγάλης εθνικής σημασίας, όσο είναι εκείνον της Παιδείας. Με αυτό τον τρόπο, υπολογίζεται ότι θα ενισχυθούν είτε άμεσα, είτε σύντομα, τα ποιοτικά στοιχεία της σε ότι αφορά την κυβερνησιμότητά της.
Από ‘κει και πέρα, δεν έχει κανένα πολιτικό συμφέρον η ΝΔ να προχωρήσει σε μία ευρύτερης κλίμακας συναινετική αντιμετώπιση της κυβέρνησης. Διότι τότε, είναι βέβαιο ότι θα αρχίσει να επωμίζεται ίσο κόστο φθοράς με το ΠαΣοΚ, ωσάν να συγκυβερνούσε, χωρίς στην ουσία ή στην πράξη να συγκυβερνά.
Επιπλέον, ο ίδιος ο κ. Σαμαράς έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους, ότι διαφωνεί κάθετα με τη φιλοσοφία, τη λογική, τη στρατηγική και το περιεχόμένο της κυβερνητικής πολιτικής για την Οικονομία, που είναι και ο πυρήνας των όποιων πολιτικών εξελίξεων ακολουθήσουν στη συνέχεια. Εξάλλου, δεν έχει παύσει η ΝΔ να ζητά εκλογές, ως λύση διεξόδου από τα αδιέξοδα της Οικονομίας. Απλά, δεν το πράττει με επίταση, διότι όσο επιβιώνει η κυβέρνηση ακολουθώντας μία οικονομική πολιτική σαν τη σημερινή, τόσο θα διολισθαίνουν τα ποσοστά της στις μετρήσεις και αντίστοιχα, τόσο θα αυξάνονται της ΝΔ. Επίσης, θα ανοίγει η ψαλίδα της διαφοράς και τα ποσοστά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα παρουσιάσουν δυναμική αυτοδυναμίας. Είτε αρέσει η έκφραση, είτε όχι, πρόκειται για την στρατηγική του «ώριμου φρούτου». Απλά, οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες τα τελευταία χρόνια, που το διάστημα ωρίμανσης του φρούτου, συνεχώς μικραίνει.
Εκείνος που έχει ένα σωρό λόγους να βιαστεί να προκηρύξει εκλογές και ταυτόχρονα, έχει και την θεσμική δυνατότητα να το κάνει, είναι ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου.
Πρώτα απ’ όλα, δεν έχει κανένα συμφέρον να αφήσει το χρόνο να κυλά, όσο τα ποσοστά του κόμματός του συρρικνώνονται και του αντιπάλου αυξάνονται. Αυτή τη στιγμή, υπάρχει η τάση να «κλειδώσει» η ΝΔ προς όφελός της ένα ασφαλές δημοσκοπικό προβάδισμα, που θα της επιτρέψει εν καιρώ να διεδικήσει ακόμη και την αυτοδυναμία. Αντίθετα, όσο η σε βάρος του διαφορά παραμένει ελεγχόμενη, τον συμφέρει να προσφύγει σε μία αιφνίδια προκήρυξη εκλογών, στο πρότυπο της κίνησης του προκατόχου του στο ΠαΣοΚ κ. Σημίτη, τέλη 1999 – αρχές 2000, επενδύοντας στην καλλιέργεια φόβου του πολίτη απέναντι στη διαχείριση της κατάστασης στην Οικονομία και το ενδεχόμενο πτώχευσης. Ταυτόχρονα, είναι λογικό να επιχειρήσει να παρουσιάσει τον κ. Σαμαρά ως ανέτοιμο να κυβερνήσει και κυρίως, ως μη έχοντα μία έμπειρη και ικανή ηγετική ομάδα να τον πλαισιώσει, ως μη έχοντα στο συρτάρι του ένα πλήρες και ολοκληρωμένο σχέδιο συνολικής διακυβέρνησης, ως μη έχοντα ένα εναλλακτικό σχέδιο, ένα plan B για την Οικονομία, στην περίπτωση κατά την οποία οι ισχυρισμοί και οι δεσμεύσεις του για μία αναδιαπραγμάτευση με την τρόϊκα, αποδειχθούν στην πραγματικότητα ανεφάρμοστοι.
Επιπρόσθετα, όσο περιμένει ο κ. Παπανδρέου, θα οδηγείται σε ολοένα και σκληρότερα μέτρα, διότι είναι προφανές ότι το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δεν λειτουργεί, διότι το κράτος είναι ανίκανο να εισπράξει και ο πολίτης είναι αδύναμος να εισφέρει. Ως συνέπεια, η δημοσιονομική κατάσταση θα χειροτερεύει η αντοχή της αγοράς θα καταρρέει και η ανοχή της κοινωνίας θα εξαντλείται, πηγαίνοντας πλέον σε μία έκρηξη, που θα σημάνει για το ΠαΣοΚ ένα πρωτοφανές για τα εθνικά και ευρωπαϊκά δεδομένα, εκλογικό βατερλώ.
Επίσης, όσο περιμένει ο κ. Παπανδρέου, ο κ. Σαμαράς θα εμφανίζεται ως ολοένα και πιο δικαιωμένος αναφορικά με τις απόψεις και τους ισχυρισμούς του για την Οικονομία, θα απολαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερης συμπάθειας και εμπιστοσύνης από τους πολίτες, το εκλογικό σώμα, τις δυνάμεις της αγοράς, διάφορους συντελεστές της κεντρικής και περιφερειακής ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, θα προετοιμάζεται ολοένα και καλύτερα ως προς την οργανωτική διάταξη του κόμματός του ενόψει εκλογών, τη διαμόρφωση ηγετικής ομάδας, την επεξεργασία ολοκληρωμένου σχέδιου διακυβέρνησης, την εκπόνηση εναλλακτικών σχεδίων ανά θεματικό τομέα, ενώ πιθανή άνοδός του σε επίπεδα αυτοδυναμίας, θα μεγιστοποιήσει για το κόμμα του τις εισροές ψήφων, είτε από την μεγάλη –όπως παρουσιάζεται σήμερα- δεξαμενή των αναποφασίστων, είτε από τα μικρότερα κόμματα της κεντροδεξιάς (ΛΑΟΣ και Δημοκρατική Συμμαχία). Ταυτόχρονα, θα έχει αποκτήσει την ηγετική ισχύ να σφραγίσει για τα καλά τις εξελίξεις, τόσο στο εσωτερικό της ευρύτερης κεντροδεξιάς παράταξης, όσο και στο επίπεδο των γενικότερων συσχετισμών, προβαίνοντας σε μία γενική έκκληση επιστροφής κάθε ενδιαφερομένου στις τάξεις της ΝΔ.
Μετά από το σύνολο της επιχειρηματολογίας που παρουσιάζεται παραπάνω, ένα σημαντικό μέρος της οποίας στηρίζεται απλά και μόνο στην κοινή λογική και εμπειρία και επιστρέφοντας ξανά στην εισαγωγή, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι εκλογές έχουν απομακρυνθεί για τα καλά και ότι, ίσως διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για μία γενικότερη συναίνεση; Μήπως κάποιοι υποστηρικτές του σεναρίου «εκλογές στην ώρα τους;» πρέπει να εξετάσουν την ανάλυσή τους ξανά;
Άλλωστε, μην ξεχνάμε, ότι όταν ανοίξει ο ασκός της εκλογολογίας, δύσκολα ξανακλείνει. Ειδικά σε εποχές που οι αμέσως προηγούμενοι εκλογικοί συχετισμοί έχουν ανατραπεί δραματικά, η πολιτική σκηνή χαρακτηρίζεται από ρευστότητα, αβεβαιότητα και ανασφάλεια, η κοινωνία παρακολουθεί τα δρώμενα με καχυποψία και εκνευρισμό, ή ένταση και θυμό και η Οικονομία και η αγορά κατρακυλούν προς τα κάτω, αναζητώντας λύση και πάλι από εκείνους τους οποίους όλοι αρέσκονται να κατηγορούν: τους πολιτικούς. Αλλά και πάλι... Σε συνθήκες όπως οι σημερινές, μια ξεκάθαρη πολιτική λύση δεν έρχεται με εκλογές και μία νωπή λαϊκή εντολή στην οποιαδήποτε κυβέρνηση;
*Συμβούλου Στρατηγικής, διευθυντή της Think Politics