Άρθρο του Μιχάλη Ραμπίδη
τ. μέλους Δ.Σ. / Γ.Σ.Ε.Ε.
‘’Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι το μοιραίο πάνω στο οποίο δεν μπορείς να βασιστείς, είναι αυτό που αναταράσσει τα προγράμματα και ανατρέπει τα πιο δομημένα σχέδια του ανθρώπου, είναι δειλία δεν είναι ζωή’’ (Αντ. Γκράμσι).
Η αντίσταση σ’ αυτή τη σημερινή πολιτική δεν μπορεί να είναι παθητική. Όσοι πιστεύουν ότι <<κατατροπώνουν>> τον αντίπαλο με τη συζήτηση της παρέας του καφενείου, τη θορυβώδη επιχειρηματολογία ανάμεσα στο μεζεδάκι και το τσίπουρο-κρασάκι, όσοι περιμένουν τις εκπομπές του κ Λαζόπουλου και παρακολουθούν τα ξεσπάσματα του Χ’’Νικολάου, Τράγκα, Τέρενς κλπ από τα δελτία ειδήσεων , για να αναζωογονήσουν τη συνέχεια της αδράνειάς τους στον καναπέ, πλανώνται.
Μόνον η ενεργητική αντίσταση και η άοκνη συμμετοχή, μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην αθλιότητα των κυβερνητικών αποφάσεων και πρακτικών.
Το εύλογο σημερινό ερώτημα είναι: Συμμετοχή ΝΑΙ πότε όμως, που και με πιο κάλεσμα; Και ακολουθεί η εύκολη απάντηση-συμπέρασμα για την κατάληξη των αγανακτισμένων στις πλατείες, την ιδεολογική αποτυχία και τα αχ της απαισιοδοξίας.
Είναι γνωστή και ορθή η ρήση ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος, παρά μόνον αυτός που δεν δίνεται. Γι’ αυτό όλοι οι φορείς, πολιτικοί, συνδικαλιστικοί, κομματικοί και όχι μόνον, επιβάλλεται να δραστηριοποιηθούν και να δώσουν ενεργό ρόλο και ευθύνη στους πολίτες.
Από τη μεριά τους οι πολίτες βρίσκονται στο ‘’και πέντε’’ και πρέπει επιτέλους να αφήσουν τις αναπαυτικές πολυθρόνες για ξεμούδιασμα, πορείες, διαδηλώσεις, καταλήψεις, ότι αντέχει ο καθένας.
Όταν όμως η πλειοψηφία των φορέων είναι σε αδράνεια, οι ευαισθητοποιημένοι και ανήσυχοι πολίτες έχουν επιλογές; ΝΑΙ ΕΧΟΥΝ. Αν ο φορέας που ανήκουν, κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις με αυτούς που δίνουν τον αγώνα. Έστω κι αν είναι άλλα χρώματα, άλλες τακτικές, χωρίς αποπροσανατολισμό και με τον ίδιο πάντοτε στρατηγικό στόχο.
Η συμμετοχή αυτή από τη μια θα δυναμώσει τη φωνή των πολιτών που αντιστέκονται και από την άλλη θα ενεργοποιήσει πιθανά και άλλους φορείς που θα βλέπουν φίλους και στελέχη να αγωνίζονται μέσα από <<άλλες γραμμές>> εξ αιτίας της επιλογής ή της αδράνειάς τους.
Υπάρχουν ‘’σημαίες’’ που όχι μόνον δεν φοβούνται αλλά αντιστέκονται με τους λαϊκούς αγώνες, έστω και με μικρή συμμετοχή. Δίπλα και όχι αναγκαστικά κάτω από αυτές τις ‘’σημαίες’’ πρέπει να τολμήσουν να συμπορευθούν όσοι πραγματικά πιστεύουν και θέλουν να προβάλλουν αντίσταση, στα άθλια έως προδοτικά σχέδια των οικονομικών δολοφόνων.
Μ’ αυτή την τακτική το κίνημα αποκτά νέα δυναμική, αφυπνίζεται, συμμαχεί και κεραυνοβολεί την αδράνεια και την αδιαφορία, σκόπιμη ή όχι. Οι πολίτες ζυμώνονται με τη σκληρότητα των κυβερνητικών αποφάσεων, παίρνουν μαθήματα άμυνας για την προστασία τους και όπλα για την αντεπίθεση και την ανατροπή της πλέον αντιλαϊκής πολιτικής που γνώρισε ο τόπος.
Κλείνω με τα λόγια του ίδιου συγγραφέα της εισαγωγής μου. ‘’Μερικοί κλαψουρίζουν αξιολύπητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά δεν υπάρχει κανείς ή ελάχιστοι που να αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, είχα δώσει τη συμβουλή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;