Οι αξιώσεις για αποδοχές υπαλλήλων του Δημοσίου υπόκεινται σε διετή παραγραφή
Η ρύθμιση δεν αντίκειται στο Σύνταγμα
του Δημήτρη Γκολέμη, δικηγόρου
Με πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) του άρθρου 100 του Συντάγματος,
επιλύθηκε η νομολογιακή αμφισβήτηση σχετικά με την προβλεπόμενη στο άρθρο 91 παρ. 3 του ν.δ. 321/1969 διετή παραγραφή των μισθολογικών αξιώσεων των δημοσίων υπαλλήλων κατά του Δημοσίου που προέκυψε ανάμεσα στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας και τον Άρειο Πάγο. Ειδικότερα, το ΣτΕ με απόφαση της Ολομέλειάς του μέσα στο έτος 2011 (954/2011), είχε κρίνει ότι η ανωτέρω διάταξη αντίκειται στη συνταγματικά καθιερωμένη αρχή της ισότητας, διότι η προβλεπόμενη διετής παραγραφή είναι αδικαιολόγητα μικρότερη από τον πενταετή χρόνο παραγραφής που προβλέπεται τόσο για όλες τις άλλες (μη μισθολογικές) χρηματικές αξιώσεις ιδιωτών κατά του Δημοσίου, όσο για τις χρηματικές αξιώσεις του Δημοσίου κατά τρίτων. Αντίθετα, ο Άρειος Πάγος με σειρά αποφάσεών του από το έτος 1980 και μετά, θεώρησε ότι η απόκλιση αυτή είναι δικαιολογημένη από λόγους δημοσίου συμφέροντος και δεν προσκρούει στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος που καθιερώνει την αρχή της ισότητας.
Με την ανωτέρω εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απόφαση του ΑΕΔ (υπ’ αριθμ. 2/2012) γίνεται ευθέως και με ιδιαίτερο τρόπο, επίκληση κανόνων αναγκαιότητας δημοσιονομικού ορθολογισμού, προκειμένου το Δικαστήριο να καταλήξει στο τελικό του συμπέρασμα ότι η προβλεπόμενη υπέρ του Δημοσίου βραχυπρόθεσμη διετής παραγραφή των μισθολογικών αξιώσεων των υπαλλήλων είναι νόμιμη και δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας που καθιερώνει το Σύνταγμα. Συγκεκριμένα, το ΑΕΔ επικαλέστηκε ως βασικό επιχείρημα υπέρ της άποψης που τελικά υιοθέτησε (υπήρξε και μειοψηφία), λόγους γενικότερου δημοσίου συμφέροντος που υπαγορεύουν την ανάγκη ταχείας εκκαθαρίσεως αξιώσεων κατά του Δημοσίου που απορρέουν από περιοδικές (ανά μήνα) παροχές, η οποία είναι απαραίτητη για την προστασία της περιουσίας και της οικονομικής καταστάσεως αυτού, στην οποία συμβάλλουν οι φορολογούμενοι πολίτες με την καταβολή φόρων. Κρίθηκε, δηλαδή, ως αναγκαία η ταχεία εκκαθάριση των υποθέσεων αυτών και η αποφυγή των ελλειμμάτων που επάγεται στην εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού, η σε βάθος πολλών ετών ικανοποίηση των μισθολογικών αξιώσεων των δημοσίων υπαλλήλων.
Περαιτέρω, για να δικαιολογήσει το ΑΕΔ αυτή η διαφοροποίηση σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα που ισχύει η πενταετής παραγραφή των αξιώσεων των υπαλλήλων κατά των εργοδοτών, επικαλέστηκε τις διαφορετικές (υπονοεί προνομιακές) συνθήκες, υπό τις οποίες τελούν οι υπάλληλοι του Δημοσίου σε σχέση με τους υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, καθώς και από το διαφορετικό νομικό καθεστώς που διέπει αντίστοιχα τις σχέσεις των δύο αυτών κατηγοριών υπαλλήλων προς τους εργοδότες τους. Με λίγα λόγια, το Δικαστήριο διατύπωσε ενδιαφέρουσες θέσεις και έλυσε μια σοβαρή νομική διαφωνία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Γ. ΓΚΟΛΕΜΗΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ
ΣΕΡΡΕΣ