Σχόλιο TaXalia (προσχώρησε αλλά με πολύ "επιστημονικό" τρόπο κε Καλαμίτση. Και με το δόγμα, όλα για τις τράπεζες...)
Εν πρώτοις το Δημόσιο πληρώνει ανελλιπώς και αγογγύστως τον μισθό όλων των παιδιών των πολιτικών, οι οποίοι έχουν τη...
δυνατότητα να τα διορίζουν στο ίδιο το Δημόσιο με βάση νόμους που έχουν ψηφίσει ο ίδιος ο μπαμπάς ή η μαμά. Άλλωστε, γιατί μας δανείζουν χρήματα οι διεθνείς τοκογλύφοι, όπως ισχυρίζεται ψευδώς ο Μπαίνει Βγαίνει και όλοι όσοι ψήφιζαν αβλεπί τα Μνημόνια; Για να πληρώνει το Δημόσιο μισθούς [και συντάξεις]. Πρόσφατο παράδειγμα η δεσποινίς Μαργαρίτα Πολύδωρα, η οποία ευτύχησε να δει τον μπαμπά της Πρόεδρο της Βουλής επί ένα ολόκληρο 24ωρο και εν δυνάμει ασκούντα καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας, αν τύχαινε να παραιτηθεί ο Κάρολος μετά την 17.05.2012, ημέρα εκλογής Προέδρου Βουλής, και μέχρι την πρώτη συνεδρίαση της Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 17.06.2012.
Πληρώνει εξ ίσου αγογγύστως πολλά εκατομμύρια σε ΜΚΟ και ΜΚΟλους με διοικητικές αποφάσεις fast track. Όταν, όμως, πρόκειται να πληρώσει κάποιον ιδιώτη για αποζημίωση, για επιστροφή φόρου, για …, για …., για …., τότε τα πράγματα αλλάζουν. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ ψήφισε τον νόμο 3068/2002, προκειμένου να συμμορφωθεί η χώρα προς μία από τις πολλές εκφάνσεις της αρχής της «δίκαιης δίκης» της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, όποιος αντίδικος του Δημοσίου είχε τελεσίδικη, εν γένει δε εκτελεστή, απόφαση, εις βάρος του Δημοσίου μπορούσε να κατάσχει την περιουσία του αντιδίκου του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για να ικανοποιήσει την απαίτησή του, όπως ακριβώς θα μπορούσε να κατάσχει την περιουσία οποιουδήποτε άλλου αντιδίκου του.
Όμως, επειδή οι αντίδικοι του Δημοσίου είναι κατά τεκμήριον «στρεψόδικοι» και «κακόπιστοι», ενώ το Δημόσιο κάθε άλλο, η κυβέρνηση Λουκά, ήτοι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, αν προτιμάτε, ψήφισαν τη διάταξη του άρθρου 326§5 του ν. 4072/2012, η οποία προβλέπει ότι
«Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων, που υπόκεινται σε ένδικα μέσα ή βοηθήματα και από τους οποίους απορρέει χρηματική υποχρέωση του Δημοσίου, διενεργείται ύστερα από προσκόμιση εκ μέρους του δικαιούχου ισόποσης εγγυητικής επιστολής Τραπέζης. ……. Αν η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεσθεί χωρίς εγγύηση, μετά την άπρακτη πάροδο 90 ημερών από την επίδοση του. Η εγγυητική επιστολή … επιστρέφεται μετά από την προσκόμιση πιστοποιητικού αμετάκλητης, υπέρ του αντιδίκου του υπόχρεου, επίλυσης της διαφοράς ή της μη ασκήσεως ενδίκου μέσου ή βοηθήματος μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο.»
Έτσι, για να εισπράξει ο ιδιώτης χρήματα που του οφείλει το Δημόσιο βάσει τελεσίδικης απόφασης, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, έχει εκδοθεί μετά από 10ετή περίπου δικαστικό αγώνα, θα πρέπει να εγγυηθεί με επιστολή τραπέζης ότι θα επιστρέψει τα χρήματα, αν ανατραπεί η τελεσίδικη απόφαση από τον Άρειο Πάγο ή το Συμβούλιο της Επικρατείας, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να επιβαρυνθεί και με τα έξοδα έκδοσης και διατήρησης της εγγυητικής επιστολής μέχρις ότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση από το ανώτατο δικαστήριο.
Η ρύθμιση αυτή δεν έγινε, βέβαια, για να απομακρύνει το Δημόσιο όσο το δυνατόν περισσότερο οποιαδήποτε καταβολή. Όοοοοοοοχι, μην πάει ο νους σας εκεί. Έγινε για τους εξής απλούς και «υπαρκτούς» λόγους, όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νόμου:
«Η προτεινόμενη διάταξη… αποβλέπει στην προστασία του Δημοσίου, ενόψει του ότι δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, όταν μετά από ικανό χρονικό διάστημα εκδικάζεται αμετακλήτως υπόθεση, το Δημόσιο να αδυνατεί να εισπράξει τα επιδικασθέντα ποσά, λόγω του ότι ο υπόχρεος προς επιστροφή είναι αναξιόχρεος ή παύει να υφίσταται (θάνατος φυσικού προσώπου, παύση λειτουργίας νομικού προσώπου κ.λ.π.) γεγονός που καθιστά άκρως δυσχερή ή και αδύνατη την καταβολή αυτών. Η κατάθεση εγγυητικής επιστολής, εξάλλου, αποτρέπει την παρέλκυση της δίκης από πλευράς του αντιδίκου του Δημοσίου με καταχρηστικά αιτήματα αναβολών στον αναιρετικό βαθμό κ.λ.π., προκειμένου να απομακρύνει το ενδεχόμενο ανατροπής της εκτελεσθείσης αποφάσεως».
Για το ενδεχόμενο, λοιπόν, να μην μπορεί ο ιδιώτης να επιστρέψει στο Δημόσιο τα χρήματα που εισέπραξε βάσει τελεσίδικης απόφασης, αν αυτή ανατραπεί μετ’ αναίρεση, είτε διότι απεβίωσε και οι κληρονόμοι του έχουν αποποιηθεί την κληρονομία ή πτώχευσε είτε διότι πρόκειται για νομικό πρόσωπο που λύθηκε ή πτώχευσε, καταργείται στην ουσία η από συστάσεως του ελληνικού κράτους αρχή ότι ο οφειλέτης πληρώνει με βάση τελεσίδικη απόφαση και, προκειμένου για το Δημόσιο, αντικαθίσταται από την αρχή ότι το Δημόσιο πληρώνει με βάση αμετάκλητη και μόνον απόφαση. Και η ισότητα πάει περίπατο μαζί με τους μισθούς, τις συντάξεις, τις θέσεις εργασίας κ.ο.κ.
Ευελπιστώ ότι η εν λόγω διάταξη θα κριθεί αντισυνταγματική μετ’ ου πολύ.
Η νέα αυτή διάταξη επιβεβαιώνει, πάντως, το υπό του Μπαίνει Βγαίνει ρηθέν: «Ο λαός μπορεί να φτωχαίνει, αλλά το Δημόσιο δεν φτωχεύει». Το Δημόσιο θα υπάρχει πάντοτε για να …. πληρώνει τις υποχρεώσεις του, ενώ ο ιδιώτης μπορεί να πτωχεύσει ή να πεθάνει ή να συντριβεί από το ίδιο το Δημόσιο στη μεταξύ τους αντιδικία, εξ ου και οφείλει να διασφαλίσει το Δημόσιο με εγγυητική επιστολή τραπέζης ότι θα επιστρέψει ό,τι θα έχει λάβει από το Δημόσιο, αν μετά από χρόνια ανατραπεί η τελεσίδικη υπέρ του ιδιώτη απόφαση. Αν δε ο ιδιώτης δεν έχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσει την τραπεζική εγγυητική επιστολή, επειδή δεν διαθέτει την αναγκαία περιουσία που απαιτεί η τράπεζα για να εκδώσει την εγγυητική επιστολή [προσημείωση υποθήκης ή δέσμευση ισόποσης κατάθεσης πλέον εξόδων] θα εκτελέσει την υπέρ αυτού απόφαση αφού αποφανθεί επί της υποθέσεως και το ανώτατο δικαστήριο σε τελευταίο βαθμό.
Όσο για το μη σπάνιο φαινόμενο της αναβολής της υπόθεσης αιτήσει του ιδιώτη, όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νόμου, ας μας πει το Δημόσιο πόσες φορές αναβάλλεται οίκοθεν η συζήτηση μίας αναίρεσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ο ιδιώτης βρίσκεται σε παντελή αδυναμία να επισπεύσει τη διαδικασία για την έκδοση αμετάκλητης απόφασης. Δεν μπορεί, κάποια στατιστικά στοιχεία θα υπάρχουν που δείχνουν πόσες φορές αναβάλλεται η υπόθεση χωρίς υπαιτιότητα του ιδιώτη διαδίκου.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Εν πρώτοις το Δημόσιο πληρώνει ανελλιπώς και αγογγύστως τον μισθό όλων των παιδιών των πολιτικών, οι οποίοι έχουν τη...
δυνατότητα να τα διορίζουν στο ίδιο το Δημόσιο με βάση νόμους που έχουν ψηφίσει ο ίδιος ο μπαμπάς ή η μαμά. Άλλωστε, γιατί μας δανείζουν χρήματα οι διεθνείς τοκογλύφοι, όπως ισχυρίζεται ψευδώς ο Μπαίνει Βγαίνει και όλοι όσοι ψήφιζαν αβλεπί τα Μνημόνια; Για να πληρώνει το Δημόσιο μισθούς [και συντάξεις]. Πρόσφατο παράδειγμα η δεσποινίς Μαργαρίτα Πολύδωρα, η οποία ευτύχησε να δει τον μπαμπά της Πρόεδρο της Βουλής επί ένα ολόκληρο 24ωρο και εν δυνάμει ασκούντα καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας, αν τύχαινε να παραιτηθεί ο Κάρολος μετά την 17.05.2012, ημέρα εκλογής Προέδρου Βουλής, και μέχρι την πρώτη συνεδρίαση της Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 17.06.2012.
Πληρώνει εξ ίσου αγογγύστως πολλά εκατομμύρια σε ΜΚΟ και ΜΚΟλους με διοικητικές αποφάσεις fast track. Όταν, όμως, πρόκειται να πληρώσει κάποιον ιδιώτη για αποζημίωση, για επιστροφή φόρου, για …, για …., για …., τότε τα πράγματα αλλάζουν. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ ψήφισε τον νόμο 3068/2002, προκειμένου να συμμορφωθεί η χώρα προς μία από τις πολλές εκφάνσεις της αρχής της «δίκαιης δίκης» της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, όποιος αντίδικος του Δημοσίου είχε τελεσίδικη, εν γένει δε εκτελεστή, απόφαση, εις βάρος του Δημοσίου μπορούσε να κατάσχει την περιουσία του αντιδίκου του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για να ικανοποιήσει την απαίτησή του, όπως ακριβώς θα μπορούσε να κατάσχει την περιουσία οποιουδήποτε άλλου αντιδίκου του.
Όμως, επειδή οι αντίδικοι του Δημοσίου είναι κατά τεκμήριον «στρεψόδικοι» και «κακόπιστοι», ενώ το Δημόσιο κάθε άλλο, η κυβέρνηση Λουκά, ήτοι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, αν προτιμάτε, ψήφισαν τη διάταξη του άρθρου 326§5 του ν. 4072/2012, η οποία προβλέπει ότι
«Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων, που υπόκεινται σε ένδικα μέσα ή βοηθήματα και από τους οποίους απορρέει χρηματική υποχρέωση του Δημοσίου, διενεργείται ύστερα από προσκόμιση εκ μέρους του δικαιούχου ισόποσης εγγυητικής επιστολής Τραπέζης. ……. Αν η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεσθεί χωρίς εγγύηση, μετά την άπρακτη πάροδο 90 ημερών από την επίδοση του. Η εγγυητική επιστολή … επιστρέφεται μετά από την προσκόμιση πιστοποιητικού αμετάκλητης, υπέρ του αντιδίκου του υπόχρεου, επίλυσης της διαφοράς ή της μη ασκήσεως ενδίκου μέσου ή βοηθήματος μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο.»
Έτσι, για να εισπράξει ο ιδιώτης χρήματα που του οφείλει το Δημόσιο βάσει τελεσίδικης απόφασης, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, έχει εκδοθεί μετά από 10ετή περίπου δικαστικό αγώνα, θα πρέπει να εγγυηθεί με επιστολή τραπέζης ότι θα επιστρέψει τα χρήματα, αν ανατραπεί η τελεσίδικη απόφαση από τον Άρειο Πάγο ή το Συμβούλιο της Επικρατείας, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να επιβαρυνθεί και με τα έξοδα έκδοσης και διατήρησης της εγγυητικής επιστολής μέχρις ότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση από το ανώτατο δικαστήριο.
Η ρύθμιση αυτή δεν έγινε, βέβαια, για να απομακρύνει το Δημόσιο όσο το δυνατόν περισσότερο οποιαδήποτε καταβολή. Όοοοοοοοχι, μην πάει ο νους σας εκεί. Έγινε για τους εξής απλούς και «υπαρκτούς» λόγους, όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νόμου:
«Η προτεινόμενη διάταξη… αποβλέπει στην προστασία του Δημοσίου, ενόψει του ότι δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, όταν μετά από ικανό χρονικό διάστημα εκδικάζεται αμετακλήτως υπόθεση, το Δημόσιο να αδυνατεί να εισπράξει τα επιδικασθέντα ποσά, λόγω του ότι ο υπόχρεος προς επιστροφή είναι αναξιόχρεος ή παύει να υφίσταται (θάνατος φυσικού προσώπου, παύση λειτουργίας νομικού προσώπου κ.λ.π.) γεγονός που καθιστά άκρως δυσχερή ή και αδύνατη την καταβολή αυτών. Η κατάθεση εγγυητικής επιστολής, εξάλλου, αποτρέπει την παρέλκυση της δίκης από πλευράς του αντιδίκου του Δημοσίου με καταχρηστικά αιτήματα αναβολών στον αναιρετικό βαθμό κ.λ.π., προκειμένου να απομακρύνει το ενδεχόμενο ανατροπής της εκτελεσθείσης αποφάσεως».
Για το ενδεχόμενο, λοιπόν, να μην μπορεί ο ιδιώτης να επιστρέψει στο Δημόσιο τα χρήματα που εισέπραξε βάσει τελεσίδικης απόφασης, αν αυτή ανατραπεί μετ’ αναίρεση, είτε διότι απεβίωσε και οι κληρονόμοι του έχουν αποποιηθεί την κληρονομία ή πτώχευσε είτε διότι πρόκειται για νομικό πρόσωπο που λύθηκε ή πτώχευσε, καταργείται στην ουσία η από συστάσεως του ελληνικού κράτους αρχή ότι ο οφειλέτης πληρώνει με βάση τελεσίδικη απόφαση και, προκειμένου για το Δημόσιο, αντικαθίσταται από την αρχή ότι το Δημόσιο πληρώνει με βάση αμετάκλητη και μόνον απόφαση. Και η ισότητα πάει περίπατο μαζί με τους μισθούς, τις συντάξεις, τις θέσεις εργασίας κ.ο.κ.
Ευελπιστώ ότι η εν λόγω διάταξη θα κριθεί αντισυνταγματική μετ’ ου πολύ.
Η νέα αυτή διάταξη επιβεβαιώνει, πάντως, το υπό του Μπαίνει Βγαίνει ρηθέν: «Ο λαός μπορεί να φτωχαίνει, αλλά το Δημόσιο δεν φτωχεύει». Το Δημόσιο θα υπάρχει πάντοτε για να …. πληρώνει τις υποχρεώσεις του, ενώ ο ιδιώτης μπορεί να πτωχεύσει ή να πεθάνει ή να συντριβεί από το ίδιο το Δημόσιο στη μεταξύ τους αντιδικία, εξ ου και οφείλει να διασφαλίσει το Δημόσιο με εγγυητική επιστολή τραπέζης ότι θα επιστρέψει ό,τι θα έχει λάβει από το Δημόσιο, αν μετά από χρόνια ανατραπεί η τελεσίδικη υπέρ του ιδιώτη απόφαση. Αν δε ο ιδιώτης δεν έχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσει την τραπεζική εγγυητική επιστολή, επειδή δεν διαθέτει την αναγκαία περιουσία που απαιτεί η τράπεζα για να εκδώσει την εγγυητική επιστολή [προσημείωση υποθήκης ή δέσμευση ισόποσης κατάθεσης πλέον εξόδων] θα εκτελέσει την υπέρ αυτού απόφαση αφού αποφανθεί επί της υποθέσεως και το ανώτατο δικαστήριο σε τελευταίο βαθμό.
Όσο για το μη σπάνιο φαινόμενο της αναβολής της υπόθεσης αιτήσει του ιδιώτη, όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νόμου, ας μας πει το Δημόσιο πόσες φορές αναβάλλεται οίκοθεν η συζήτηση μίας αναίρεσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ο ιδιώτης βρίσκεται σε παντελή αδυναμία να επισπεύσει τη διαδικασία για την έκδοση αμετάκλητης απόφασης. Δεν μπορεί, κάποια στατιστικά στοιχεία θα υπάρχουν που δείχνουν πόσες φορές αναβάλλεται η υπόθεση χωρίς υπαιτιότητα του ιδιώτη διαδίκου.
Σωτήριος Καλαμίτσης