Το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής (παρά την προπαγάνδα των δημοσκοπήσεων που προέβλεπαν ντέρμπι) δεν θα
πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Μπορεί, πράγματι, ελάχιστοι να ανέμεναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πετύχει μια τόσο ευρεία νίκη (χάνοντας μάλιστα ελάχιστη από τη δύναμη που κατέγραψε τον Ιανουάριο), όμως, αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα δούμε ότι το αποτέλεσμα της Κυριακής έχει εξήγηση. Ο λαός πάντα έδινε μια δεύτερη ευκαιρία στους κυβερνήτες της Μεταπολίτευσης. Ακόμα και όταν οι αρχικές μεγάλες προσδοκίες διαψεύδονταν, οι ψηφοφόροι έδειχναν ανοχή και παρείχαν στήριξη. Ισως γιατί ο λαός μας κατά βάθος είναι ευκολόπιστος, ονειροπόλος (δεν θέλει να διαψεύδονται οι ελπίδες του) και... εγωιστής (δεν αποδέχεται εύκολα ότι έκανε λάθος επιλογή).
Ο πρώτος μεταπολιτευτικά που είχε δύο ευκαιρίες ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που τόσο το 1975 όσο και το 1977 πήρε την εντολή που ζήτησε από τον λαό. Ετσι έγινε με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος μετά την ευρεία νίκη του το 1981 πήρε όχι μόνο μια δεύτερη ευκαιρία το 1985 αλλά και τρίτη μετά το «διάλειμμα» της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο «κανόνας» επιβεβαιώθηκε και με τον Κώστα Σημίτη που μετά τη νίκη του το 1996 ο λαός τού έδωσε τη δεύτερη ευκαιρία που ζητούσε για να ολοκληρώσει τον... εκσυγχρονισμό το 2000.
Ακολούθως και ο Κώστας Καραμανλής είχε τη δική του δεύτερη ευκαιρία το 2007 (μετά τη νίκη του το 2004), την οποία βέβαια άφησε ανεκμετάλλευτη. Ακόμη και ο Αντώνης Σαμαράς είχε επί της ουσίας δύο ευκαιρίες, αφού, παρότι είχε κάνει τη μνημονιακή στροφή του (συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Παπαδήμου), κέρδισε δύο απανωτές εκλογές τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012.
Μοναδικές εξαιρέσεις (όχι τυχαία) της μεταπολιτευτικής περιόδου ήταν οι κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Γιώργου Παπανδρέου (ο οποίος προκάλεσε τόσο μεγάλη καταστροφή στη χώρα και ήταν τόσο εξόφθαλμα ανίκανος κυβερνήτης που δεν διανοήθηκε καν να ζητήσει δεύτερη ευκαιρία).
Ο κ. Τσίπρας, λοιπόν, επιβεβαίωσε τη μεταπολιτευτική προϊστορία του τόπου. Δεν του δόθηκε συγχωροχάρτι για τα λάθη και τα ψέματά του ούτε «ξεπλύθηκε» για τη μνημονιακή κωλοτούμπα του. Απλώς πήρε παράταση ζωής από τους ψηφοφόρους, γιατί ο ίδιος προσωπικά εξακολουθούσε να δημιουργεί περισσότερες ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο συγκριτικά με τους αντιπάλους του.
Ομως η ανάγνωση της εκλογικής ιστορίας δείχνει και ορισμένα άλλα στοιχεία, τα οποία ο κ. Τσίπρας δεν θα πρέπει να αγνοήσει.
Κανένας (μα κανένας) δεν πήρε από τον λαό τρίτη ευκαιρία! Ακόμα και η τρίτη διακυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ήρθε έπειτα από αρκετά χρόνια, στα οποία κυριάρχησε η Ν.Δ.
Την τρίτη φορά ο λαός πάντα τιμωρεί σκληρά! Η Ν.Δ. κατέρρευσε το 1981, ο Σημίτης το 2004 και ο Κ. Καραμανλής το 2007.
Ολοι όσοι έχασαν την τρίτη φορά (με εξαίρεση τον... ιδιοκτήτη του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου), παρότι είχαν καταγράψει νωρίτερα δύο θριάμβους, έχασαν όχι μόνο την πρωθυπουργία αλλά και την αρχηγία των κομμάτων τους και ουσιαστικά εξαφανίστηκαν από την ενεργό πολιτική!
Κατόπιν όλων αυτών είναι σαφές ότι ο κ. Τσίπρας δεν θα απολαύσει για πολύ καιρό ακόμα την ανοχή του ελληνικού λαού. Αν με το έργο του δεν αποδειχτεί αντάξιος των (λιγότερων αλλά υπαρκτών) προσδοκιών, θα καταρρεύσει στη συνείδηση του κόσμου και θα συμπαρασύρει μαζί του και όλον τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η αλήθεια είναι ότι μόνο καλά δεν ξεκίνησε...
Δημήτρης Ριζούλης
πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Μπορεί, πράγματι, ελάχιστοι να ανέμεναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πετύχει μια τόσο ευρεία νίκη (χάνοντας μάλιστα ελάχιστη από τη δύναμη που κατέγραψε τον Ιανουάριο), όμως, αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα δούμε ότι το αποτέλεσμα της Κυριακής έχει εξήγηση. Ο λαός πάντα έδινε μια δεύτερη ευκαιρία στους κυβερνήτες της Μεταπολίτευσης. Ακόμα και όταν οι αρχικές μεγάλες προσδοκίες διαψεύδονταν, οι ψηφοφόροι έδειχναν ανοχή και παρείχαν στήριξη. Ισως γιατί ο λαός μας κατά βάθος είναι ευκολόπιστος, ονειροπόλος (δεν θέλει να διαψεύδονται οι ελπίδες του) και... εγωιστής (δεν αποδέχεται εύκολα ότι έκανε λάθος επιλογή).
Ο πρώτος μεταπολιτευτικά που είχε δύο ευκαιρίες ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που τόσο το 1975 όσο και το 1977 πήρε την εντολή που ζήτησε από τον λαό. Ετσι έγινε με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος μετά την ευρεία νίκη του το 1981 πήρε όχι μόνο μια δεύτερη ευκαιρία το 1985 αλλά και τρίτη μετά το «διάλειμμα» της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο «κανόνας» επιβεβαιώθηκε και με τον Κώστα Σημίτη που μετά τη νίκη του το 1996 ο λαός τού έδωσε τη δεύτερη ευκαιρία που ζητούσε για να ολοκληρώσει τον... εκσυγχρονισμό το 2000.
Ακολούθως και ο Κώστας Καραμανλής είχε τη δική του δεύτερη ευκαιρία το 2007 (μετά τη νίκη του το 2004), την οποία βέβαια άφησε ανεκμετάλλευτη. Ακόμη και ο Αντώνης Σαμαράς είχε επί της ουσίας δύο ευκαιρίες, αφού, παρότι είχε κάνει τη μνημονιακή στροφή του (συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Παπαδήμου), κέρδισε δύο απανωτές εκλογές τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012.
Μοναδικές εξαιρέσεις (όχι τυχαία) της μεταπολιτευτικής περιόδου ήταν οι κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Γιώργου Παπανδρέου (ο οποίος προκάλεσε τόσο μεγάλη καταστροφή στη χώρα και ήταν τόσο εξόφθαλμα ανίκανος κυβερνήτης που δεν διανοήθηκε καν να ζητήσει δεύτερη ευκαιρία).
Ο κ. Τσίπρας, λοιπόν, επιβεβαίωσε τη μεταπολιτευτική προϊστορία του τόπου. Δεν του δόθηκε συγχωροχάρτι για τα λάθη και τα ψέματά του ούτε «ξεπλύθηκε» για τη μνημονιακή κωλοτούμπα του. Απλώς πήρε παράταση ζωής από τους ψηφοφόρους, γιατί ο ίδιος προσωπικά εξακολουθούσε να δημιουργεί περισσότερες ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο συγκριτικά με τους αντιπάλους του.
Ομως η ανάγνωση της εκλογικής ιστορίας δείχνει και ορισμένα άλλα στοιχεία, τα οποία ο κ. Τσίπρας δεν θα πρέπει να αγνοήσει.
Κανένας (μα κανένας) δεν πήρε από τον λαό τρίτη ευκαιρία! Ακόμα και η τρίτη διακυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ήρθε έπειτα από αρκετά χρόνια, στα οποία κυριάρχησε η Ν.Δ.
Την τρίτη φορά ο λαός πάντα τιμωρεί σκληρά! Η Ν.Δ. κατέρρευσε το 1981, ο Σημίτης το 2004 και ο Κ. Καραμανλής το 2007.
Ολοι όσοι έχασαν την τρίτη φορά (με εξαίρεση τον... ιδιοκτήτη του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου), παρότι είχαν καταγράψει νωρίτερα δύο θριάμβους, έχασαν όχι μόνο την πρωθυπουργία αλλά και την αρχηγία των κομμάτων τους και ουσιαστικά εξαφανίστηκαν από την ενεργό πολιτική!
Κατόπιν όλων αυτών είναι σαφές ότι ο κ. Τσίπρας δεν θα απολαύσει για πολύ καιρό ακόμα την ανοχή του ελληνικού λαού. Αν με το έργο του δεν αποδειχτεί αντάξιος των (λιγότερων αλλά υπαρκτών) προσδοκιών, θα καταρρεύσει στη συνείδηση του κόσμου και θα συμπαρασύρει μαζί του και όλον τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η αλήθεια είναι ότι μόνο καλά δεν ξεκίνησε...
Δημήτρης Ριζούλης