Γεώργιος Χατζανέστης | |
---|---|
Ο Γεώργιος Χατζηανέστης |
εκστρατείας από τον Μάιο του 1922 μέχρι τις 24 Αυγούστου 1922. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, κρίθηκε ένοχος στη «δίκη των έξι» για τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε θάνατο και να εκτελεστεί στις 15 Νοεμβρίου 1922.
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του Νικόλαου Χατσόπουλου - Χατζανέστη, νομάρχη Αττικής και της Μαρίας Πιτσιπίου, θυγατέρας του Χιώτη λόγιου Ιακώβου Πιτσιπίου και χήρα του σπουδαίου τυπογράφου και εκδότη Ανδρέα Κορομηλά. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1884 οπότε και συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία.
Η στρατιωτική του καριέρα
Κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ως λοχαγός διετέλεσε για μικρό χρονικό διάστημα επιτελάρχης της 3ης (ΙΙΙ) Ταξιαρχίας αναλαμβάνοντας αργότερα τη διοίκηση της 2ης (ΙΙ) ορειβατικής πυροβολαρχίας.
Το 1904 μετατάχθηκε στο νεοσύστατο τότε Σώμα των Γενικών Επιτελείων. Κατά την επανάσταση του 1909 παραιτήθηκε από το στράτευμα. Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους επανήλθε ως έφεδρος ταγματάρχης και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της 6ης (VI) Μεραρχίας στην αρχή και αργότερα της 5ης (V).
Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, με ειδικό νόμο, επανέκτησε την πρότερη αρχαιότητα λαμβάνοντας το βαθμό των συγχρόνων του, του συνταγματάρχη του πυροβολικού. Με τον βαθμό αυτό και διορίσθηκε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων. Κατά την επιστράτευση του 1915 ανέλαβε τη διοίκηση της 5ης Μεραρχίας. Καθ΄ όλη την εκεί υπηρεσία του τον διέκρινε πνεύμα εξαιρετικής αυστηρότητας που υπερέβαινε κατά πολύ τα όρια του πρέποντος και της αντοχής.
Αποτέλεσμα αυτής της πολύ αυστηρής συμπεριφοράς του ήταν η εναντίον του εκδήλωση στάσης στη Μεραρχία του, με κίνδυνο διάλυσής της. Συνέπεια αυτού του γεγονότος ήταν η έκδοση σχετικής διαταγής μετάθεσης και η τοποθέτησή του στην θέση του διοικητή της 15ης μεραρχίας. Μη αποδεχόμενος όμως τη θέση αυτή, ζήτησε να τεθεί σε διαθεσιμότητα προκειμένου να μεταβεί στην Ελβετία, αίτημα που έγινε αποδεκτό.
Ανάκληση στην ενεργό υπηρεσία
Επιστρέφοντας από την Ελβετία και αφού ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία το 1921, τον Απρίλιο του 1922 ανέλαβε Διοικητής της Στρατιάς Θράκης και τον Μάιο του 1922 Διοικητής της Στρατιάς της Μικράς Ασίας. Αντιλαμβανόμενος τα μειονεκτήματα της πολύ εκτεταμένης διάταξης την οποία είχε η Στρατιά, προπαρασκεύασε τη σύμπτυξη του μετώπου σε μικρότερο μήκος. Πριν όμως προλάβει αυτή να ολοκληρωθεί, εκδηλώθηκε η μεγάλη τουρκική επίθεση του Αυγούστου του 1922. Κατά τη διάρκεια εκείνης της επίθεσης καθηλώθηκε στη Σμύρνη και τελικά δεν έπραξε τίποτε για τη συγκράτηση της άτακτης οπισθοχώρησης και την ανασυγκρότηση της υπ΄ αυτόν διοικούμενης Στρατιάς. Για το γεγονός αυτό κρίθηκε ένοχος από το επαναστατικό δικαστήριο των κινηματιών του 1922, στη λεγόμενη «δίκη των έξι» με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε θάνατο και να εκτελεστεί.
Εκτέλεση και μετέπειτα δικαίωση
Λίγα λεπτά πριν την εκτέλεσή του στις 15 Νοεμβρίου του 1922, όταν του διαβάστηκε το κείμενο της καθαίρεσης που έπρεπε να προηγηθεί της εκτέλεσης αφαίρεσε ο ίδιος από το πηλίκιό του το εθνόσημο και πέταξε αυτό και τις επωμίδες του στο έδαφος. Όταν του ζητήθηκε η τελευταία του επιθυμία, αρνούμενος να του δέσουν τα μάτια, αναφώνησε:
"Η μόνη μου εντροπή είναι ότι υπήρξα αρχιστράτηγος φυγάδων".
Σημειώνεται ότι ουδέποτε εξέδωσε διαταγή υποχώρησης. Επίσης η αδερφή του Αικατερίνη είχε παντρευτεί τον Βρετανό διπλωμάτη λόρδο Εδουάρδο Λω. Ήταν η περίφημη, για την ομορφιά και την εκκεντρικότητά της, Λαίδη Λω.[1] Ο ίδιος ήταν παντρεμένος και είχε μια κόρη, σύζυγο του Βλαδίμηρου Λεβίδη, αξιωματικού του στρατού και γόνου της οικογένειας Λεβίδη.
Το 2010, μετά από αίτηση του Μιχάλη Πρωτοπαπαδάκη από το 2008, εγγονού του πρώην πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη,[2] παύθηκε οριστικά από τον Άρειο Πάγο η δίωξη των έξι (ανάμεσά τους και του Γεωργίου Χατζανέστη) λόγω παραγραφής.