Ώρα μία το πρωΐ. Επιστρέφω στην Αθήνα μετά από ήπιας μορφής κρασοκατάνυξη στη Μέκκα της ελληνικής οινοποιΐας, τη Νεμέα.
Πλησιάζω στην Κόρινθο και σε δευτερόλεπτα αφήνω στα αριστερά μου την πόλη και το στρατόπεδο του 6ου Συντάγματος Πεζικού, όπου...
υπέστην τη βασική εκπαίδευση ως νεοσύλλεκτος πριν από 40 χρόνια. Σαν αστραπή ήλθε στον νου μου η φιγούρα του λοχία που με «ψάρωσε» μόλις φόρεσα τη στολή τού οπλίτη γύρω στις 9 το βράδυ της ημέρας κατάταξής μου, επειδή δεν είχα φορέσει σωστά τους τελαμώνες. Δεύτερη αστραπή και παρουσιάστηκε μπροστά μου ο θαλαμοφύλακας που ξύπναγε κι’ εμένα με τη σειρά μου για να τον αντικαταστήσω. Να κι’ οι πορείες που κάναμε με πλήρη εξάρτυση και το φαγητό που τρώγαμε από την καραβάνα κάτω από τα τεράστια πεύκα. Να και οι σιδερένιες κουκέτες με τις γκρίζες κουβέρτες που έπρεπε να είναι τεντωμένες σαν διάδρομος απογείωσης στην πρωϊνή επιθεώρηση.
Προσπάθησα να φαντασθώ τη σημερινή κατάσταση. Διαθέτοντας καλπάζουσα φαντασία είδα σε ένα γραφείο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας τους εκπρόσωπους της τρόικας να φιλονικούν σε έντονο ύφος με τους αυτόχθονες υπαλλήλους τους για τα στρατόπεδα που πρέπει να κλείσουν, ώστε να εξοικονομηθούν μερικές δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ για τους δανειστές μας. Δεν διακρίνω αν κάποιος από τους υπαλλήλους έχει ως εκλογική περιφέρεια την Κόρινθο ή την Καλαμάτα ή την Τρίπολη, εξ ου και η ένταση στη «διαπραγμάτευση». Αποφασίσθηκε εν τέλει να κλείσει το στρατόπεδο του 6ου Συντάγματος Πεζικού, αλλά και το κέντρο νεοσυλλέκτων της Καλαμάτας, ώστε να διατηρηθεί μόνο εκείνο της Τριπόλεως. Μέσα σε μια μέρα ο στρατός εξαφανίσθηκε από το στρατόπεδο. Σε λίγες ημέρες εγκαταστάθηκαν στα κτήρια του στρατοπέδου 600 λαθρομετανάστες παρά την αντίδραση της τοπικής κοινωνίας. Μαζί και περί τους 100 αστυνομικοί για να τηρούν την τάξη. Άκουσα ότι μερικοί λαθρομετανάστες διαπληκτίσθηκαν πολιτισμένα και αφού απέσπασαν σιδερένια κομμάτια από τα κρεββάτια έφτιαξαν μαχαίρια και αλληλοσφάχτηκαν. Ίσως να χάλασαν το κρεββάτι στο κτήριο του 1ου λόχου, όπου κοιμόμουν εγώ κάτω και ο Παναγιώτης επάνω, μονολόγησα. Το κρεββάτι που έτριζε ελαφρά καθώς σηκωνόμουν στις τέσσερις το πρωΐ για σκοπιά. Μπορεί να ήταν και το διπλανό κρεββάτι, όπου κοιμόταν ο Νίκος και ο Αντώνης ή ο Σπύρος και ο Ανδρέας. Ίσως και το κρεββάτι όπου κοιμόταν ο μετέπειτα αρεοπαγίτης και νυν υφυπουργός Εσωτερικών. Κάποιο κρεββάτι τέλος πάντων.
Και μετά η κάμερα της μνήμης μου στράφηκε προς την είσοδο του στρατοπέδου κάνοντας ένα ζουμ προς τα έξω, αφού δεν είχα άδεια εξόδου. Έξω από την πύλη ένα περίπτερο, από το οποίο αγοράζαμε τσιγάρα, καφέδες, αναψυκτικά. Το ίδιο περίπτερο, σκέφτηκα, μέσω του οποίου αγοράζουν τσιγάρα, αναψυκτικά, μπισκότα κ.λπ. οι νέοι ένοικοι του στρατοπέδου με βάση μαζικές παραγγελίες που συγκεντρώνουν και εκτελούν περιπολικά της ΕΛ.ΑΣ. Εμφανώς επεκτεταμένο, όμως, όπως συμβαίνει με όλα τα περίπτερα στην επικράτεια, όπου ο περιπτερούχος αυξάνει τα τετραγωνικά τής επιχείρησής του καταλαμβάνοντας κοινόχρηστο πεζοδρόμιο με το «έτσι θέλω». Μπροστά στο περίπτερο φαντάστηκα έναν μεσόκοπο κύριο με πολιτική περιβολή. Κάι μου έλεγε ότι κάτω από τις επωμίδες του κρύβονταν τα διακριτικά του υψηλόβαθμου που είναι επιφορτισμένος με τη τήρηση της τάξης στον νομό. Δεν μπορούσα να ακούσω τη στιχομυθία των δύο ανδρών. Κάτι, όμως, μου έλεγε μέσα μου ότι ο περιπτεράς ελάμβανε τη διαβεβαίωση ότι δεν θα επιτραπεί η λειτουργία κυλικείου εντός του στρατοπέδου, οπότε δεν έχει πλέον λόγο να αντιδρά για την αποχώρηση του στρατού, αφού η ‘κονόμα του θα συνεχισθεί.
Επανήλθα στον φαρδύ αυτοκινητόδρομο που καταβρόχθιζε το τροχοφόρο μου και αναρωτήθηκα για πολλοστή φορά στη ζωή μου πώς συμβαίνει και το αυτοκίνητό μου με μεταφέρει στους προορισμούς μου σώο και αβλαβή εντελώς μηχανικά, κάτι σαν αυτόματος πιλότος. Έτσι προκαλούνται τα δυστυχήματα σκέφτηκα. Τί μούρθε εμένα τώρα να θυμάμαι τέτοια πράγματα και να ονειρεύομαι ξύπνιος πάνω στο τιμόνι. Ξαναχάθηκα, όμως, στις σκέψεις και στα άδυτα της φαντασίας μου καθώς περνούσα την Κακιά Σκάλα. Έβλεπα τώρα, μαζί με τον δρόμο, το catering των λαθρομεταναστών. Το είχε, λέει, αναλάβει δι’ απ’ ευθείας αναθέσεως, όπως συμβαίνει κατά κανόνα με τις προμήθειες του Δημοσίου, το ίδιο πρόσωπο που εκμεταλλεύεται το κυλικείο της Βουλής. Ναι, αυτό το πρόσωπο που νόμισα πριν ένα μήνα περίπου ότι είχε συλληφθεί από την Οικονομική Αστυνομία για οφειλή € 300.000 από ΦΠΑ. Χρωστάς στο Δημόσιο; Επιβραβεύεσαι με ανάθεση προμήθειας ξαναμονολόγησα. «Τί είπες;» με ρώτησε ο Βενιαμίν της οικογενείας. «Τίποτε κορίτσι μου. Βλακείες λέω να περνάει η ώρα».
Είχα φτάσει στα Goody’s με τις αναμνήσεις και τις φαντασιώσεις μου. Κατέβηκα να αγοράσω ένα μπουκάλι νερό. Ελάχιστοι άνθρωποι. Έξω από την πόρτα μία γυναίκα λεπτή γύρω στα 50 με μαύρα ρούχα και γκρίζα μαλλιά καθόταν σ’ ένα πεζούλι κρατώντας την τσάντα της. Το παρουσιαστικό της έδειχνε ότι ήταν καθαρίστρια. Υπολόγισα ότι θα είχε τελειώσει τη βάρδια της και περίμενε κάποιον να έλθει να την πάρει. Ο κάματος καθρεφτιζόταν στο πρόσωπό της. Η ώρα ήταν λίγο μετά τη μία και μισή. Βγαίνοντας από το κτήριο με το νερό στο χέρι είδα ένα αυτοκίνητο, στο οποίο είχε επιβιβασθεί. Το οδηγούσε ο άντρας της, κατά πως έδειχνε. Γύριζε σπίτι για να ξεκουρασθεί και να σηκωθεί το πρωΐ να συγυρίσει, να μαγειρέψει, να φροντίσει τα παιδιά και τον σύζυγο πριν ξαναπάει στη δουλειά. Πόσα να παίρνει άραγε τον μήνα; € 600 ή € 700; Με ασφάλιση ή χωρίς ασφάλιση; Στην ώρα τους ή μετά από καιρό; Πόσα θα της κόψουν, άραγε, οι ηγέτες μας για τη σωτηρία της πατρίδος; Όσα και να της κόψουν, εκείνη θα συνεχίσει να δουλεύει για ένα γλοίσχρο μεροκάματο, ώστε να εισφέρει στο σπίτι της, αλλά κυρίως να εισφέρει ανάλογα με τις δυνάμεις της στα κοινά βάρη, κατά πως ορίζει το Σύνταγμα, προς το οποίο συμμορφώνεται πλήρως ο περιπτεράς έξω από το πρώην στρατόπεδο του 6ου Συντάγμαοτς Πεζικού, αλλά και ο επιχειρηματίας που έχει αναλάβει το κυλικείο της Βουλής και το catering του λαθρομεταναστευτικού συντάγματος.
Ξαναμπήκα στο αυτοκίνητο και από τα νεύρα μου χτύπησα το χέρι μου στο τιμόνι. Σε λίγο πρόβαλε στον ορίζοντα η αντανάκλαση στον ουρανό του φωτισμού της Αθήνας. Του κέντρου λήψης αποφάσεων για τη γυναίκα που καθαρίζει στα Goody’s και για τα πληρώματα των περιπολικών που εκτελούν χρέη φιλιππινέζας των λαθρομεταναστών. Αλλά και για όλους εκείνους που όλο και κάτι κερδίζουν από τη λειτουργία του στρατοπέδου ως κέντρου φιλοξενίας λαθρομεταναστών με τις αναθέσεις, τις μεσολαβήσεις, τις διαβεβαιώσεις.
Άργησε να με πάρει ο ύπνος στο κρεββάτι που δεν έχει καμμία σχέση με τον κρεββάτι μου στον 1ο λόχο του 6ου Συντάγματος Πεζικού. Όπως αργούσε να με πάρει ο ύπνος τις πρώτες ημέρες της κατάταξής μου στον στρατό που δεν ήξερα τί με περιμένει την επομένη σε ένα περιβάλλον παντελώς άγνωστο. Τότε με παρηγορούσε η ιδέα ότι εκτελώ ένα χρέος προς την πατρίδα και ότι δεν πρόκειται να πάθω τίποτε, όπως δεν είχαν πάθει τίποτε χιλιάδες συμπατριωτών μου που είχαν κοιμηθεί στο ίδιο μ’ εμένα στρατιωτικό κρεββάτι. Σήμερα, όμως, δεν γνωρίζω τί θα γίνει αύριο στο απέραντο στρατόπεδο που λέγεται ΕΛΛΑΣ. Με παρηγορεί, πάντως, η σκέψη ότι εκατομμύρια συμπατριωτών μου πέρασαν πολύ χειρότερα στενάζοντας κάτω από τη μπότα είτε του ξένου κατακτητή είτε των δωσιλόγων που έφεραν ίδιο με το δικό μου διαβατήριο.
Αποκοιμήθηκα με την οπτασία της μαυροντυμένης γυναίκα που τέλειωσε τη βάρδια της ώρα μία το πρωΐ και όλες τις γυναίκες και άντρες που εκείνη την ώρα γύριζαν στο σπίτι από τη δουλειά ή έφευγαν από το σπίτι για το μεροκάματο του έτους 2012 αναμένοντας με αγωνία να ξυπνήσουν οι ελληνόφωνοι της Κηφισιάς, της Εκάλης και του Κολωνακίου για τις περαιτέρω ιστορικές αποφάσεις τους.
Σωτήριος Καλαμίτσης