Από το Naftemporiki.gr
Με την «πλάτη στον τοίχο» λόγω των άδειων κρατικών ταμείων, της καθυστέρησης στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των αστοχιών στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, θα βρεθεί η επόμενη κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, που θα πραγματοποιηθούν περί τα τέλη...
Ιουνίου.
Ο χρόνος των επαφών με τους εκπροσώπους των δανειστών -μετά τις αναβολές λόγω των εκλογών- συμπίπτει με την κορύφωση του δράματος του δημοσιονομικού αδιεξόδου, καθώς στο τελευταίο δεκαήμερο του Ιουνίου τα δημόσια ταμεία θα έχουν ξεμείνει από ρευστό, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και η τρόικα έχει προειδοποιήσει πως δεν θα εγκρίνει την επόμενη δόση, αν προηγουμένως δεν υπάρξει συμφωνία.
Η συγκατάθεση της τρόικας για τη δόση προϋποθέτει αφενός να αποδειχθεί ότι τα πεπραγμένα από την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης τον περασμένου Φεβρουάριο είναι εντός των συμφωνηθέντων και έχουν τηρηθεί οι δεσμεύσεις, αλλά και να συμφωνηθούν τα μέτρα που έχουν σκιαγραφηθεί από το Φεβρουάριο (11,5 δισ. ευρώ περικοπές δαπανών και 3 δισ. ευρώ από πάταξη φοροδιαφυγής). Με βάση τις προεκλογικές δεσμεύσεις των κομμάτων, η νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι, θα ζητήσει μερική ή ολική επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου. Θα ξεκινήσει όμως την προσπάθεια έχοντας ένα σημαντικό μειονέκτημα που είναι τα άδεια ταμεία, οπότε η θέση των προσώπων που θα αναλάβουν το δύσκολο έργο των επαφών και διαπραγματεύσεων θα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Διατηρώντας η τρόικα το «βέτο» στην αποδέσμευση της δόσης, διαθέτει ένα ισχυρό χαρτί να πιέσει τη νέα κυβέρνηση να αποδεχθεί τους όρους της και να αποκρούσει επιχειρήματα για ουσιαστική χαλάρωση του μνημονίου, που κατά την άποψη των τεχνοκρατών της Ε.Ε. και του ΔΝΤ θα φέρει σε κίνδυνο το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης της Ελλάδας.
Από τα τέλη Ιουνίου και μετά η δυνατότητα του Δημοσίου να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του θα εξαρτάται αποκλειστικά από τις επόμενες δόσεις του EFSF και του ΔΝΤ, είχε επισημάνει ο τέως πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, σε ενημερωτικό σημείωμα που είχε ενεχυριάσει στους πολιτικούς αρχηγούς. Στο σημείωμα αναφέρει ότι τα ταμιακά διαθέσιμα του Δημοσίου από τις 20 Ιουνίου θα διαμορφωθούν στο αρνητικό επίπεδο της τάξης του 1 δισ. ευρώ λόγω της υστέρησης των φορολογικών εσόδων, ενώ ανησυχίες διατυπώνει και για τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, σημειώνοντας πως έχει συρρικνωθεί δραματικά και οι ελληνικές τράπεζες να στηρίζονται αποκλειστικά στην ΕΚΤ.
Στο πλαίσιο αυτό, στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναγνωρίζουν τη δυσκολία μιας επαναδιαπραγμάτευσης και δεν τρέφουν ιδιαίτερες ελπίδες για την κατάληξή της, αφού οι ελεγκτές θα έχουν το πάνω χέρι. Μια επιμονή των δύο μερών στις θέσεις τους καθυστερεί τη συμφωνία και άρα και την εκταμίευση της δόσης, με τη διαφορά πως η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει, αφού θα πρέπει να βρει κεφάλαια να καλύψει το έλλειμμα του Ιουνίου και του Ιουλίου.
Με την «πλάτη στον τοίχο» λόγω των άδειων κρατικών ταμείων, της καθυστέρησης στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των αστοχιών στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, θα βρεθεί η επόμενη κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, που θα πραγματοποιηθούν περί τα τέλη...
Ιουνίου.
Ο χρόνος των επαφών με τους εκπροσώπους των δανειστών -μετά τις αναβολές λόγω των εκλογών- συμπίπτει με την κορύφωση του δράματος του δημοσιονομικού αδιεξόδου, καθώς στο τελευταίο δεκαήμερο του Ιουνίου τα δημόσια ταμεία θα έχουν ξεμείνει από ρευστό, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και η τρόικα έχει προειδοποιήσει πως δεν θα εγκρίνει την επόμενη δόση, αν προηγουμένως δεν υπάρξει συμφωνία.
Η συγκατάθεση της τρόικας για τη δόση προϋποθέτει αφενός να αποδειχθεί ότι τα πεπραγμένα από την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης τον περασμένου Φεβρουάριο είναι εντός των συμφωνηθέντων και έχουν τηρηθεί οι δεσμεύσεις, αλλά και να συμφωνηθούν τα μέτρα που έχουν σκιαγραφηθεί από το Φεβρουάριο (11,5 δισ. ευρώ περικοπές δαπανών και 3 δισ. ευρώ από πάταξη φοροδιαφυγής). Με βάση τις προεκλογικές δεσμεύσεις των κομμάτων, η νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι, θα ζητήσει μερική ή ολική επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου. Θα ξεκινήσει όμως την προσπάθεια έχοντας ένα σημαντικό μειονέκτημα που είναι τα άδεια ταμεία, οπότε η θέση των προσώπων που θα αναλάβουν το δύσκολο έργο των επαφών και διαπραγματεύσεων θα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Διατηρώντας η τρόικα το «βέτο» στην αποδέσμευση της δόσης, διαθέτει ένα ισχυρό χαρτί να πιέσει τη νέα κυβέρνηση να αποδεχθεί τους όρους της και να αποκρούσει επιχειρήματα για ουσιαστική χαλάρωση του μνημονίου, που κατά την άποψη των τεχνοκρατών της Ε.Ε. και του ΔΝΤ θα φέρει σε κίνδυνο το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης της Ελλάδας.
Από τα τέλη Ιουνίου και μετά η δυνατότητα του Δημοσίου να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του θα εξαρτάται αποκλειστικά από τις επόμενες δόσεις του EFSF και του ΔΝΤ, είχε επισημάνει ο τέως πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, σε ενημερωτικό σημείωμα που είχε ενεχυριάσει στους πολιτικούς αρχηγούς. Στο σημείωμα αναφέρει ότι τα ταμιακά διαθέσιμα του Δημοσίου από τις 20 Ιουνίου θα διαμορφωθούν στο αρνητικό επίπεδο της τάξης του 1 δισ. ευρώ λόγω της υστέρησης των φορολογικών εσόδων, ενώ ανησυχίες διατυπώνει και για τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, σημειώνοντας πως έχει συρρικνωθεί δραματικά και οι ελληνικές τράπεζες να στηρίζονται αποκλειστικά στην ΕΚΤ.
Στο πλαίσιο αυτό, στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναγνωρίζουν τη δυσκολία μιας επαναδιαπραγμάτευσης και δεν τρέφουν ιδιαίτερες ελπίδες για την κατάληξή της, αφού οι ελεγκτές θα έχουν το πάνω χέρι. Μια επιμονή των δύο μερών στις θέσεις τους καθυστερεί τη συμφωνία και άρα και την εκταμίευση της δόσης, με τη διαφορά πως η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει, αφού θα πρέπει να βρει κεφάλαια να καλύψει το έλλειμμα του Ιουνίου και του Ιουλίου.