Ένα ειρωνικό δημοσίευμα στο ΒΗΜΑGAZINO, του Βήματος, που αναφερόταν, στην ερωτική (;) ζωή της Ζέτας Μακρυπούλια, στον δεσμό (;) της με τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, αλλά και τη γενικότερη παρουσία της ως "γλάστρα", ήταν η αιτία για την υποβολή αγωγών εκ μέρους του ζευγαριού (;). Δείτε το δημοσίευμα:
«Περιμένοντας τον γαμπρό» (20 Μαΐου 2012, από την Αστερόπη Λαζαρίδου).
Η ελληνική σόουμπιζ επενδύει σε σταθερές αξίες, όπως εδώ και 14 χρόνια, στη Ζέτα Μακρυπούλια και στον «μελλοντικό σύζυγο» που αποδεικνύεται ένας «αμετανόητος εργένης».
«Περιμένοντας τον γαμπρό» (20 Μαΐου 2012, από την Αστερόπη Λαζαρίδου).
Η ελληνική σόουμπιζ επενδύει σε σταθερές αξίες, όπως εδώ και 14 χρόνια, στη Ζέτα Μακρυπούλια και στον «μελλοντικό σύζυγο» που αποδεικνύεται ένας «αμετανόητος εργένης».
Οι φήμες είναι περισσότερες από τα φλας
Η ιστορία κρατάει εδώ και 14 χρόνια: μια όμορφη γυναίκα κοιτάζει στο κενό, με αυτό το βλέμμα της γλυκιάς ευτυχίας. Βρίσκεται σε μια ερημική παραλία, σε ένα νυχτερινό μαγαζί, σε μια απογευματινή βόλτα για ψώνια, σε ένα σοκάκι νησιού. Δίπλα της, με τη στάση του σώματος να δείχνει τρυφερότητα, βρίσκεται ο σύντροφός της. Τη μία είναι ο Αντώνης Ρέμος. Την άλλη ο Μιχάλης Χατζηγιάννης.
Τα πρόσωπα αλλάζουν, το στυλ είναι ίδιο: της κρατάει το χέρι, την πιάνει από τη μέση, τη φιλάει, την αγγίζει τρυφερά. Χαμογελούν, σχεδόν έκπληκτοι, προς τον φακό. Και έπειτα χάνονται μέσα στη νύχτα. Αν υπήρχε λίγο περισσότερη φαντασία, θα ακουγόταν μουσική από το βάθος και λίγη ώρα μετά όλοι θα χόρευαν ευτυχισμένοι, λουσμένοι στο ημίφως, σε μια περίεργη εκδοχή ενός ελληνικού long play μιούζικαλ.
Το «Φάντασμα της όπερας» ανέβηκε στο Μπρόντγουεϊ στις 26 Ιανουαρίου του 1988. Μέχρι στιγμής, αριθμεί 10.105 παραστάσεις. Και συνεχίζει, παραμένοντας η μακροβιότερη παράσταση στην ιστορία του αμερικανικού θεάτρου. Στην Ελλάδα, δεν έχουμε παράδοση στα μιούζικαλ, έχουμε όμως τις παραλλαγές μας, όπως «Το φάντασμα του γαμπρού της Ζέτας». Η παράσταση συνεχίζεται.
Η φωτογενής Αστεφάνωτη
Το αγαπημένο πρόσωπο της εγχώριας σόουμπιζ μετρά 34 χρόνια ζωής, όπως δηλώνει η ίδια, ή 39, όπως θυμούνται όσοι τη γνώρισαν στα 21 της, το 1994, κοντά στον Νίκο Μαστοράκη στα στούντιο του ΑΝΤ1. H ηλικία, όμως, δεν έχει σημασία. Σημασία έχουν οι δύο υπέρμετρα φωτογραφημένοι δεσμοί της με δύο σύμβολα μιας εύρωστης, ανέμελης Ελλάδας.
Τον Αντώνη Ρέμο, με τον οποίο χώρισε το 2006 ύστερα από οκταετή συνύπαρξη, και τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, με τον οποίο εδώ και έναν χρόνο εμφανίζονται παντού μαζί και φλερτάρουν – για άλλη μία φορά, με τα ίδια λόγια, με τις ίδιες υπεκφυγές – με τον γάμο. Και ενώ η ίδια φωτογραφίζεται ασταμάτητα με το νέο της «άλλο μισό» και τα χασμουρητά του κοινού για τον δεσμό déjà vu θεριεύουν, οι φήμες οργιάζουν στο πάντα ανήσυχο Internet.
Οι φήμες λένε ότι το ευτυχισμένο ζευγάρι είναι μαζί για όσο διαρκούν τα φλας. Πόσα χρόνια μπορεί να κρατήσει άραγε μια πρόβα νυφικού; Και μήπως τελικά πρόκειται για ένα καλοσκηνοθετημένο θέατρο για τις μάζες, μια συμφωνία απατηλής λάμψης, που όσο περνάει ο καιρός και οι φήμες για τo πακέτο δημοσιότητας εντείνονται τόσο φαίνεται να ξεθωριάζει;
Για τους όρους της ελληνικής σόουμπιζ, η Ζέτα Μακρυπούλια κατέχει το απόλυτο πακέτο. Εκανε τα πρώτα της τηλεοπτικά βήματα στο «Ciao ANT1». Ηταν, όμως, μια «γλάστρα» αλλιώτικη από τις άλλες, καθώς κάθε φορά που της δινόταν η ευκαιρία να μιλήσει, δεν έβαζε γλώσσα μέσα. Ο φακός χάριζε από τότε πολλά κοντινά στο κουκλίστικο πρόσωπό της. Γρήγορα κατάλαβε ότι η καριέρα του μοντέλου δεν της ήταν αρκετή και σπούδασε στη Δραματική Σχολή «Βασίλης Διαμαντόπουλος».
Μετά από αυτό το δημοσίευμα, Ζέτα Μακρυπούλια και Μιχάλης Χατζηγιάννης, υπέβαλλαν αγωγή εναντίον του ΒΗΜΑGAZINO, ζητώντας αποζημίωση 1 εκ.ευρώ έκαστος.
Στη συνέχεια ακολούθησε απάντηση στην αγωγή, από τον διευθυντή του περιοδικού
Ακολυθεί ολόκληρη η απάντηση.
"Απορία προκαλεί η αγωγή της κυρίας Ζέτας Μακρυπούλια και του κ. Μιχάλη Χατζηγιάννη για το ρεπορτάζ με τίτλο "Περιμένοντας τον γαμπρό".
Η κυρία Μακρυπούλια σε σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια παραχωρεί συνεντεύξεις αναφερόμενη στον επικείμενο γάμο της, ο οποίος μονίμως αναβάλλεται.
Ασφαλώς η πολυετής αναβολή του γάμου της ηθοποιού είναι κάτι που δεν μπορεί να προκαλεί τον ψόγο αφού είναι σαφές ότι μπορεί να οφείλεται σε αστάθμητους παράγοντες.
Πολλοί θα συμφωνούσαν, ωστόσο, ότι η σταθερή παραμονή στην επικαιρότητα μίας καλλιτέχνιδος αφενός μέσα από τη δουλειά της και αφετέρου μέσα από ρεπορτάζ ή συνεντεύξεις στις οποίες ομιλεί περί επικείμενου γάμου και στη συνέχεια με πληροφορίες ή δηλώσεις περί καθυστέρησής του δικαιολογεί τον τίτλο "Περιμένοντας τον γαμπρό".
Η κυρία Μακρυπούλια και ο κ. Χατζηγιάννης έχουν μια έντονη κοινωνική παρουσία που παρουσιάζεται συστηματικά από πολλά περιοδικά επί έτη καθιστώντας θεμιτή τη διαμόρφωση της άποψης ότι οι διαδοχικές μεταδόσεις από τα media κοινών εμφανίσεων σε δημόσιες εκδηλώσεις δεν γίνονται χωρίς τη δική τους συναίνεση ενώ ταυτόχρονα φαίνεται ότι ενισχύουν τη δημόσια εικόνα τους, όπως γίνεται και έχει γίνει με πολλά ζευγάρια διασήμων σε πολλές χώρες, σήμερα ή στο παρελθόν.
Πρόκειται για το φαινόμενο της φήμης που έχει μελετηθεί από κοινωνιολόγους σε όλο τον κόσμο.
Ως γνωστόν, οι εν λόγω καλλιτέχνες δεν εξέφρασαν ποτέ δημοσίως τη δυσφορία τους για μια προβολή η οποία τους κατατάσσει ίσως στην κορυφή των προτιμήσεων του Τύπου.
Το ΒΗmagazino ασφαλώς δεν αμφισβήτησε την αυθεντικότητα της προσωπικής σχέσης των δύο καλλιτεχνών ή το αυθόρμητο του ενδιαφέροντος του Τύπου για αυτούς, αλλά έθεσε στους αναγνώστες του το ζήτημα της – θεμιτής βεβαίως – συνειδητής διαχείρισης της ιδιωτικής ζωής με έναν τρόπο που να ενισχύει τη δημόσια αποδοχή του καλλιτεχνικού έργου.
Οι δύο καλλιτέχνες απαιτούν ως αποζημίωση για την παραπάνω νοηματική προσέγγιση το ποσό των 2 εκατομμυρίων ευρώ, κάτι που ασφαλώς εγείρει ερωτήματα για την άποψή τους περί της ελευθερίας του Τύπου, καθώς και για τον ορισμό της ελευθερίας του λόγου και της σκέψης τον οποίο προκρίνουν σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή και δημοκρατική χώρα όπως είναι η Ελλάδα.
Ευχόμαστε , η κυρία Μακρυπούλια, ο κ. Χατζηγιάννης, να κατανοήσουν πως τα δημόσια πρόσωπα – και ιδίως οι άνθρωποι της τέχνης – οφείλουν να σέβονται την ελευθερία του Τύπου και να αποδέχονται το δικαίωμα, αλλά και την αποστολή των δημοσιογράφων να καταγράφουν πληροφορίες και γεγονότα καθώς και να κρίνουν και να εκφράζουν θέσεις, απόψεις και εκτιμήσεις για τη δημόσια δραστηριότητά τους.
Οι "βιομηχανίες αγωγών" είναι βλαπτικές για όλους καθώς προσβάλλουν την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και υπονομεύουν τον δημόσιο διάλογο, κύριο και κρίσιμο συστατικό της Δημοκρατίας όπως και της υγιούς λειτουργίας της δημόσιας σφαίρας.
Οι καλλιτέχνες, οι οποίοι κυριολεκτικά ζουν και αναπνέουν χάρη στην ελευθερία του λόγου και είναι οι πρώτοι που πλήττονται όταν αυτή χάνεται, δεν μπορεί να εξαντλούν την αυστηρότητά τους απέναντι σε επαγγελματίες δημοσιογράφους ανάγοντας σε "συκοφαντία" και "εξύβριση" ακόμη και την πιο απλή περιγραφή της δημόσιας παρουσίας τους και την πιο ήπια κριτική στη διαχείριση της δημόσιας εικόνας τους.
Τι μπορεί να περιμένει τότε κανείς από τους πολιτικούς;"