Γραφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης
Αφιερωμένο στον δημοκράτορα Πρόεδρο της Βουλής, ο οποίος αυτοαναστέλλεται ευθύς ως κρίνει ότι υπάρχουν λόγοι ευθιξίας και αυτοεπανέρχεται ευθύς ως κρίνει ότι εξέλιπαν οι λόγοι της αυτοαναστολής εκτέλεσης των καθηκόντων του κραδαίνων το απαλλακτικό φύλλο της εφημερίδος «ΤΟ ΕΘΝΟΣ».
Μέρος πρώτο
Για όσους δεν θυμούνται ή δεν είχαν γεννηθεί το 1988, το «σκάνδαλο Κοσκωτά» είχεν εξοκείλει στην ξέρα του ν.δ. 1059/1971 περί του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων. Με άλλα λόγια, ο Κοσκωτάς έκλεβε επί 10 χρόνια την «τράπεζά του», επειδή η Τράπεζα της Ελλάδος αδυνατούσε δήθεν να ελέγχει τους λογαριασμούς του καταθέσεων στην ίδια τη τράπεζα. Για να διορθώσει τα πράγματα ο νομοθέτης ψήφισε τον ν. 1868/1989, με τον οποίον ήρθη το απόρρητο έναντι των Αρχών που είναι αρμόδιες για τον έλεγχο των τραπεζών. Ήρθη το απόρρητο και έναντι των δικαστικών Αρχών, αλλά μόνον για την ανίχνευση και τον κολασμό κακουργήματος. Αν πρόκειται για πλημμέλημα, δεν πειράζει. Μπορούν οι τραπεζικές καταθέσεις τού δράστη πλημμελήματος να παραμένουν απόρρητες, έστω και αν το απόρρητο δυσχεραίνει την ανίχνευση και τον κολασμό τού αδικήματος. Ορίσθηκε, λοιπόν, ότι
«Εξαιρετικώς επιτρέπεται η παροχή πληροφοριών για τις απόρρητες χρηματικές ή άλλες καταθέσεις σε τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα μετά από ειδικά αιτιολογημένη παραγγελία ή αίτηση ή απόφαση του αρμόδιου για την άσκηση ποινικής δίωξης ή τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης ή κύριας ανάκρισης οργάνου δια του δικαστικού συμβουλίου ή δικαστηρίου, στο οποίο διενεργείται η σχετική διαδικασία, εφ’ όσον η παροχή των πληροφοριών αυτών είναι απολύτως αναγκαία για την ανίχνευση και τον κολασμό κακουργήματος".
Σημειώνω ότι κάθε απόφαση αρμοδίου ανακριτή κ.λπ. δεν είναι αρκετή από μόνη της για να αρθεί το απόρρητο των καταθέσεων. Πρέπει να διαβιβασθεί «δια» του δικαστικού συμβουλίου ή δικαστηρίου, πράγμα που ασφαλώς και περιπλέκει τα πράγματα και αυξάνει τη γραφειοκρατία. Βέβαια, εγώ επιμένω ότι η πρόθεση «δια» είναι ανύπαρκτη για τον εξής πολύ απλό λόγο: το κείμενο της τροπολογίας που κατατέθηκε στη Βουλή και το ψηφισθέν κείμενο τόσο κατ’ άρθρο όσο και στο σύνολο του ν. 1868/1989 δεν περιέχει την πρόθεση «διά». Στη θέση της υπάρχει το διαζευκτικό «ή». Και ενώ το «δια» δεν ψηφίσθηκε, εκτυπώθηκε από το Εθνικό Τυπογραφείο στον ν. 1868/1989 [άρθρο 27§1]. Άρα, κατ’ εμέ, η ως άνω διάταξη πρέπει να διαβάζεται με το «ή» αντί του «δια», αφού η Βουλή ψήφισε το «ή» και όχι το «δια». Ποιός ήτο Υπουργός Δικαιοσύνης, όταν έγινε αυτή η λαθροχειρία; Μα ο εντιμότατος κ. Φώτης Κουβέλης. Υπουργός Οικονομικών; Μα ο εξοχώτατος κ. Αντώνης Σαμαράς. Μιλάμε για τη συγκυβέρνηση του 1989. Αχ αυτά τα παιδιά ο Φώτης και ο Αντώνης. Τόχει η μοίρα τους να συγκυβερνούν. Δεν αρκούσε, λοιπόν, η διαταγή του ανακριτή για το άνοιγμα λογαριασμών. Έπρεπε να την ευλογήσει και το δικαστικό συμβούλιο, εξ ου και προστέθηκε η πρόθεση «διά» καθ’ οδόν από τη Βουλή προς το Εθνικό Τυπογραφείο.
Ακολούθως, επί ημερών Fatman, προστέθηκε με το άρθρο 76§2 ν. 3994/2011 η ακόλουθη διαταξούλα: «Οι σχετικές αποφάσεις και τα βουλεύματα αποστέλλονται από τις δικαστικές αρχές στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία, με ευθύνη της, τα διαβιβάζει αμέσως στις διατασσόμενες από αυτές τράπεζες.»
Ποίος ο λόγος να παρεμβάλλεται η ΤτΕ στην εν λόγω διαδικασία; Μήπως για να πληροφορούνται μερικοί μέσω της ΤτΕ για ποιούς ζητεί η Δικαιοσύνη άνοιγμα λογαριασμών στα πλαίσια ανίχνευσης κακουργήματος; Άρα, οι φίλοι μας της αρπαχτής μπορούσαν να κοιμούνται ήσυχοι όντες βέβαιοι ότι θα ενημερωθούν εγκαίρως για να προβούν στις ενδεδειγμένες κινήσεις.
Μέρος δεύτερο
Από την άλλη μεριά, με το άρθρο 82§2 ν. 2238/1994 περί φορολογίας εισοδήματος ορίσθηκε ότι συγκεκριμένα πρόσωπα, περιλαμβανομένων των τραπεζών, υποχρεούνται να χορηγούν στο υπουργείο Οικονομικών τις πληροφορίες που ζητούνται για οποιονδήποτε «με την επιφύλαξη των διατάξεων περί τραπεζικού απορρήτου». Στην ουσία, δηλαδή, η ρύθμιση αυτή ήταν άνευ αντικειμένου όσον αφορά σε τραπεζικές καταθέσεις και συναλλαγές εν γένει. Ο Έφορος μπορούσε να μάθει τα πάντα εκτός από τις καταθέσεις μας.
Στη συνέχεια, επί ημερών Απαπαπακωνσταντίνου [17§2 ν.3842/2010 – έναρξη ισχύος 23.04.2010], αντικαταστάθηκε η εν λόγω διάταξη, ώστε να διευρυνθεί τόσον ο αριθμός των προσώπων που υποχρεούνται να δίνουν πληροφορίες όσο και το περιεχόμενο των πληροφοριών που μπορούν να ζητηθούν. Όμως, πουθενά δεν υπάρχουν οι λέξεις «τραπεζικός λογαριασμός».
Εν τέλει αντικαταστάθηκε επί Fatman εκ νέου η εν λόγω διάταξη με το άρθρο 32§3 ν. 3986/2011 [έναρξη 01.07.2011], οπότε περιελήφθησαν και οι λέξεις «στοιχεία λογαριασμών ενεργών ή μη, που άνοιξαν ή χρησιμοποιούνται ή έκλεισαν». Άρα, από 01.07.2011 τουλάχιστον μπορούσαν οι λήσταρχοι να διεξάγουν όποιον έλεγχο και όποια έρευνα επιθυμούσαν. Ποιός τους εμπόδιζε να ζητήσουν πληροφορίες για τραπεζικές καταθέσεις και εμβάσματα οποιουδήποτε περιλαμβανόταν στη λίστα που παρέδωσε η κ. Lagarde; Θα τους ζητούσε, μήπως, τον λόγο ο ερευνώμενος ερωτώντας «Πού βρήκες το όνομά μου;». Θα απαντούσαν: «Ανώνυμη καταγγελία» ή «Μου τόπε ένα πουλάκι». Τόσο απλά. Όμως, δεν ήθελαν, εξ ου και η δυστοκία τους με τις αμαρτωλές λίστες, αλλά και η από μέρους τους κατασκευή λιστών για να αποσπάσουν την προσοχή τής κοινής γνώμης από τις πομπές τους και τις ισοδύναμες αδυναμίες τους.
Μέρος τρίτο
Λεχρίτες!!
Σωτήριος Καλαμίτσης