Ο συγγραφέας της «Ιστορίας της Μακεδονίας» όργωσε σε ηλικία 22 ετών τη Βόρεια Ελλάδα, έδωσε μάχη κατά του ναζισμού στο πλευρό της Ελληνικής Αντίστασης και αφιέρωσε τη ζωή του στην ανάδειξη της επιστημονικής αλήθειας. «Οι Σκοπιανοί δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες», είχε πει σε διάλεξή του....
Τόσο πολύ αγαπούσε την Ελλάδα και τον πολιτισμό της ο Νίκολας Χάμοντ, ώστε τρεις εβδομάδες πριν από τον θάνατό του (έφυγε στις 24 Μαρτίου 2001, σε ηλικία 93 ετών) έστειλε στον Τύπο κοινή επιστολή με άλλους τρεις καθηγητές του Κέμπριτζ, επισημαίνοντας την ανάγκη να μη θιγεί η ιστορική τοποθεσία της Μάχης του Μαραθώνα από τα ολυμπιακά έργα του 2004.
«Ενώ εμείς γεννηθήκαμε Ελληνες, αυτός θέλησε να γίνει Ελληνας και τα κατάφερε,» είπε χαρακτηριστικά ο καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, Θάνος Βερέμης, για τον συγγραφέα της πολύκροτης «Ιστορίας της Μακεδονίας», που προσφέρει το «Εθνος» στους αναγνώστες του από το προηγούμενο Σάββατο - για 14 συνεχείς εβδομάδες.
Με 24 βιβλία και 130 άρθρα στο ενεργητικό του πάνω στην ελληνική ιστορία, την αρχαιολογία, τη γεωγραφία, τη νομισματική επιστήμη και την αρχαία τραγωδία, ο Νίκολας Τζέφρι Λεμπιέρ Χάμοντ αποτελεί την ενσάρκωση της ισοκράτειας ρήσης:
«Και μάλλον Ελληνες καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας» (Περισσότερο αρμόζει να αποκαλούμε Ελληνες εκείνους που μετέχουν της παιδείας μας παρά όσους έχουν απλώς την ίδια καταγωγή με μας).
Οδοιπορικό
Ο Νίκολας Χάμοντ δεν γνώρισε την Ελλάδα με το ψυχρό μάτι του ακαδημαϊκού, που μελετά χωμένος στην βιβλιοθήκη του. Το 1929, σε ηλικία μόλις 22 χρόνων περπάτησε τα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου σε αντίξοες συνθήκες, φτάνοντας από την Αρτα ως τον Αυλώνα, από τα Γρεβενά και την Κόνιτσα ως το Αργος Ορεστικό και την Καστοριά, κι από τη Φλώρινα ως την Κορυτσά.
Με το πάθος περιηγητή του 19ου αιώνα ανακάλυψε νέους αρχαιολογικούς τόπους, έζησε με τους χωρικούς και στις δύο πλευρές των ελληνοαλβανικών συνόρων και... κυνηγήθηκε από τσοπανόσκυλα.
Το οδοιπορικό του συνεχίστηκε στα στενά του Αλιάκμονα, μεταξύ Σερβίων και Βέροιας, όπου η μελέτη των πηγών και η επίμονη ιστορική διαίσθηση του δημιούργησε την πεποίθηση πως η Πέλλα, η Εδεσσα και οι Αιγές είναι διαφορετικές πόλεις.
Μισόν αιώνα πριν από τις μεγάλες ανακαλύψεις του Μανόλη Ανδρόνικου, ο Αγγλος φίλος και συνεργάτης του έθετε τις βάσεις για την ταύτιση της Βεργίνας με τις Αιγές, αρχαίας πρωτεύουσας των Μακεδόνων.
Γεννημένος το 1907 στο Αϊρ της Σκοτίας, ο Νίκολας Χάμοντ μυήθηκε στην ελληνική και λατινική παιδεία από τον αδελφό του πατέρα του, που ήταν αγγλικανός ιερέας.
Σε ηλικία 13 χρόνων αρχίζει να μαθαίνει αρχαία ελληνικά στο κολέγιο Fettes, του Εδιμβούργου και στη συνέχεια κερδίζει υποτροφία Κλασικών Σπουδών για το κολέγιο Caius του Κέμπριτζ.
Το 1929 ήταν χρονιά σταθμός στη ζωή του. Αναγορεύεται βοηθός καθηγητής, μαθαίνει νέα ελληνικά, αλβανικά και γερμανικά και γίνεται μέλος της Αρχαιολογικής Βρετανικής Σχολής των Αθηνών, με ερευνητικά αντικείμενα αρχαιολογικά, γεωγραφικά, ιστορικά και ερμηνείας επιγραφών.
Το 1930 γίνεται Εταίρος του κολεγίου Clare του Κέμπριτζ και λέκτορας στο ίδιο πανεπιστήμιο, ενώ μέχρι το ξέσπασμα του Β Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε συνολικά 14 μήνες σε Ηπειρο και Μακεδονία, για να ολοκληρώσει τις μελέτες του σε αρχαιολογικούς χώρους. Στο διάστημα αυτό γνώρισε τη σύζυγό του Μάργκαρετ, με την οποία παντρεύτηκε το 1938 και απέκτησαν πέντε παιδιά...
Στη δίνη του πολέμου και της Κατοχής, ο Αγγλος ελληνιστής σφυρηλάτησε τους δεσμούς του με τη χώρα μας ως αξιωματικός της Διεύθυνσης Ειδικών Αποστολών του βρετανικού στρατού (SOE).
Πολέμησε στη Μάχη της Κρήτης και με εντολή του Γενικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής ορίστηκε σύνδεσμος της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής με την Ελληνική Αντίσταση, από τον Φεβρουάριο του 1943 ως τον Αύγουστο του 1944.
Συμμετείχε σε σαμποτάζ και επιχειρήσεις κατά των Γερμανών, ενώ διετέλεσε διοικητής της Βρετανικής Αποστολής στη Μακεδονία ως τον Ιανουάριο του 1944 και στη συνέχεια διοικητής αποστολών σε όλες τις περιοχές που ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ.
Τέσσερα παράσημαΟι αναμνήσεις του από αυτή την ταραγμένη περίοδο με τίτλο «Επιχείρηση στην Ελλάδα» (Venture into Greece) γράφτηκαν τον Σεπτέμβριο του 1944, αλλά δημοσιεύτηκαν μόλις το 1983, λόγω των πολιτικών παθών που εξακολουθούσε να εγείρει η βρετανική ανάμειξη στον εμφύλιο.
Για τη συνεισφορά του στη μάχη κατά του ναζισμού ο Χάμοντ τιμήθηκε με τρία βρετανικά παράσημα κι ένα ελληνικό. Το 1947 η ελληνική πολιτεία τού απένειμε το παράσημο του Τάγματος του Φοίνικα μετά Ξιφών.
Μετά τον πόλεμο ο Χάμοντ επέστρεψε στο Κέμπριτζ, όπου παρέμεινε ως το 1954.
Στο μεταξύ, διορίζεται επισκέπτης καθηγητής της Βρετανικής Σχολής των Αθηνών, ενώ το 1962 γίνεται διευθυντής του κολεγίου Clifton, στο Μπρίστολ, ως τη συνταξιοδότησή του, το 1973.
ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ Ν. XAMONT
- «Ιστορία της Ελλάδας ως το 322 π.Χ.» (Οξφόρδη 1959, β έκδοση 1967, γ έκδοση 1986)
- «Ηπειρος: Γεωγραφία, αρχαία ερείπια, ιστορία και τοπογραφία της Ηπείρου και των γειτονικών περιοχών» (Οξφόρδη 1967)
- «Τα κλασικά χρόνια στην Ελλάδα» (Λονδίνο 1975 & 1999)
- «Μέγας Αλέξανδρος: Βασιλιάς, στρατηλάτης και πολιτικός» (Νιου Τζέρσεϊ 1980, β έκδοση Μπρίστολ 1989)
- «Ατλας του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Κόσμου στην Αρχαιότητα» ( Νιου Τζέρσεϊ 1981, Μπρίστολ 1991)
- «Με τους αντάρτες», 1984 Ευρωεκδοτική [στα ελληνικά]
- «Φίλιππος ο Μακεδών» (Λονδίνο 1994)
- «Δυτική Μακεδονία: Αντίσταση και Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή 1943-44 (Αθήνα 1992) [στα ελληνικά]
- «Η μεγαλοφυϊα του Μεγάλου Αλεξάνδρου» (1997)
- «Ιστορία της Μακεδονίας» 1995, 3 τόμοι, Μάλλιαρης-Παιδεία ΑΕ.
Στην αγγλική έκδοση το έργο κυκλοφόρησε ως εξής:
- «Α History of Macedonia, Τόμος Α: Ιστορική γεωγραφία και προϊστορία» (1972)
- «Α History of Macedonia , Τόμος Β: 550-336 π.Χ. (1979)
- «Α History of Macedonia, Τόμος Γ: 336-167 π.Χ. (1988)
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1945 ΣΤΟ ΚΕΜΠΡΙΤΖ
«Ο Τίτο κατασκεύασε μια βόμβα στη Μακεδονία»
«Ο Τίτο κατασκεύασε μια βόμβα στη Μακεδονία»
«Κατά την αποχώρηση των Γερμανών (σ.σ. τον Οκτώβριο του 1944), ο Γκότσεφ επικεφαλής «Σλαβομακεδονικών» τμημάτων με υψωμένη την κόκκινη σημαία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, επιχειρεί πορεία προς τη Θεσσαλονίκη.
Η ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ, κατόπιν διαταγής του Σαράφη, του Μπακιρτζή και του Μάρκου Βαφειάδη, παρατάσσει τις δυνάμεις της σε φραγμό στις ορεινές διαβάσεις της Φλώρινας και διαλύουν τα τμήματα Γκότσεφ-Ουρντόφ, που καταφεύγουν στον Τίτο.
Με διαταγή του διοικητή της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας, Ευριπίδη Μπακιρτζή συγκροτούνται ιδιαίτερα συνοριακά τμήματα «προς διαφύλαξη, εξασφάλιση και έλεγχο των συνόρων με επαρκείς δυνάμεις και με σύνθεση τμημάτων τέτοια, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση ενάσκησης προπαγάνδας από τους αυτονομιστές Μακεδόνες»...
... «Την εποχή που ο Τίτο συγκροτεί τη Γιουγκοσλαβία, επιβάλλοντας το ομοσπονδιακό σύστημα και εγκαθιστώντας κυβερνήσεις ομόσπονδων κρατών, της Σερβίας, Κροατίας, Βοσνίας, Σλοβενίας, Μαυροβουνίου και Μακεδονίας, και οραματίζεται το Αιγαίο δημιουργώντας ένα, εκτός πάσης πραγματικότητος «Μακεδονικό κράτος» με «τεχνητή εθνότητα», ο Εντουαρντ Στετίνιους, υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, επισημαίνει στις διπλωματικές και προξενικές υπηρεσίες της χώρας του με εγκύκλιο τηλεγράφημα ότι: «η αμερικανική κυβέρνηση θεωρεί πως κάθε λόγος για μακεδονικό έθνος συνιστά προπαγάνδα ασύστατη και δεν στηρίζεται σε καμιά πολιτική ή ιστορική πραγματικότητα, αποτελεί πιθανή πρόφαση για επιθετικές ενέργειες κατά της Ελλάδος.
Η πάγια πολιτική της κυβέρνησης είναι να αντιταχθεί σε κάθε αναζωπύρωση του μακεδονικού θέματος σε ό,τι αφορά την Ελλάδα.
Το ελληνικό τμήμα της Μακεδονίας κατοικείται από Ελληνες και ο ελληνικός λαός είναι ομόθυμα αντίθετος στη δημιουργία μακεδονικού κράτους.
Η κυβέρνησή μας θα θεωρήσει υπεύθυνη όποια κυβέρνηση ή ομάδα κυβερνήσεων θα ανεχθεί ή θα ενθαρρύνει πράξεις δήθεν μακεδονικών δυνάμεων κατά της Ελλάδος»...
... «Στις 20 Σεπτεμβρίου 1945 στο παλαιό κολέγιο Clare του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ εμφανίζεται ο Νίκολας Χάμοντ με τήβεννο, αγέρωχος, ψηλός, ηλιοκαμένος... Παρασυρμένος από το vertigo της πολεμικής του εμπειρίας, της ιστορικής απειλής και της ελπίδας για δικαίωση, για παλιγγενεσία, περατώνει:
«Ο πόλεμος δεν τερματίστηκε για μένα. Πρέπει να πολεμήσω για την ειρήνη. Si vis pacem para bellum. Κατασκεύασε μια βόμβα ο Τίτο στη Μακεδονία. Υπάρχουν βέβαια οι Μεγάλοι Φύλακες. Sed quid custodiet custodes;», καταλήγει χαρίζοντας τη διδαχή του ως παρακαταθήκη στο ακροατήριο, ενώ ταυτόχρονα «ποιος φυλάττει τους φύλακες;», αναφωνεί μετρικά σαν τραγικός χορός τη μετάφραση από τα λατινικά η ομάδα των μαθητών του, καθώς ο ήρωας του πολέμου και δάσκαλος της ειρήνης τελειώνει αινιγματικά μέσα σε νέα χειροκροτήματα τον λόγο του» .
(Αποσπάσματα από το βιβλίο του νομικού και λογοτέχνη Νίκου Πασχαλίδη «Ο ΒΡΕΤΑΝΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΣ ΧΑΜΟΝΤ - Μακεδονική Τριλογία, Βιβλίο τρίτο» β έκδοση. Εκδόσεις Κορνηλία Σφακιανάκη, Θεσσαλονίκη 2003).
ΔΙΑΛΕΞΗ - ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ ΤΟ 1992
Βιασμό της ιστορικής αλήθειας αποτελεί η αναγνώριση των Σκοπίων ως «Μακεδονία»
Βιασμό της ιστορικής αλήθειας αποτελεί η αναγνώριση των Σκοπίων ως «Μακεδονία»
Το 1968, χρονιά στην οποία έγινε μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας, ο Ν. Χάμοντ άρχισε να γράφει την τρίτομη «Ιστορία της Μακεδονίας», σημειώνοντας ότι όφειλε να ξεπληρώσει το χρέος του προς τους κατοίκους αυτής της ελληνικής περιοχής.
«Το να μιλάς μακεδονικά σημαίνει ότι μιλάς μια διάλεκτο της ελληνικής, γιατί η γλώσσα των Μακεδόνων ήταν μια ιδιαίτερη μορφή της ελληνικής, που αντιστάθηκε στις εξωτερικές επιδράσεις», υπογράμμιζε.
Μετά τη συνταξιοδότησή του συνεργάστηκε ως επισκέπτης καθηγητής σε πολλά αμερικανικά και αυστραλιανά πανεπιστήμια, ενώ διατέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας για την Προαγωγή των Ελληνικών Σπουδών.
Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών ανακηρύχθηκε το 1993, όταν συμμετείχε ενεργά στην αντίκρουση των προσπαθειών να πλαστογραφηθεί η ιστορία της Μακεδονίας. Το 1992, όταν ο Κίρο Γκλιγκόροφ είχε κηρύξει την ανεξαρτησία της «Μακεδονίας» και κορυφωνόταν η διπλωματική αντιπαράθεση για το θέμα του ονόματος, ο Χάμοντ χαρακτήρισε «βιασμό της ιστορικής αλήθειας την αναγνώριση της Δημοκρατίας των Σκοπίων με το όνομα Μακεδονία».
Ο ίδιος αντιπρότεινε την αρχαία ονομασία «Παιονία», λέγοντας χαρακτηριστικά σε κάποια διάλεξή του:
«Οι Σκοπιανοί δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες. Οι Παίονες, από την άλλη πλευρά, είχαν δικό τους βασιλιά αλλά ήταν υπήκοοι των Μακεδόνων. Σήμερα, όμως, οι Σκοπιανοί είναι Σλάβοι και Αλβανοί και δεν έχουν ελληνική φωνή».
Στο ίδιο συνέδριο ο Βρετανός καθηγητής πρότεινε οι πολιτείες της ελληνιστικής περιόδου να μετονομαστούν σε μακεδονικές: «Τότε οι Αθηναίοι δεν έλεγαν είμαστε Ελληνες, όπως δεν το έλεγαν ούτε οι Σπαρτιάτες ούτε οι Μακεδόνες. Ηταν όμως όλοι Ελληνες. Γι' αυτό προτείνω να μην ονομάζουμε τις πολιτείες ελληνιστικές, αλλά μακεδονικές, επειδή ο Μακεδόνας βασιλιάς δημιούργησε ένα είδος δεσποτάτου, παραχωρώντας δικαιώματα στους επιχωρίους, πέραν του κεντρικού βασιλείου του».
Ο Χάμοντ ήταν επίτιμος πολίτης των Καλαβρύτων, της Βέροιας, του Πενταλόφου, της Δαμασκηνιάς, της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων, ενώ του έχουν απονεμηθεί μετάλλια της πόλης της Θεσσαλονίκης, του υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης, της Μακεδονικής Επιτροπής και της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης.
Με αφορμή τον θάνατό του το 2001, ο τότε υπουργός Πολιτισμού Ευ. Βενιζέλος είχε δηλώσει τα εξής: «Ο Ν. Χάμοντ συνέδεσε το όνομά του και τη διεθνή του φήμη με την Ελλάδα και την ελληνική ιστορία, υπό κάθε έννοια του όρου. Ο θάνατός του είναι μια μεγάλη απώλεια, και η ελληνική πολιτεία θα τιμήσει με κάθε τρόπο τη μνήμη του».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ | Ethnos.gr