Ως γνωστόν, το Βέλγιο συγκλονίζεται εδώ και μήνες (για την ακρίβεια
χρόνια) από διαδηλώσεις κατά της λιτότητας και της μεταρρύθμισης των
εργασιακών σχέσεων.
Ήδη, την περασμένη εβδομάδα έγινε γνωστό πως η κυβέρνηση συνασπισμού κινείται προς
την κατάργηση της υποχρεωτικής 38ωρης εβδομαδιαίας εργασίας και της υιοθέτησης πιο ευέλικτων ωραρίων, πιο ελαστικών σχέσεων εργασίας.
Μάλιστα η εφημερίδα De Tijd, ανέφερε πως η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει στις αλλαγές, ώστε «να μην φτάσει κάποια στιγμή το Βέλγιο στο σημείο της Ελλάδας που αναγκάστηκε να προχωρήσει σε δραστικές μειώσεις στις συντάξεις».
Στις 7 Οκτωβρίου το Βέλγιο παρέλυσε λόγω της μεγάλης απεργίας στις συγκοινωνίες και στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας.
Η παραγωγή στο εργοστάσιο της ArcelorMittal στη Γάνδη σταμάτησε με τους εργαζόμενους να επιτρέπουν την είσοδο στο κτίριο μόνο όσων ήταν απαραίτητοι για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του εξοπλισμού.
Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο της Audi στις Βρυξέλλες δεν απεργούσαν, όμως η παραγωγή μειώθηκε επειδή πολλοί δεν κατάφεραν να πάνε στη δουλειά τους εξαιτίας των προβλημάτων στις δημόσιες συγκοινωνίες.
Μια εβδομάδα νωρίτερα, δεκάδες χιλιάδες Βέλγοι εργαζόμενοι είχαν πραγματοποιήσει πορεία στις Βρυξέλλες κατά τη δεύτερη επέτειο από την ανάληψη της εξουσίας από την κεντροδεξιά κυβέρνηση, διαμαρτυρόμενοι κατά των σχεδίων της να παρατείνει την εργάσιμη εβδομάδα και να μην προχωρήσει σε μια προγραμματισμένη αύξηση μισθών.
Η κυβέρνηση του Σαρλ Μισέλ έχει παγώσει προσωρινά τους μισθούς και έχει ανακοινώσει ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί στα 67 από τα 65 έτη, με ορίζοντα το 2030.
Επρόκειτο για την τέταρτη διαδήλωση κατά των μέτρων της τετρακομματικής κυβέρνησης συνασπισμού τα τελευταία δύο χρόνια.
Τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα, το FGTB (σοσιαλιστικό), το CSC (χριστιανοδημοκρατικό) και το CGSLB (φιλελεύθερο) παρουσιάζουν μια δυσμενή εικόνα για τα εργατικά δικαιώματα στο Βέλγιο: «Φουσκωμένοι λογαριασμοί, μειωμένη κοινωνική πρόνοια, περισσότερη δουλειά, για περισσότερη ώρα, με λιγότερες απολαβές και ολοένα και πιο ευέλικτη εργασία. Μοιράζονται δώρα στις μεγάλες περιουσίες και τις εταιρείες».
Τον Μάιο, οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα είχαν προχωρήσει και πάλι σε απεργιακές κινητοποιήσεις.
Εργαζόμενοι στις δημόσιες μεταφορές, στους σιδηροδρόμους, στις φυλακές, στην τοπική και την ομοσπονδιακή διοίκηση, την ταχυδρομική υπηρεσία, την πρώην κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών και τα σχολεία πραγματοποίησαν διαδηλώσεις στις Βρυξέλλες και άλλες μεγάλες βελγικές πόλεις.
Φυσικά, προκλήθηκε χάος σε όλη τη χώρα. Και πολλά επεισόδια.
Τότε, ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών Γιόχαν Βαν Όβερτβελντ με δηλώσεις του στο φλαμανδικό ραδιόφωνο Radiop 1 είχε δηλώσει ότι διαφωνεί με τις θέσεις του ΔΝΤ για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Είχε μάλιστα προσθέσει ότι δεν πρόκειται να γίνει αυτό που θέλει το ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος:
«Έχουν ήδη γίνει πολλά για τους Έλληνες. Έλαβαν μεγαλύτερο από ό,τι συνηθίζεται χρόνο αποπληρωμής των δανείων τους, ενώ και τα επιτόκια δανεισμού τους είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα χωρών όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία», είχε δηλώσει. Και πρόσθεσε:
«Πολλοί σημειώνουν ότι αν και όλοι οι όροι της συμφωνίας έχουν τηρηθεί, η οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε καταστολή. Η αλήθεια όμως είναι ότι το πρόγραμμα έχει μόνον εν μέρει εφαρμοστεί. Εάν είχαν τηρηθεί όλες οι δεσμεύσεις, οι προκλήσεις θα ήταν τώρα πολύ μικρότερες».
Διερωτάται επομένως κανείς: Πώς οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα πείσουν τους Βέλγους πολιτικούς να πείσουν τους πολίτες τους που διαδηλώνουν παραλύοντας τη χώρα ότι πρέπει να ασχοληθούν με τα προβλήματα της Ελλάδας;
Με την περίφημη «συμμαχία του Νότου»;
εργασιακών σχέσεων.
Ήδη, την περασμένη εβδομάδα έγινε γνωστό πως η κυβέρνηση συνασπισμού κινείται προς
την κατάργηση της υποχρεωτικής 38ωρης εβδομαδιαίας εργασίας και της υιοθέτησης πιο ευέλικτων ωραρίων, πιο ελαστικών σχέσεων εργασίας.
Μάλιστα η εφημερίδα De Tijd, ανέφερε πως η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει στις αλλαγές, ώστε «να μην φτάσει κάποια στιγμή το Βέλγιο στο σημείο της Ελλάδας που αναγκάστηκε να προχωρήσει σε δραστικές μειώσεις στις συντάξεις».
Στις 7 Οκτωβρίου το Βέλγιο παρέλυσε λόγω της μεγάλης απεργίας στις συγκοινωνίες και στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας.
Η παραγωγή στο εργοστάσιο της ArcelorMittal στη Γάνδη σταμάτησε με τους εργαζόμενους να επιτρέπουν την είσοδο στο κτίριο μόνο όσων ήταν απαραίτητοι για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του εξοπλισμού.
Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο της Audi στις Βρυξέλλες δεν απεργούσαν, όμως η παραγωγή μειώθηκε επειδή πολλοί δεν κατάφεραν να πάνε στη δουλειά τους εξαιτίας των προβλημάτων στις δημόσιες συγκοινωνίες.
Μια εβδομάδα νωρίτερα, δεκάδες χιλιάδες Βέλγοι εργαζόμενοι είχαν πραγματοποιήσει πορεία στις Βρυξέλλες κατά τη δεύτερη επέτειο από την ανάληψη της εξουσίας από την κεντροδεξιά κυβέρνηση, διαμαρτυρόμενοι κατά των σχεδίων της να παρατείνει την εργάσιμη εβδομάδα και να μην προχωρήσει σε μια προγραμματισμένη αύξηση μισθών.
Η κυβέρνηση του Σαρλ Μισέλ έχει παγώσει προσωρινά τους μισθούς και έχει ανακοινώσει ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί στα 67 από τα 65 έτη, με ορίζοντα το 2030.
Επρόκειτο για την τέταρτη διαδήλωση κατά των μέτρων της τετρακομματικής κυβέρνησης συνασπισμού τα τελευταία δύο χρόνια.
Τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα, το FGTB (σοσιαλιστικό), το CSC (χριστιανοδημοκρατικό) και το CGSLB (φιλελεύθερο) παρουσιάζουν μια δυσμενή εικόνα για τα εργατικά δικαιώματα στο Βέλγιο: «Φουσκωμένοι λογαριασμοί, μειωμένη κοινωνική πρόνοια, περισσότερη δουλειά, για περισσότερη ώρα, με λιγότερες απολαβές και ολοένα και πιο ευέλικτη εργασία. Μοιράζονται δώρα στις μεγάλες περιουσίες και τις εταιρείες».
Τον Μάιο, οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα είχαν προχωρήσει και πάλι σε απεργιακές κινητοποιήσεις.
Εργαζόμενοι στις δημόσιες μεταφορές, στους σιδηροδρόμους, στις φυλακές, στην τοπική και την ομοσπονδιακή διοίκηση, την ταχυδρομική υπηρεσία, την πρώην κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών και τα σχολεία πραγματοποίησαν διαδηλώσεις στις Βρυξέλλες και άλλες μεγάλες βελγικές πόλεις.
Φυσικά, προκλήθηκε χάος σε όλη τη χώρα. Και πολλά επεισόδια.
Τότε, ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών Γιόχαν Βαν Όβερτβελντ με δηλώσεις του στο φλαμανδικό ραδιόφωνο Radiop 1 είχε δηλώσει ότι διαφωνεί με τις θέσεις του ΔΝΤ για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Είχε μάλιστα προσθέσει ότι δεν πρόκειται να γίνει αυτό που θέλει το ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος:
«Έχουν ήδη γίνει πολλά για τους Έλληνες. Έλαβαν μεγαλύτερο από ό,τι συνηθίζεται χρόνο αποπληρωμής των δανείων τους, ενώ και τα επιτόκια δανεισμού τους είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα χωρών όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία», είχε δηλώσει. Και πρόσθεσε:
«Πολλοί σημειώνουν ότι αν και όλοι οι όροι της συμφωνίας έχουν τηρηθεί, η οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε καταστολή. Η αλήθεια όμως είναι ότι το πρόγραμμα έχει μόνον εν μέρει εφαρμοστεί. Εάν είχαν τηρηθεί όλες οι δεσμεύσεις, οι προκλήσεις θα ήταν τώρα πολύ μικρότερες».
Διερωτάται επομένως κανείς: Πώς οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα πείσουν τους Βέλγους πολιτικούς να πείσουν τους πολίτες τους που διαδηλώνουν παραλύοντας τη χώρα ότι πρέπει να ασχοληθούν με τα προβλήματα της Ελλάδας;
Με την περίφημη «συμμαχία του Νότου»;