Σε συνέχεια προηγούμενων αναρτήσεων νωρίτερα σήμερα ας εξετάσουμε την
παράμετρο της διάρκειας υλοποίησης του
προγράμματος εκσυγχρονισμού των F-16 ως συνάρτηση των εγχώριων δυνατοτήτων της ΕΑΒ και της υπόλοιπης αμυντικής βιομηχανίας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προγράμματος,
προγράμματος εκσυγχρονισμού των F-16 ως συνάρτηση των εγχώριων δυνατοτήτων της ΕΑΒ και της υπόλοιπης αμυντικής βιομηχανίας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προγράμματος,
αλλά και της δυνατότητας της
Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ) να διαθέτει για τους σκοπούς της αναβάθμισης
μεγάλου αριθμού μαχητικών εκτός υπηρεσίας. Εκτιμάται ότι η διάρκεια
υλοποίησης της αναβάθμισης 80-90 αεροσκαφών θα είναι περίπου 6-8 χρόνια.
Σύμφωνα με πληροφορίες το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, μετά την ενεργοποίηση της σύμβασης θα απαιτηθούν δύο περίπου χρόνια για τη μηχανολογική ανάπτυξη (engineering development) του ελληνικού προτύπου, με τροποποίηση του «μοντέλου» που υφίσταται ήδη για άλλους πελάτες F-16V (Ταϊβάν, Ν. Κορέας). Ένας επιπλέον χρόνος θα χρειαστεί για δοκιμές σε εργαστήριο αλλά και εν πτήση στο αεροσκάφος που θα δημιουργηθεί ως κοινό πρότυπο και θα μεταβεί στις ΗΠΑ, αν και στο μεσοδιάστημα θα μπορεί να ξεκινήσει παράλληλα και η τροποποίηση των πρώτων ελληνικών Viper.
Πρέπει να τονισθεί ότι πλην ενός πρωτοτύπου αεροσκάφους κανένα άλλο F-16 δεν πρόκειται να φύγει από την Ελλάδα προκειμένου να υποστεί οποιεσδήποτε εργασίες αναβάθμισης στις ΗΠΑ. Έτσι, τα πρώτα από τα F-16V θα παραδοθούν τέσσερα περίπου χρόνια από την ενεργοποίηση της σύμβασης με ρυθμό 12-15 αεροπλάνα τον χρόνο.
Οι επενδύσεις σε υποδομές και προσωπικό
Κύριο αντικείμενο της διαπραγμάτευσης αφορά την Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) που θα προέλθει τόσο από εργασίες στη γραμμή τροποποίησης της ελληνικών μαχητικών στην ΕΑΒ όσο και από υποκατασκευές απαρτίων από ελληνικές εταιρείες.
Η Lockheed Martin και οι συνεργάτες της έχουν υποβάλει ήδη σχετικό κατάλογο, ο οποίος έχει εμπλουτιστεί και με άλλες συμμετοχές. Ένα θέμα που σχετίζεται άμεσα με την ΕΠΑ (και στο οποίο υπάρχει πικρή εμπειρία από το παρελθόν) αφορά τις επενδύσεις που θα απαιτηθούν σε υποδομές.
Ειδικά για την ΕΑΒ μείζον ζήτημα θα είναι η επάρκεια ειδικευμένου προσωπικού, δεδομένου ότι θα απαιτηθούν έως και 400 άτομα που θα εργαστούν αποκλειστικά για το συγκεκριμένο πρόγραμμα για διάστημα 8 ετών.
Η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία θεωρητικά θα έπρεπε να διαθέτει τόσο υποδομές όσο και προσωπικό με εμπειρία από το πρόγραμμα CCIP, που υλοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις της για λογαριασμό της USAFΕ έως και τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Λόγω όμως του χρόνου που έχει μεσολαβήσει έκτοτε μεγάλο μέρος του ειδικευμένου προσωπικού έχει αποχωρήσει και άλλο προετοιμάζεται να κάνει το ίδιο μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Για τον λόγο αυτό απαιτείται αντικατάστασή του με προσλήψεις σε ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων, διαδικασία όμως που σκοντάφτει σήμερα στους περιορισμούς που ισχύουν στον δημόσιο τομέα.
Η δομή του Προγράμματος
Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία πρόκειται να υλοποιήσει όλες τις φάσεις του προγράμματος στην Ελλάδα πλην της σχεδίασης και ανάπτυξης, της προμήθειας των επί μέρους ηλεκτρονικών συσκευών και της ανάπτυξης του απαιτούμενου λογισμικού που θα πραγματοποιηθούν από την κατασκευάστρια εταιρεία στις ΗΠΑ. Για την υλοποίηση του προγράμματος απαιτούνται οι παρακάτω φάσεις:
Δυνητική ευκαιρία ανάπτυξης και για την ΕΑΒ
Για την ΕΑΒ και πιθανότατα και άλλες ελληνικές βιομηχανίες που θα εμπλακούν στο πρόγραμμα, εκτός από το προφανές όφελος θα προκύψουν και άλλες ευκαιρίες περαιτέρω υλοποίησης έργου.
Μία από αυτές αφορά την αναβάθμιση των ελληνικών F-16C/D Block 50 μέσω προσπορισμού απαρτίων από το κύριο πρόγραμμα. Όπως έχουμε ήδη γράψει, αν και αυτό αποτελεί πρόθεση της ΠΑ, δεν καλύπτεται από την προτεινόμενη τωρινή σύμβαση, και αν τελικά υλοποιηθεί, θα αποτελέσει άλλο παράλληλο πρόγραμμα στο μέλλον.
Η ΕΑΒ όμως με τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα του F-16V GR προσβλέπει και στην πιθανότητα ανάληψης ανάλογου έργου και σε προγράμματα άλλων αεροποριών, σε αντιστοιχία με το CCIP που υλοποιήθηκε για την USAFE.
Μπορεί έτσι να διεκδικήσει (αν και σε καθαρά εμπορική ανταγωνιστική βάση και όχι με κάποια μορφή αντισταθμιστικών ωφελημάτων) την υλοποίηση κάποιων εξ αυτών των προγραμμάτων στις εγκαταστάσεις της.
Αυτη τη στιγμή άλλωστε η Lockheed Martin είναι ιδιαίτερα δραστήρια αναζητώντας πελάτες για αναβαθμίσεις παλαιότερων F-16 και έχει ήδη υπογράψει συμφωνία με το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ συζητά για ανάλογο πρόγραμμα και με το Μαρόκο. Επιπλέον, διάφορες χώρες, περιλαμβανομένων και κάποιων της Βαλκανικής, επιδιώκουν την αγορά μεταχειρισμένων Fighting Falcon που ίσως απαιτήσουν κάποιο επίπεδο ανακατασκευής και εκσυγχρονισμού (όχι απαραίτητα στο επίπεδο F-16V) σε εγκαταστάσεις που δεν υπάρχουν σε αυτές.
Στο μεταξύ η EAB συνεχίζει να παράγει μεγάλα συγκροτήματα στο πλαίσιο των προγραμμάτων συμπαραγωγής με τη Lockheed Martin τόσο για τα F-16 όσο και τα C-130J.
Η παραγωγή του Fighting Falcon συνεχίζεται στη Νότια Καρολίνα μετά την παράδοση του τελευταίου αεροσκάφους από τα εργοστάσια στο Fort Worth του Τέξας και τη μεταφορά της γραμμής συναρμολόγησης στο Γρήνβιλ προκειμένου να απελευθερωθούν παραγωγικές υποδομές για το F-35.
Από εκεί θα προέλθουν τα νέα F-16V του Μπαχρέιν αλλά και οποιαδήποτε αεροσκάφη νέας παραγγελίας που θα εξασφαλιστεί στο μέλλον, στα οποία η ΕΑΒ μπορεί να έχει συμμετοχή.
Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι η επιλογή του F-16 Block 70 από την Ινδία, δυνητικό πρόγραμμα στο οποίο προτείνεται η σύσταση εγχώριας γραμμής συναρμολόγησης με ινδική προστιθέμενη αξία, αλλά μεγάλα συγκροτήματα θα προέλθουν πιθανότατα από τους υφιστάμενους συνεργάτες της LM σε προγράμματα συμπαραγωγής και εφόσον παραμένουν ανταγωνιστικοί.
Φαίδων Καραϊωσηφίδης, επιπλέον στοιχεία Α. Λεονταρίτης
ptisidiastima.com
Σύμφωνα με πληροφορίες το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, μετά την ενεργοποίηση της σύμβασης θα απαιτηθούν δύο περίπου χρόνια για τη μηχανολογική ανάπτυξη (engineering development) του ελληνικού προτύπου, με τροποποίηση του «μοντέλου» που υφίσταται ήδη για άλλους πελάτες F-16V (Ταϊβάν, Ν. Κορέας). Ένας επιπλέον χρόνος θα χρειαστεί για δοκιμές σε εργαστήριο αλλά και εν πτήση στο αεροσκάφος που θα δημιουργηθεί ως κοινό πρότυπο και θα μεταβεί στις ΗΠΑ, αν και στο μεσοδιάστημα θα μπορεί να ξεκινήσει παράλληλα και η τροποποίηση των πρώτων ελληνικών Viper.
Πρέπει να τονισθεί ότι πλην ενός πρωτοτύπου αεροσκάφους κανένα άλλο F-16 δεν πρόκειται να φύγει από την Ελλάδα προκειμένου να υποστεί οποιεσδήποτε εργασίες αναβάθμισης στις ΗΠΑ. Έτσι, τα πρώτα από τα F-16V θα παραδοθούν τέσσερα περίπου χρόνια από την ενεργοποίηση της σύμβασης με ρυθμό 12-15 αεροπλάνα τον χρόνο.
Οι επενδύσεις σε υποδομές και προσωπικό
Κύριο αντικείμενο της διαπραγμάτευσης αφορά την Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) που θα προέλθει τόσο από εργασίες στη γραμμή τροποποίησης της ελληνικών μαχητικών στην ΕΑΒ όσο και από υποκατασκευές απαρτίων από ελληνικές εταιρείες.
Η Lockheed Martin και οι συνεργάτες της έχουν υποβάλει ήδη σχετικό κατάλογο, ο οποίος έχει εμπλουτιστεί και με άλλες συμμετοχές. Ένα θέμα που σχετίζεται άμεσα με την ΕΠΑ (και στο οποίο υπάρχει πικρή εμπειρία από το παρελθόν) αφορά τις επενδύσεις που θα απαιτηθούν σε υποδομές.
Ειδικά για την ΕΑΒ μείζον ζήτημα θα είναι η επάρκεια ειδικευμένου προσωπικού, δεδομένου ότι θα απαιτηθούν έως και 400 άτομα που θα εργαστούν αποκλειστικά για το συγκεκριμένο πρόγραμμα για διάστημα 8 ετών.
Η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία θεωρητικά θα έπρεπε να διαθέτει τόσο υποδομές όσο και προσωπικό με εμπειρία από το πρόγραμμα CCIP, που υλοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις της για λογαριασμό της USAFΕ έως και τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Λόγω όμως του χρόνου που έχει μεσολαβήσει έκτοτε μεγάλο μέρος του ειδικευμένου προσωπικού έχει αποχωρήσει και άλλο προετοιμάζεται να κάνει το ίδιο μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Για τον λόγο αυτό απαιτείται αντικατάστασή του με προσλήψεις σε ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων, διαδικασία όμως που σκοντάφτει σήμερα στους περιορισμούς που ισχύουν στον δημόσιο τομέα.
Η δομή του Προγράμματος
Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία πρόκειται να υλοποιήσει όλες τις φάσεις του προγράμματος στην Ελλάδα πλην της σχεδίασης και ανάπτυξης, της προμήθειας των επί μέρους ηλεκτρονικών συσκευών και της ανάπτυξης του απαιτούμενου λογισμικού που θα πραγματοποιηθούν από την κατασκευάστρια εταιρεία στις ΗΠΑ. Για την υλοποίηση του προγράμματος απαιτούνται οι παρακάτω φάσεις:
- Σχεδίαση και ανάπτυξη της επιθυμητής τροποποίησης από την κατασκευάστρια εταιρεία.
- Αγορά των επί μέρους απαιτούμενων ηλεκτρονικών συσκευών (LRUs: Line ReplaceableUnits) π.χ. Radar, Mission Computer, Radios, e.t.c.
- Διασύνδεση και ολοκλήρωση (integration) των επί μέρους συστημάτων σε εργαστηριακό επίπεδο.
- Ολοκλήρωση του λογισμικού που απαιτείται για την λειτουργία και επικοινωνία των νέων συστημάτων στην πλατφόρμα των ελληνικών F-16.
- Παραλαβή και αποσυναρμολόγηση αεροσκαφών από ΕΑΒ (Ελλάδα) υπό την τεχνική εποπτεία της Lockheed Martin.
- Αφαίρεση των υπό αντικατάσταση συσκευών / συστημάτων και εγκατάσταση των νέων.
- Eγκατάσταση των νέων συστημάτων, και λογισμικού.
- Ικανοποίηση και επανόρθωση οιονδήποτε τακτικών και έκτακτων εργασιών συντήρησης, επισκευής εργοστασιακού επιπέδου.
- Επίγειοι και πτητικοί έλεγχοι.
- Παράδοση αεροσκαφών στην ΠΑ.
Δυνητική ευκαιρία ανάπτυξης και για την ΕΑΒ
Για την ΕΑΒ και πιθανότατα και άλλες ελληνικές βιομηχανίες που θα εμπλακούν στο πρόγραμμα, εκτός από το προφανές όφελος θα προκύψουν και άλλες ευκαιρίες περαιτέρω υλοποίησης έργου.
Μία από αυτές αφορά την αναβάθμιση των ελληνικών F-16C/D Block 50 μέσω προσπορισμού απαρτίων από το κύριο πρόγραμμα. Όπως έχουμε ήδη γράψει, αν και αυτό αποτελεί πρόθεση της ΠΑ, δεν καλύπτεται από την προτεινόμενη τωρινή σύμβαση, και αν τελικά υλοποιηθεί, θα αποτελέσει άλλο παράλληλο πρόγραμμα στο μέλλον.
Η ΕΑΒ όμως με τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα του F-16V GR προσβλέπει και στην πιθανότητα ανάληψης ανάλογου έργου και σε προγράμματα άλλων αεροποριών, σε αντιστοιχία με το CCIP που υλοποιήθηκε για την USAFE.
Μπορεί έτσι να διεκδικήσει (αν και σε καθαρά εμπορική ανταγωνιστική βάση και όχι με κάποια μορφή αντισταθμιστικών ωφελημάτων) την υλοποίηση κάποιων εξ αυτών των προγραμμάτων στις εγκαταστάσεις της.
Αυτη τη στιγμή άλλωστε η Lockheed Martin είναι ιδιαίτερα δραστήρια αναζητώντας πελάτες για αναβαθμίσεις παλαιότερων F-16 και έχει ήδη υπογράψει συμφωνία με το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ συζητά για ανάλογο πρόγραμμα και με το Μαρόκο. Επιπλέον, διάφορες χώρες, περιλαμβανομένων και κάποιων της Βαλκανικής, επιδιώκουν την αγορά μεταχειρισμένων Fighting Falcon που ίσως απαιτήσουν κάποιο επίπεδο ανακατασκευής και εκσυγχρονισμού (όχι απαραίτητα στο επίπεδο F-16V) σε εγκαταστάσεις που δεν υπάρχουν σε αυτές.
Στο μεταξύ η EAB συνεχίζει να παράγει μεγάλα συγκροτήματα στο πλαίσιο των προγραμμάτων συμπαραγωγής με τη Lockheed Martin τόσο για τα F-16 όσο και τα C-130J.
Η παραγωγή του Fighting Falcon συνεχίζεται στη Νότια Καρολίνα μετά την παράδοση του τελευταίου αεροσκάφους από τα εργοστάσια στο Fort Worth του Τέξας και τη μεταφορά της γραμμής συναρμολόγησης στο Γρήνβιλ προκειμένου να απελευθερωθούν παραγωγικές υποδομές για το F-35.
Από εκεί θα προέλθουν τα νέα F-16V του Μπαχρέιν αλλά και οποιαδήποτε αεροσκάφη νέας παραγγελίας που θα εξασφαλιστεί στο μέλλον, στα οποία η ΕΑΒ μπορεί να έχει συμμετοχή.
Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι η επιλογή του F-16 Block 70 από την Ινδία, δυνητικό πρόγραμμα στο οποίο προτείνεται η σύσταση εγχώριας γραμμής συναρμολόγησης με ινδική προστιθέμενη αξία, αλλά μεγάλα συγκροτήματα θα προέλθουν πιθανότατα από τους υφιστάμενους συνεργάτες της LM σε προγράμματα συμπαραγωγής και εφόσον παραμένουν ανταγωνιστικοί.
Φαίδων Καραϊωσηφίδης, επιπλέον στοιχεία Α. Λεονταρίτης
ptisidiastima.com