Τα τελευταία νέα για την ελληνική οικονομία υποστηρίζουν τις
απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ σχετικά με τη βιωσιμότητα
του ελληνικού χρέους, όπως σημειώνει η Capital Economics σε νέα έκθεσή της.
Πάντως, όπως τονίζεται στην έκθεση την οποία επικαλείται το capital.gr, ανεξάρτητα από το αν επιτευχθεί μια συμφωνία για την β’ αξιολόγηση ή όχι, η αύξηση του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη υποδηλώνει ότι υπάρχει μικρή προοπτική των εταίρων της Ε.Ε. να συμφωνήσουν ποτέ σε μία ουσιαστική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Εν μέσω των εξελίξεων γύρω από τις συνεχιζόμενες συνομιλίες μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, τα στοιχεία αυτής της εβδομάδας αποτυπώνουν την ιδιαίτερα κακή εικόνα των ελληνικών οικονομικών συνθηκών. Το ελληνικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,4% στο δ’ τρίμηνο, μία πολύ χαμηλή επίδοση σε σχέση με τις προβλέψεις για ανάπτυξη της τάξης του 0,4%, όπως επισημαίνει η C.E.
Και ακόμη χειρότερα, μετά την αδυναμία του δ’ τριμήνου, ο δείκτης του μεταποιητικού κλάδου PMI υποχώρησε περαιτέρω τον Ιανουάριο, γεγονός που υποδηλώνει ότι η οικονομία έκανε μια πολύ κακή εκκίνηση για το 2017. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συνολική εικόνα της ευρωζώνης, η οποία βελτιώθηκε σημαντικά. Αν και μέρος της πτώσης του Ιανουαρίου πιθανόν να οφείλεται σε προσωρινές επιδράσεις του καιρού, η αδυναμία μπορεί επίσης να οφείλεται στην τελευταία σειρά μέτρων λιτότητας που τέθηκαν σε ισχύ στις αρχές του έτους, καθώς και στην πρόσφατη άνοδο του πληθωρισμού των τιμών της ενέργειας.
Πράγματι, τα στοιχεία αυτής της εβδομάδας έδειξαν, επίσης, ότι ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε τον Ιανουάριο, από 0,3% στο 1,5%. Λίγο κάτω από το ήμισυ της αύξησης αυτής, οφείλεται στις τελευταίες αυξήσεις φόρων, ενώ ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας αυξήθηκε επίσης. Οι υψηλότερες τιμές θα χτυπήσουν τα πραγματικά εισοδήματα των καταναλωτών φέτος και, ως εκ τούτου θα χτυπήσουν την ανάπτυξη.
Συνολικά, όπως σημειώνει η Capital Economics, τα πρόσφατα στοιχεία θέτουν υπό αμφισβήτηση την ιδέα ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια σταθερή βάση, την οποία και υιοθετούν αξιωματούχοι της ΕΕ στην τελευταία διαφωνία τους με το ΔΝΤ. Αν μη τι άλλο, μετά τα σχόλια του Ντάισελμπλουμ ότι το ΔΝΤ είναι «χωρίς λόγο απαισιόδοξο» για την Ελλάδα, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι τόσο η ΕΕ όσο και το ΔΝΤ είναι υπερβολικά αισιόδοξα.
Και τα δύο στρατόπεδα προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% το τρέχον έτος. Λόγω των δυσμενών επιδράσεων της βάσης σύγκρισης, για να συμβεί αυτό, ο τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης θα πρέπει να αγγίξει σε μέσο όρο το 1% ανά τρίμηνο. Ένας τέτοιος ισχυρός ρυθμός ανάπτυξης φαίνεται εντελώς εξωπραγματικός. Η ανάκαμψη της Ισπανίας μετά την κρίση εξυπηρετεί ίσως ως το καλύτερο σενάριο για την Ελλάδα. Ενώ η ανάπτυξη κατά μέσο όρο άγγιξε το 0,9% στα καλύτερη τέσσερα τρίμηνά της (όλα το 2015), ένα μεγάλο μέρος της ότι οφειλόταν στην προεκλογική δημοσιονομική τόνωση που ώθησε την ΕΕ να βρεθεί στα όρια της επιβολής κυρώσεων. Και σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ισπανία δεν είχε επιβαρυνθεί από capital controls, ανεπαρκώς κεφαλαιοποιημένες τράπεζες, συνεχιζόμενη δημοσιονομική σύσφιξη ή διαφωνίες γύρω από το πρόγραμμα διάσωσης.
Ενώ τα τελευταία στοιχεία ενισχύουν τη στάση του ΔΝΤ στην διαφωνία του με την ΕΕ, η προοπτική του ΔΝΤ να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα εξακολουθεί να είναι πολύ μικρή, σύμφωνα με την CA. Καθώς δεν θα υπάρχει άμεση ελάφρυνση του χρέους, το ΔΝΤ θέλει η Ελλάδα να νομοθετήσει νέα μέτρα λιτότητας ύψους 2% του ΑΕΠ. Αν και ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε κάλλιστα να αθετήσει την υπόσχεσή του περί ούτε ένα ευρώ περισσότερης λιτότητας, είναι απίθανο να το τολμήσει.
Με τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα να κερδίζουν έδαφος φέτος σε όλη την Ευρώπη, έχει υποστηριχθεί ότι υπάρχει ένα παράθυρο για ένα νέο σχέδιο διάσωσης χωρίς το ΔΝΤ. Αλλά με την ίδια λογική, ισχύει επίσης ότι σύντομα δεν θα υπάρχει πλέον αρκετή πολιτική υποστήριξη (αν υπήρξε ποτέ) για την οριστική διαγραφή του χρέους.
Καθώς η υπόσχεση της μελλοντικής μείωσης του χρέους ήταν αυτό που έκανε τον Τσίπρα να συμφωνήσει στο τρίτο πακέτο διάσωσης, αυτό βάζει την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Επιπλέον, αυτό δείχνει ότι ούτε μια γρήγορη λύση στο σημερινό αδιέξοδο, ούτε η επιτυχή ολοκλήρωση της διάσωσης, θα βάλουν τέλος στα δεινά της Ελλάδας, όπως καταλήγει η Capital Economics.
crashonline.gr
του ελληνικού χρέους, όπως σημειώνει η Capital Economics σε νέα έκθεσή της.
Πάντως, όπως τονίζεται στην έκθεση την οποία επικαλείται το capital.gr, ανεξάρτητα από το αν επιτευχθεί μια συμφωνία για την β’ αξιολόγηση ή όχι, η αύξηση του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη υποδηλώνει ότι υπάρχει μικρή προοπτική των εταίρων της Ε.Ε. να συμφωνήσουν ποτέ σε μία ουσιαστική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Εν μέσω των εξελίξεων γύρω από τις συνεχιζόμενες συνομιλίες μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, τα στοιχεία αυτής της εβδομάδας αποτυπώνουν την ιδιαίτερα κακή εικόνα των ελληνικών οικονομικών συνθηκών. Το ελληνικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,4% στο δ’ τρίμηνο, μία πολύ χαμηλή επίδοση σε σχέση με τις προβλέψεις για ανάπτυξη της τάξης του 0,4%, όπως επισημαίνει η C.E.
Και ακόμη χειρότερα, μετά την αδυναμία του δ’ τριμήνου, ο δείκτης του μεταποιητικού κλάδου PMI υποχώρησε περαιτέρω τον Ιανουάριο, γεγονός που υποδηλώνει ότι η οικονομία έκανε μια πολύ κακή εκκίνηση για το 2017. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συνολική εικόνα της ευρωζώνης, η οποία βελτιώθηκε σημαντικά. Αν και μέρος της πτώσης του Ιανουαρίου πιθανόν να οφείλεται σε προσωρινές επιδράσεις του καιρού, η αδυναμία μπορεί επίσης να οφείλεται στην τελευταία σειρά μέτρων λιτότητας που τέθηκαν σε ισχύ στις αρχές του έτους, καθώς και στην πρόσφατη άνοδο του πληθωρισμού των τιμών της ενέργειας.
Πράγματι, τα στοιχεία αυτής της εβδομάδας έδειξαν, επίσης, ότι ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε τον Ιανουάριο, από 0,3% στο 1,5%. Λίγο κάτω από το ήμισυ της αύξησης αυτής, οφείλεται στις τελευταίες αυξήσεις φόρων, ενώ ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας αυξήθηκε επίσης. Οι υψηλότερες τιμές θα χτυπήσουν τα πραγματικά εισοδήματα των καταναλωτών φέτος και, ως εκ τούτου θα χτυπήσουν την ανάπτυξη.
Συνολικά, όπως σημειώνει η Capital Economics, τα πρόσφατα στοιχεία θέτουν υπό αμφισβήτηση την ιδέα ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια σταθερή βάση, την οποία και υιοθετούν αξιωματούχοι της ΕΕ στην τελευταία διαφωνία τους με το ΔΝΤ. Αν μη τι άλλο, μετά τα σχόλια του Ντάισελμπλουμ ότι το ΔΝΤ είναι «χωρίς λόγο απαισιόδοξο» για την Ελλάδα, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι τόσο η ΕΕ όσο και το ΔΝΤ είναι υπερβολικά αισιόδοξα.
Και τα δύο στρατόπεδα προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% το τρέχον έτος. Λόγω των δυσμενών επιδράσεων της βάσης σύγκρισης, για να συμβεί αυτό, ο τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης θα πρέπει να αγγίξει σε μέσο όρο το 1% ανά τρίμηνο. Ένας τέτοιος ισχυρός ρυθμός ανάπτυξης φαίνεται εντελώς εξωπραγματικός. Η ανάκαμψη της Ισπανίας μετά την κρίση εξυπηρετεί ίσως ως το καλύτερο σενάριο για την Ελλάδα. Ενώ η ανάπτυξη κατά μέσο όρο άγγιξε το 0,9% στα καλύτερη τέσσερα τρίμηνά της (όλα το 2015), ένα μεγάλο μέρος της ότι οφειλόταν στην προεκλογική δημοσιονομική τόνωση που ώθησε την ΕΕ να βρεθεί στα όρια της επιβολής κυρώσεων. Και σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ισπανία δεν είχε επιβαρυνθεί από capital controls, ανεπαρκώς κεφαλαιοποιημένες τράπεζες, συνεχιζόμενη δημοσιονομική σύσφιξη ή διαφωνίες γύρω από το πρόγραμμα διάσωσης.
Ενώ τα τελευταία στοιχεία ενισχύουν τη στάση του ΔΝΤ στην διαφωνία του με την ΕΕ, η προοπτική του ΔΝΤ να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα εξακολουθεί να είναι πολύ μικρή, σύμφωνα με την CA. Καθώς δεν θα υπάρχει άμεση ελάφρυνση του χρέους, το ΔΝΤ θέλει η Ελλάδα να νομοθετήσει νέα μέτρα λιτότητας ύψους 2% του ΑΕΠ. Αν και ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε κάλλιστα να αθετήσει την υπόσχεσή του περί ούτε ένα ευρώ περισσότερης λιτότητας, είναι απίθανο να το τολμήσει.
Με τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα να κερδίζουν έδαφος φέτος σε όλη την Ευρώπη, έχει υποστηριχθεί ότι υπάρχει ένα παράθυρο για ένα νέο σχέδιο διάσωσης χωρίς το ΔΝΤ. Αλλά με την ίδια λογική, ισχύει επίσης ότι σύντομα δεν θα υπάρχει πλέον αρκετή πολιτική υποστήριξη (αν υπήρξε ποτέ) για την οριστική διαγραφή του χρέους.
Καθώς η υπόσχεση της μελλοντικής μείωσης του χρέους ήταν αυτό που έκανε τον Τσίπρα να συμφωνήσει στο τρίτο πακέτο διάσωσης, αυτό βάζει την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση. Επιπλέον, αυτό δείχνει ότι ούτε μια γρήγορη λύση στο σημερινό αδιέξοδο, ούτε η επιτυχή ολοκλήρωση της διάσωσης, θα βάλουν τέλος στα δεινά της Ελλάδας, όπως καταλήγει η Capital Economics.
crashonline.gr