8 Ιαν 2013

Μια φανταστική [όχι phantastic] ιστορία στην εποχή της Lagarde

εξιστορεί ο Σωτήριος Καλαμίτσης
Εργαζόμουν 25 χρόνια στην επιχείρηση του κ. Γιώργου Λεβέντη. ΄Ονομα και πράγμα. Νοικοκύρης, φρόντιζε την οικογένειά του με το παραπάνω διατηρώντας μια ανθούσα επιχείρηση. Σπούδασε τα παιδιά του και με μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, η γυναίκα του είχε ...
το δικό της αυτοκίνητο, καθώς και το κάθε παιδί. Έμενε σε μία ωραία μονοκατοικία στα βόρεια προάστεια, οδός Γαρδένιας και Χρυσανθέμων. Εγώ, στο Λογιστήριο κρατούσα και τα διπλά βιβλία. Δεν είχα κανένα παράπονο. Όλοι οι υπάλληλοι είχαμε ένα μισθό αρκετά υψηλότερο της Συλλογικής Σύμβασης και ζούσαμε τις οικογένειές μας αξιοπρεπέστατα. Πίναμε νερό στο όνομα του κυρ-Γιώργου του λεβέντη.

Κάποιο πρωΐ που αγόραζα τσιγάρα από τον κυρ-Αντώνη τον περιπτερά, του είπα χαμογελώντας: «Θα κόψεις και καμμιά απόδειξη ρε Αντώνη;». «Έλα καημένε που θα σώσω εγώ την κατάσταση. Δεν βλέπεις τι γίνεται με τις λίστες;». Τον χαιρέτησα και πήγα στο γραφείο μου, όπου, όπως τα τελευταία 25 χρόνια, καταχώρισα παραστατικά τηρώντας ταυτοχρόνως και τα διπλά βιβλία.

Την επόμενη ημέρα ο κυρ-Αντώνης το ίδιο. Μου τη βάρεσε και πήγα στον Προϊστάμενο της Εφορίας «Τί θα γίνει κύριε Έφορε; Ξέρεις πόσος κόσμος δεν κόβει αποδείξεις;». «Σαν ποιόν δηλαδή;» με ρώτησε. «Ας πούμε ο κυρ-Αντώνης ο περιπτεράς». «Πού είναι το περίπτερο;». «Έλα που δεν το ξέρεις. Γωνία Κλεπτοκρατίας και Δημοκρατίας». «Α αυτός; Άσε και θα τον φτιάξω». Γύρισα στη δουλειά, όπου καταχώρισα και άλλα στοιχεία στα διπλά βιβλία.

Την άλλη μέρα το πρωΐ δεν είδα τον κυρ-Αντώνη στο περίπτερο, αλλά τη γυναίκα του. Είχε το μαύρο της χάλι και τα μάτια της ήταν κατακόκκινα. Τρόμαξα. Νόμισα πως είχαμε χάσει τον κυρ-Αντώνη. «Ήρθαν χθες δύο εφοριακοί, αγόρασαν μια σοκολάτα, και επειδή δεν τους έδωσε απόδειξη, σε 15΄ήταν εδώ ένα περιπολικό και τον πήρε. Έφυγα από το κρατητήριο 2 η ώρα το πρωΐ και δεν έχω κοιμηθεί καθόλου. Θα περάσει από αυτόφωρο. Ποιος ξέρει πόσα θα πληρώσουμε».

Άδειασε το αίμα μου. Αισθάνθηκα τύψεις. Μετά σκέφτηκα αυτό που μου είχε πει ο Βουλγαράκης. «Το νόμιμον είναι και ηθικόν». Αφού έκανα κάτι νόμιμο, ήμουν ηθικότατος. «Ας πληρώσει επί τέλους φόρο και ο κυρ-Αντώνης» είπα από μέσα μου και ξαναπήγα στη δουλειά μου ανακουφισμένος, όπου συνέχισα τις καταχωρίσεις και στα διπλά βιβλία.

Δυο μήνες μετά κεραυνοβολήθηκα μπαίνοντας στο γραφείο μου. Ο συνάδελφος ο κυρ-Κώστας με 30 χρόνια στην επιχείρηση είχε απολυθεί κατόπιν μηνύσεως του αφεντικού, επειδή έλλειπαν € 1000 από το Ταμείο. Μάταια χτυπιόταν ο κυρ-Κώστας ότι είναι αθώος. Παρακαλούσε κλαίγοντας με αναφιλητά τον κυρ-Γιώργο να μην τον απολύσει, ορκιζόταν στα παιδιά του πως δεν είχε κλέψει αυτός και αναρωτιόταν πώς θα μεγαλώσει τα τρία παιδιά του που ήταν στο Λύκειο. «Κράτα τα διπλά από τον μισθό μου, αν δεν με πιστεύεις» του έλεγε κλαίγοντας ο κυρ-Κώστας. Άτεγκτος ο κυρ Γιώργος. Μετά έμαθα ότι δεν θα έπαιρνε ούτε αποζημίωση λόγω απολύσεως ο κυρ-Κώστας, επειδή ο κυρ-Γιώργος του είχε κάνει και μήνυση για κλοπή.

Την επόμενη εβδομάδα πήγα στον Έφορο και του έδωσα ένα πάκο φωτοτυπίες από τα διπλά βιβλία του κυρ-Γιώργου. Με κοίταξε και μου είπε: «Επί τέλους, τον έπιασα σκαστό. Να δεις τί έχει να γίνει!». Έφυγα λυτρωμένος. Είχα πάρει εκδίκηση και για τον κυρ-Αντώνη και για τον κυρ-Κώστα. Τη μεθεπόμενη εβδομάδα μου είπε ο κυρ-Γιώργος ότι θα έχουμε τακτικό έλεγχο και με ρώτησε, αν όλα έχουν καλώς. «Άριστα», του απάντησα. «Μη φοβάσαι τίποτε αφεντικό. Τα βιβλία είναι μέγκλα». Πέρασε μία εβδομάδα, δύο εβδομάδες και ο έλεγχος δεν ερχόταν. Κάποια μέρα μου έδωσε ο κυρ Γιώργος μια επιταγή € 40.000 και μου είπε να την εισπράξω και να του πάω τα χρήματα μετρητά. Εκτέλεσα την εντολή.

Μάταια περίμενα τον έλεγχο της Εφορίας. Δεν ήλθε ποτέ.

Σωτήριος Καλαμίτσης
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη