To να ζητήσει μία εφημερίδα, ένα ΜΜΕ γενικώς, συνέντευξη από τον πρωθυπουργό της χώρας είναι κάτι, το οποίο δεν θα έπρεπε να θεωρείται αφύσικο
, αν όχι αδιανόητο, αλλά κατ’ εξοχήν σύνηθες και επιβεβλημένο, ώστε, χωρίς παραμορφωτικούς φακούς ή αναλύσεις-εντός ή εκτός εισαγωγικών-από πλευτάς ποικιλώνυμων πολιτικών ή άλλων σχολιαστών, οι ΄Ελληνες πολίτες να έχουν την άμεση πληροφόρηση, την οποία δικαιούνται και νομιμοποιούνται να περιμένουν.
Βεβαίως, δε, οι πολίτες θα τοποθετηθούν εν συνεχεία γιά όσα θα πει ή θα παραλείψει να πει ο Έλληνας πρωθυπουργός, γιά θέσεις, πράξεις και επιλογές που δεν ανταποκρίνονται εις την πραγματικότητα της χώρας, την οποία αυτοί βιώνουν.
Από την άποψη αυτή, και η χτεσινή συνέντευξη του πρωθυπουργού της χώρας κ. Αντώνη Σαμαρά προς την «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» θα συζητηθεί, όπως είναι ευνόητο. Και θα ασκηθεί εις τον πρωθυπουργό η δέουσα κριτική και ο πλέον αυστηρός έλεγχος που του πρέπει, όπως αρμόζει σε μία λειτουργούσα Δημοκρατία.
Η κριτική προς τα δρώμενα της εκάστοτε κυβερνήσεως, των κομμάτων της χώρας και των συνδικάτων πρέπει να αρχίζει από την φυσική και σε βάθος-όπως πρέπει να απαιτείται- ενημέρωση από τους αντίστοιχους εκπροσώπους, ανεξαρτήτως και πέραν της συμφωνίας ή μη των ΜΜΕ με το συνεντευξιαζόμενο, επί των πολιτικών ή γενικότερων θέσεων τις οποίες παρουσιάζει.
Προς τούτο η ανεξαρτησία των δημοσιογράφων, από κάθε κέντρο ή παράκεντρο πέραν των αυστηρώς προδιαγεγραμμένων κατευθύνσεων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, αποτελεί επιβεβλημένη και καθαρή προκαταρκτική απαρέγκλητη προϋπόθεση. Και βεβαίως η βούληση των ΜΜΕ, η οποία θα πρέπει να επιβεβαιώνεται στην πράξη, ότι, ως μέσα νημέρωσης, δεν υπηρετούν παρά την αλήθεια και μόνον και τελικώς την αντικειμενική, κατά το δυνατόν, ενημέρωση των πολιτών. Και συνεπώς, ότι δεν άγονται και δεν φέρονται από ένα ακατανόητο δούναι-λαβείν της «τέταρτης εξουσίας» με τις τρεις, συνταγματικώς οριζόμενες, εξουσίες, με την πρώτη υποχείριο των δευτέρων, αλλά κάποτε και αντιστρόφως.
Από την άποψη αυτή, μελαγχολικές-τουλάχιστον- σκέψεις γεννά η αντίληψη των «προοδευτικών» ενημερωτικών μέσων, από την πολιτική ενημέρωσης που ακολουθούν προς τους αναγνώστες τους, η οποία μόνον σκοταδιστική τελικώς είναι!
Υπάρχει η περίπτωση του κομματικού δελτίου της «ΑΥΓΗΣ»-εφημερίδας υποτεταγμένης εις την πεφωτισμένη αλήθεια του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ που την εκδίδει. Το φύλλο αυτό νομιμοποιείται-όπως τόσο φιλάρεσκα φρονεί- να ασκεί κριτική κατά των πάντων γιά όσα εμφανίζονται να πράττουν ή να εννοούν. Και δεν αισθάνονται ποτέ την ανάγκη να απευθυνθούν εις τους ίδιους τους αυστηρώς-μέχρι σημείου διαστρεβλώσεως των θέσεων τους- κρινομένους και να τους ερωτήσουν πώς εννοούν αυτό το οποίο λέγουν ή πράττουν.
Αντιστρόφως και η αντιπολίτευση (αρχής γενομένης από το μονίμως θορυβούν κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως) θεωρεί ότι το «σύστημα» παραμορφώνει ή διαστρεβλώνει όσα πράττει ή λέγει, όπως αυτοί, όμως, μπορούν να κάνουν γιά τους κυβερνώντες. Καμία συναντίληψη σε τίποτε!
Είμαι περίπου βέβαιος, ότι ουδέποτε εζητήθη από την «ΑΥΓΗ» συνέντευξη από τον πρωθυπουργό της χώρας, ο οποίος ανεδείχθη από τις εκλογές του Ιουνίου 2012, ούτε από υπουργούς της κυβέρνησης του εκ των τριών προηγουμένως και των δύο κομμάτων που σήμερα τη συναποτελούν. Περιττή πολυτέλεια, όταν τόσα θέματα τρέχουν και η χώρα δοκιμάζεται από τη χειρότερη οικονομική κρίση των τελευταίων ετών;
Το ίδιο, βεβαίως, από πλευράς και του «ΡΙΖΟΠΑΣΤΗ», ο οποίος, ως εκφραστής της ΚΕ του ΚΚΕ της οποίας αποτελεί το όργανο, αυτοδεσμεύεται έτι περισσότερο, ως προς τα όρια της δημοσιογραφίας που θα ακολουθήσει, μέχρις στραγγαλισμού της, χωρίς να υπολείπεται βεβαίως και η «ΑΥΓΗ», καίτοι, τυπικώς, περισσότερο ανεξάρτητο βήμα.
Συνέντευξη του πρωθυπουργού Σαμαρά ή των κατ’ εξοχήν συναρμοδίων υπουργών Βενιζέλου ή Αβραμόπουλου, λοιπόν, γιά το φλέγον θέμα των ημερων της Συρίας δεν είναι καν νοητή. Όπως δεν είναι καν νοητή συνέντευξη του Τσίπρα προς το «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» ή του Κουτσούμπα ή του Κουβέλη από την «ΑΥΓΗ», γιά την ίδια την Αριστερά, το μέλλον της και τις πολιτικές της προτάσεις. Αλλά αυτό δεν είναι απλώς απαξίωση της δημοσιογραφίας, αλλά κακοποίηση της ίδιας της ελευθερίας των πολιτών της Αριστεράς να πληροφορούνται πρωτογενώς, δίχως μεσάζοντες, γιά όσα τρέχουν.
Εννοείται, ότι, εάν σε ένα τέτοιο πλαίσιο, εζητήθησαν, τυχόν, συνεντεύξεις και η απάντηση ήταν αρνητική, αυτό είναι εξ ίσου καταδικαστέα στάση και αποτελεί λόγο ανησυχίας, με πρώτη σκέψη την επιδίωξη προς συσκότιση.
Πόσο θα συνεχισθεί αυτή η κατάσταση, με μία ακατανίκητη διαπλοκή να κυριαρχεί σε αυτό το θέμα Δημοκρατίας ουσιαστικώς; Και τα ίδια τα δημοσιογραφικά σωματεία, αλωθέντα από καιρό από τον πιό σκληρό κομματικό συνδικαλισμό, να κοιτούν απλώς την πραγματικότητα με ένοχη-πλην παγιωμένη- αδράνεια;
Σεραφείμ Χ. Μηχιώτης