Γράφει ο Γιάννης Θ. Κεσσόπουλος
Καταρχήν να πούμε ότι άλλο πράγμα είναι η πεζοδρόμηση της Λεωφόρου Νίκης και άλλο τα ανοιχτά μαγαζιά την Κυριακή,
παρόλο που συνδυάστηκαν σήμερα στη Θεσσαλονίκη. Η πρώτη μπορεί να έδωσε ωραίες εικόνες αλλά ταυτόχρονα δημιούργησε και πάλι πολλά προβλήματα στους οδηγούς, δηλαδή σε μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας.
Οι πεζοδρομήσεις των πόλεων είναι κάτι θετικό. Αυτονόητα θετικό, αξιωματικά θετικό –τα διεθνή και εγχώρια παραδείγματα δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών. Αρκεί να γίνονται με σχέδιο. Γι’ αυτό το λόγο είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι οι αποσπασματικές πεζοδρομήσεις –τύπου Αγίας Σοφίας- ή οι πειραματικές -τύπου Λ. Νίκης- πολλές φορές δημιουργούν προβλήματα σε τέτοιο βαθμό που ακυρώνουν το ίδιο το εγχείρημα. Και θα προτιμούσα «άμεση και καταιγιστική» πεζοδρόμηση του κέντρου της πόλης, φυσικά με βάση συγκεκριμένο σχέδιο που θα περιέχει προβλέψεις για την ομαλή κίνηση πεζών, ΙΧ, αστικών συγκοινωνιών και πάρκινγκ. Στο κάτω κάτω το πειραματικό και όχι το μόνιμο δεν δημιουργεί ούτε κουλτούρα ούτε κανόνα στην πόλη. Οι πολίτες δεν μαθαίνουν να κινούνται με κάποιο συγκεκριμένο ασφαλή τρόπο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τα σημερινά προβλήματα στην κίνηση των οχημάτων στους παράλληλους της Λ. Νίκης δρόμους, το αποδεικνύουν.
Ξέρω ότι ορισμένοι ανησυχούν από την εφαρμογή μιας τέτοιας πεζοδρόμησης και είναι φυσικό γιατί σε τούτο το κράτος είναι κανόνας η τσαπατσουλιά, όμως γι’ αυτό μιλώ για μελετημένο και ολοκληρωμένο σχέδιο. Ωστόσο εκτιμώ ότι εάν η ενέργεια δεν είναι αποσπασματική θα έχει επιτυχία και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα –σε ορίζοντα τετραετίας που διαρκεί η θητεία μιας διοίκησης στην τοπική αυτοδιοίκηση, πιστεύω ότι από τον πρώτο χρόνο θα φαινόταν τα θετικά αποτελέσματα.
Όσον αφορά στην ιστορία που λέγεται «ανοιχτά μαγαζιά κάποιες Κυριακές το χρόνο», είναι μία ιστορία γεμάτη στρεβλώσεις. Αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς εξελίσσεται.
Η αρχική ιδέα, η οποία είχε πέσει στο τραπέζι πριν από 5-6 χρόνια όταν ακόμη υπήρχαν λεφτά, αφορούσε τη λειτουργία των καταστημάτων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης κάποιες Κυριακές το χρόνο που η πόλη έχει φιλοξενούμενους (Φεστιβάλ, ΔΕΘ, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά κλπ).
Είχε στόχο να εξυπηρετήσει τον τουρισμό –ή αν θέλετε να στηρίξει τότε την προσπάθεια για τουριστική ανάπτυξη της πόλης. Άρα μια Κυριακή σαν τη σημερινή που έχουμε Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ήταν μια καλή μέρα για ένα τέτοιο εγχείρημα στο κέντρο της πόλης. Δεν είχε στόχο να ψωνίσει από το σούπερ μάρκετ (και γενικώς) την 7η μέρα, σε βάρος των εργαζομένων και των επιχειρηματιών, ο απαράδεκτος που δεν ψώνισε τις προηγούμενες έξι. Και κατ’ αυτήν την έννοια μόνο δήθεν μικροσυμφέροντα μπορεί να δικαιολογήσουν το άνοιγμα των καταστημάτων σε περιοχές της Θεσσαλονίκης εκτός κέντρου ή σε επαρχιακές πόλεις που δεν δέχονται τουρίστες.
Ο σεβασμός των εργασιακών δικαιωμάτων, όσων έχουν απομείνει πια, θεωρούνταν αυτονόητος όταν ξεκίνησε η συζήτηση. Και πρέπει να θεωρείται ακόμη. Άσχετα εάν δεν τα προστατεύσανε ούτε καν εκείνοι που εμφανίζονται ως υπερασπιστές τους. Μέρες, λοιπόν, σαν τη σημερινή, θα ήταν μια καλή ευκαιρία και πιο χρήσιμο -αντί για μπλόκα έξω από μαγαζιά και αντί για απειλές σε όσους κατεβαίνουν στην αγορά- να διεκδικούμε την πραγματική λειτουργία της Επιθεώρησης Εργασίας, δηλαδή την ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων από το κράτος από τις αυθαιρεσίες εργοδοτών. Η οποία δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες. Και η λειτουργία της απαιτεί πολιτική βούληση. Εν ολίγοις ήταν μια μέρα που προσφερόταν για πρόταση, αντί για άρνηση.