Γράφει για TaXalia ο Σωτήριος Καλαμίτσης
Παλαιόθεν, και δη από το 1920, ορίζει ο νόμος ότι όποια ανώνυμη εταιρεία θέλει να αποταθεί στο κοινό για αύξηση κεφαλαίου, μπορεί να το πράξει υπό τον απαράβατο όρο ότι εντός έτους από τη στιγμή που θα συγκεντρώσει κεφάλαια του κοινού, θα εισαχθεί στο Χρηματιστήριο.
Αφ’ ης εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, η μετοχή της μπορεί να γίνει γιο-γιο από τους γιάπηδες και να χάσουν όλα τα λεφτά τους οι μικρομέτοχοι, οι οποίοι ας πούμε ότι ήταν κορόιδα και δεν επένδυσαν σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία κούρεψε ο...
Λουκάς [αυτά ουδείς νόμος τα προβλέπει]. Κλασικό παράδειγμα η ληστεία του 1999. Ο κάθε τενεκές αυτοχριζόταν «επιχειρηματίας», εισήγε την εταιρεία του στο Χρηματιστήριο, άρμεγε τον λαό και την έκανε κανονικά χωρίς να τον ελέγξει ποτέ κανείς. Κάθε παραγοντίσκος χειραγωγούσε τις μετοχές, η αξία των οποίων ανεβοκατέβαινε σαν ασνασέρ, χωρίς κανείς, μα κανείς, να διερωτάται πώς είναι δυνατόν η μετοχή μίας εταιρείας της πλάκας να χτυπάει ταβάνι [limit up για να θυμόμαστε την ορολογία της εποχής] χωρίς να έχει την παραμικρή δραστηριότητα και ξαφνικά να πιάνει πάτο ως stukas. Η ψυχολογία του Χρηματιστηρίου θα μου πείτε. Αρκεί ένας ξύπνιος να διαδώσει μία φήμη, για να ακολουθήσουν τα κοπάδια αβλεπί. Βουρ για να αγοράσουμε το καλό «χαρτί». Τζόγος στην κυριολεξία για τους μη μυημένους. Για τους μύστες, όμως, με τα ριγέ κουστούμια και τις τσάντες Samsonite, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ξαφρίζουν τα κορόιδα και εισπράττουν μέρος από την υπεραξία που δημιούργησαν με μία φήμη. Οι «επιχειρηματίες»-εντολείς τους που διαθέτουν την πρώτη ύλη [ελάχιστο χρήμα] γίνονται κροίσοι.
Και στη συνέχεια έρχεται ο Μπαίνει Βγαίνει και με τον νόμο 3091/2002 καταργεί ως τεκμήριο δαπάνης απόκτησης περιουσιακών στοιχείων τη συμμετοχή σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή την αγορά χρεωγράφων εν γένει. Έτσι, όποιος έχει μαύρο χρήμα το ρίχνει στο Χρηματιστήριο, το δεκαπλασιάζει και εμφανίζεται στον Έφορο μουράτος λέγοντάς του ότι ο πολυτελής βίος τον οποίον διάγει εξηγείται ευχερέστατα από τα κέρδη του στο Χρηματιστήριο. Ο καημένος [τρόπος του λέγειν πάντοτε] Έφορος δαγκώνεται και δεν μπορεί να κάνει τίποτε, αφού δεν του επιτρέπει ο νόμος να τον ρωτήσει πού βρήκε τα κεφάλαιο που γέννησε τα κέρδη. Και ξέρετε γιατί;
Διότι το άρθρο 17 του ν. 2238/1994 [Κώδιξ Φορολογίας Εισοδήματος] όριζε ότι η δαπάνη για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί φορολογητέο εισόδημα, εάν αδυνατεί ο φορολογούμενος να αποδείξει ότι η δαπάνη αυτή προερχόταν από φορολογημένη πηγή [εισόδημα, δωρεά, κληρονομία, εκποίηση περιουσιακού στοιχείου κ.λπ.]. Συγκεκριμένα:
«`Αρθρο 17 - Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
Ως ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν λογίζονται και τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται για:
……………..
[β) Αγορά επιχειρήσεων ή τη σύσταση ή την αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατομικώς ή με τη μορφή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης ή περιορισμένης ευθύνης εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή την αγορά εταιρικών μερίδων και χρεογράφων γενικώς.
………………
δ) Χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε».
Έτσι, π.χ. εάν εγώ - ως υπουργός λέω τώρα - δάνειζα - στον πρωθυπουργό λέω τώρα - το ποσό των € 100.000, μπορούσε να με καλέσει ο Έφορος [άλλο θέμα το γιατί δεν με καλούσε] και να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για να δανείσω. Αν του απεδείκνυα ότι το ποσό αυτό προερχόταν από φορολογημένες οικονομίες κατατεθειμένες στην τράπεζα, ούτε γάτα ούτε ζημιά, άλλως με φορολογούσε και για το ποσό αυτό ως εισόδημα. Ή, αν αγόραζα μετοχές αξίας € 500.000, πάλι μπορούσε να με καλέσει ο Έφορος [θεωρητικά μιλάμε πάντοτε] και να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για μία τέτοια επένδυση, όπως ακριβώς θα με καλούσε να αποδείξω πού βρήκα λεφτά για να αγοράσω ένα διαμέρισμα 80 μ2 για να στεγάσω την τετραμελή οικογένειά μου στο Περιστέρι ή στη Δραπετσώνα, αλλά ποτέ στην Εκάλη.
Όμως, οι ανωτέρω διατάξεις καταργήθηκαν με το άρθρο 10§4 του ν. 3019/2002 της λαοπρόβλητης κυβέρνησης του κ. Σημίτη που δημιούργησε την ισχυρή Ελλάδα των 5 λαμογίων και των 5 τραπεζών. [ΣΗΜ: το θέμα είχαν αναδείξει taxalia την 07.09.2011]. Έτσι, εγώ ο διεφθαρμένος που ξεροστάλιαζα στον προθάλαμο του γραφείου του Πάγκαλου για να τον διακορεύσω, ώστε να με διορίσει για να παίρνω ένα μισθό, τον κατάφερα μεταξύ άλλων να καταργήσει τα ως άνω δύο τεκμήρια, με αποτέλεσμα, μαζί με τον διορισμό και τα € 1.500 που θα έπαιρνα τον μήνα ως μισθό, να μπορώ να διακινώ ελεύθερα τα εκατομμύρια που είχα στο σεντούκι μου από πάππου προς πάππο. Κι’ αν δεν τα είχα από τους προγόνους μου, αλλά τα απέκτησα στο χρηματιστήριο το 1999, πάλι θα ήμουν ωραίος, αφού ο Έφορος δεν θα μπορούσε πια να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για να τζογάρω στο Χρηματιστήριο και να πολλαπλασιάσω το χρήμα μου.
Μπορούσα πλέον να κάνω και κάτι άλλο: να δανείζω τους φίλους μου και αυτοί μεν να ερωτώνται από τον Έφορο πού βρήκαν τα λεφτά για να αποπληρώσουν τα δάνεια που τους είχα δώσει, αλλά εμένα δεν μπορούσε ο Έφορος να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά που δάνεισα. Καλό; ΑΡΙΣΤΟ!!!
Τελευταίο παράδειγμα: αν ο κ. Πανταλάκης έχει επενδύσει τα € 12 εκ. του σε μετοχές, ουδείς Έφορος μπορεί να τον ρωτήσει πού τα βρήκε. Ο λαός θα χλευάσει και αυτόν και την πολιτική ηγεσία, αλλ’ εκείνος θα χαίρεται τα εκατομμύριά του και θα μας χαμογελάει περιπαικτικά.
Κι’ αφού έκλεισα την κουραστική αυτή και ανούσια παρένθεση έρχομαι στο roast beef.
Αρκεί μια δήλωση από ένα στουρνάρι που τυχαίνει [τρόπος του λέγειν, αφού τα λαμόγια παίζουν μεγάλα παιχνίδια] να κατέχει περίοπτη θέση στο οικονομικό μαγειρείο του κράτους, για να απαξιωθεί μία ολόκληρη εταιρεία, απλώς επειδή η μετοχή της είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Ας φαντασθούμε προς στιγμήν τον υπουργό Υγείας να λέει ότι δεν πρέπει να πίνουμε Coka cola ή Amstel, διότι βλάπτουν την υγεία. Ή τον υπουργό Οικονομικών να λέει ότι η Eurobank ή Alphabank ή Citibank δεν είναι βιώσιμες. Ή τον υπουργό Μεταφορών ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε βενζίνη ΒΡ, διότι προκαλεί βλάβες στις μηχανές των τροχοφόρων. Θα εξακολουθούσε να είναι υπουργός; Ή μάλλον, θα εξακολουθούσε να αναπνέει;
Όμως ο κ. Στουρνάρας, τολμηρός όπως είναι, μας ενημέρωσε ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο δεν είναι βιώσιμο. Αλήθεια, αν ο ίδιος ή η οικογένειά του κατείχαν π.χ. το 30% των μετοχών της εν λόγω τράπεζας, θα προέβαινε σε τέτοια δήλωση πριν ξεφορτωθούν οι κολλητοί του το πακέτο;
Ένας άνθρωπος, λοιπόν, απαξιώνει μια μεγάλη τράπεζα που αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του λαού και είναι έτοιμος να την παραδώσει στα φιλαράκια με μία απλή δήλωση. Όπως θα λέγαμε εμείς «Το σουβλάκι να είναι με πίτα ή σκέτο καλαμάκι;». Αλλ’ εμείς εξακολουθούμε να τείνουμε ευήκοον ους σε παπάρες τύπου «Σε δύο χρόνια η Ελλάδα θα είναι διαφορετική». Δεν μας εξηγούν σε σύγκριση με τί θα είναι διαφορετική, διότι ήδη είναι διαφορετική από την Ελλάδα που γνωρίζαμε πριν ενσκήψει ο τυφώνας «Papadrina».
Αν θέλετε κύριε Σαμαρά να έχουμε σε δύο χρόνια μια Ελλάδα διαφορετική, δεν έχετε παρά να επαναφέρετε – μεταξύ άλλων – τις ανωτέρω διατάξεις που είχε καταργήσει πριν από 10 χρόνια ο προαχθείς σε συγκυβερνήτη ύπαρχος του «Τιτανικού» Μπαίνει Βγαίνει. Δεν είναι κακή ιδέα να αποκαλέσετε αυτή την επαναφορά «Ζάππειο IV» συνδυάζοντάς την με τοποθέτηση αδιάφθορων σε καίριες φοροεισπρακτικές θέσεις. Υπάρχουν τέτοιοι πολλοί στα κομματικά «ψυγεία» των οικείων Υπηρεσιών.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Παλαιόθεν, και δη από το 1920, ορίζει ο νόμος ότι όποια ανώνυμη εταιρεία θέλει να αποταθεί στο κοινό για αύξηση κεφαλαίου, μπορεί να το πράξει υπό τον απαράβατο όρο ότι εντός έτους από τη στιγμή που θα συγκεντρώσει κεφάλαια του κοινού, θα εισαχθεί στο Χρηματιστήριο.
Αφ’ ης εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, η μετοχή της μπορεί να γίνει γιο-γιο από τους γιάπηδες και να χάσουν όλα τα λεφτά τους οι μικρομέτοχοι, οι οποίοι ας πούμε ότι ήταν κορόιδα και δεν επένδυσαν σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία κούρεψε ο...
Λουκάς [αυτά ουδείς νόμος τα προβλέπει]. Κλασικό παράδειγμα η ληστεία του 1999. Ο κάθε τενεκές αυτοχριζόταν «επιχειρηματίας», εισήγε την εταιρεία του στο Χρηματιστήριο, άρμεγε τον λαό και την έκανε κανονικά χωρίς να τον ελέγξει ποτέ κανείς. Κάθε παραγοντίσκος χειραγωγούσε τις μετοχές, η αξία των οποίων ανεβοκατέβαινε σαν ασνασέρ, χωρίς κανείς, μα κανείς, να διερωτάται πώς είναι δυνατόν η μετοχή μίας εταιρείας της πλάκας να χτυπάει ταβάνι [limit up για να θυμόμαστε την ορολογία της εποχής] χωρίς να έχει την παραμικρή δραστηριότητα και ξαφνικά να πιάνει πάτο ως stukas. Η ψυχολογία του Χρηματιστηρίου θα μου πείτε. Αρκεί ένας ξύπνιος να διαδώσει μία φήμη, για να ακολουθήσουν τα κοπάδια αβλεπί. Βουρ για να αγοράσουμε το καλό «χαρτί». Τζόγος στην κυριολεξία για τους μη μυημένους. Για τους μύστες, όμως, με τα ριγέ κουστούμια και τις τσάντες Samsonite, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ξαφρίζουν τα κορόιδα και εισπράττουν μέρος από την υπεραξία που δημιούργησαν με μία φήμη. Οι «επιχειρηματίες»-εντολείς τους που διαθέτουν την πρώτη ύλη [ελάχιστο χρήμα] γίνονται κροίσοι.
Και στη συνέχεια έρχεται ο Μπαίνει Βγαίνει και με τον νόμο 3091/2002 καταργεί ως τεκμήριο δαπάνης απόκτησης περιουσιακών στοιχείων τη συμμετοχή σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή την αγορά χρεωγράφων εν γένει. Έτσι, όποιος έχει μαύρο χρήμα το ρίχνει στο Χρηματιστήριο, το δεκαπλασιάζει και εμφανίζεται στον Έφορο μουράτος λέγοντάς του ότι ο πολυτελής βίος τον οποίον διάγει εξηγείται ευχερέστατα από τα κέρδη του στο Χρηματιστήριο. Ο καημένος [τρόπος του λέγειν πάντοτε] Έφορος δαγκώνεται και δεν μπορεί να κάνει τίποτε, αφού δεν του επιτρέπει ο νόμος να τον ρωτήσει πού βρήκε τα κεφάλαιο που γέννησε τα κέρδη. Και ξέρετε γιατί;
Διότι το άρθρο 17 του ν. 2238/1994 [Κώδιξ Φορολογίας Εισοδήματος] όριζε ότι η δαπάνη για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί φορολογητέο εισόδημα, εάν αδυνατεί ο φορολογούμενος να αποδείξει ότι η δαπάνη αυτή προερχόταν από φορολογημένη πηγή [εισόδημα, δωρεά, κληρονομία, εκποίηση περιουσιακού στοιχείου κ.λπ.]. Συγκεκριμένα:
«`Αρθρο 17 - Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
Ως ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν λογίζονται και τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται για:
……………..
[β) Αγορά επιχειρήσεων ή τη σύσταση ή την αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατομικώς ή με τη μορφή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης ή περιορισμένης ευθύνης εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή την αγορά εταιρικών μερίδων και χρεογράφων γενικώς.
………………
δ) Χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε».
Έτσι, π.χ. εάν εγώ - ως υπουργός λέω τώρα - δάνειζα - στον πρωθυπουργό λέω τώρα - το ποσό των € 100.000, μπορούσε να με καλέσει ο Έφορος [άλλο θέμα το γιατί δεν με καλούσε] και να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για να δανείσω. Αν του απεδείκνυα ότι το ποσό αυτό προερχόταν από φορολογημένες οικονομίες κατατεθειμένες στην τράπεζα, ούτε γάτα ούτε ζημιά, άλλως με φορολογούσε και για το ποσό αυτό ως εισόδημα. Ή, αν αγόραζα μετοχές αξίας € 500.000, πάλι μπορούσε να με καλέσει ο Έφορος [θεωρητικά μιλάμε πάντοτε] και να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για μία τέτοια επένδυση, όπως ακριβώς θα με καλούσε να αποδείξω πού βρήκα λεφτά για να αγοράσω ένα διαμέρισμα 80 μ2 για να στεγάσω την τετραμελή οικογένειά μου στο Περιστέρι ή στη Δραπετσώνα, αλλά ποτέ στην Εκάλη.
Όμως, οι ανωτέρω διατάξεις καταργήθηκαν με το άρθρο 10§4 του ν. 3019/2002 της λαοπρόβλητης κυβέρνησης του κ. Σημίτη που δημιούργησε την ισχυρή Ελλάδα των 5 λαμογίων και των 5 τραπεζών. [ΣΗΜ: το θέμα είχαν αναδείξει taxalia την 07.09.2011]. Έτσι, εγώ ο διεφθαρμένος που ξεροστάλιαζα στον προθάλαμο του γραφείου του Πάγκαλου για να τον διακορεύσω, ώστε να με διορίσει για να παίρνω ένα μισθό, τον κατάφερα μεταξύ άλλων να καταργήσει τα ως άνω δύο τεκμήρια, με αποτέλεσμα, μαζί με τον διορισμό και τα € 1.500 που θα έπαιρνα τον μήνα ως μισθό, να μπορώ να διακινώ ελεύθερα τα εκατομμύρια που είχα στο σεντούκι μου από πάππου προς πάππο. Κι’ αν δεν τα είχα από τους προγόνους μου, αλλά τα απέκτησα στο χρηματιστήριο το 1999, πάλι θα ήμουν ωραίος, αφού ο Έφορος δεν θα μπορούσε πια να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά για να τζογάρω στο Χρηματιστήριο και να πολλαπλασιάσω το χρήμα μου.
Μπορούσα πλέον να κάνω και κάτι άλλο: να δανείζω τους φίλους μου και αυτοί μεν να ερωτώνται από τον Έφορο πού βρήκαν τα λεφτά για να αποπληρώσουν τα δάνεια που τους είχα δώσει, αλλά εμένα δεν μπορούσε ο Έφορος να με ρωτήσει πού βρήκα τα λεφτά που δάνεισα. Καλό; ΑΡΙΣΤΟ!!!
Τελευταίο παράδειγμα: αν ο κ. Πανταλάκης έχει επενδύσει τα € 12 εκ. του σε μετοχές, ουδείς Έφορος μπορεί να τον ρωτήσει πού τα βρήκε. Ο λαός θα χλευάσει και αυτόν και την πολιτική ηγεσία, αλλ’ εκείνος θα χαίρεται τα εκατομμύριά του και θα μας χαμογελάει περιπαικτικά.
Κι’ αφού έκλεισα την κουραστική αυτή και ανούσια παρένθεση έρχομαι στο roast beef.
Αρκεί μια δήλωση από ένα στουρνάρι που τυχαίνει [τρόπος του λέγειν, αφού τα λαμόγια παίζουν μεγάλα παιχνίδια] να κατέχει περίοπτη θέση στο οικονομικό μαγειρείο του κράτους, για να απαξιωθεί μία ολόκληρη εταιρεία, απλώς επειδή η μετοχή της είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Ας φαντασθούμε προς στιγμήν τον υπουργό Υγείας να λέει ότι δεν πρέπει να πίνουμε Coka cola ή Amstel, διότι βλάπτουν την υγεία. Ή τον υπουργό Οικονομικών να λέει ότι η Eurobank ή Alphabank ή Citibank δεν είναι βιώσιμες. Ή τον υπουργό Μεταφορών ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε βενζίνη ΒΡ, διότι προκαλεί βλάβες στις μηχανές των τροχοφόρων. Θα εξακολουθούσε να είναι υπουργός; Ή μάλλον, θα εξακολουθούσε να αναπνέει;
Όμως ο κ. Στουρνάρας, τολμηρός όπως είναι, μας ενημέρωσε ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο δεν είναι βιώσιμο. Αλήθεια, αν ο ίδιος ή η οικογένειά του κατείχαν π.χ. το 30% των μετοχών της εν λόγω τράπεζας, θα προέβαινε σε τέτοια δήλωση πριν ξεφορτωθούν οι κολλητοί του το πακέτο;
Ένας άνθρωπος, λοιπόν, απαξιώνει μια μεγάλη τράπεζα που αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του λαού και είναι έτοιμος να την παραδώσει στα φιλαράκια με μία απλή δήλωση. Όπως θα λέγαμε εμείς «Το σουβλάκι να είναι με πίτα ή σκέτο καλαμάκι;». Αλλ’ εμείς εξακολουθούμε να τείνουμε ευήκοον ους σε παπάρες τύπου «Σε δύο χρόνια η Ελλάδα θα είναι διαφορετική». Δεν μας εξηγούν σε σύγκριση με τί θα είναι διαφορετική, διότι ήδη είναι διαφορετική από την Ελλάδα που γνωρίζαμε πριν ενσκήψει ο τυφώνας «Papadrina».
Αν θέλετε κύριε Σαμαρά να έχουμε σε δύο χρόνια μια Ελλάδα διαφορετική, δεν έχετε παρά να επαναφέρετε – μεταξύ άλλων – τις ανωτέρω διατάξεις που είχε καταργήσει πριν από 10 χρόνια ο προαχθείς σε συγκυβερνήτη ύπαρχος του «Τιτανικού» Μπαίνει Βγαίνει. Δεν είναι κακή ιδέα να αποκαλέσετε αυτή την επαναφορά «Ζάππειο IV» συνδυάζοντάς την με τοποθέτηση αδιάφθορων σε καίριες φοροεισπρακτικές θέσεις. Υπάρχουν τέτοιοι πολλοί στα κομματικά «ψυγεία» των οικείων Υπηρεσιών.
Σωτήριος Καλαμίτσης