Στον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη
Τσακαλώτο,απευθύνει ανοικτή επιστολή, ο κτηματομεσίτης, Ιωσήφ Λιβανός ο οποίος έχει καταγγείλει, μέσω της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, πιέσεις και εκβιασμούς από συμβούλους και μεσάζοντες υπουργών και κυβερνητικών στελεχών προκειμένου να δώσει μίζα για να λάβει τη νόμιμη αμοιβή που δικαιούται για τη συνεισφορά του στην αποκάλυψη της υπόθεσης του «Καρούζος-Gate».
Από την πλευρά της Κυβέρνησης και συγκεκριμένα του υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζεται οτι η σχετική διάταξη είναι ανεφάρμοστη, κάτι που με στοιχεία-έγγραφα που δημοσιεύουν σήμερα τα «Π» αποδεικνύεται ψευδές.
Το ίδιο τονίζει και ο κ.Λιβανός στην ανοικτή επιστολή του.
«Είναι απολύτως ψευδής ο ισχυρισμός του Υπουργείου Οικονομικών κατά το ανακοινωθέν και δεικνύει ότι είναι τουλάχιστον αδαής και μη έχων σχέση με το Υπουργείο, όποιος το έχει συντάξει».
Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής:
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ ΛΙΒΑΝΟΥ
ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΤΟΥ NON PAPER ΤΟΥ «ΜΑΞΙΜΟΥ»
03-05-2018
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Κύριε Υπουργέ Οικονομικών,
Με το περιβόητο non paper, αποκλειστικής ευθύνης του πρώτου από εσάς, -μεταξύ άλλων- χαρακτηρίσατε ανεπίτρεπτα την (γνωστή σε εσάς ήδη από 23-10-2017) καταγγελία μου περί εκβίασής μου, η οποία διερευνάται ήδη από τις Αρχές, δυνάμει της από 13-11-2017 μηνυτήριας αναφοράς μου προς την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως “ανοησία”, ταυτόχρονα δε λάβατε και θέση, προσπαθώντας να αποδομήσετε την αξιοπιστία της, χρησιμοποιώντας την έκφραση “περί δήθεν μίζας σε σύμβουλο υπουργού”, ενώ δεν διστάσατε να προβλέψετε ότι «με την υπόθεση αυτή θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι…”
Πράγματι, το τελευταίο πράγμα που περιμένει ένας Έλλην πολίτης που ενυπόγραφα καταγγέλει στις Αρχές, σε βάρος του εκβίαση από το ίδιο το κράτος, είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός και μάλιστα αυτός ο πρωθυπουργός που εκλέχθηκε από τον ελληνικό λαό με την ελπίδα να είναι διαφορετικός από τους προηγούμενους και ενόσω οι καταγγελίες του διερευνώνται από τις δικαστικές Αρχές, να πάρει δημόσια θέση και να τις χαρακτηρίσει ανοησίες, προσπαθώντας και να προκαταβάλει την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη που θα τις αξιολογήσει.
Περαιτέρω, είναι απολύτως ψευδής ο ισχυρισμός του Υπουργείου Οικονομικών κατά το ανακοινωθέν και δεικνύει ότι είναι τουλάχιστον αδαής και μη έχων σχέση με το Υπουργείο, όποιος το έχει συντάξει.
Καταρχήν αναφέρεται εσφαλμένα σε νόμο του 2007, ενώ η νόμιμη αμοιβή μου καθορίζεται όπως αναφέρεται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος πρώτο Αριθ. Φύλλου 58 – 23 Απριλίου 2010 φύλλο 1249 άρθρο 77, 7β & 3 Ν. 3842/2010).
«3. Όποιος καταγγείλει και πιστοποιηθεί φορολογική ή τελωνειακή παράβαση δικαιούται από το Δημόσιο αμοιβής. Η αμοιβή ισούται με το 1/10 των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση και καταβάλλεται μετά την είσπραξή τους στον δικαιούχο, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Καθώς επίσης και οι Υποχρεώσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται από την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου και συγκεκριμένα:
4. «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η αρμόδια υπηρεσία και η διαδικασία καταβολής στους δικαιούχους της αμοιβής που προβλέπεται στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού.»
Είναι απόλυτα και αυταπόδεικτα ψευδές ότι δήθεν “δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να εκδοθεί από το υπουργείο Οικονομικών πράξη που να αφορά ατομικά τον καταγγέλλοντα ή οποιαδήποτε άλλη μεμονωμένη περίπτωση, εφόσον δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο. Επομένως δεν υπήρχε καν το έδαφος για οποιαδήποτε συναλλαγή”.
Η πικρή αλήθεια είναι ότι υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο και ότι τότε μόνο δεν θα υπήρχε έδαφος για συναλλαγή, αν πράγματι ο Υπουργός είχε πράξει το καθήκον του και είχε εκδώσει, όπως όφειλε, απόφαση με τις ειδικότερες προϋποθέσεις εφαρμογής του νόμου. Ακριβώς επειδή δεν έχετε εκδώσει αυτή την απόφαση δημιουργούνται συνθήκες εκβίασης.
Ψεύδεστε και εκτίθεστε ανεπανόρθωτα όταν ισχυρίζεστε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να εκδώσετε την απόφαση αυτή και δυστυχώς για εσάς, αυτό αποδεικνύεται πρώτον από την ίδια την υφυπουργό σας κ. Παπανάτσιου, η οποία κατόπιν δικού σας αιτήματος, αναφέρει στη Βουλή ότι: (Αρ. Πρωτ.: ΑΤΚΕ 0000685 ΕΞ 2018/563): «Σε απάντηση της υπ΄ αριθμ. πρωτ. 2779/153/19.1.2018 Ερώτησης και Αίτησης Κατάθεσης Εγγράφων του Βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλου και σε ό,τι αφορά στα θέματα αρμοδιότητάς μας, σας γνωρίζουμε ότι με το άρθρο 7β του νόμου 3610/2007, όπως ισχύει, προβλέφθηκε ότι όποιος καταγγείλει και πιστοποιηθεί φορολογική ή τελωνειακή παράβαση δικαιούται από το Δημόσιο αμοιβής.
Η αμοιβή αυτή ισούται με το 1/10 των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση και καταβάλλεται μετά την είσπραξή τους στον δικαιούχο, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Στο πλαίσιο της ρύθμισης αυτής και κατόπιν σχετικού αιτήματος της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου μας, προωθήθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. σχετικό ενημερωτικό σημείωμα, στο οποίο περιλαμβάνεται η άποψη ότι προκειμένου για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, θα πρέπει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μεταξύ αυτών και η πράξη επιβολής προστίμου κατά του καταγγελλόμενου να υποβάλλονται προς το Ελεγκτικό Συνέδριο, γεγονός από το οποίο προκύπτει προβληματισμός περί ενδεχόμενης παραβίασης τόσο των διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου όσο και των διατάξεων περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Περαιτέρω, εφόσον η αμοιβή που προβλέπεται για τον καταγγέλλοντα συνδέεται με το ποσό των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση, ο καταγγέλλων θα λαμβάνει γνώση του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στον καταγγελλόμενο, με αποτέλεσμα να θίγεται το φορολογικό απόρρητο. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο των ανωτέρω, το Υπουργείο Οικονομικών εξετάζει το βέλτιστο τρόπο για την εφαρμογή της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης».
Αυτά έλεγε η κ. Παπανάτσιου στη Βουλή πριν 3 μήνες, ότι εξετάζει τον βέλτιστο τρόπο εφαρμογής του νόμου και αυτοδιαψεύδεται σήμερα που επαναλαμβάνει πάλι στη Βουλή τα περί δήθεν ανεφάρμοστου νόμου και δήθεν έλλειψης πεδίου συναλλαγής! Τώρα όμως και αφού δεν ενέδωσα και κατήγγειλα την εκβίαση, θεωρείται όψιμα τον νόμο ανεφάρμοστο. Αναρωτιέμαι τί άλλο μεσολάβησε αυτούς τους 3 μήνες και αλλάξατε γνώμη; Και αν τον θεωρούσατε ανεφάρμοστο, γιατί δεν μου το είπατε ποτέ στις αλλεπάλληλες οχλήσεις μου, που ομολογείτε ότι προέβην, ώστε να τεθεί τέλος στην εκβίασή μου;
Επί της ουσίας δε, γνωρίζετε καλά, ότι επί υπουργείας Χαρδούβελη, είχε βρεθεί λύση στο δήθεν πρόβλημα παραβίασης φορολογικού απορρήτου, σύμφωνα με την 1185/2010 ΣτΕ, η οποία όμως δεν πρόλαβε να γίνει απόφαση, λόγω εκλογών.
Δεύτερον, το ψέμα σας αποδεικνύεται και από την θετική εισήγηση υπέρ της έκδοσης Υπουργικής διατάξεως του αυτού άρθρου από την Α.Α.Δ.Ε, δίνοντας μάλιστα τρεις κατευθυντήριες γραμμές στον Υπουργό για την εφαρμογή, μια εκ των οποίων είναι η έκδοση Κανονιστικού Πλαισίου, την οποία απέστειλε τον Σεπτέμβριο 2017 ο κ. Πιτσιλής με εμπιστευτικό πρωτόκολλο σε εσάς, οπότε και εντελώς συμπτωματικά εντάθηκε η εκβίασή μου. Με είχαν ενημερώσει όμως ότι το έγγραφο, το κρατάει μαζί με το φάκελο μου στο γραφείο του ο Διευθυντής σας κ. Παπακωνσταντίνου. Καλώ την Α.Α.Δ.Ε να παραδώσει την από μέσα Σεπτεμβρίου του 2017, εισήγηση προς τον Υπουργό Οικονομικών στην Βουλή των Ελλήνων και τις αρμόδιες Εισαγγελικές αρχές.
Κλείνει η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών: «Το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση !!!κι όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Καταρχήν ο Συντάκτης φαίνεται να μη γνωρίζει ότι το Υπουργείο προτείνει δε Νομοθετεί. Νομοθετεί η Βουλή των Ελλήνων. Το Υπουργείο είναι απλά εκτελεστικό όργανο. Δεύτερον: Είναι υποχρεωμένο το Υπουργείο και ο εκάστοτε Υπουργός, να εφαρμόζει το Νόμο του Κράτους και την Πολιτική Βούληση της πλειοψηφίας, η οποία εκφράζεται δια του εκάστοτε ψηφισμένου Νόμου. Ορκίστηκε εξάλλου να τηρεί το Σύνταγμα και τους Νόμους και αν κάποιος νόμος έχει δυσκολίες στην εφαρμογή του, είναι καθήκον του να βρει τρόπο να τις ξεπεράσει και να τον εφαρμόσει, χάριν του δημοσίου συμφέροντος.
Ισχυριστήκατε ότι “Στην προσπάθειά μου να “δικαιωθώ” δεν διστάζω να πετάξω λάσπη κατά συνεργάτη του υπουργού.», ισχυρισμούς που επανέλαβε και η κ. Παπανάτσιου χθες στη Βουλή.
Διαμαρτύρομαι και αξιώνω να ανακαλέσετε άμεσα τους ανωτέρω ισχυρισμούς σας, να αναλάβετε τις ευθύνες που σας αναλογούν, τόσο ως προς την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης, όσο και εφαρμογής του νόμου και πάντως να αναμείνετε την κρίση της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, όπως θεσμικά οφείλετε να κάνετε. Εκτός βέβαια αν έχετε κάποια ιδία γνώση περί της βασιμότητας ή μη των καταγγελομένων μου, οπότε σας καλώ να τα γνωστοποιήσετε άμεσα στις Αρχές και σας γνωστοποιώ ότι θα σας κλητεύσω ως μάρτυρες αληθείας να καταθέσετε ενόρκως από ποιά στοιχεία θεωρείται ανοησία και λάσπη την ανωτέρω καταγγελία μου.
Για να μπορείτε να πείτε ότι πετάω λάσπη, δηλαδή ότι είμαι συκοφάντης, πρέπει πρώτα να καταδικαστώ αμετάκλητα από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Και για να γίνει αυτό πρέπει να με εγκαλέσει ο σύμβουλός σας ή κάποιος από τους δυο μεσάζοντες εκβιαστές που ζήταγαν λεφτά και για λογαριασμό του. Μέχρι τότε, οι μόνοι συκοφάντες είστε εσείς. Τους προκαλώ λοιπόν να με μηνύσουν.
Αναρωτιέμαι επίσης, ο σύμβουλός σας που τόσο γενναιόδωρα τον στηρίζετε και τον καλύπτετε, γιατί δεν μήνυσε ακόμα τους φίλους του που αποδεδειγμένα τον ενέπλεξαν σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση κακουργηματικής εκβίασης;
Τέλος, σας δηλώνω ότι έχω ήδη καταγγείλει την Ελληνική Κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Θεσμούς) και ΔΝΤ για τη μη εφαρμογή του Νόμου και έχω υποβάλλει σχετική μηνυτήρια αναφορά για παράβαση καθήκοντος κατά παντός υπευθύνου.
Η δικαίωσή μου, την οποία βάλατε ειρωνικά σε εισαγωγικά στην ανωτέρω ανακοίνωσή σας, εκτός της αυτονόητης είσπραξης της νόμιμης αμοιβής μου, περιλαμβάνει την παραδειγματική τιμωρία των εκβιαστών μου και των
αναγκαίων συνεργών και ηθικών αυτουργών τους, κυρίως όμως όσων ενσυνείδητα πια τους υποθάλπουν κατά κατάχρηση της εξουσίας τους.
Επιφυλάσσομαι παντός νόμιμου δικαιώματός μου.
ΙΩΣΗΦ ΛΙΒΑΝΟΣ
Τσακαλώτο,απευθύνει ανοικτή επιστολή, ο κτηματομεσίτης, Ιωσήφ Λιβανός ο οποίος έχει καταγγείλει, μέσω της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, πιέσεις και εκβιασμούς από συμβούλους και μεσάζοντες υπουργών και κυβερνητικών στελεχών προκειμένου να δώσει μίζα για να λάβει τη νόμιμη αμοιβή που δικαιούται για τη συνεισφορά του στην αποκάλυψη της υπόθεσης του «Καρούζος-Gate».
Από την πλευρά της Κυβέρνησης και συγκεκριμένα του υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζεται οτι η σχετική διάταξη είναι ανεφάρμοστη, κάτι που με στοιχεία-έγγραφα που δημοσιεύουν σήμερα τα «Π» αποδεικνύεται ψευδές.
Το ίδιο τονίζει και ο κ.Λιβανός στην ανοικτή επιστολή του.
«Είναι απολύτως ψευδής ο ισχυρισμός του Υπουργείου Οικονομικών κατά το ανακοινωθέν και δεικνύει ότι είναι τουλάχιστον αδαής και μη έχων σχέση με το Υπουργείο, όποιος το έχει συντάξει».
Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής:
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ ΛΙΒΑΝΟΥ
ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΤΟΥ NON PAPER ΤΟΥ «ΜΑΞΙΜΟΥ»
03-05-2018
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Κύριε Υπουργέ Οικονομικών,
Με το περιβόητο non paper, αποκλειστικής ευθύνης του πρώτου από εσάς, -μεταξύ άλλων- χαρακτηρίσατε ανεπίτρεπτα την (γνωστή σε εσάς ήδη από 23-10-2017) καταγγελία μου περί εκβίασής μου, η οποία διερευνάται ήδη από τις Αρχές, δυνάμει της από 13-11-2017 μηνυτήριας αναφοράς μου προς την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως “ανοησία”, ταυτόχρονα δε λάβατε και θέση, προσπαθώντας να αποδομήσετε την αξιοπιστία της, χρησιμοποιώντας την έκφραση “περί δήθεν μίζας σε σύμβουλο υπουργού”, ενώ δεν διστάσατε να προβλέψετε ότι «με την υπόθεση αυτή θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι…”
Πράγματι, το τελευταίο πράγμα που περιμένει ένας Έλλην πολίτης που ενυπόγραφα καταγγέλει στις Αρχές, σε βάρος του εκβίαση από το ίδιο το κράτος, είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός και μάλιστα αυτός ο πρωθυπουργός που εκλέχθηκε από τον ελληνικό λαό με την ελπίδα να είναι διαφορετικός από τους προηγούμενους και ενόσω οι καταγγελίες του διερευνώνται από τις δικαστικές Αρχές, να πάρει δημόσια θέση και να τις χαρακτηρίσει ανοησίες, προσπαθώντας και να προκαταβάλει την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη που θα τις αξιολογήσει.
Περαιτέρω, είναι απολύτως ψευδής ο ισχυρισμός του Υπουργείου Οικονομικών κατά το ανακοινωθέν και δεικνύει ότι είναι τουλάχιστον αδαής και μη έχων σχέση με το Υπουργείο, όποιος το έχει συντάξει.
Καταρχήν αναφέρεται εσφαλμένα σε νόμο του 2007, ενώ η νόμιμη αμοιβή μου καθορίζεται όπως αναφέρεται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος πρώτο Αριθ. Φύλλου 58 – 23 Απριλίου 2010 φύλλο 1249 άρθρο 77, 7β & 3 Ν. 3842/2010).
«3. Όποιος καταγγείλει και πιστοποιηθεί φορολογική ή τελωνειακή παράβαση δικαιούται από το Δημόσιο αμοιβής. Η αμοιβή ισούται με το 1/10 των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση και καταβάλλεται μετά την είσπραξή τους στον δικαιούχο, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Καθώς επίσης και οι Υποχρεώσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται από την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου και συγκεκριμένα:
4. «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η αρμόδια υπηρεσία και η διαδικασία καταβολής στους δικαιούχους της αμοιβής που προβλέπεται στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού.»
Είναι απόλυτα και αυταπόδεικτα ψευδές ότι δήθεν “δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να εκδοθεί από το υπουργείο Οικονομικών πράξη που να αφορά ατομικά τον καταγγέλλοντα ή οποιαδήποτε άλλη μεμονωμένη περίπτωση, εφόσον δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο. Επομένως δεν υπήρχε καν το έδαφος για οποιαδήποτε συναλλαγή”.
Η πικρή αλήθεια είναι ότι υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο και ότι τότε μόνο δεν θα υπήρχε έδαφος για συναλλαγή, αν πράγματι ο Υπουργός είχε πράξει το καθήκον του και είχε εκδώσει, όπως όφειλε, απόφαση με τις ειδικότερες προϋποθέσεις εφαρμογής του νόμου. Ακριβώς επειδή δεν έχετε εκδώσει αυτή την απόφαση δημιουργούνται συνθήκες εκβίασης.
Ψεύδεστε και εκτίθεστε ανεπανόρθωτα όταν ισχυρίζεστε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να εκδώσετε την απόφαση αυτή και δυστυχώς για εσάς, αυτό αποδεικνύεται πρώτον από την ίδια την υφυπουργό σας κ. Παπανάτσιου, η οποία κατόπιν δικού σας αιτήματος, αναφέρει στη Βουλή ότι: (Αρ. Πρωτ.: ΑΤΚΕ 0000685 ΕΞ 2018/563): «Σε απάντηση της υπ΄ αριθμ. πρωτ. 2779/153/19.1.2018 Ερώτησης και Αίτησης Κατάθεσης Εγγράφων του Βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλου και σε ό,τι αφορά στα θέματα αρμοδιότητάς μας, σας γνωρίζουμε ότι με το άρθρο 7β του νόμου 3610/2007, όπως ισχύει, προβλέφθηκε ότι όποιος καταγγείλει και πιστοποιηθεί φορολογική ή τελωνειακή παράβαση δικαιούται από το Δημόσιο αμοιβής.
Η αμοιβή αυτή ισούται με το 1/10 των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση και καταβάλλεται μετά την είσπραξή τους στον δικαιούχο, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Στο πλαίσιο της ρύθμισης αυτής και κατόπιν σχετικού αιτήματος της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου μας, προωθήθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. σχετικό ενημερωτικό σημείωμα, στο οποίο περιλαμβάνεται η άποψη ότι προκειμένου για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, θα πρέπει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μεταξύ αυτών και η πράξη επιβολής προστίμου κατά του καταγγελλόμενου να υποβάλλονται προς το Ελεγκτικό Συνέδριο, γεγονός από το οποίο προκύπτει προβληματισμός περί ενδεχόμενης παραβίασης τόσο των διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου όσο και των διατάξεων περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Περαιτέρω, εφόσον η αμοιβή που προβλέπεται για τον καταγγέλλοντα συνδέεται με το ποσό των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση, ο καταγγέλλων θα λαμβάνει γνώση του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στον καταγγελλόμενο, με αποτέλεσμα να θίγεται το φορολογικό απόρρητο. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο των ανωτέρω, το Υπουργείο Οικονομικών εξετάζει το βέλτιστο τρόπο για την εφαρμογή της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης».
Αυτά έλεγε η κ. Παπανάτσιου στη Βουλή πριν 3 μήνες, ότι εξετάζει τον βέλτιστο τρόπο εφαρμογής του νόμου και αυτοδιαψεύδεται σήμερα που επαναλαμβάνει πάλι στη Βουλή τα περί δήθεν ανεφάρμοστου νόμου και δήθεν έλλειψης πεδίου συναλλαγής! Τώρα όμως και αφού δεν ενέδωσα και κατήγγειλα την εκβίαση, θεωρείται όψιμα τον νόμο ανεφάρμοστο. Αναρωτιέμαι τί άλλο μεσολάβησε αυτούς τους 3 μήνες και αλλάξατε γνώμη; Και αν τον θεωρούσατε ανεφάρμοστο, γιατί δεν μου το είπατε ποτέ στις αλλεπάλληλες οχλήσεις μου, που ομολογείτε ότι προέβην, ώστε να τεθεί τέλος στην εκβίασή μου;
Επί της ουσίας δε, γνωρίζετε καλά, ότι επί υπουργείας Χαρδούβελη, είχε βρεθεί λύση στο δήθεν πρόβλημα παραβίασης φορολογικού απορρήτου, σύμφωνα με την 1185/2010 ΣτΕ, η οποία όμως δεν πρόλαβε να γίνει απόφαση, λόγω εκλογών.
Δεύτερον, το ψέμα σας αποδεικνύεται και από την θετική εισήγηση υπέρ της έκδοσης Υπουργικής διατάξεως του αυτού άρθρου από την Α.Α.Δ.Ε, δίνοντας μάλιστα τρεις κατευθυντήριες γραμμές στον Υπουργό για την εφαρμογή, μια εκ των οποίων είναι η έκδοση Κανονιστικού Πλαισίου, την οποία απέστειλε τον Σεπτέμβριο 2017 ο κ. Πιτσιλής με εμπιστευτικό πρωτόκολλο σε εσάς, οπότε και εντελώς συμπτωματικά εντάθηκε η εκβίασή μου. Με είχαν ενημερώσει όμως ότι το έγγραφο, το κρατάει μαζί με το φάκελο μου στο γραφείο του ο Διευθυντής σας κ. Παπακωνσταντίνου. Καλώ την Α.Α.Δ.Ε να παραδώσει την από μέσα Σεπτεμβρίου του 2017, εισήγηση προς τον Υπουργό Οικονομικών στην Βουλή των Ελλήνων και τις αρμόδιες Εισαγγελικές αρχές.
Κλείνει η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών: «Το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση !!!κι όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Καταρχήν ο Συντάκτης φαίνεται να μη γνωρίζει ότι το Υπουργείο προτείνει δε Νομοθετεί. Νομοθετεί η Βουλή των Ελλήνων. Το Υπουργείο είναι απλά εκτελεστικό όργανο. Δεύτερον: Είναι υποχρεωμένο το Υπουργείο και ο εκάστοτε Υπουργός, να εφαρμόζει το Νόμο του Κράτους και την Πολιτική Βούληση της πλειοψηφίας, η οποία εκφράζεται δια του εκάστοτε ψηφισμένου Νόμου. Ορκίστηκε εξάλλου να τηρεί το Σύνταγμα και τους Νόμους και αν κάποιος νόμος έχει δυσκολίες στην εφαρμογή του, είναι καθήκον του να βρει τρόπο να τις ξεπεράσει και να τον εφαρμόσει, χάριν του δημοσίου συμφέροντος.
Ισχυριστήκατε ότι “Στην προσπάθειά μου να “δικαιωθώ” δεν διστάζω να πετάξω λάσπη κατά συνεργάτη του υπουργού.», ισχυρισμούς που επανέλαβε και η κ. Παπανάτσιου χθες στη Βουλή.
Διαμαρτύρομαι και αξιώνω να ανακαλέσετε άμεσα τους ανωτέρω ισχυρισμούς σας, να αναλάβετε τις ευθύνες που σας αναλογούν, τόσο ως προς την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης, όσο και εφαρμογής του νόμου και πάντως να αναμείνετε την κρίση της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, όπως θεσμικά οφείλετε να κάνετε. Εκτός βέβαια αν έχετε κάποια ιδία γνώση περί της βασιμότητας ή μη των καταγγελομένων μου, οπότε σας καλώ να τα γνωστοποιήσετε άμεσα στις Αρχές και σας γνωστοποιώ ότι θα σας κλητεύσω ως μάρτυρες αληθείας να καταθέσετε ενόρκως από ποιά στοιχεία θεωρείται ανοησία και λάσπη την ανωτέρω καταγγελία μου.
Για να μπορείτε να πείτε ότι πετάω λάσπη, δηλαδή ότι είμαι συκοφάντης, πρέπει πρώτα να καταδικαστώ αμετάκλητα από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Και για να γίνει αυτό πρέπει να με εγκαλέσει ο σύμβουλός σας ή κάποιος από τους δυο μεσάζοντες εκβιαστές που ζήταγαν λεφτά και για λογαριασμό του. Μέχρι τότε, οι μόνοι συκοφάντες είστε εσείς. Τους προκαλώ λοιπόν να με μηνύσουν.
Αναρωτιέμαι επίσης, ο σύμβουλός σας που τόσο γενναιόδωρα τον στηρίζετε και τον καλύπτετε, γιατί δεν μήνυσε ακόμα τους φίλους του που αποδεδειγμένα τον ενέπλεξαν σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση κακουργηματικής εκβίασης;
Τέλος, σας δηλώνω ότι έχω ήδη καταγγείλει την Ελληνική Κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Θεσμούς) και ΔΝΤ για τη μη εφαρμογή του Νόμου και έχω υποβάλλει σχετική μηνυτήρια αναφορά για παράβαση καθήκοντος κατά παντός υπευθύνου.
Η δικαίωσή μου, την οποία βάλατε ειρωνικά σε εισαγωγικά στην ανωτέρω ανακοίνωσή σας, εκτός της αυτονόητης είσπραξης της νόμιμης αμοιβής μου, περιλαμβάνει την παραδειγματική τιμωρία των εκβιαστών μου και των
αναγκαίων συνεργών και ηθικών αυτουργών τους, κυρίως όμως όσων ενσυνείδητα πια τους υποθάλπουν κατά κατάχρηση της εξουσίας τους.
Επιφυλάσσομαι παντός νόμιμου δικαιώματός μου.
ΙΩΣΗΦ ΛΙΒΑΝΟΣ