[στη μνήμη του Μιλτιάδη ΄Εβερτ, ο οποίος κηδεύθηκε μεν δημοσία δαπάνη, αλλά όχι με τιμές υπουργού εν ενεργεία, σε αντίθεση με τον ουχί περισσότερον άξιον αυτού Αναστάσιο Πεπονή]
Του Σωτήρη Καλαμίτση
Ανέκαθεν μειδιώ στην εικόνα που πρόβαλλαν συχνά-πυκνά τα Μέσα Μη Ενημέρωσης από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, όπου διάφοροι γυαλιστεροί κουστουμάτοι συνωθούνται μπροστά σε μία ευμεγέθη καμπάνα και αρχίζουν να χειροκροτούν μόλις κάποιος από αυτούς χτυπήσει την καμπάνα με ένα τεράστιο σφυρί. Αυτός ο κάποιος είναι εκπρόσωπος κάποιας εταιρείας, οι μετοχές της οποίας μόλις εισήχθησαν στο συγκεκριμένο Χρηματιστήριο, εξ ου και όλοι πανηγυρίζουν για..
την εισαγωγή. Χαμόγελα, χειραψίες, συγχαρητήρια και όλα τα συναφή. Δύσκολο πράγμα, σκέφτομαι, η εισαγωγή στο Χρηματιστήριο αυτό. Πρέπει η εταιρεία να είναι μεγάλη και σοβαρή για να πληροί τα αυστηρά [;] κριτήρια εισαγωγής [όπως η ΕΤΕ και ο ΟΤΕ;].
Τελευταίως είδαμε να κατρακυλούν για μία ακόμη φορά τα χρηματιστήρια, μεταξύ των οποίων και εκείνο της Νέας Υόρκης. Χαμός. «Απαξίωση» χιλιάδων «χαρτιών», βαρέων και ελαφρών. «Χάθηκαν» τρισεκατομμύρια μας πληροφορούν τα Μέσα Μη Ενημέρωσης. Και, όπως είναι φυσικό, αναρωτήθηκα: Ποιος τα έχασε; Τα χαμένα ποιός τα κέρδισε;....
Όπως ακριβώς αναρωτιόμουν το 1999 ποιός μπορεί να είναι αυτός που κέρδισε στο Χρηματιστήριο Αθηνών και ποιός μπορεί να είναι ο χαμένος. Αργότερα αρχίσαμε να μαθαίνουμε ότι πολλοί πλούτισαν και ότι πολύ περισσότεροι έχασαν αφού είχαν υποθηκεύσει ή πουλήσει τα σπίτια τους για να «παίξουν». Θυμάμαι, μάλιστα, τον τότε πρωθυπουργό Κ. Σημίτη [το «κόσμημα του ΠΑΣΟΚ» κατά τον πρώην βουλευτή του κόμματος Βασίλειο Κεδίκογλου] λίγο πριν από τις εκλογές της 09.04.2000 να ερωτάται από δημοσιογράφο «αν παίζει στο Χρηματιστήριο». Ο «πολιτικός νάνος», κατά τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Χρήστο Μαγκούφη [είναι αυτός που ήθελε τον Άκη για Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, που ήθελε να πληρώσει διόδια και δεν τον άφηναν, που αποδοκιμάσθηκε προχθές σε κάποια εκδήλωση, όπου τόλμησε να παρευρεθεί], απήντησε «Όχι δεν παίζω..». Έμεινα κόκκαλο στο άκουσμα της απάντησης. Περίμενα τον πρωθυπουργό που διεκδικούσε για δεύτερη φορά την ψήφο μας να πει ότι «το Χρηματιστήριο είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και δεν παίζουμε σ’ αυτό. Μέσω του Χρηματιστηρίου επενδύουμε για να ενδυναμώσουμε την οικονομία και την ανάπτυξη της χώρας». Απογοητευθείς διερωτήθηκα «γιατί το Χρηματιστήριο δεν έχει υπαχθεί στον ΟΠΑΠ, αφού πρόκειται για παιχνίδι;».
Από το 1999 και μετά ουδείς ερεύνησε σοβαρά και σε βάθος τί «παίχτηκε» τότε στο Χρηματιστήριο. Και ουδείς τιμωρήθηκε βεβαίως. Μερικούς από τους «εκτεθειμένους» «παίκτες» που κέρδισαν τους απέσυραν απλώς από τη δημοσιότητα ή από πολιτικά πόστα, ενώ οι χαμένοι είτε βλέπουν τα ραδίκια ανάποδα είτε κλαίνε τη μοίρα τους. Οι ανώνυμοι κερδισμένοι ξεκοκκαλίζουν τη λεία. Μόνον ο μακαρίτης Μ. Έβερτ έδωσε, ως άλλος Δον Κιχώτης, έναν άνισο αγώνα για να αποκαλυφθεί ο ρόλος της Δημόσιας Επιχείρησης Κινητών Αξιών [ΔΕΚΑ], ήτοι της εταιρείας που ήταν αρμόδια για τη διαχείριση των επενδύσεων του Δημοσίου σε χρεώγραφα [ιδρύθηκε με τα άρθρα 1 επ. ν. 2526/1997 επί εκσυγχρονιστή Σημίτη και καταργήθηκε με το άρθρο 50§1 ν. 3943/2011 επί κατεδαφιστή Γιωργάκη], και να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονται για το βρώμικο ΄99. Μόνος του. Ούτε η παράταξή του τον στήριξε, επειδή, προφανώς, και στην παράταξή του ενδημούν «παίκτες» που αποκόμισαν τεράστια κέρδη στην υγεία των κορόιδων. Όχι ακριβώς «κέρδη». Αποκόμισαν μέρος της λείας από το κούρσεμα των αποταμιεύσεων των μεροκαματιάρηδων, μισθοσυντήρητων και χαμηλοσυνταξιούχων που πίστεψαν ηλιθίως στο «ΠΑΣΟΚικό ελντοράντο» και στον εκσυγχρονιστή πρωθυπουργό τής ισχυρής Ελλάδας, η οποία δεν άντεξε τόση ισχύ παρά μόνον επί 10 έτη και δη φαινομενικώς, αφού κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος υπό τα ελαφρά χτυπηματάκια των παιδιών τού εκσυγχρονισμού και του υπ’ αρ. 79 στοχαστή της ανθρωπότητος. Από το ΠΑΣΟΚ του εκσυγχρονισμού στο ΠΑΣΟΚ του κατεδαφιστικού στοχασμού. Και στο ενδιάμεσο ο Κωστάκης που πίστεψε ότι μπορούσε να κυβερνά επιτελικά, ως οφείλει κάθε πρωθυπουργός, έστω και αν περιστοιχίζεται από αδαείς και τρωκτικά.
Επενδύω, λοιπόν, € 100 σε μετοχές μίας ανθηρής επιχείρησης αναμένοντας τί; Ίσως ένα καλό μέρισμα που θα είναι κατά τι ανώτερο του τόκου προθεσμιακών καταθέσεων σε τράπεζα. Και ξαφνικά βλέπω ότι τα € 100 γίνονται € 110, 120, 130 κ.ο.κ. Ποια μυστηριώδης δύναμη σπρώχνει προς τα πάνω την αξία της επένδυσής μου; Η καλή οικονομική πορεία της επιχείρησης, στην οποία επένδυσα, σκέφτομαι. Στη συνέχεια σκέφτομαι ότι για να αυξηθεί η αξία της επένδυσής μου, κάποιος θα αγόρασε ίσο με εμένα αριθμό μετοχών σε τιμή ανώτερη από εκείνη, στην οποίαν αγόρασα εγώ. Άρα, κάποιος πούλησε αυτές τις μετοχές και αποκόμισε κάποιο όφελος. Είχε αγοράσει π.χ. αντί € 80 και τώρα που πούλησε αντί € 120 κέρδισε € 40. Από ποιόν κέρδισε αυτά τα € 40; Από αυτόν που αγόρασε τις μετοχές. Ακολουθεί άνοδος της αξίας των μετοχών της ίδιας επιχείρησης στα € 150, στα € 200 κ.λπ. Για να σκαρφαλώσει ως εκεί κάποιος πουλάει και κάποιος αγοράζει. Αυτός που πουλάει σε τιμή ανώτερη από εκείνη στην οποίαν αγόρασε κερδίζει. Αυτός που αγοράζει ούτε κερδίζει ούτε χάνει, αν αγοράζει για πρώτη φορά. Αίφνης όμως, η τιμή της μετοχής αρχίζει να πέφτει. Αυτός που αγόρασε με € 200 τρομοκρατείται και πουλάει στα € 180. Άρα έχει χάσει € 20. Πού πήγαν αυτά τα € 20 που έχασε; Μα προφανώς στη τσέπη εκείνου που του πούλησε αρχικώς αντί € 200. Είναι, όμως, έτσι; Όχι ακριβώς. Αν αυτός που πούλησε αρχικώς είχε αγοράσει προς € 200, δεν κέρδισε τίποτε. Αν είχε αγοράσει προς € 180, κέρδισε € 20. Σπαζοκεφαλιά τελικώς. Για να καταλάβει κανείς ποιός κέρδισε και ποιος έχασε, αλλά και γιατί, πρέπει να έχει μπροστά του όλες τις αγοραπωλησίες και τις τιμές τους καθώς και τα πρόσωπα που αγόρασαν και πούλησαν στη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου. Μία άλλη παράμετρος είναι η εξής: αγοράζω μετοχές προς € 20, η αξία τους σκαρφαλώνει σε € 100 και αίφνης κατρακυλάει στα € 15. Τι έχω χάσει; Προφανώς έχω χάσει € 5, αλλά κλαίω και οδύρομαι πως έχασα € 85. Χονδρικά, λοιπόν, πρέπει να λέμε ότι κάποιος κερδίζει στο Χρηματιστήριο όταν αγοράζει προς Χ και πουλάει προς Χ+, κάποιος δε χάνει όταν έχει αγοράσει προς Χ και πουλάει προς Χ-. Αυτό, όμως, εννοούν όσοι λένε πως χάθηκαν δισεκατομμύρια και τρισεκατομμύρια στο Χρηματιστήριο; Μάλλον όχι. Συγκρίνουν την αξία της μετοχής του «παίκτη» προ 2 π.χ. ημερών με την τιμή στην οποία την πούλησε ο ίδιος «παίκτης» και όχι το ποσό που επένδυσε αρχικά ο «παίκτης» με τη σημερινή αξία της μετοχής του. Εν τέλει μπερδεύτηκα και εγώ. Άκρη δεν βγάζω. Αυτή είναι η γοητεία του Χρηματιστηρίου. Δεν καταλαβαίνεις τίποτε. Η αχλύς του μυστηρίου που το καλύπτει σε συνεπαίρνει. Χάνεις την περιουσία σου, επειδή πίστεψες στον Σημίτη, στον Κόκκαλη, στον Σάλλα [θυμηθείτε: «το Χρηματιστήριο θα φτάσει στις 7.000 μονάδες»] και δεν είσαι από αυτούς που έχουν την περίφημη εσωτερική πληροφόρηση και τη δυνατότητα να ανεβοκατεβάζουν τις τιμές, όπως ακριβώς συμβαίνει με τους στημένους αγώνες στο ποδόσφαιρο. Εγώ, ο μέσος άνθρωπος με τον κοινό, ίσως, νου δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ο Παλλουτσαϊκός θα φιλοδωρήσει με τρία γκολ τη Μπάγιερν στο τελευταίο εικοσάλεπτο του μεταξύ των αγώνα, εξ ου και ποντάρω ότι θα φάει μια «εφτάρα» ο Παλλουτσαϊκός, με αποτέλεσμα να χάσω τα λεφτά που έπαιξα στο «Στοίχημα». Και τούτο, επειδή κάποιος άλλος εγνώριζε ότι το σκορ του τελευταίου εικοσαλέπτου θα είναι 3-0 υπέρ του Παλλουτσιακού και, έτσι, κέρδισε τα λεφτά μου. Και στο μεν ποδόσφαιρο και στο «Στοίχημα» μιλάμε για απάτη, την ξεσκεπάζουμε με το περίφημο βαλιτσάκι της ΕΥΠ και φτάνουμε μέχρι του σημείου, άκουσον άκουσον, να προφυλακίσουμε «παίκτες-επενδυτές». Στις μετοχές και στο Χρηματιστήριο, όμως, ούτε για απάτη μιλάμε, ούτε βαλιτσάκι τηλεφωνικών υποκλοπών χρησιμοποιούμε ούτε, βεβαίως, προφυλακίζεται κανείς. Απλώς μιλάμε για μία τεράστια αναδιανομή του πλούτου, ως αν κάτι τέτοιο είναι απολύτως φυσιολογικό και κοινωνικώς αποδεκτό. Αν, όμως, το Χρηματιστήριο υπαγόταν στον ΟΠΑΠ;
Σωτήριος Καλαμίτσης
Δικηγόρος