«Η δημοσιοποίηση στο παρά πέντε της ψηφοφορίας στη Βουλή των επιστολών που έστειλαν ίδιος ο κ. Παπανδρέου και ο κ. Βενιζέλος στην επικεφαλής του ΔΝΤ κα Κρ. Λαγκάρντ, αποκαλύπτει για μια ακόμη φορά την αναξιοπιστία και τις εκβιαστικές μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούν σε βάρος της Βουλής και της Κοινωνίας.
Συγκεκριμένα:
Πρώτον: Στις επιστολές αυτές δεν υπάρχει καμία αναφορά στις συλλογικές συμβάσεις, γεγονός που γεννά σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το άρθρο 37. Υπενθυμίζεται, ότι ο εκπρόσωπος της Ε.Ε. στην τρόικα κ. Ματίας Μορς (σε συνέντευξή του στην “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”) υπογράμμιζε ότι δεν ζητήθηκε τίποτε σχετικό από την κυβέρνηση. Πως, λοιπόν, θα μπορούσε να εκβιάζει για την επιβολή ενός άρθρου που είναι άγνωστο πως και γιατί προέκυψε;
Δεύτερον: Διότι, οι επιστολές αυτές ήταν το δραματικό αποτέλεσμα της “μπλόφας”, που προσπάθησε να στήσει όταν -μέσα στα μεσάνυχτα- διέκοπτε τις συζητήσεις με την τρόικα και επιχειρούσε να δημιουργήσει “αντιστασιακές” εντυπώσεις. Στη συνέχεια ισχυριζόταν ότι η διακοπή των συζητήσεων με την Τρόικα ήταν, δήθεν, προσυμφωνημένη και κατόπιν διέρρεε διάφορες ημερομηνίες για την επιστροφή της που συνεχώς διαψευδόταν. Έως ότου οι κύριοι Παπανδρέου και Βενιζέλος απέστειλαν τις επιστολές αυτές προς την επικεφαλής του ΔΝΤ. Η δημοσιοποίησή τους αναδεικνύει το φιάσκο στο οποίο κατέληξε, ο κ. Βενιζέλος, αφού αναγκάστηκε να βάλει στην επιστολή του μια σειρά πρόσθετα, αντικοινωνικά και υφεσιακά μέτρα (τσεκούρι σε μισθούς και συντάξεις, μείωση αφορολόγητου, πρόσθετα χαράτσια, μαζικές απολύσεις με κακοποίηση του θεσμού της εφεδρείας) χωρίς να διαπραγματευτεί τίποτε. Μόνο και μόνο για να γυρίσει η Τρόικα πίσω. Και
Τρίτον: Διότι, με τις επιστολές αυτές, ο κ. Βενιζέλος προεξοφλούσε την απόφαση των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, τους οποίους θεωρούσε δεδομένους. Προφανώς, ήθελε πρώτα να εξασφαλίσει την ψήφο τους και μετά να μάθουν ότι ο ίδιος και ο κ. Παπανδρέου την είχαν προεξοφλημένη».