Η επιστολή
και σήμερα κυβερνιώμαστε από την ίδια παράταξη… (την ευρεία κεντρο-παράταξη των φυσικών και πολιτικών επιγόνων του βενιζελισμού) γιατί ο Δραγούμης εκτελέστηκε από στρατιωτικό άγημα και δεν δολοφονήθηκε από εξαγριωμένο πλήθος…
Ίων Δραγούμης: … “Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…… “
Από το βιβλίο της Γ’ Γυμνασίου για την περίοδο που ο Δραγούμης εκτελέστηκε κατ’ εντολήν Βενιζέλου. ”Νεότερη και σύγχρονη ιστορία” των Ε. Λούβη και Δ.Ξιφαρά: “Λίγες ημέρες μετά την υπογραφή των Σεβρών ο Βενιζέλος δέχθηκε δολοφονική επίθεση στο Παρίσι από Έλληνες φιλοβασιλικούς, αλλά διασώθηκε. Λίγο μετά, στην διάρκεια ταραχών που ξέσπασαν στην Αθήνα, δολοφονήθηκε από βενιζελικούς ο Ίων Δραγούμης, γνωστός αντιβενιζελικός.” Χρηχα.
Η επιστολή του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Σουηδική Ακαδημία με την οποία πρότεινε τον Κεμάλ Ατατούρκ (!) για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 78 χρόνια από την αποστολή μιάς Εθνικά κατάπτυστης επιστολής (σΤ: Εννοεί την 12η Ιανουαρίου) ενός εκ των διατελεσάντων αρχηγών του Ελληνικού κράτους που προσέβαλλε τον Ελληνισμό, που ποδοπάτησε δι΄αυτής τα αριστεία Ηρώων – νεκρών και επιζώντων – γυναικοπαίδων που εβιάσθησαν, που υπέστησαν θάνατο μαρτυρικό κατά το “νόμο” του Λυντς, που οδηγήθηκαν στις ατελεύτητες πορείες θανάτου στα ενδότερα της Μικρασιατικής γης,που έδωσαν για μια ιδέα Εθνική,υψηλοφρόνων ιδανικών ακόμη και την έσχατη ρανίδα του αίματός τους, ξεψυχώντας μαρτυρικά χωρίς να μπορέσει ούτε η μάνα τους να τους νεκροφιλήσει. Τα κορμιά των νεκρών σπαρμένα σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία παραμένουν ακόμη άταφα, βορρά των αρπακτικών ορνέων. Στην Ελλάδα οι εξουθενωμένοι πρόσφυγες, ρακένδυτοι, πεινώντες, χωρίς οικογένειες, εστίες διαμονής στεγάζονται σε γήπεδα, σε θέατρα, αυλές εκκλησιών, σε δημόσια κτήρια, σε παράγκες, σε σκηνές, σε χαμόσπιτα και σε καλύβες που βρίσκονταν σε εγκαταλελειμμένα χωριά, σε οικισμούς αμιγώς προσφυγικούς και με συνθήκες διαβίωσης άθλιες. Χωρίς έργα υποδοχής, ούτε δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης, ενώ μεταδίδονται εύκολα επιδημικές ασθένειες όπως ο τύφος, η γρίπη, η ελονοσία, η φυματίωση, η ευλογιά. Οι Έλληνες πρόσφεραν ατομικά ή οργανωμένα με τη διενέργεια εράνων, την οργάνωση πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή ρουχισμού, φαρμάκων κ.α.
Η Ελλάδα τότε υποχρεώθηκε να δανειστεί από τα οικονομικά λόμπυ 10.000.000 λίρες Αγγλίας και να προσφύγει σε συνεχείς εξωτερικούς δανεισμούς με καταθλιπτικούς για την οικονομία όρους και σκανδαλώδεις ρήτρες, ώστε να αντιμετωπίσει στοιχειωδώς τις καταιγιστικές ανάγκες που ήταν απότοκος μιάς Εθνικής και ανθρωπιστικής καταστροφής με 50.000 νεκρούς και 75.000 τραυματίες στρατιώτες και περισσότερους από 1.500.000 Έλληνες εκπατρισμένους από τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Σε αυτό το κλίμα ο Ελ.Βενιζέλος αποστέλλει την ακόλουθη επιστολή στη Σοηδική Ακαδημία Επιστημών, αφήνοντας άφωνους ακόμη και τους Σουηδούς παραλήπτες της!
“Αθήνα, 12 Ιανουαρίου 1934
Κύριε Πρόεδρε,
Για περίπου επτά αιώνες ολόκληρη η Μέση Ανατολή και μεγάλο τμήμα της Κεντρικής Ευρώπης αποτέλεσαν θέατρο αιματηρών πολέμων. Κύρια αιτία γι αυτούς ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και το απολυταρχικό καθεστώς των Σουλτάνων. Η υποδούλωση χριστιανικών λαών, οι θρησκευτικοί πόλεμοι του Σταυρού εναντίον της Ημισελήνου που μοιραία επακολούθησαν και οι διαδοχικές εξεγέρσεις όλων αυτών των λαών που προσέβλεπαν στην απελευθέρωσή τους δημιουργούσαν μια κατάσταση πραγμάτων που θα παρέμενε μόνιμη πηγή κινδύνων όσο η Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρούσε τα ίχνη που της είχαν αφήσει οι Σουλτάνοι.Η εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1922, όταν το εθνικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ Πασά θριάμβευσε επί των αντιπάλων του, έθεσε οριστικά τέλος σ’ αυτή την κατάσταση αστάθειας και μισαλλοδοξίας.
Πράγματι, σπάνια στη ζωή ενός έθνους πραγματοποιήθηκε σε τόσο λίγο χρόνο μια αλλαγή τόσο ριζική. Μια παρακμάζουσα αυτοκρατορία που ζούσε υπό θεοκρατικό καθεστώς στο οποίο οι έννοιες του δικαίου και της θρησκείας συγχέονταν μετατράπηκε σ`ένα εθνικό και σύγχρονο κράτος, γεμάτο ενέργεια και ζωή. Με την ώθηση του μεγάλου μεταρρυθμιστή Μουσταφά Κεμάλ το απολυταρχικό καθεστώς των Σουλτάνων καταλύθηκε και το κράτος κατέστη αληθινά κοσμικό. Το έθνος ολόκληρο στράφηκε προς την πρόοδο, με την θεμιτή φιλοδοξία να ενταχθεί στην πρωτοπορία των πολιτισμένων λαών. Όμως το κίνημα για την εδραίωση της ειρήνης προχώρησε από κοινού με όλες εκείνες τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις που προσέδωσαν στο νέο κυρίως εθνικό κράτος της Τουρκίας τη σημερινή του μορφή. Πράγματι η Τουρκία δεν δίστασε να αποδεχθεί ειλικρινά την απώλεια επαρχιών όπου κατοικούσαν άλλες εθνότητες και, ικανοποιημένη πραγματικά με τα εθνικά και πολιτικά της σύνορα όπως καθορίστηκαν από τις Συνθήκες, έγινε αληθινός στυλοβάτης της ειρήνης στην Εγγύς Ανατολή.
Είμαστε εμείς οι Έλληνες που αιματηροί αγώνες αιώνων μας είχαν φέρει σε κατάσταση διαρκούς ανταγωνισμού με την Τουρκία οι πρώτοι που είχαμε την ευκαιρία να αισθανθούμε τις συνέπειες αυτής της βαθιάς αλλαγής στη χώρα αυτή, διάδοχο της παλιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Από την επόμενη μέρα της Μικρασιατικής καταστροφής, διαβλέποντας την δυνατότητα συνεννόησης με την αναγεννημένη Τουρκία, που προέκυψε από τον πόλεμο ως εθνικό κράτος, της απλώσαμε το χέρι και το δέχτηκε με ειλικρίνεια. Από αυτήν την προσέγγιση, που μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα για τη δυνατότητα συνεννόησης ακόμη και μεταξύ λαών που τους χώρισαν οι πιο σοβαρές διαφορές, όταν αυτοί διαποτιστούν με την ειλικρινή επιθυμία για ειρήνη, προέκυψαν μόνο καλά, τόσο για τις δύο ενδιαφερόμενες χώρες όσο και για τη διατήρηση της ειρήνης στην Εγγύς Ανατολή. Ο άνθρωπος στον οποίο οφείλεται αυτή η πολύτιμη συμβολή στην ειρήνη δεν είναι άλλος από τον Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Πασά. Έχω λοιπόν την τιμή ως αρχηγός της Ελληνικής Κυβέρνησης το 1930, όταν η υπογραφή του Ελληνοτουρκικού συμφώνου σηματοδότησε μια νέα εποχή στην πορεία της Εγγύς Ανατολής προς την ειρήνη, να υποβάλλω την υποψηφιότητα του Μουσταφά Κεμάλ Πασά για την διακεκριμένη τιμή του βραβείου Νόμπελ για την Ειρήνη.
Πράγματι, σπάνια στη ζωή ενός έθνους πραγματοποιήθηκε σε τόσο λίγο χρόνο μια αλλαγή τόσο ριζική. Μια παρακμάζουσα αυτοκρατορία που ζούσε υπό θεοκρατικό καθεστώς στο οποίο οι έννοιες του δικαίου και της θρησκείας συγχέονταν μετατράπηκε σ`ένα εθνικό και σύγχρονο κράτος, γεμάτο ενέργεια και ζωή. Με την ώθηση του μεγάλου μεταρρυθμιστή Μουσταφά Κεμάλ το απολυταρχικό καθεστώς των Σουλτάνων καταλύθηκε και το κράτος κατέστη αληθινά κοσμικό. Το έθνος ολόκληρο στράφηκε προς την πρόοδο, με την θεμιτή φιλοδοξία να ενταχθεί στην πρωτοπορία των πολιτισμένων λαών. Όμως το κίνημα για την εδραίωση της ειρήνης προχώρησε από κοινού με όλες εκείνες τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις που προσέδωσαν στο νέο κυρίως εθνικό κράτος της Τουρκίας τη σημερινή του μορφή. Πράγματι η Τουρκία δεν δίστασε να αποδεχθεί ειλικρινά την απώλεια επαρχιών όπου κατοικούσαν άλλες εθνότητες και, ικανοποιημένη πραγματικά με τα εθνικά και πολιτικά της σύνορα όπως καθορίστηκαν από τις Συνθήκες, έγινε αληθινός στυλοβάτης της ειρήνης στην Εγγύς Ανατολή.
Είμαστε εμείς οι Έλληνες που αιματηροί αγώνες αιώνων μας είχαν φέρει σε κατάσταση διαρκούς ανταγωνισμού με την Τουρκία οι πρώτοι που είχαμε την ευκαιρία να αισθανθούμε τις συνέπειες αυτής της βαθιάς αλλαγής στη χώρα αυτή, διάδοχο της παλιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Από την επόμενη μέρα της Μικρασιατικής καταστροφής, διαβλέποντας την δυνατότητα συνεννόησης με την αναγεννημένη Τουρκία, που προέκυψε από τον πόλεμο ως εθνικό κράτος, της απλώσαμε το χέρι και το δέχτηκε με ειλικρίνεια. Από αυτήν την προσέγγιση, που μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα για τη δυνατότητα συνεννόησης ακόμη και μεταξύ λαών που τους χώρισαν οι πιο σοβαρές διαφορές, όταν αυτοί διαποτιστούν με την ειλικρινή επιθυμία για ειρήνη, προέκυψαν μόνο καλά, τόσο για τις δύο ενδιαφερόμενες χώρες όσο και για τη διατήρηση της ειρήνης στην Εγγύς Ανατολή. Ο άνθρωπος στον οποίο οφείλεται αυτή η πολύτιμη συμβολή στην ειρήνη δεν είναι άλλος από τον Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Πασά. Έχω λοιπόν την τιμή ως αρχηγός της Ελληνικής Κυβέρνησης το 1930, όταν η υπογραφή του Ελληνοτουρκικού συμφώνου σηματοδότησε μια νέα εποχή στην πορεία της Εγγύς Ανατολής προς την ειρήνη, να υποβάλλω την υποψηφιότητα του Μουσταφά Κεμάλ Πασά για την διακεκριμένη τιμή του βραβείου Νόμπελ για την Ειρήνη.
Με βαθύτατη εκτίμηση
Ε. Κ. Βενιζέλος “
Ε. Κ. Βενιζέλος “
Τα ανωτέρω αφιερωμένα σε όσους εθελοτυφλούν, αγιοποιώντας πολιτικούς, λησμονώντας την επιταγή πως το Εθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ότι είναι αληθές!
ΜΑ.Τ.