Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η αντιμετώπιση από τις ελλαδικές αρχές των θυμάτων του σταλινισμού που επιχειρούσαν να διαφύγουν στην Ελλάδα ή των γυναικοπαίδων (25.000 άτομα περίπου) που....
απέλασαν οι Σοβιετικοί το 1939.
Ήδη από το 1928 η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε απαγορεύσει την ομαδική κάθοδο των Ποντίων προσφύγων που είχαν εγκλωβιστεί στην ΕΣΣΔ, παρότι εντάσσονταν στη Συνθήκη Ανταλλαγής των Πληθυσμών που είχε υπογραφεί στη Λωζάννη.Το πρόσχημα τότε ήταν η αδυναμία της Ελλάδας να υποδεχτεί νέους πρόσφυγες και η υπόθεση ότι οι πρόσφυγες αυτοί εμφορούνταν από κομμουνιστικές ιδέες.
Ο Μεταξάς συνέχισε την προηγούμενη πολιτική με την οποία απαγορευόταν να εκδίδονται για τους πρόσφυγες άδειες καθόδου (βίζες) στην Ελλάδα από την ελληνική πρεσβεία της Μόσχας- πλην ελάχιστων περιπτώσεων. Η συμπεριφορά αυτή επί της ουσίας συνιστούσε παραβίαση της Συνθήκης της Λοζάνης για τους πρόσφυγες. Η πολιτική αυτή των πάσης μορφής Eλλαδιτών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένου και του Μεταξά, εγκλώβισε στη Σοβιετική Ένωση, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από το μικρασιατικό Πόντο.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η ελληνική εθνότητα θρήνησε μεγάλο αριθμό θυμάτων την περίοδο των μεγάλων σταλινικών διώξεων του 1937-1938, παρότι από τις αρχές του ’38 -ενώ είχαν ξεκινήσει οι μαζικές διώξεις- λόγω των πιέσεων των προσφυγικών οργανώσεων στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να χορηγούνται άδειες εξόδου σ’ αυτούς που επιθυμούσαν να διαφύγουν.
Η μεταξική κυβέρνηση, που επί των ημερών της άρχισαν οι μεγάλες διώξεις κατά Ελλήνων υπηκόων που διαβιούσαν στην ΕΣΣΔ, δεν προέβη σε τέτοια διαβήματα διαμαρτυρίας που απαιτούσαν τα τραγικά γεγονότα, ούτε χρησιμοποίησε τις σταλινικές διώξεις ως αντικομμουνιστικό επιχείρημα στη σκληρή καταστολή που ασκούσε κατά των κομμουνιστών της Ελλάδας. Ουσιαστικά αποδέχτηκε και συγκάλυψε τις σταλινικές διώξεις.
Χαρακτηριστική είναι η συμπεριφορά προς τους πρόσφυγες του 1938-39. Δηλαδή προς τα 25.000 γυναικόπαιδα κυρίως, που απέλασαν στην Ελλάδα οι σταλινικές αρχές. Αναγκαστικά η μεταξική δικτατορία αποδέχτηκε τους απελαθέντες. Όπως θυμούνται οι πρόσφυγες αυτής της περιόδου, οι ελληνικές αρχές τους αντιμετώπιζαν ως ύποπτους.
Το αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήταν η υποχρεωτική απομάκρυνση, κατά τη διάρκεια του πολέμου με τον Άξονα, των "ρωσοπροσφύγων", όπως τους αποκαλούσαν, από τη Χαλκίδα, όπου υπήρχε η στρατηγικής σημασίας γέφυρα.
Οι πρόσφυγες αυτής της περιόδου ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Πολλοί διέμεναν αρχικά κάτω από στέγαστρα για καπνά. Η κρατική μέριμνα από το δικτατορικό καθεστώς ήταν ανύπαρκτη και οι πρόσφυγες περνούσαν βασανιστικά την πρώτη περίοδο.
Ένα μεγάλο μέρος τους είχε αφήσει πίσω συλληφθέντες από το σταλινικό καθεστώς, για τους οποίους ουδεμία μέριμνα σε επίπεδο διπλωματικής παρέμβασης έδειξε το τότε αντικομμουνιστικό καθεστώς, παρόλες τις εκκλήσεις των προσφυγικών οργανώσεων να δραστηριοποιηθεί η ελληνική κυβέρνηση για να σωθούν οι "... χιλιάδες των φυλακισμένων συμπατριωτών".
Ίσως η πιο χαρακτηριστική και αποκαλυπτική εικόνα για το πώς η ελληνική Δεξιά αντιμετώπισε τους Έλληνες ομογενείς της Σοβιετικής Ένωσης κατά την περίοδο των σταλινικών διώξεων, προέρχεται από τη σύσκεψη που έγινε το στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών το Σεπτέμβριο του 1949, μετά τις μαζικές βίαιες εκτοπίσεις των χιλιάδων Ποντίων του Καυκάσου (Ελλήνων υπηκόων) στην Κεντρική Ασία.
Μια από τις ιδέες που κατατέθηκαν ως «Η μόνη πρακτική απομένουσα, οδός αύτη ενεργείας…» ήταν: «…δέον να καταβληθεί υστάτη προσπάθεια… παρά τη Γαλλική Κυβερνήσει ίνα χορηγήσει αύτη άδειαν να μεταφερθούν οι εις άλλας περιοχάς της Ρωσίας ευρισκόμενοι Έλληνες εις Μαρόκον.»
-------------------------------------------------
Σχόλιο: ολόκληρο το άρθρο του Βλάσση Αγτζίδη θα δημοσιευτεί τις επόμενες ημέρες
(*) Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας. Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συγγραφή της ιστορίας της Παρευξείνιας Διασποράς.