Ανήκει δικαιωματικά στον Νίκο Ταχιάο, ο οποίος ξεγυμνώνει με τον πιό αποτελεσματικό τρόπο την υποκριτική "αγάπη" Μπουτάρη προς τον Εβραϊκό πληθυσμό της Θεσσαλονίκης και γελοιοποιεί ευσχήμως όλη αυτή την...
πρεμούρα πολιτικών να διαγκωνίζονται για το ποιός είναι πιό φίλος με τους Εβραίους, πράγμα που (όπως έχουμε ξαναγράψει), εκνευρίζει και τους ίδιους, που αηδιάζουν με τους αυλοκόλακες και μόνο αρνητικά λειτουργεί. Ο κόσμος που βλέπει κάποιον να "γλείφει" γλοιωδέστατα τους Εβραίους που αξίζουν κάθε αγάπης μας και την έχουν, αυτόματα τους βλέπει αρνητικά. Σαν τους αγάδες και πασάδες της Οθωμανικής εποχής.
Δεν σας δημιουργεί μια απέχθεια, βλέποντας σε μια ταινία π.χ. κάποιους να "γλείφουν" με δουλοπρέπεια τον Πασά, με τα "πολυχρονεμένε μου, σφάξε με να αγιάσω" κλπ;
Ε, αυτό αισθάνονται και οι Εβραίοι της Ελλάδας, με τους τσανακογλύφτες, που νομίζουν ότι "γλείψε-γλείψε" θα τους κάνουν όλους Πρωθυπουργούς. Έχουν σιχαθεί τους γλύφτες.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ Ν. ΤΑΧΙΑΟΥ
Αντιγράφω από το δελτίο Τύπου της δημοτικής παράταξης Μπουτάρη, με το οποίο καλεί σε πορεία μνήμης για τον αφανισμό του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης: «…για πολλές δεκαετίες, η απώλεια αυτού του δυναμικού στοιχείου της πόλης μας βιώθηκε ως μία συλλογική ενοχή, μέσα στη σιωπή που τροφοδοτούσε τη λήθη…».
Συλλογική ενοχή, σιωπή, λήθη. Ντροπής πράγματα, ναι! Τεράστια ντροπή όταν υπάρχουν, ακόμα μεγαλύτερη όταν κατασκευάζονται, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Υπονοεί μήπως ο ποιητής της παράδοξης ανακοίνωσης ότι ο ελληνικός πληθυσμός της πόλης επικρότησε ή συμμετέσχε στον δεινό χαμό των εβραίων συμπολιτών του; Ότι υφέρπει ή υπάρχει συλλογική ενοχή των Ελλήνων που υπέστησαν τα πάνδεινα από την ίδια ναζιστική μπότα;
Μεγάλωσα με μπαγιάτηδες Σαλονικιούς. Έχω ακούσει μονάχα ιστορίες θλίψης για τους Εβραίους που χάθηκαν, φίλους, γνωστούς, γείτονες.
Συνδιαλλάχθηκα για θέματα που ενδιέφεραν την κοινότητα με ανθρώπους που φοβούνται τον υπερτονισμό της εβραϊκής παρουσίας στην πόλη. Υπάρχουν και τέτοιοι. Ούτε ένας δεν ευλόγησε το Ολοκαύτωμα. Και στο τέλος, ποτέ δεν πέρασε το δικό τους.
Βρέθηκα από πεποίθηση στη συναγωγή, στο μνημόσυνο των θυμάτων, πολλές Κυριακές του Θωμά. Ήμουν ένας από τους πολλούς χριστιανούς. Ό,τι μπορεί να θεωρηθεί ως επίσημη πόλη, ήταν εκεί. Όλοι. Πρώτος και καλύτερος δίπλα στον ραβίνο της Συγγρού ο παπάς του Αγίου Μηνά.
Θα προλάβω τον αντίλογο.
Μα υπάρχουν Έλληνες που ιδιοποιήθηκαν εβραϊκές περιουσίες. Ναι, αλλά και πολύ περισσότεροι που τις επέστρεψαν. Και άλλοι Έλληνες που έκαναν το ίδιο σε ομογενείς τους, όποτε τους δόθηκε η ευκαιρία. Και εβραίοι επίσης, που πρόδωσαν τους ομόθρησκούς τους. Στο δικό μου λεξιλόγιο αυτοί καταγράφονται απλοϊκότατα ως «κακοί άνθρωποι».
Μα ξηλώθηκαν τα εβραϊκά νεκροταφεία. Ναι, αλλά και τα μουσουλμανικά, νωρίτερα. Το υπαγόρευε η δυναμική των πραγμάτων. Αλλιώς, η σημερινή πόλη θα ήταν προάστιο μίας νεκρόπολης θρησκευμάτων που δεν ξεθάβουν τους πεθαμένους τους.
Μα η συμβίωση της ελληνικής με την εβραϊκή κοινότητα ήταν πολύ δύσκολη προπολεμικά. Θα συμφωνήσω και θα προσθέσω ότι επεισόδια κακών σχέσεων υπήρξαν και πριν από το ’12. Όμως, τα γεγονότα με τα μέτρα ποιας εποχής κρίνονται; Και είναι άμοιροι ευθυνών γι’ αυτό οι στην πλειοψηφία τους καθοδηγούμενοι από το ισχυρό σιωνιστικό κίνημα της εποχής εβραίοι της Θεσσαλονίκης, που επέλεξαν να περάσουν στην αντίθετη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο όχθη, συγκρουόμενοι με μία μορφή προδήλως εμβληματική για την πόλη και τους νεοαφικνούμενους κατοίκους της;
Τελικά, η ερμηνεία της ιστορίας κρύβει πολλές παγίδες, είτε ξαφνικά ανακαλύπτεις αποσπασματικές σελίδες της που δεν ήξερες είτε υποκύπτεις στον πειρασμό προβολών στον χρόνο, που δεν θα επαληθευτούν ποτέ. Η δελεαστική οπτική της λογοτεχνίζουσας ιστοριογραφίας του Marc Mazower έχει τόσους βαθμούς ελευθερίας όσους και η ροπή προς τον εντυπωσιασμό ενός ανυποψίαστου αναγνώστη, που ανακαλύπτει ξαφνικά τη Θεσσαλονίκη. Το κυνήγι των (όποιων) φαντασμάτων τροφοδοτεί την -κατά τη γνώμη μου- αδικαιολόγητα παρατεταμένη συζήτηση για την ταυτότητα της πόλης. Από αυτή την άποψη είναι πειρασμός, δεν λέω.
Η ματιά του πολιτικού όμως, εφόσον δεν υπακούει σε ιδεοληψίες, δεν μπορεί να είναι ούτε επιπόλαιη ούτε αυθαίρετη. Όταν ο δήμαρχος ανακαλύπτει και ομολογεί θανάσιμα ένοχα μυστικά στο συλλογικό ασυνείδητο της πόλης, περνάει το Ρουβίκωνα του City of Ghosts. Ξαφνικά η Θεσσαλονίκη γίνεται μία τεράστια σκοτεινή Dogville, από την ομώνυμη ταινία του Lars von Trier. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ξεσπούν πάθη και έριδες από το πουθενά, που ξεπερνούν τα ανεκτά όρια και γίνονται βίαια και ακραία.
Ο κύριος Μπουτάρης όφειλε να το ξέρει αυτό. Για δεύτερη φορά, μετά την 26η Οκτωβρίου, ξενίζει αρνητικά. Αν ήμουν εβραίος, θα είχα ενοχληθεί ακόμη περισσότερο.
Mακεδονία