Γράφει για taxalia ο Επιβλέπων Μηχανικός
Ως μάνα εξ ουρανού παρουσίασε ο Αντώνης Σαμαράς την ερχόμενη δόση των 32 δις προκειμένου να «κυλήσει αίμα» στις μαρασμένες φλέβες της Ελληνικής Οικονομίας, να πληρώσει το κράτος τους προμηθευτές του, να....
ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, να ενισχυθούν τα ασφαλιστικά ταμεία και να πληρώσουν συντάξεις κ.α. Πράγματι χρειάζεται η δόση για να συνεχίσουμε να ανασαίνουμε, ωστόσο μοιραία σε τρείς μήνες θα γίνει και πάλι αυτό που γίνεται κάθε τρίμηνο στην πατρίδα μας εδώ και δυόμισι χρόνια. Βρισκόμαστε στο ίδιο κρίσιμο σημείο και αναζητούμε νέο αίμα για να κυλήσει στις φλέβες μας ώστε να πάρουμε νέα (τρίμηνη το πολύ) παράταση ζωής. Αναιμία! Τι φταίει;
Από πού χάνουμε το αίμα που βάζουμε στην οικονομία κάθε τρεις μήνες; Γιατί δεν μπορεί να πάρει μπρος ο οργανισμός της και, αν όχι να παράγει, να σταματήσει να χάνει αίμα; Που είναι οι πληγές; Είναι στις στρεβλώσεις που έχουν μαραζώσει την Ελληνική οικονομία, στη γραφειοκρατία και τη διαφθορά, στο μεγάλο κι αναποτελεσματικό δημόσιο, στην τραπεζοκρατία και τα καρτέλ, στις συντεχνίες και τους καουμπόυδες και αλλού.
Όσο αίμα κι αν βάζεις στις φλέβες αυτού του «ασθενούς» δεν υπάρχει περίπτωση ανάνηψης αν δεν βελτιωθούν, δεν αλλάξουν μείζονα ζητήματα, με πόνο, με κόστος, με απώλειες, μα και με αίσθημα δικαιοσύνης απέναντι στους εργαζόμενους τους δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, απέναντι στους Έλληνες και τους μετανάστες, απέναντι στους συνεπείς και τους ασυνεπείς φορολογούμενους, απέναντι στους παράνομους και τους βιοπαλαιστές.
Όταν δοθεί, για παράδειγμα, απάντηση στο ερώτημα, γιατί να υπάρχουν φροντιστήρια που να μαθαίνουν γράμματα στα παιδιά καλύτερα από τα σχολεία, τότε ίσως μπορέσουμε να βρούμε μια από τις λύσεις. Ή όταν βρούμε γιατί υπάρχει το παραεμπόριο και κινούνται (απαράδεκτο) πολιτικές δυνάμεις για την επιβολή του νόμου, και τι κάνουμε για να το αντιμετωπίσουμε, τότε θα μπορούμε να συζητάμε για περισσότερο σεβασμό στο κράτος και τους λειτουργούς του. Το σύστημα που λειτουργεί πλέον στην Ελλάδα δεν είναι βιώσιμο. Και δεν διορθώνεται η κατάσταση όσο αίμα κι αν πάρει αν δεν γίνουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ανασυγκροτήσεις, απολύσεις, αποκρατικοποιήσεις, απλουστεύσεις, απομάκρυνση του εξυπηρετούμενου από τον εξυπηρετούντα, εξοικονόμηση και αξιολόγηση πόρων, αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και κέντρων κόστους.
Δεν μπορεί να υπάρχουν υπάλληλοι που να μην απολύονται και επιπλέον να μην αξιολογούνται, ή καλύτερα να μη δέχονται να αξιολογηθούν. Δεν μπορεί να υπάρχουν προβληματικοί οργανισμοί που να πτωχεύουν και να συντηρούνται, διοικήσεις που να μη φέρνουν αποτελέσματα και να παραμένουν στις θέσεις τους. Σήμερα υπάρχουν δύο μεγάλες τάσεις που αντιστέκονται στην αλλαγή. Η αριστερή με τις κρατικοδίαιτες ιδεοληψίες και η (δήθεν) ακροδεξιά με τις συνομοσιολογικές και παρακρατικές πεποιθήσεις. Βλέπουν το μνημόνιο ως την αιτία του κακού στην Ελλάδα, χώνοντας το κεφάλι στην άμμο, ή καλύτερα στο βάλτο, και αφήνοντας τον υπόλοιπο οργανισμό εκτεθειμένο στη μεγαλύτερη ανυποληψία που γνώρισε ποτέ ο τόπος. Χρειάζεται να αποκατασταθεί η αξιοπιστία μας, γιατί ποιός σου δίνει 32 ζεστά δις με μια απλή υποσχετική μελλοντικών μέτρων 11,5, ή ακόμη και 21,5 ή ακόμη και 31,5 δις€; Φαίνεται όμως ότι αυτός ο αιμοδότης υπάρχει ακόμη… Το πιο μεγάλο πρόβλημα όμως είναι ο χρόνος. Υπήρξαν τεράστιες καθυστερήσεις στις διαρθρωτικές προσαρμογές, για την ακρίβεια ελάχιστα έγιναν.
Η οικονομία και οι (άνεργοι) πολίτες δεν αντέχουν άλλο, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα είναι απλήρωτοι και στο δημόσιο υφίστανται συνεχείς μειώσεις και το ρίχνουν ακόμη περισσότερο… έξω! Τα έτοιμα όλων λιγοστεύουν. Ο χειμώνας αν είναι βαρύς θα μοιάζει με αυτόν του 41… Τι πρέπει να γίνει; Να τελειώνουμε! Άμεσες αλλαγές που θα αλλάξουν όχι μόνον το κλίμα αλλά και την ουσία της λειτουργίας τόσο του δημοσίου, όσο και των αγορών. Αυτά που εξαγγέλλονται και άλλα τόσα που φοβούνται να εξαγγείλουν θα πρέπει να γίνουν πράξη. Τώρα!
Και να τελειώνουμε… Είναι βέβαιο ότι μαζί με τα ξερά θα καούν και κάποια χλωρά. Κάθε μεμονωμένη περίπτωση που θίγεται από αλλαγές έχει τα δικά της δίκια. Όμως δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Το ρίσκο είναι πολύ μεγαλύτερο αν συνεχίσουμε όπως είμαστε.
Το ίδιο και το πολιτικό κόστος για τη δημοκρατία και τα κόμματα, αλλά και τους ίδιους τους πολίτες και τα δικαιώματά τους στην εργασία, την επιχειρηματικότητα, την υγεία, την παιδεία, την ασφάλεια. Διαφορετικά ποιος μπορεί να πιστέψει ότι αυτά τα μέτρα θα είναι τα τελευταία και δεν θα έρθουν σε τρεις μήνες ακόμα χειρότερα;